παραβολή

Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου: Ερμηνεία εις το κατά Λουκάν ευαγγέλιον (Αρχιεπίσκοπος Αστραχάν και Σταυρουπόλεως Νικηφόρος Θεοτόκης)

(Λουκ. 18, 10-14)

  • Διατί ο Χριστός ηθέλησε να διδάξει της ταπεινοφροσύνης την ωφέλεια και της υπερηφάνειας την βλάβη με παραβολή και όχι με μια διδαχή Του;
  • Πόσα είναι τα είδη της προσευχής;
  • Αρκεί κανείς, για να είναι ενάρετος, να απέχει μόνο από το κακό;
  • Ποια είναι τα στοιχεία που δηλώνουν την περηφάνεια του Φαρισαίου και την ταπεινοφροσύνη του Τελώνου;
  • Γιατί τελικά δικαιώνεται ο αμαρτωλός και κατακρίνεται ο ενάρετος;

Διαβάστε περισσότερα »

Κυριακή ΙΑ’ Λουκά (Αγίων Προπατόρων): Η παραβολή τού Μεγάλου Δείπνου (Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς)

(Λουκ. ιδ’ 16-24)

Την ομιλία αυτή την βρίσκουμε στην περικοπή του κατά Ματθαίου Ευαγγελίου, κεφ. κβ’ 2-14, που αναφέρεται στην ίδια παραβολή.

 

Ο Θεός θέλει τον άνθρωπο να πιστεύει σ’ Εκείνον, περισσότερο απ’ οποιονδήποτε η οτιδήποτε άλλο στον κόσμο.

Ο Θεός θέλει τον άνθρωπο να ελπίζει σ’ Εκείνον, περισσότερο απ’ οποιονδήποτε η οτιδήποτε άλλο στον κόσμο.

Ο Θεός ζητάει όμως και κάτι παραπάνω: θέλει ο άνθρωπος να προσκολληθεί με αγάπη μόνο σ’ Εκείνον. Και τότε, με την αγάπη που θ’ ακτινοβολεί από μέσα του, θα γίνει ένα και με την κτίση του Θεού.

Αυτή είναι η ένωση του ανθρώπου με το Θεό. Αυτή είναι η μνηστεία της ψυχής με το Χριστό. Κάθε άλλη ένωση είναι μοιχεία και πορνεία. Μόνο τέτοια στενή ένωση της ψυχής με το Χριστό, που σ’ εμάς απεικονίζεται πιο καθαρά με τον επίγειο γάμο, μπορεί να κάνει την ψυχή πλούσια και καρποφόρα. Όλες οι άλλες σχέσεις που μπορεί να συνάψει η ψυχή είναι αγκάθια και ζιζάνια, που είναι γυμνά και άγονα από κάθε αγαθό. Αν αυτό δεν το γνωρίζουν και δεν μπορούν να το γνωρίζουν οι άνθρωποι που ζουν μακριά από την Εκκλησία του Χριστού, οι χριστιανοί όμως πρέπει να το γνωρίζουν, ιδιαίτερα οι ορθόδοξοι χριστιανοί. Είναι στο πνεύμα και την παράδοσή μας να κατανοήσουμε το βάθος και το πλάτος της αποκάλυψης του Θεού που έγινε με τον Κύριο Ιησού. Να κατανοήσουμε την αιωνιότητα πιο σωστά από τους λαούς της Ανατολής, να κατανοήσουμε το χρόνο πιο σωστά από τους ανθρώπους της Δύσης.

Με ότι είναι πιο στενά δεμένη η ψυχή του ανθρώπου, μ’ αυτό κι έχει δεσμευτεί, είτε αυτό είναι ζωντανό είτε νεκρό πράγμα, είτε πρόκειται για σώμα είτε για κάποιο ρούχο, για χρυσό ή άργυρο ή για οποιοδήποτε επίγειο αγαθό, εγκόσμια δόξα ή τιμή, πάθος ή ότι άλλο στην κτίση, όπως για παράδειγμα κόσμημα, τρόφιμο, ποτό, χορό, φύση ή οτιδήποτε άλλο. Κάθε τέτοια δέσμευση της ψυχής είναι άνομη κι επισύρει ατέλειωτη δυστυχία για την ψυχή, τόσο σ’ αυτόν τον κόσμο όσο και στον άλλον. Το ίδιο συμβαίνει με την άνομη σχέση άναμεσα στον άντρα και τη γυναίκα, που επιφέρει στενοχώριες όχι μόνο σ’ αυτούς τους δύο, αλλά και στα τυχόν παιδιά που θ’ αποκτήσουν. Δεν πρέπει να κρύβουμε εκείνο που η Αγία Γραφή λέει πεντακάθαρα: πως ο Θεός είναι ζηλωτής (Εξ. κ’ 5, Δευτ. δ’ 24). Ο ζήλος του Θεού δε στρέφεται εναντίον άλλου στη γη, παρά μόνον στην ψυχή του ανθρώπου. Ο Θεός θέλει αποκλειστικότητα στην ψυχή του ανθρώπου, την θέλει πιστή με καθαρότητα και ειλικρίνεια. Κι αυτό ο Θεός το θέλει για το καλό της ψυχής. Η άπειρη σοφία του Θεού γνωρίζει – όπως πρέπει και μεις να γνωρίζουμε μετά την έλευση του Χριστού – πως αν η πίστη της ψυχής στο Θεό, το Δημιουργό, είναι ελλιπής, πως αν ενωθεί με απόλυτη αγάπη με κάποιον άλλον ή κάτι άλλο στον κόσμο, τότε σιγά σιγά θα υποδουλωθεί, θα γίνει σκλάβα, θα είναι σαν μια σκοτεινή κι απελπισμένη σκιά και τελικά θα καταλήξει σε μια ελεεινή εικόνα εκεί, όπου είναι ο τρυγμός κι ο βρυγμός των οδόντων.

Η θερμή αγάπη της ψυχής προς το Θεό είναι ο μόνος νόμιμος δεσμός. Κάθε άλλη αγάπη, που είναι μακριά από το Θεό ή εναντίον του Θεού, είναι ειδωλολατρεία. Με την αγάπη για το σώμα, ο άνθρωπος μετατρέπει το σώμα σ’ έναν ψεύτικο θεό, ένα είδωλο. Με την αγάπη για κάθε επίγειο αγαθό ή κόσμημα, ο άνθρωπος ειδωλοποιεί τα αντικείμενα αυτά. Με την αγάπη για οποιονδήποτε ή για οτιδήποτε, ο άνθρωπος ειδωλοποιεί τον εαυτό του. Αυτό σημαίνει πως ο άνθρωπος καθοδηγεί την αγάπη, που ανήκει αποκλειστικά στο Θεό, σε κάτι μικρότερο και υποδεέστερο από το Θεό, σε κάτι λιγότερο άξιο ν’ αγαπηθεί. Σε οτιδήποτε πιστεύει ο άνθρωπος, ελπίζει ή αγαπά περισσότερο από το Θεό, παίρνει τη θέση του Θεού, καθίσταται είδωλο, ένας ψεύτικος θεός της ψεύτικης ψυχής. Κάθε τέτοια ειδωλολατρεία οι προφήτες την ονόμασαν μοιχεία και πορνεία (Ιερ. γ’ 1, Ιεζεκ. κγ’ 7).

Το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι οι ειδωλολάτρες ταυτίζονται με τα είδωλά τους. Σε κάθε αγάπη, ο άνθρωπος χάνεται σταδιακά στο αντικείμενο της αγάπης του. Εκείνο που ο άνθρωπος σκέφτεται συχνότερα, εκείνο που αγαπά κι επιθυμεί περισσότερο, σιγά σιγά θα γίνει η ίδια η ουσία τής ύπαρξής του, είτε τρόφιμο είναι αυτό είτε ποτό, χρυσός ή ασήμι, κόσμημα ή ρούχο, σπίτια ή κτήματα, τιμή ή δύναμη. Αυτό το διαβάζουμε και στην Αγία Γραφή: «Επορεύθησαν οπίσω τών ματαίων και εματαιώθησαν» (Δ’ Βασ. ιζ’ 15).

Η επιθυμία ανάμεσα σ’ έναν άντρα και μια γυναίκα είναι κάτι φυσικό, δεν είναι εξαίρεση. Ο άνθρωπος ταυτίζεται με ό,τι αγαπά. Αν αυτό που αγαπά είναι ο Θεός, γίνεται Θεός. Αν είναι ο πηλός, γίνεται πηλός. Ο άνθρωπος σώζεται ή κολάζεται από την αγάπη που έχει σ’ αυτή τη ζωή. Μια μόνο σωστική αγάπη υπάρχει, η αγάπη για το Θεό. Κάθε άλλη αγάπη είναι απώλεια. Ένας μόνο νόμιμος και σωστικός γάμος υπάρχει για την ψυχή: ο γάμος της με το Θεό. Κάθε άλλος γάμος που δεν προέρχεται από το γάμο αυτό, όπως οι ακτίνες από τον ήλιο, είναι κολάσιμος.

Το σημερινό ευαγγέλιο μας δίνει την πιο καθαρή εικόνα του θαυμαστού αυτού μυστηρίου. Μας λέει δηλαδή πως η ψυχή του ανθρώπου στεφανώνεται με το Θεό, ως πιστή νύμφη· πως σαν τυφλός προδότης και άπιστος σύζυγος από την άλλη, παρασύρεται στον όλεθρο και στο σκοτάδι, στα ζιζάνια και την κακία της ειδωλολατρείας. Διαβάστε περισσότερα »

Κυριακή Θʼ Λουκά: Η παραβολή του άφρονα πλουσίου (Αγ. Νικόλαος Βελιμίροβιτς)

(Λουκ. ιβ’ 16-21)

Ο Κύριος Ιησούς Χριστός ήρθε στη γη για να θεραπεύσει τους ανθρώπους από τα φθοροποιά πάθη και τις ροπές τους. Τα πάθη κι οι ροπές είναι σοβαρές ψυχικές παθήσεις. Κλέβει ποτέ ένας γιός από τον πατέρα του; Όχι. Ο δούλος όμως κλέβει από τ’ αφεντικό του. Τη στιγμή που ο Αδάμ εγκατέλειψε την ιδιότητα του υιού κι απόκτησε την ιδιότητα του δούλου, το χέρι του απλώθηκε για να πιάσει τον απαγορευμένο καρπό. Γιατί ο άνθρωπος κλέβει αυτό που ανήκει σ’ έναν άλλο; Είναι επειδή το χρειάζεται; Ο Αδάμ τα είχε όλα, δεν του έλειπε τίποτα. Παρ’ όλ’ αυτά όμως προχώρησε στην κλοπή. Γιατί ο άνθρωπος κλέβει άλλον άνθρωπο κι ο δούλος άλλο δούλο; Επειδή έμαθαν πρώτα να κλέβουν από τ’ αφεντικό τους. Οι άνθρωποι συνήθως κλέβουν πρώτα από το Θεό κι έπειτα ο ένας από τον άλλο. Ο προπάτορας του ανθρώπινου γένους άπλωσε το χέρι του να κλέψει πρώτα αυτό που ανήκε στο Θεό κι έπειτα, σαν αποτέλεσμα, οι απόγονοί του άρχισαν να κλέβουν ο ένας τον άλλο. Οι άνθρωποι κλέβουν από Θεό και ανθρώπους, από τη φύση κι από τον εαυτό τους. Ο άνθρωπος δεν κλέβει μόνο με τις σωματικές αισθήσεις του, αλλά και με την καρδιά, την ψυχή και το νου του. Δεν υπάρχει πράξη κλοπής που ο διάβολος να μην είναι συνεργός του ανθρώπου. Είναι ο υποβολέας και υποκινητής κάθε κλοπής. Είναι ο εισηγητής και καθοδηγητής κάθε σκέψης για κλοπή. Κανένας κλέφτης στον κόσμο δεν ήταν ποτέ μόνος του. Συνήθως υπάρχουν τουλάχιστο δύο που συμμετέχουν σε μια κλοπή κι ένας τρίτος που παρακολουθεί. Ο άνθρωπος κι ο διάβολος πάνε για να κλέψουν κι ο Θεός που τους βλέπει. Όπως η Εύα δεν έκλεψε μόνη της, αλλά παρέα με το διάβολο, έτσι κανένας άνθρωπος δεν έχει τελέσει μια πράξη κλοπής μόνος του, αλλά πάντα με την παρέα του διαβόλου. Διαβάστε περισσότερα »

Η παραβολή του Ασώτου Υιού (Αρχιμ. Βασίλειος Γοντικάκης, Προηγούμενος Ιεράς Μονής Ιβήρων Αγίου Όρους)

Η ανταρσία του νεώτερου υιού και η διαγωγή του πατέρα

Τον νεώτερο υιό της παραβολής τον σώζει η αίσθηση που έχει ότι είναι υιός του πατέρα. Αισθάνεται και εκφράζεται μ’ αυτήν την ορολο­γία. Ζη σ’ αυτόν τον οικογενειακό χώρο. Γι’ αυτό λέει: «Πάτερ, δος μοι…»

Διαβάστε περισσότερα »

Ομιλία εις την κατά τον Τελώνην και τον Φαρισαίον του Κυρίου παραβολήν (Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς)

Το σύνολο του ανθρωπίνου γένους διαχωρίζεται σε δύο τάξεις, διά της παρουσιάσεως του Τελώνου και του Φαρισαίου, την των ταπεινών και την των υπεροπτών. Το παράδειγμα του πρώτου δεικνύει ότι οφείλει ο άνθρωπος όχι μόνον ν’ απαρνηθεί την κακίαν, αλλά και να φθάσει στο σημείον ταπεινώσεως ώστε ν’ αυτοκατακριθεί. Διαβάστε περισσότερα »