βιβλία

Ασκητές μέσα στον κόσμο: «Λύτρον ψυχής ανδρός ο ίδιος πλούτος» (Παρ. ιγ’, 8).

Ο Χρήστος Μ, γνωστός με το παρωνύμιο «παππούς Τάκας», υπήρξε ο μεγαλύτερος Αυριώτης ευεργέτης. Από νέος ξενητεύθηκε στην Αμερική, όπου με την εργατικότητα και την εξυπνάδα του άνοιξε δικό του κατάστημα με μεγάλη κίνηση. Είχε ως συνεταίρο έναν έμπιστο ιταλό, τον Δομήνικο, και για υπάλληλους έπαιρνε φτωχά παιδιά από το χωριό. Γύρισε στην γενέτειρα του με πολλά χρήματα. Αλλά τον πλούτο δεν τον κράτησε για να περνά άνετα αυτός, σαν τον πλούσιο του Ευαγγελίου. Ο μπάρμπα-Χρήστος αναδείχθηκε καλός οικονόμος. Απέδειξε έμπρακτα ότι «αγαθός ο πλούτος, ω ουκ έστιν αμαρτία» (Σοφία Σειράχ ιγ’, 24). Δάνειζε σε όλους τους χωρικούς άτοκα χρήματα για μεγάλο χρονικό διάστημα. Έρχονταν να δανειστούν, πάντα χωρίς τόκο, και από τα γύρω χωριά, από πολλά μέρη της Θεσσαλίας ακόμη και από την Ήπειρο. Διαβάστε περισσότερα »

Ασκητές μέσα στον κόσμο: Διάσωση του Ευαγγελίου

ΕΝΟΤΗΤΑ Β’ – ΘΑΥΜΑΣΤΑ ΚΑΙ ΔΙΔΑΚΤΙΚΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ

Ζοῦ­σε πα­λαι­ά στό χω­ριό Ἄνω Πε­ρί­θεια Κερ­κύ­ρας μία εὐ­λα­βής γυ­ναῖ­κα παντρε­μέ­νη μέ παι­διά. Αὐ­τή ἡ εὐ­λο­γη­μέ­νη ψυ­χή ἔ­μα­θε ἀ­νά­γνω­ση καί ἀ­γα­ποῦ­σε πο­λύ νά δι­α­βά­ζη τό Εὐ­αγ­γέ­λιο. Ὅ­ταν εὕ­ρι­σκε λί­γο χρό­νο ἀ­πό τίς δου­λει­ές της με­λε­τοῦ­σε τήν Ἁ­γί­α Γρα­φή. Διαβάστε περισσότερα »

Διδαχές (Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης)

Ὁ ἄνθρωπος γιὰ νὰ ἔχει πνευματικὴ ζωή, νὰ ἔχει τὸ φῶς στὴ ζωή του, πρέπει νὰ ἔχει τελεία ἐπικοινωνία μὲ τὸ περιβάλλον του. Ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποῦ δὲν ἔχει αὐτὴ τὴν ἁπλή, τὴν φυσική, τὴν ἄνετη ἐγκατάλειψη καὶ παράδοση τοῦ ἐαυτοῦ του στὸν ἄλλον, καὶ ἑπομένως τὴν βίωση τοῦ ἄλλου ὡς οἰκείου μέλους, δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει Θεόν. Γι’ αὐτὸ σκοτίζεται ἡ ψυχή, ὅταν κλονίζεται ἡ σχέση της μὲ τὸν Θεό. Διαβάστε περισσότερα »

Η ολόλαμπρη δόξα των αγίων και η δόξα αυτής της ζωής (Όσιος Εφραίμ ο Σύρος)

Αδελφοί, είναι μεγάλη και ασύλληπτη η δόξα που περιμένει τους αγίους, ενώ η δόξα αυτής της ζωής χάνεται σαν το λουλούδι και πέφτει γρήγορα σαν το χορτάρι. Πολλοί ηγεμόνες και βασιλιάδες εξουσίασαν χώρες και πόλεις όχι λίγες, και μετά από λίγο ξεχάστηκαν, σαν να μην υπήρξαν.

Πόσοι βασιλιάδες, που κυβέρνησαν πολυάριθμα έθνη, δεν έφτιαξαν για τον εαυτό τους αγάλματα και μνημεία, νομίζοντας ότι με αυτά θα μείνουν ονομαστοί μετά τον θάνατό τους· και μετά από αυτούς ήρθαν άλλοι και κατέστρεψαν τις προτομές και έκαναν κομμάτια τα αγάλματα! Σε μερικά μάλιστα από αυτά αφαίρεσαν το παλιό πρόσωπο και στη θέση του κόλλησαν το δικό τους· αλλά και αυτών τα έργα καταστράφηκαν μετά από άλλους.

Άλλοι πάλι κατασκεύασαν για τον εαυτό τους μεγαλόπρεπους τάφους, νομίζοντας ότι με αυτούς θα εξασφαλίσουν την αιώνια θύμηση του ονόματός τους· χάραξαν μάλιστα επάνω σε αυτούς και τη μορφή τους. Ήρθε όμως άλλη γενιά, και θεώρησαν τους τάφους ιδιοκτησία τους· θέλοντας λοιπόν αυτοί, όπως ήταν φυσικό, να καθαρίσουν τις σαρκοφάγους, πέταξαν από εκεί τα κόκκαλά τους σαν να ήταν χαλίκια. Τι τους ωφέλησε λοιπόν η πανάκριβη σαρκοφάγος ή ο πυραμιδωτός τάφος; Όλα επομένως τα έργα της ματαιότητας καταλήγουν στο μηδέν.

Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με αυτούς που δοξάζει ο Θεός· γιατί ετοίμασε γι’ αυτούς ζωή αιώνια και δόξα ακατάλυτη. Διαβάστε περισσότερα »

Ασκητές μέσα στον κόσμο: Κέτη Πατέρα

keth

Βιογραφικά

Ο Μι­χα­ήλ Πα­τέ­ρας καί ἡ σύ­ζυ­γός του Ἑ­λέ­νη, κά­τοι­κοι Κο­νί­τσης, τό ἔ­τος 1921 ἀ­πέ­κτη­σαν τό τε­λευ­ταῖ­ο τους παι­δί πού στήν βά­πτι­ση ὠ­νο­μά­σθη­κε Μα­ρί­να–Ἐρ­ρι­κέ­τη. Οἱ γο­νεῖς της ἦ­ταν πι­στοί, θε­ο­φο­βού­με­νοι καί ἀρ­κε­τά εὐ­κα­τά­στα­τοι, μέ σπί­τια, κτή­μα­τα πολ­λά καί χρή­μα­τα ἀ­πό τό ἐμ­πό­ριο πού ἔ­κα­νε ὁ πα­τέ­ρας της.

Ἡ μι­κρή Μα­ρί­να–Ἐρ­ρι­κέ­τη, πού ὅ­λοι τήν φώ­να­ζαν Κέ­τη, με­γά­λω­σε μέ ἄ­νε­ση καί τε­λεί­ω­σε τό Γυ­μνά­σιο. Δι­δά­χθη­κε ἀ­πό μι­κρή τήν πα­τρο­πα­ρά­δο­τη εὐ­λά­βεια, ἀλ­λά καί ἡ ἴ­δια εἶ­χε ἔμ­φυ­τη ἀ­γά­πη πρός τήν Ἐκ­κλη­σί­α. «Ἀ­πό μι­κρή πού ἔ­νι­ω­σα τόν κό­σμο», ἀ­νέ­φε­ρε ἡ ἴ­δια, «ἀ­γά­πη­σα πο­λύ τήν θεί­α Λει­τουρ­γία καί τίς ἀ­κο­λου­θί­ες τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας». Ὅ­ταν ἦταν στό Δη­μο­τι­κό, μιά μέ­ρα ἀ­πό μό­νη της ἔ­φυ­γε ἀ­πό τό σχο­λεῖ­ο, πῆ­γε στήν Ἐκ­κλη­σί­α στήν ἑ­ορ­τή τοῦ ἁ­γί­ου Θε­ο­δώ­ρου καί κοι­νώ­νη­σε. Ὅταν ἐ­πέ­στρε­ψε ὁ δά­σκα­λος τήν ρώ­τη­σε ποῦ ἦ­ταν καί τήν ἔ­δει­ρε. Διαβάστε περισσότερα »