2 Φεβρουαρίου
Όταν συμπληρώθηκαν οι σαράντα ημέρες που ο Μωσαϊκός Νόμος ορίζει για τον καθαρισμό της μητέρας ενός νεογέννητου (Λευ. 12:2-4), η Υπεραγία Θεοτόκος και ο Ιωσήφ ο Μνήστωρ οδήγησαν το θείο Βρέφος στην Ιερουσαλήμ για να Το παρουσιάσουν στον Κύριο. Κάθε πρωτότοκο αγόρι, ανήκοντας δικαιωματικά στον Κύριο (Εξ. 13:15), έπρεπε να Του αφιερωθεί στον Ναό και, κατά κάποιο τρόπο, να εξαγορασθεί με την θυσιαστική προσφορά ενός αμνού ενός έτους ή δύο τρυγονιών ή δύο περιστεριών, για τις φτωχές οικογένειες (Λευ. 12:8). Ο Κύριος του ουρανού και της γης και ο Νομοθέτης του λαού Του Ισραήλ, Αυτός που δεν ήλθε να καταλύσει τον Νόμο αλλά να τον πληρώσει (Ματθ. 5:17), προσλαμβάνοντας στην δική Του υπόσταση την εκ της παρακοής θνητή μας φύση, την αποκαθιστά με την έλευσή Του στον κόσμο, γινόμενος ο ίδιος υπάκουος σε όλα τα προστάγματα του Νόμου. Πηγή κάθε δωρεάς και κάθε χάριτος, γίνεται ο ταπεινότερος και ο πτωχότερος ανάμεσά μας. Υποτάσσεται στον Νόμο, που Εκείνος μας έδωσε και που εμείς οι άνθρωποι δεν έχουμε παύσει να παραβιάζουμε, δείχνοντάς μας με τον τρόπο αυτό, ότι η υπακοή είναι η οδός της συμφιλίωσής μας με τον Θεό. Παρόλο που μήτε Εκείνος μήτε η άμωμη Μητέρα Του είχαν ανάγκη καθαρισμού, την όγδοη ημέρα υπέβαλε την σάρκα Του στην περιτομή και περίμενε κατόπιν στην Βηθλεέμ να περάσει το καθορισμένο διάστημα για να παρουσιάσει στον Ναό της δόξης Του αυτό το Σώμα που προσέλαβε για να το καταστήσει νέον, τέλειο Ναό της θεότητάς Του. Αυτός, ο απρόσιτος και απερινόητος Θεός, συγκαταβαίνει να ανταλλαγεί με την προσφορά των πτωχών: τα περιστέρια και τα τρυγόνια, χαρακτηριστικά σύμβολα της αγνότητος, της ειρήνης και της αθωότητος που ο φιλάνθρωπος Σωτήρ ήλθε στον κόσμο για να μας φέρει.