Ευαγγέλιο

Κυριακή Η’ Ματθαίου: Ομιλία περί ελπίδος (Αρχιεπίσκοπος Αστραχάν και Σταυρουπόλεως Νικηφόρος Θεοτόκης)

(Ματ. ιδ’ 14-22)

– Κάθε ψυχή ανθρώπου έχει από τον Θεόν της ελπίδος την δύναμη.

– Οι άνθρωποι διαστρέφουμε το δώρο της ελπίδος που μας έδωσε ο Θεός και αντί να ελπίζουμε σε Αυτόν, ελπίζουμε στους ανθρώπους, στα χρήματα, τα υλικά πράγματα, τα ασθενή, τα φθαρτά, τα μεταβλητά και πρόσκαιρα. Γιατί οι άνθρωποι το κάνουν αυτό;

– Οι επί τον Θεόν ελπίζοντες, ουδέποτε μένουσιν εστερημένοι των δωρεών Αυτού.

– Η ελπίς θυγάτηρ γνησία της πίστεως.

– Ο άπιστος μην έχοντας ελπίδα στο Θεό δεν βρίσκει παρηγορία στις θλίψεις του. Διαβάστε περισσότερα »

Κυριακή ΣΤ’ Ματθαίου: Η θεραπεία του παραλυτικού (Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος)

(Ματθ θ, 1-8)

«Καὶ ἀφοῦ μπῆκε στὸ πλοῖο πέρασε διὰ μέσου τῆς λίμνης στὸ ἀπέναντι μέρος καὶ ἦλθε στὴ δική του πόλη. Καὶ νὰ ἔφεραν σ’ αὐτὸν ἕνα παραλυτικὸ πάνω στὸ κρεβάτι. Καὶ ὁ Ἰησοῦς, ὅταν εἶδε τὴν πίστη τους, εἶπε στὸν παραλυτικό· Ἔχε θάρρος, παιδί μου, σοῦ ἔχουν συγχωρηθεῖ οἱ ἁμαρτίες σου»

Δική του πόλη ὀνομάζει ἐδῶ τὴν Καπερναούμ. Ἡ Βηθλεὲμ τὸν ἔφερε στὴ ζωή, ἡ Ναζαρὲτ τὸν μεγάλωσε, ἡ Καπερναοὺμ τὸν εἶχε μόνιμο κάτοικό της. Ὁ παραλυτικὸς ἐδῶ εἶναι ἄλλος ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ ἀναφέρει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης. Ἐκεῖνος ἦταν κατάκοιτος στὴν κολυμβήθρα, αὐτὸς ἦταν στὴν Καπερναούμ. Ἐκεῖνος ἦταν ἄρρωστος τριάντα ὀκτὼ χρόνια· γι’ αὐτὸν ἐδῶ δὲ λέγεται τίποτα τέτοιο. Ἐκεῖνος δὲν εἶχε κανένα νὰ τὸν προστατέψει, αὐτὸς ὅμως εἶχε αὐτοὺς ποὺ τὸν φρόντιζαν, ποὺ τὸν σήκωσαν κιόλας καὶ τὸν ἔφεραν. Καὶ σ’ αὐτὸν λέει, «παιδί μου, συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες σου» σ’ ἐκεῖνον, «θέλεις νὰ βρεῖς τὴν ὑγεία σου»; Κι ἐκεῖνον τὸν θεράπευσε τὸ Σάββατο, αὐτὸν ὅμως ὄχι. Γιατί βέβαια θὰ τὸν κατηγοροῦσαν ἂν τὸ ἔκανε· καὶ γι’ αὐτὸ οἱ Ἰουδαῖοι σ’ αὐτὸν σιώπησαν, σ’ ἐκεῖνον ὅμως ἐπιτέθηκαν καὶ τὸν καταδίωκαν. Αὐτὰ τὰ εἶπα ὄχι χωρὶς λόγο ἀλλὰ γιὰ νὰ μὴ νομίσει κανένας πὼς ὑπάρχει διαφωνία, ἐπειδὴ σχημάτισε τὴν ὑποψία πὼς ἦταν ὁ ἴδιος παραλυτικός.

Διαβάστε περισσότερα »

Κυριακή Ε’ Νηστειών: Λόγος εις το «Ιδού αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα και ο Υιός του ανθρώπου παραδοθήσεται εις χείρας αμαρτωλών» (Βασιλείου Επισκόπου Σελευκείας)

Η Ευαγγελική περικοπή της Θείας Λειτουργίας. Κατά Μάρκον Ευαγγέλιον Κεφ. ι’, 32 – 45
Τω καιρώ εκείνω, παραλαβών Ο Ιησούς τους δώδεκα μαθητάς, ήρξατο αυτοίς λέγειν τα μέλλοντα αυτώ συμβαίνειν, ότι ιδού αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα και ο Υιός του ανθρώπου παραδοθήσεται τοις αρχιερεύσι και γραμματεύσι, και κατακρινούσιν Αυτόν θανάτω, και παραδώσουσιν Αυτόν τοις έθνεσι, και εμπαίξουσιν αυτώ και μαστιγώσουσιν αυτόν και εμπτύσουσιν αυτώ και αποκτενούσιν αυτόν, και τη τρίτη ημέρα αναστήσεται. Και προσπορεύονται αυτώ Ιάκωβος και Ιωάννης υιοί Ζεβεδαίου λέγοντες, διδάσκαλε, θέλομεν ίνα ο εάν αιτήσωμεν ποιήσης ημίν. Ο δέ είπεν αυτοίς” τί θέλετε ποιήσαί με υμίν? Οι δέ είπον αυτώ, δός ημίν ίνα είς εκ δεξιών σου και είς εξ ευωνύμων σου καθίσωμεν εν τη δόξη σου. Ο δέ Ιησούς είπεν αυτοίς” ουκ οίδατε τί αιτείσθε. Δύνασθε πιείν το ποτήριον ο εγώ πίνω, και το βάπτισμα ο εγώ βαπτίζομαι βαπτισθήναι? Οι δέ είπον αυτώ, δυνάμεθα. Ο δέ Ιησούς είπεν αυτοίς, το μέν ποτήριον ο εγώ πίνω πίεσθε, και το βάπτισμα ο εγώ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε’ το δέ καθίσαι εκ δεξιών μου και εξ ευωνύμων ουκ έστιν εμόν δούναι, αλλ’ οις ητοίμασται. Και ακούσαντες οι δέκα ήρξαντο αγανακτείν περι Ιακώβου και Ιωάννου. Ο δέ Ιησούς προσκαλεσάμενος αυτούς λέγει αυτοίς” οίδατε ότι οι δοκούντες άρχειν των εθνών κατακυριεύουσιν αυτών και οι μεγάλοι αυτών κατεξουσιάζουσιν αυτών’ ουχ ούτω δέ έσται εν υμίν, αλλ’ ός εάν θέλη γενέσθαι μέγας εν υμίν, έσται υμών διάκονος’ και ός εάν θέλη υμών γενέσθαι πρώτος, έσται πάντων δούλος” και γάρ ο υιός του ανθρώπου ουκ ήλθε διακονηθήναι, αλλά διακονήσαι, και δούναι την ψυχήν αυτού λύτρον αντί πολλών.

Διαβάστε περισσότερα »

Κυριακή Α’ Νηστειών, της Ορθοδοξίας: Διδαχή περί Πίστεως (Επίσκοπος Κερνίκης και Καλαβρύτων Ηλίας Μηνιάτης)

Η Ευαγγελική περικοπή της Θείας Λειτουργίας. Κατά Ιωάννην α’ 44– 52.
Τω καιρώ εκείνω, ηθέλησεν ο Ιησούς εξελθείν εις την Γαλιλαίαν, και ευρίσκει Φίλιππον και λέγει αυτώ: ακολούθει μοι. Ήν δέ ο Φίλιππος απο Βηθσαϊδά, εκ της πόλεως Ανδρέου και Πέτρου. Ευρίσκει Φίλιππος τον Ναθαναήλ και λέγει αυτώ: Ον έγραψε Μωϋσής εν τω νόμω και οι προφήται, ευρήκαμεν, Ιησούν τον υιόν του Ιωσήφ τον απο Ναζαρέτ. Και είπεν αυτώ Ναθαναήλ: εκ Ναζαρέτ δύναταί τι αγαθόν είναι; Λέγει αυτώ Φίλιππος: έρχου και ίδε. Είδεν ο Ιησούς τον Ναθαναήλ ερχόμενον προς αυτόν και λέγει περι αυτού: ίδε αληθώς Ισραηλίτης, εν ώ δόλος ουκ έστι. Λέγει Αυτώ Ναθαναήλ: πόθεν με γινώσκεις; Απεκρίθη Ιησούς και είπεν αυτώ: πρό του σε Φίλιππον φωνήσαι, όντα υπό την συκήν είδόν σε. Απεκρίθη Ναθαναήλ και λέγει αυτώ: Ραββί, σύ εί ο υιός του Θεού, σύ εί ο βασιλεύς του Ισραήλ. Απεκρίθη Ιησούς και είπεν αυτώ: ότι είπόν σοι, είδόν σε υποκάτω της συκής, πιστεύεις; Μείζω τούτων όψει. Και λέγει αυτώ: αμήν αμήν λέγω υμίν, απ’ άρτι όψεσθε τον ουρανόν ανεωγότα, και τους αγγέλους του Θεού αναβαίνοντας και καταβαίνοντας επι τον υιόν του ανθρώπου.

Διαβάστε περισσότερα »

Ομιλία εις την Δευτέραν Παρουσίαν Του Κυρίου (Αγ. Κύριλλος Αρχιεπίσκοπος Ιεροσολύμων)

Η Ευαγγελική περικοπή της Θείας Λειτουργίας. Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον: κε΄ 31 – 46.

Είπεν ο Κύριος: όταν έλθη ο υιός του ανθρώπου εν τη δόξη αυτού, και πάντες οι άγιοι άγγελοι μετ’ αυτού, τότε καθίσει επι θρόνου δόξης αυτού, και συναχθήσεται έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη, και αφοριεί αυτούς απ’ αλλήλων ώσπερ ο ποιμήν αφορίζει τα πρόβατα από των ερίφων, και στήσει τα μέν πρόβατα εκ δεξιών αυτού, τα δέ ερίφια εξ ευωνύμων. Τότε ερεί ο Βασιλεύς τοις εκ δεξιών αυτού: δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν απο καταβολής κόσμου. Επείνασα γάρ, και εδώκατέ μοι φαγείν, εδίψησα, και εποτίσατέ με, ξένος ήμην, και συνηγάγετέ με, γυμνός, και περιεβάλετέ με, ησθένησα, και επεσκέψασθέ με, εν φυλακή ήμην, και ήλθετε προς με. Τότε αποκριθήσονται αυτώ οι δίκαιοι λέγοντες: Κύριε, πότε σε είδομεν πεινώντα και εθρέψαμεν, ή διψώντα και εποτίσαμεν; Πότε δέ σε είδομεν ξένον και συνηγάγομεν, ή γυμνόν και περιεβάλομεν; Πότε δέ σε είδομεν ασθενή ή εν φυλακή, και ήλθομεν προς σε; Και αποκριθείς ο Βασιλεύς ερεί αυτοίς: αμήν λέγω υμίν, εφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε. Τότε ερεί και τοις εξ ευωνύμων: πορεύεσθε απ’ εμού οι κατηραμένοι εις το πύρ το αιώνιον, το ητοιμασμένον τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού. Επείνασα γάρ, και ουκ εδώκατέ μοι φαγείν, εδίψησα, και ουκ εποτίσατέ με, ξένος ήμην, και ου συνηγάγετέ με, γυμνός, και ου περιεβάλετέ με, ασθενής και εν φυλακή, και ουκ επεσκέψασθέ με. Τότε αποκριθήσονται Αυτώ και αυτοί λέγοντες: Κύριε, πότε σε είδομεν πεινώντα ή διψώντα ή ξένον ή γυμνόν ή ασθενή ή εν φυλακή, και ου διηκονήσαμέν Σοι; Τότε αποκριθήσεται αυτοίς λέγων: αμήν λέγω υμίν, εφ’ όσον ουκ εποιήσατε ενί τούτων των ελαχίστων, ουδέ εμοί εποιήσατε. Και απελεύσονται ούτοι εις κόλασιν αιώνιον, οι δέ δίκαιοι εις ζωήν αιώνιον.

Διαβάστε περισσότερα »