Σεβαστιανός Τοπάλης

Το Σαρανταλείτουργο του Λόγου (Αρχιμ. Σεβαστιανός Τοπάλης)

Μιά ἱστορία κι ἕνας λόγος στήν κάθε ἡμέρα τοῦ Σαρανταλείτουργου

Topalhs

Καὶ βάδιζα ὅλη τὴν ἡμέρα μου μὲ πολλὲς καὶ θερμὲς προσευχὲς στὸν Θεό, σὲ μία συνεχῆ προσευχή. Τὴν δουλειά μου, τὶς ἐνασχολήσεις μου τὶς συνέπλεκα μὲ μία σκέψη, τὴν σκέψη τῆς ἀγάπης μου στὸν Θεό. Ὅλη μου τὴν ἡμέρα τὴν ἁλάτιζα μὲ τὴν μνήμη τοῦ Θεοῦ, σὰν τὸ φαγητό ποὺ νοστιμίζει μὲ τὸ ἁλάτι. Καὶ ἔνιωθα νὰ ζῶ μὲ τὴν δύναμη τοῦ Χριστοῦ, μία χαρὰ καὶ ἕνα κουράγιο νὰ σκηνώνουν ὁλημερὶς μέσα μου ἀπ’ τὸν Θεό. Καί ἔνιωθα τὸ πρωί, τὸ μεσημέρι, τὸ βράδυ, ὅλη ἡ ἡμέρα μου νὰ εἶναι μία προσευχή, μία ἀέναη παρουσία Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν. Κι ὅλη τὴ νύχτα μπορεῖ τὸ σῶμα μου νὰ ἀναπαύεται καὶ νὰ κοιμᾶται, ὅμως τὸ πνεῦμα μου ἀγρυπνεῖ καὶ μιλᾶ στὸν Θεό. Καὶ ἡ καρδιά μου γέμιζε μὲ οὐράνια ἀγάπη“.

Διαβάστε περισσότερα »

Η αγάπη “ουκ ασχημονεί” (Αρχ. Σεβαστιανός Τοπάλης)

Το ανώτερο χάρισμα που πλουσιοπάροχα το δίνει σ’ όλους ο Κύριος αν το ζητήσουν είναι η αγάπη. Κι αυτό το χάρισμα ζητά όλοι να το ζηλέψουν και να το ζητήσουν από τον Θεό. Στο 13ο κεφάλαιο της Α’ προς Κορινθίους επιστολή φτιάχνει τον ύμνο της αγάπης συγκρίνοντάς την κατά πρώτον με τα άλλα χαρίσματα, περιγράφοντάς την κατά δεύτερον και αναλύοντάς την με όλα τα χρώματά της και τέλος αναδεινύοντάς την ως αρετή αιωνιότητος.

Διαβάστε περισσότερα »

Η κατάργηση της αμαρτίας- μετάνοια και Θεία Κοινωνία (Αρχ. Σεβαστιανός Τοπάλης)

Με τον ερχομό του ο Κύριος στην γη κατήργησε την αμαρτία. Ο Σταυρός Του και το αίμα Του πλήρωσε το τίμημα των χρεών όλης της ανθρωπότητος. Πλέον η αμαρτία δεν έχει την δύναμή της πάνω στον άνθρωπο. Του έδωσε την εξουσία να πατά επάνω όφεων και σκορπίων και κανείς να μην μπορεί να τον βλάψει σε τίποτα. Πλέον ο χριστιανός δεν καταγίνεται με τους φόβους των αμαρτιών, αλλά ούτε και με τις ενοχές. Η αμαρτία δεν έχει καμία ισχύ πάνω του. Η μετάνοιά του και η αγάπη του Χριστού την καταργούν αμέσως. Διαβάστε περισσότερα »

«Μὴ λυπεῖτε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο» (Αρχ. Σεβαστιανός Τοπάλης)

Διαβάζουμε στό Γεροντικό ὅτι ὁ ἅγιος Μαρτινιανὸς πέρασε κάποια στιγμὴ μεγάλο πειρασμό καί μόνο ὁ Θεὸς τὸν ἔβγαλε καθαρὸ καὶ ἀλώβητο μὲ τὴν ἀγάπη Του. Μία νύχτα πού ὁ καιρὸς ἦταν ἄσχημος ἔφτασε στό κελὶ του ψηλὰ στό βουνὸ μία γυναίκα μὲ πονηρὴ διάθεση γιά νά τὸν παρασύρει στήν ἁμαρτία. Ἦταν ντυμένη μὲ σεμνὸ τρόπο γιά νά μὴ δημιουργήσει ὑποψίες καὶ προσποιούμενη ὅτι χάθηκε μέσα στό βουνὸ χτύπησε τὴν πόρτα του. Ὁ Ἅγιος ἄκουσε τὸν χτύπο καὶ ἀπόρησε γιά τὴν ὥρα καὶ τὸν ἐπισκέπτη. Ὅμως μὲ ἀγάπη Θεοῦ τὴν φιλοξένησε καὶ τὴν ἔβαλε νά κοιμηθεῖ τὸ βράδυ στόν πάγκο τῆς σάλας τοῦ κελιοῦ του. Τὸ βράδυ ὁ ἴδιος ἀποκοιμήθηκε στά γόνατά του προσευχόμενος μέσα στό δωμάτιό του. Τὸ πρωὶ βγαίνοντας τί νά δεῖ!. Ἔμεινε ἔκπληκτος, καθώς βρισκόταν μπροστὰ σὲ μία πανέμορφη γυναίκα ντυμένη μὲ προκλητικὰ ροῦχα πού τὸν προκαλοῦσε στήν ἁμαρτία. Τινάχτηκε στήν ἀρχὴ πίσω μὲ μία ἀντίδραση χριστιανική, ἀλλὰ ἡ γυναίκα μὲ τὰ θέλγητρά της καὶ τὴν πρόκλησή της τὸν ἔσπρωχνε στόν πειρασμό. Ἐπὶ λίγη ὥρα ἀντιστεκόταν, ἀλλὰ πόσο νά ἄντεχε; Λίγο – λίγο οἱ λογισμοὶ πήγαιναν νά τὸν διαλύσουν σβαρνίζοντάς τον στήν ἀπόφαση νά ἐνδώσει στήν πορνεία. Τότε πού ἔβλεπε παραδομένο τὸν ἑαυτὸ του στόν πειρασμό, ἐκείνη τὴν ὥρα ἄκουσε τὴν καρδιά του νά φωνάζει τὸν λόγο τοῦ ἀπ. Παύλου «καὶ μὴ λυπεῖτε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο, ἐν ὧ ἐσφραγίσθητε εἰς ἡμέραν ἀπολυτρώσεως» καὶ ἕναν δεύτερο λόγο νά τοῦ λέγει ‘’δέν βλέπεις ὅτι τὸ σῶμα σου εἶναι ὁ Ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ πῶς θὰ τὸν κάνεις πόρνης μέλη;’’ Τότε τινάχτηκε ψηλά, σὰν νά ξύπνησε ἀπὸ λήθαργο, καὶ τῆς εἶπε «καὶ τὸν ἑαυτό μου θὰ σώσω καὶ σένα θὰ σώσω». Ὁδήγησε τὴν γυναίκα ἔξω στήν αὐλή, πῆρε φρύγανα καὶ ξύλα καὶ ἄναψε φωτιά. Σὲ μία στιγμὴ πήδηξε μέσα στίς φλόγες λέγοντάς της ὅτι αὐτὴ ἡ φωτιὰ εἶναι προτιμότερη ἀπὸ τὴν φωτιὰ τῆς ἁμαρτίας. Θὰ καιγόταν ὁλόκληρος, ἂν ἐκείνη τὴν στιγμὴ ἡ γυναίκα δέν ξεσποῦσε σὲ δάκρυα μετανοίας καὶ συντριβῆς βλέποντας τὸν ἀγωνιστή ἀσκητή. Ἐπενέβη, τὸν ἅρπαξε ἀπὸ τὴν φωτιὰ καὶ τὸν γλύτωσε. Μὲ κλάμα ψυχῆς ζητοῦσε συγχώρηση καὶ τὸν παρακάλεσε νά τῆς δείξει τὸν δρόμο τῆς μετανοίας. Κι αὐτὸς μέσα στόν πόνο τῶν καμένων ποδιῶν του τῆς ἔδειχνε ποῦ θὰ βρεῖ τὸ γυναικεῖο μοναστήρι γιά νά βρεῖ τὸ λιμάνι τῆς ψυχῆς της. Διαβάστε περισσότερα »

«Τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμά πταίσματα» (Αρχ. Σεβαστιανός Τοπάλης)

Ὁ ἀββᾶς Παφνούτιος, καθώς περπατοῦσε στό δρόμο, συνέβηκε νά χαθεῖ λόγω τῆς ὁμίχλης καὶ νά βρεθεῖ κοντὰ σ’ ἕνα χωριό. Ἐκεῖ κοντὰ εἶδε κάποιους νά μαλώνουν καὶ σταμάτησε, γονάτισε καὶ ἄρχισε νά προσεύχεται στόν Θεὸ σκεφτόμενος τὰ δικὰ του ἁμαρτήματα. Προσευχόταν μὲ ἀγάπη καὶ γι’ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους χωρὶς νά τοὺς κρίνει. Τότε στήν ταπεινὴ του προσευχὴ ἦλθε Ἄγγελος μὲ τὴν ρομφαία του καὶ τοῦ λέγει ’’Παφνούτιε, ὅλοι ὅσοι κρίνουν τοὺς ἀδελφοὺς των θὰ καταστραφοῦν μ’ αὐτὴν τὴν ρομφαία. Τὸ δικό σου ὅμως ὄνομα, γιά τὸν λόγο ὅτι δέν ἔκρινες τοὺς ἀδελφούς, ἀλλὰ ταπείνωσες τὸν ἑαυτὸ σου μπροστὰ στόν Θεὸ σὰν νά ἔκαμες ἐσὺ τὴν ἁμαρτία, ἔχει γραφτεῖ στήν βίβλο τῶν ζώντων’’. Διαβάστε περισσότερα »