Ἕνας μαθητὴς ἔγραψε μεταξὺ ἄλλων:
«Σὰν ἐλεύθερος ἄνθρωπος, πιστεύω στὴν ὕπαρξη κάποιας ἀνώτερης Δύναμης μὲ ἀπέραντη καὶ ἀδιανόητη γιὰ μᾶς σοφία. Δὲν δίνω ὄνομα οὔτε “καλούπι” σ’ αὐτὴ τὴν Δύναμη. Ἔτσι δὲν κινδυνεύω νὰ πέσω στὴν παγίδα, ποὺ πέφτουν οἱ ἄνθρωποι, πλάθοντας πολλὲς φορὲς τὸν Θεὸ κατ’ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσή τους (!) καὶ ὄχι τὸ ἀντίθετο (ποὺ ἴσως δὲν συνέβηκε ποτέ). Ἐξάλλου δὲν ἔχουμε “χειροπιαστὲς” ἀποδείξεις (δὲν μοῦ ἀρκεῖ τὸ “πίστευε καὶ μὴ ἐρεύνα”), γι’ αὐτὸ ἡ θέση μου εἶναι αὐτή, πρὸς τὸ παρόν…”.
Τὸ κείμενο αὐτῆς τῆς ἐπιστολῆς, τὸ θεωροῦμε πολὺ σημαντικό. Τοῦτες τὶς σκέψεις τὶς κάνουν πολλοὶ σήμερα. Ὅσοι πραγματικὰ δὲν πιστεύουν στὸν Θεό! Ἢ ἡ πίστη τους εἶναι… πρωτόγονη! Γι’ αὐτὸ λέμε νὰ τὸ σχολιάσουμε διεξοδικά, καταλήγοντας σὲ κάποια οὐσιώδη συμπεράσματα.