Περιοδικό “Παρακαταθήκη”

Άγιοι: Οι μόνοι αληθείς παιδαγωγοί και διδάσκαλοι (Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς)

Η παιδεία είναι προβολή της αγιότητος. Μόνον ο αγιασθείς άνθρωπος δύναται να αγιάζη και άλλους· μόνον γενόμενος αυτός φως δύναται να φωτίζη τους άλλους. Το Ευαγγέλιον του Θεανθρώπου συγκεντρώνει τα πάντα εις τον προσωπικόν αγώνα και την άσκησιν τα πάντα αρχίζουν από το ίδιον το πρόσωπον του ανθρώπου: σωζόμενος ο άνθρω­πος σώζει απαραιτήτως και τους άλλους γύρω του· φωτιζόμενος φωτίζει και τους άλλους. Διαβάστε περισσότερα »

Ο Απόστολος Παύλος έναντι των αιρέσεων (Μοναχός Αρσένιος Βλιαγκόφτης)

Το στόμα του Χρυσορρήμονος Ιωάννου και η γραφίδα του θα χρειαζόταν για να εγκωμιάσουμε επαξίως τον μέγα Απόστολο Παύλο, το στόμα του Χριστού. Επειδή μας λείπουν και τα δύο αυτά, θα δανεισθούμε λόγους του ίδιου του Αποστόλου για να παρουσιάσουμε το θέμα μας. Φυσικά την αντιμετώπιση των αιρέσεων, θέμα τόσο σημαντικό στην ποιμαντική διακονία της Εκκλησίας, δεν θα μπορούσε να την αμελήσει αυτός που είχε την μέριμναν πασών των εκκλησιών1, ο Απόστολος των Εθνών Παύλος. Διαβάστε περισσότερα »

Μεταμοσχεύσεις – «Εγκεφαλικά Νεκροί» δότες. Οι θέσεις των συγχρόνων αγίων γερόντων: Παϊσίου – Πορφυρίου – Σωφρονίου (Αγιορείτη Μοναχού Ησαΐα)

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Πρό ἡμερῶν ἦλθε στά χέρια μου τό βιβλίον «Πέρα ἀπό τά σύννεφα» τοῦ μοναχοῦ Γρηγορίου (μ.Γ., στό ἑξῆς), τό ἀσχολούμενο μέ τό πρόβλημα τοῦ λεγομένου «ἐγκεφαλικοῦ θανάτου» («ἐ.θ.», στό ἑξῆς) καί τῶν λεγομένων «πτωματικῶν» μεταμοσχεύσεων.

Δέν θέλω νά ἀμφισβητήσω τήν καλήν διάθεσιν τοῦ μ.Γ., οὔτε καί τό γεγονός ὅτι ἔχει ἀναγνώσει ἀρκετά σχετικά κείμενα, ἐκ τῶν ὁποίων παραθέτει καί ἀρκετές ὀρθές τοποθετήσεις -ἄλλοτε παραπέμποντας στήν πηγή καί ἄλλοτε ὄχι- ὅπως λ.χ. τίς ἑξῆς:

α) Ὅτι ὁ «ἐ.θ.», δέν εἶναι καί ὁ βιολογικός θάνατος τοῦ ἀνθρώπου καί ὅτι, κατά συνέπειαν, ὁ «ἐγκεφαλικά νεκρός» («ἐ.ν», στό ἑξῆς) εἶναι ζωντανός[1] (σελ. 19, 39, 59, 61, 62 κ.ἄ).

β) Ὅτι εἶναι σημαντική καί ὅτι «δέν εἶναι σχολαστικισμός» ἡ θεώρησις ὅτι «ἡ ψυχή τοῦ «ἐ.ν.» ὑπάρχει ἀκόμη στό σῶμα του» καί δέν ἔχει ἀναχωρήσει καί, κατά συνέπειαν, ὅτι ὁ «ἐ.ν.» «δέν παύει νά εἶναι πρόσωπο, μέ συνείδηση, καί δέν ἀποκλείεται καθόλου νά μετανοεῖ καί νά προσεύχεται». (σελ. 36, 97, 103 σημ., 105, 137, 154 κ.ἄ).

γ) Ὅτι εἶναι ἐσπευσμένη καί ἐσφαλμένη ἡ στάσις τῶν ἁρμοδίων τῆς Ἐκκλησίας νά παραθεωρήσουν –στήν οὐσία νά διαφωνήσουν μέ- τά δύο ἀνωτέρω (σελ. 62, 63, 100, 152).

δ) Ὅτι «εἶναι ἄστοχη ἡ κίνηση πολλῶν ἐπισκόπων νά σπεύσουν νά δηλώσουν δωρητές ὀργάνων» (σελ.63).

ε) Ὅτι διά τῆς παραπληροφορήσεως «ξεγελιέται» ὁ δυνητικός δότης «ὅτι θά παρθοῦν τά ὄργανά του μετά τό θάνατό του» καί «ὑφαρπάζεται ἔτσι ἡ συγκατάθεσή του» (σελ. 68 κ.ἑ., 90, 97 κ.ἀ.).

στ) Ὅτι ἕνας ἄνθρωπος «μέ ἀρχοντιά, φιλότιμο, συνείδηση…» «δέν θά ἤθελε νά τοῦ γίνει μεταμόσχευση ἀπό «ἐ.ν.» συνάνθρωπό του» καί ὅτι «προτιμᾷ τήν ταλαιπωρία καί τόν θάνατο»[2] (σελ. 7, 64, 65).

ζ) Ὅτι «ἡ λήψη ὀργάνων ἀπό ἑτοιμοθάνατους… ξεκάθαρα εἶναι μία σκληρή καί μή ὀρθή πρόταση»· ἀφ’ ἑνός λόγῳ «τῆς ἱερότητας τῶν τελευταίων στιγμῶν τους» καί διά τό ἀπρόσκοπτον «τῆς καθαρτήριας πορείας τους», ἀφ’ ἑτέρου διά τό λανθανόντως ὑπάρχον κίνητρον εὐθανασίας, ἀλλά καί ἐκ τρίτου διά νά μήν ἐξαναγκάζεται ὁ ἰατρός νά γίνεται θύτης παρά συνείδησιν (σελ. 139-140). [Τά ἐντός εἰσαγωγικῶν ἀποσπάσματα ἐκ τοῦ βιβλίου τοῦ μ.Γ. μεταφέρονται μέ πλήρη πιστότητα μέχρι καί τῆς ὀρθογραφίας (πλήν τοῦ μονοτονικοῦ)].

Καί ἐνῶ ὑπάρχουν οἱ ἀνωτέρω -ὅπως καί ἕτερες- ὀρθές τοποθετήσεις, σέ πολλά ἄλλα σημεῖα τοῦ βιβλίου του ὁ μ.Γ., μέ παρερμηνεῖες, ἀνακρίβειες καί κυρίως μέ αὐθαιρεσίες καί ἄνευ ἐπιχειρηματολογίας, ἀλλ’ ἀπολυτοποιώντας τήν κρίσιν του καί δογματίζοντας, ὑποστηρίζει τά ἀντίθετα, ἀντιφάσκων πρός ἑαυτόν. Ἡ δέ δυσκολία του ἤ καί ἡ ἀνεπάρκειά του ἐν πολλοῖς νά ἐκφράσῃ καί διατυπώσῃ αὐτό πού ἐννοεῖ ἐπιτείνει τήν σύγχυσιν.

σκοπός τοῦ παρόντος ἄρθρου δέν εἶναι νά ἐπισημάνῃ ὅλα τά σφάλματα καί τίς ἀντιφάσεις τοῦ ἐν λόγῳ βιβλίου -ἴσως μέ αὐτό ἀσχοληθοῦν ἄλλοι, ἐάν ἔχουν τήν ὑπομονήν-, ἀλλά κυρίως (ὅπως διαφαίνεται καί ἀπό τόν τίτλον) νά ἀπαντήσῃ στήν ἀμφισβήτησιν τῶν κρυσταλλίνων θέσεων συγχρόνων ἁγίων Γερόντων, τήν ὁποίαν ἐπιχειρεῖ ὁ συγγραφεύς, διά νά ἐκμεταλλευθῇ τό κῦρος των. Ἁπλῶς, παρεμπιπτόντως, ἐπισημαίνω ἐδῶ μόνον μερικές τρανταχτές του ἀντιφάσεις, ἐρωτώντας:

1. Πῶς εἶναι δυνατόν νά ἰσχυρίζεται ὅτι κατά τήν λῆψιν ζωτικῶν ὀργάνων δέν πραγματοποιεῖται φόνος (σελ. 59, 156 κ.ἀ.) τοῦ «ἐ.ν.», τήν στιγμήν πού ἐπανειλημμένως ἔχει διακηρύξει ὅτι ὁ «ἐ.ν.» εἶναι ζωντανός; (!). Καί ὅταν στήν συνέχειαν χαρακτηρίζει τήν λῆψιν αὐτήν ὡς «μία ἐφάμαρτη πράξη πού γίνεται ἐν ἀγνοίᾳ» (ἔνθ. ἀν.), τί ἄλλο μποροῦμε να ἐννοήσωμε; Ἔστω, ἐν ἀγνοίᾳ -ἄν καί πολλάκις καί ἐν ἐπιγνώσει καί συχνά καί διά δόλου (δολοφονία)-, ἀλλά πάντως εἶναι φόνος (βλ. κατωτέρω τίς θέσεις τῶν ὁσίων Γερόντων). Μά μέ τίς λέξεις[3] «παίζομε ἐν οὐ παικτοῖς» (!);

2. Πῶς εἶναι δυνατόν ταυτόχρονα μέ τά ἀνωτέρω –καί ἐνῶ ἐπανειλημμένως ἔχει ἐξυμνήσει τό αὐτεξούσιο καί τήν ἐλευθέραν προαίρεσιν (σελ. 75 κ. ἑξ., 87 κ. ἑξ. κ.ἀ.) -νά ἐπιβάλλῃ στούς ἄλλους νά πράττουν ἤ νά συνεργοῦν σ’ αὐτήν τήν «ἐφάμαρτη πράξη», καί μάλιστα νά ἐξυβρίζῃ διά τῶν κατωτέρω, ὅσους ἀρνοῦνται διά λόγους συνειδήσεως νά ὑπακούσουν; Ἰδού τί γράφει: «Καί ἐνῶ ξέρω ὅτι ὑπάρχουν ψυχές πού δυσκολεύονται, πού πονοῦν καί χρειάζονται ἄμεσα μεταμόσχευση καρδιᾶς, νεφροῦ, ἥπατος… ἐγώ ἀφήνω νά χαθοῦν τά ὄργανά μου μέ τό θάνατό μου, σφυρίζοντας ἀδιάφορα καί τυρβάζοντας περί πολλά. Λέγομαι ἄνθρωπος; Εἶμαι φίλος τοῦ Θεοῦ; Ἀγαπῶ τόν πλησίον μου ὡς σεαυτόν (sic!); (σελ. 105-106)!!!

3. Θά δοῦμε κατωτέρω ὅτι οἱ σύγχρονοι ἅγιοι Γέροντες Παΐσιος, Πορφύριος καί Σωφρόνιος ὄχι μόνον δέν εἶχαν δηλώσει «δωρητές ὀργάνων», ἀλλά καί ὅτι κατηγορηματικῶς ἀπέτρεπαν ἀπ’ αὐτό. Θεωρεῖ, λοιπόν, ὁ μ.Γ. ὅτι οἱ ἀνωτέρω δέν ἀγάπησαν τόν πλησίον ὡς ἑαυτούς (καί μάλιστα ὑπέρ ἑαυτούς), δέν ἦσαν φίλοι τοῦ Θεοῦ, δέν πρέπει νά λέγωνται κἄν ἄνθρωποι; (!!!).

4. Ἀλλά δέν νομίζει ὁ μ.Γ. ὅτι τούς βαρεῖς αὐτούς χαρακτηρισμούς τούς ἀπευθύνει πρωτίστως πρός τόν ἑαυτόν του, ἐφ’ ὅσον -ὅπως φαίνεται ἀπό τά γραφόμενά του (σελ.157)- καί ὁ ἴδιος δέν εἶναι «δωρητής ὀργάνων»; (!).

5. Tέλος, τοῦ εἶναι τόσον δύσκολο νά κατανοήσῃ ὅτι τά προαναφερθέντα τρία εὔστοχα ἐπιχειρήματά του, διά τῶν ὁποίων ἀποκρούει τή λήψη ζωτικῶν ὀργάνων ἀπό ἑτοιμοθανάτους (μή «ἐ.ν.») (βλ. ἀνωτέρω τήν ζ΄ ὀρθήν τοποθέτησίν του ἐξ ἀντιγραφῆς ἐκ τῶν σελ. 139-140), ἰσχύουν ἀπαραλλάκτως καί κατά γράμμα καί διά τούς «ἐ.ν.»; (!).

Διαβάστε περισσότερα »

Ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος για την Λειτουργική Γλώσσα

«Φούρνος του Χότζα»
—  Γέροντα, αφού οι ιαμβικοί κανόνες είναι δύσκολοι και δεν είναι κατανοητοί στον κό­σμο, γιατί η Εκκλησία τους διατηρεί και δεν κρατάει μόνο τους πεζούς;

Διαβάστε περισσότερα »

Οι διαθρησκειακές εκδηλώσεις και η παράδοσις της Εκκλησίας (Αρχ. Γεώργιος Καψάνης, Καθηγούμ. Ι.Μ. Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους)

Η αγία μας Ορθόδοξος Εκκλησία είναι η Εκκλησία των Προφητών, των Αποστόλων και των Πατέρων. Γι’ αυτό στην Εκκλησία μας δεν αυτοσχεδιάζουμε ούτε ακολουθούμε τον λογισμό μας, αλλά «επόμεθα τοις θείοις Πατράσιν» (Δ’ Οικουμενική Σύνοδος), όπως και εκείνοι ήποντο τοις αγίοις Αποστόλοις και Προφήταις.
Θα πρέπη λοιπόν και στο θέμα των διαθρησκειακών σχέσεων και εκδηλώσεων να ακολουθούμε τους Προφήτας, τους Αποστόλους και τους Πατέρας. Όπως διδάσκει και ο ιερός Ιωσήφ Βρυέννιος: «Αμήχανον άλλως την αλήθειαν γνώναι ή θεολογίας άπτεσθαι μη τοις αγίοις επόμενον».

Διαβάστε περισσότερα »