Από το Συναξάρι – Ο άγιος μάρτυρας Βεντσεσλάβος, βασιλεύς των Τσέχων

(28 Σεπτεμβρίου)

Εγγονός της αγίας Λουντμίλας (16 Σεπτ.) και γαλουχημένος από εκείνην στην ορθόδοξη πίστη, ο άγιος Βεντσεσλάβος (τσεχ. Vasclav) διαδέχθηκε τον πατέρα του Βρατισλάβο στον θρόνο της Βοημίας σε ηλικία δεκατριών ή δεκατεσσάρων ετών (921). Μέχρις ότου ενηλικιωθεί, τον επιτρόπευε η μητέρα του Δραγομίρα.

Όταν ο Βεντσεσλάβος πήρε στα χέρια του τα ηνία του κράτους (925), εδραίωσε την ορθόδοξη πίστη στην Βοημία και εξόρισε την μητέρα του, η οποία είχε τεθεί επικεφαλής ειδωλολατρικής αντιδράσεως. Αν και βασιλεύς, ρύθμιζε την ζωή του σύμφωνα με τα πρότυπα των μεγάλων ασκητών. Κατά τις δίκες φρόντιζε για την απονομή της δικαιοσύνης, ώστε κανείς αθώος να μην καταδικάζεται. Θερμός ζηλωτής της πίστεως και της αγάπης προς τον πλησίον, εξαγόραζε μικρά παιδιά ειδωλολατρών, που επωλούντο ως σκλάβοι, τα βάπτιζε και τα ανέτρεφε χριστιανικά. Μετέφρασε στην τσεχική γλώσσα το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο και διενήργησε την ανακομιδή των λειψάνων του αγίου Βίτου (ή Γκυ, 15 Ιουν.) και της αγίας Λουντμίλας στην Πράγα.

Ο νεώτερος αδελφός του Βολεσλάβος, ορεγόμενος τα σκήπτρα, εσκευώρησε συνωμοσία εναντίον του με τους ευγενείς ειδωλολάτρες, τους οποίους είχε απομακρύνει ο άγιος, επειδή αντετίθεντο στον αποστολικό του ζήλο προς διάδοση του χριστιανισμού. Με υποκίνηση εκείνων ο Βολεσλάβος προσκάλεσε τον Βεντσεσλάβο στο παλάτι του, για να τον θανατώσει. Στο συμπόσιο που δόθηκε ο άγιος αντιλήφθηκε το δόλιο σχέδιο και, ενώ είχε την δυνατότητα να αποδράσει, ήγειρε πρόποση εις τιμήν του αρχαγγέλου Μιχαήλ, με την ευχή να εισαγάγει την ψυχή του στην ατελεύτητη χαρά του παραδείσου. Το πρωί μεταβαίνοντας στην εκκλησία ύστερα από μακρά και θερμή νυκτερινή προσευχή, δέχθηκε επίθεση του Βολεσλάβου, ο οποίος τον κτύπησε στο κεφάλι. Ο Βεντσεσλάβος έβαλε το χέρι στο σπαθί του, αλλά αμέσως μετενόησε· το πέταξε στην γη και προσπάθησε να φθάσει στον ναό. Στην θύρα του τον πρόφθασαν οι συνωμότες και τον αποτελείωσαν με μαχαιριές (929).

Ευθύς μόλις ο Βολεσλάβος έλαβε την εξουσία, έφερε Γερμανούς κληρικούς στην Βοημία και εισήγαγε την λατινική γλώσσα στην λατρεία. Τρία χρόνια αργότερα έδωσε την συγκατάθεσή του να μεταφερθεί το σώμα του μάρτυρα αδελφού του στην Πράγα και να ενταφιασθεί στην εκκλησία του αγίου Βίτου, η οποία έκτοτε έλαβε το όνομα του αγίου Βεντσεσλάβου. Τα πολλά θαύματά του κατέστησαν τον άγιο προστάτη της Βοημίας.

 

(Από το βιβλίο: “Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, υπό Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου”. Τόμος πρώτος, Σεπτέμβριος, 28. Εκδόσεις “Ίνδικτος”, 2001, σελ. 326)

[Ψήφοι: 0 Βαθμολογία: 0]