άνθρωπος

Φωτογράφοι του χάους

Η εποχή μας θα μπορούσε να εξασφα­λίσει  τον  τίτλο  «φωτογράφοι  του χάους». Καθημερινά, εξ αιτίας και της υψηλής τεχνολογίας που διαθέτουμε, βλέ­πουμε, ακούμε και αισθανόμαστε να «κατα­σταλάξει» μέσα  μας η φωτογραφία του χάους από όλα τα επίπεδα της φύσεως και της ζωής του ανθρώπου. Οι περασμένες γενιές φωτογράφιζαν σε ασπρόμαυρες φωτογραφίες πρόσωπα, τοπία και σκηνές σε εξαιρετικές στιγμές, κυρίως χα­ρούμενες και ευφρόσυνες, για τη μνήμη της καρδιάς. Η δική μας, σε τέλειες έγχρωμες δια­φάνειες, επείγεται να αποτυπώσει για δημόσια κυρίως ενημέρωση – και όχι μόνο – τη φρίκη, το αίμα, την παρανομία, την τρομοκρατία, την αποσάρκωση, τη διαστροφή. Διαβάστε περισσότερα »

Ανα-ζητώντας τον άνθρωπο (Bασίλης Σπυρόπουλος)

Tο σκηνικό, γνώριμο. Eλληνικό -όχι greek style- φιλόξενο, ζεστό, γεμάτο αγάπη. Tα πράγματα απλά, όμορφα, βγαλμένα μέσα από την καρδιά και την ψυχή, ανεπιτήδευτα, χωρίς καμμία φιοριτούρα. Tα απαραίτητα, τοποθετημένα όπως έπρεπε, από καρδιάς και όχι από υποχρέωση. Ένα μεγάλο τραπέζι, όχι από τα ακριβά, αλλά από τα λειτουργικά, μερικές καρέκλες ασορτί, ένα ολόλευκο τραπεζομάντηλο, που μύριζε σαπούνι, μαχαιροπήρουνα -φτωχικά και αυτά- ποτήρια και το πιο σημαντικό -χωρίς αυτό δεν έτρωγε κανείς-: κρασί. Δίπλα στο κρασί, το ψωμί, συνήθως ζυμωτό, από τα χεράκια της νοικοκυράς. «Όλα είναι έτοιμα, περάστε να καθήσετε!». Πριν από πολλά χρόνια, έτσι φέρονταν οι άνθρωποι στον άλλο, τον διπλανό, τον γείτονά τους, σε αυτόν με τον οποίο μεγάλωσαν μαζί, πρωτόπαιξαν, όταν ήταν μικρά παιδιά, έκαναν τις πρώτες σκανταλιές και ξεσήκωναν όλα τα γύρω σπίτια στην γειτονιά. Έτσι απλόχερα και χωρίς σκέψη, έδιναν το είναι τους, το προσέφεραν σε κοινή θέα, για κοινή θυσία, με κοινό σκοπό: το καλό. Aκόμα και στον ξένο, σε αυτόν που πρώτη φορά έβλεπαν, έτσι φέρονταν. Kαρδιακά. Tα χρόνια πέρασαν, οι συνθήκες άλλαξαν, οι καταστάσεις βελτιώθηκαν (;), οι άνθρωποι πλέον έχουν προχωρήσει μπροστά. Έχουν;

Διαβάστε περισσότερα »

Όσο υπάρχουν άνθρωποι (Μαρία Κατσουνάκη)

Η Ματίνα ήταν φιλόλογος σε δημόσιο γυμνάσιο, σε μια μέση, μάλλον υποβαθμισμένη περιοχή της Αθήνας. Όπως πολλοί άλλοι συνάδελφοί της, σηκωνόταν κάθε πρωί για να ασκήσει το λειτούργημά της, με αγωνία και έγνοια για το μάθημα, έριχνε μάλιστα και μια τελευταία ματιά στο βιβλίο πίνοντας τον πρωινό καφέ της. Τα βράδια και οι μέρες της δεν θα τροφοδοτούσαν ποτέ ένα δημοσιογραφικό αφήγημα, δελτίο ειδήσεων ή στήλη περιοδικού. Ήταν ένας μέσος, κανονικά εργαζόμενος, έντιμος άνθρωπος, με υψηλό αίσθημα ευθύνης, ευαισθητοποιημένος κοινωνικά, με σταθερές απόψεις για τον κλάδο της και τις εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, τις οποίες απόψεις υπερασπιζόταν με σθένος. Ήταν ήσυχη, απόλυτα νομοταγής, εντελώς ξένη στο μοντέλο «τα λεφτά τα φάγαμε όλοι μαζί». Ένας συνεπής, δοτικός δημόσιος λειτουργός, με μόνη απασχόληση το σχολείο, χωρίς αφορολόγητα επιπλέον ιδιαίτερα μαθήματα, που έβλεπε τον μισθό του να συρρικνώνεται, κάποιους συναδέλφους της να αγκομαχούν και κάποιους όχι. Ήταν μέλος μιας ανώνυμης, ευσυνείδητης, αξιοπρεπούς, προβληματισμένης –όχι προβληματικής– κοινότητας (δεν έχει καταμετρηθεί και ούτε πρόκειται να καταμετρηθεί ποτέ), που αποτελεί τη στέρεη ραχοκοκαλιά κάθε κοινωνίας.

Διαβάστε περισσότερα »

Ο Θάνατος του Θεού και Ανάσταση του ανθρώπου (Παναγιώτης Νέλλας)

Ο θάνατος του Θεού είναι ένα από τα κεντρικά θέματα όχι μόνο της σύγχρονης δυτικής φιλοσοφίας και λογοτεχνίας, αλλά και της ίδιας της θεολογίας. Τα τελευταία χρόνια γράφτηκαν χιλιάδες σελίδες σχετικές μ᾽ αυτό, ανέβηκαν έργα στο θέατρο, γυρίσθηκαν ταινίες, το θέμα ξέφυγε από τα μελετητήρια των ειδικών και απασχολεί το ευρύτερο κοινό. Το σύντομο αυτό δοκίμιο έχει σκοπό να δώσει, στην αρχή μια γενική ενημέρωση και μια ερμηνεία για το φαινόμενο, και να προσπαθήσει στη συνέχεια, αφού το τοποθετήσει με βάση τα ορθόδοξα κριτήρια, να σκιαγραφήσει τη συμβολή, που θα μπορούσε να προσφέρει η Ορθοδοξία συμμετέχοντας στη σχετική συζήτηση. Διαβάστε περισσότερα »

Ανθρωπος και Θεάνθρωπος (Αγ. Ιουστίνος Πόποβιτς)

1. Αναμφιβόλως, ο άνθρωπος είναι μετά τον Θεόν η περισσότερον μυστηριώδης και αινιγματική ύπαρξις εις όλους τους κόσμους τους γνωστούς εις την ανθρωπίνην σκέψιν. Εις τα απύθμενα και απέραντα βάθη της ανθρωπίνης υπάρξεως ζουν και στροβιλίζουν ασυμβίβαστοι αντιθέσεις: η ζωή και ο θάνατος, το αγαθόν και το καλόν, ο Θεός και ο διάβολος, και ό,τι υπάρχει εντός των και γύρω των. Δι’ όλων των θρησκειών του, των φιλοσοφιών, των επιστημών, των πνευματικών και υλικών πολιτισμών του, το ανθρώπινον γένος προσεπάθει να λύση εις την ουσίαν εν μόνον πρόβλημα, παμπεριεκτικόν πρόβλημα: το πρόβλημα του ανθρώπου. Και από όλους τους πόνους και τα μαρτύριά του εσφυρηλάτησε δια τον εαυτόν του μίαν υπερτάτην θεότητα, την οποίαν ελάτρευσεν ως υψίστην αξίαν και το ύψιστον κριτήριον των πάντων. Η υπερτάτη αυτή θεότης είναι: «μέτρον πάντων άνθρωπος», δηλαδή ο άνθρωπος είναι το μέτρον όλων των όντων και πραγμάτων. Αλλά με τον τρόπον αυτόν η αυτού θεία μεγαλειότης, ο άνθρωπος, δεν έλυσε το πρόβλημα του ανθρώπου. Διότι μετρών δι’ εαυτού τον εαυτόν του δεν κατενόησε ούτε εαυτόν ούτε τον κόσμον γύρω του (πρβλ. 2 Κορ. 10, 12). Εις την πραγματικότητα εματαιοπόνει: κατώπτριζε κάτοπτρον εν κατόπτρω. Και τα πάντα συνωψίσθησαν εις την συγκλονιστικήν κραυγήν και την ανατριχιαστικήν εξομολόγησιν: «ουδέν εμαυτώ σύνοιδα» (Α’ Κορ. 4, 4). Τίποτε δεν γνωρίζω δια του εαυτού μου: δεν γνωρίζω ούτε τί είναι ο άνθρωπος, ούτε τί είναι ο Θεός, ούτε τί είναι ο θάνατος, ούτε τί είναι η ζωή. Επί πλέον, με όλον το είναι μου αισθάνομαι ότι είμαι δούλος του θανάτου, δούλος του κακού, και δια της αμαρτίας δούλος του διαβόλου. Καρπός όλης της δραστηριότητος του ανθρώπου ήτο να υφανθή εξ ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους εν σώμα: «το σώμα του θανάτου». Και κάθε άνθρωπος κατέστη σύσσωμος αυτού του σώματος του θανάτου. Και τί κρύπτεται μέσα εις αυτό το σώμα του θανάτου; — Δυσωδία, σήψις, σκώληκες… «Ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος! τις με ρύσεται εκ του σώματος του θανάτου τούτου;» (Ρωμ. 7, 24). Διαβάστε περισσότερα »