Εκδόσεις «Αποστολική Διακονία»

Χριστιανικές σκέψεις περί θανάτου (Ανδρέας Θεοδώρου, τ. Καθηγητής Πανεπ. Αθηνών)

Τις πιο πάνω περί θανάτου διαπιστώσεις καταφάσκει πλή­ρως και η χριστιανική, περί θανάτου, φιλοσοφία. Εδώ όμως υπεισέρχεται ένα καινούργιο στοιχείο πρωτόγνωρο για τον άν­θρωπο· η μυστηριακή διάσταση του θανάτου, την οποία φωτίζει η χριστιανική πίστη. Το φαινόμενο του θανάτου είναι μυστήριο, όσο μυστήριο είναι και το φαινόμενο της ζωής. Ποιός είναι ο βαθύτερος λόγος τους; Γιατί υπάρχουμε και γιατί πεθαί­νουμε; Από πού ξεκινάμε και πού πορευόμαστε; Στα ερωτή­ματα αυτά, τα τόσο σημαντικά, ανέκαθεν προσπαθούσαν να δώσουν απάντηση ο ανθρώπινος λόγος και τα διάφορα θρη­σκεύματα. Ψελλίσματα κατά κανόνα αδύναμα, στο μέτρο που αδύναμος είναι και ο ίδιος ο άνθρωπος. Η φλόγα τού ανθρώ­πινου λόγου, και στο πιο φουντωμένο της λαμπάδιασμα, δεν μπορεί να εισδύσει στο σκοτάδι τού τάφου, να τρυπήσει την παγερή πλάκα του, να φωτίσει —αμυδρά έστω— τα συμβαίνοντα μέσα και πέρα από τη ψυχρή του παγερότητα. Με την πί­στη όμως τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Οι πιστοί δεν βασανίζονται από πιεστικά ερωτηματικά. Δεν σαλεύει το μυαλό τους μπροστά στη μυστηριακή τραγικότητα του θανά­του. Αυτοί έχουν και υπακούουν σε άλλους ρυθμούς. Αφουγκράζονται άλλες φωνές. Ζουν σε αποκαλύψεις Θεού. Απολυπραγμόνητα δέχονται το θείο φανέρωμα με την πίστη τους, το θείο αυτό και θεοποιό φτερούγισμα. Ακούουν το περί θανά­του αποκαλυπτικό μήνυμα, το εμπιστεύονται και το ζουν βιω­ματικά στις ήσυχες και αναπαυμένες καρδιές τους. Θλίβονται βέβαια για το φρικτό και αποτρόπαιο γεγονός· όμως δεν ταρά­ζονται, δεν λιποψυχούν, δεν κυριεύει απελπισμός τη ψυχή τους, δεν εποδύρονται. Έχουν την ελπίδα τους αγκυροβολη­μένη στην αλήθεια που σφράγισε ο Θεός. Στην υπαρξιακή κα­ταιγίδα που ανελέητα σαλεύει το ον, η καρδιά τους είναι πια­σμένη από το δέντρο τής θείας ζωής. Τα παραρρέοντα ύδατα δεν την αγγίζουν, οι άνεμοι την αντιπαρέρχονται. Αντιμετωπί­ζουν το τέλος με τη βεβαιότητα που τους παρέχει ο λόγος τού Θεού. Τί περισσότερο μπορούν να επιζητήσουν;

Διαβάστε περισσότερα »

Σκέψεις περί θανάτου (Ανδρέας Θεοδώρου, τ. Καθ. Πανεπ. Αθηνών)

Ο θάνατος είναι σημείο οριακό για κάθε ζωντανή ύπαρξη. Είναι γεγονός που την ορίζει, την περιορίζει και την εξαντλεί. Είναι το τέρμα μιας πορείας, μιας ζωτικής διαδικασίας. Ο θάνατος ορίζει το είναι, οριοθετεί το υπάρχειν. Σ’ αυτόν σταματά κάθε κίνηση, παύει κάθε λειτουργία· επικρατεί η αδράνεια, η απόλυτη σιωπή! Διαβάστε περισσότερα »

Ο Μέγας Βασίλειος (Χρήστος Γκότσης)

Ἕνας ἀπὸ τοὺς Τρεῖς Ἱεράρχες ὁ Μέγας Βασίλειος, μεγάλος Πατέρας καὶ Οἰκουμενικὸς διδάσκαλος, τιμᾶται ἰδιαίτερα ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Δυὸ φορὲς τὸ χρόνο (1 καὶ 30 Ἰανουαρίου) ἑορτάζεται ἡ μνήμη του καὶ δέκα φορὲς τελεῖται ἡ Λειτουργία του. Γιὰ τὴν Ἐκκλησία εἶναι μέγας καὶ οὐρανοφάντωρ. Διαβάστε περισσότερα »

Περιγραφή της εικόνας της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (Χρήστος Γκότσης)

Η αγία εικόνα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου είναι πολυπρόσωπη. Δύο όμως πρόσωπα ξεχωρίζουν στην όλη παράσταση: Ο Χριστός και η Παναγία. Ο Ιησούς με το ηγεμονικό του παράστημα που κρατεί την ψυχή της Παναγίας, βρέφος φασκιωμένο, και το λιπόσαρκο σκήνωμα της Παναγίας.

Διαβάστε περισσότερα »

Εις την Πάνδοξον Κοίμησιν της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών και Παναχράντου Θεοτόκου (Αγ. Νικόλαος Καβάσιλας)

Kανείς νομίζω δεν αγνοεί ότι σπουδαιότερος αγώνας ρητορικής εγκωμιαστικού λόγου δεν μπορεί να υπάρξη από αυτόν εδώ, εάν βέβαια ήθελε προσπαθήσει κανείς να τηρήση τα καθιερωμένα και πρέποντα. Εγώ προσωπικά δυσκολεύομαι τόσο περισσότερο να επιδιώξω στην προκειμένη περίσταση τον πρέποντα λόγο, όσο νομίζω ότι όλοι μεν οι άνθρωποι οφείλουν ασφαλώς αυτό τον άθλο των εγκωμίων προς την Παρθένο, πλην όμως ούτε είναι καν δυνατόν να ελπίζουν ότι θα ανταποκριθούν με τα εγκώμιά τους στο μεγαλείο της πραγματικότητας. Γι’ αυτό ακριβώς δεν είναι δυνατόν να μας κατηγορήσουν για τόλμη. Γιατί πού υπάρχει τόλμη; Το να καταπιάνεται βέβαια κανείς με υψηλά θέματα και να εγκαταλείπη την προσπάθεια εμπρός στο ενδεχόμενο μιας ήττας δεν θα ήταν λογικό. Πράγματι κανείς απολύτως δεν θα μπορούσε να κατηγορήση όσους υστέρησαν στον αγώνα τον οποίο κανείς δεν είναι δυνατόν να κερδίση. Πώς λοιπόν είναι δυνατόν να χαρακτηρισθή υποχώρηση ή ήττα ό,τι είναι έκτος ευθύνης και κατηγορίας; Αφού λοιπόν προσήρμοσα το λόγο με τις δυνάμεις μου, θα πλέξω το εγκώμιο της Παρθένου, προσθέτοντας ότι δεν το επιχειρώ αυτό για να κάμω γνωστές στους ακροατές τις χάριτες της Παρθένου που τυχόν αγνοούν, γιατί δεν υπάρχει κανείς που θα μπορούσε ν’ αγνοή το κοινό αγαθό, αλλά για να κάμω, με την ανάμνηση της αιτίας της σωτηρίας μου, καλύτερη την ψυχή, σε όσους βέβαια είναι τούτο δυνατόν, αφού θυμηθώ και τη δική μου σωτηρία. Γιατί γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο μου φαίνεται ότι όλοι ύμνησαν την Παναγία και δεν υπάρχει κανείς που να μην έκαμε αυτόν τον αγώνα, επιτυγχάνοντας βέβαια άλλος λιγώτερο και άλλος περισσότερο το σκοπό του. Γιατί είναι πολυύμνητη η Παρθένος όχι μόνο αφότου γεννήθηκε, αλλά και πριν ακόμη χαρισθή στους ανθρώπους. Διαβάστε περισσότερα »