Ζοῦμε σέ ἐποχή συγχύσεως σέ πολλά θέματα, ἤτοι μεταξύ πίστεως καί μαγείας, ἀφοῦ μερικοί θεωροῦν τήν πίστη ὡς μαγεία, ἤ τήν μαγεία ὡς πίστη, μεταξύ πίστεως καί ἐπιστήμης, ἀφοῦ, ἄλλοτε ὑπερτονίζεται ἡ πίστη σέ βάρος τῆς ἐπιστήμης καί ἄλλοτε ὑπερτονίζεται ἡ ἐπιστήμη σέ βάρος τῆς πίστεως.
Σέ μιά τέτοια ἐποχή ἀπαιτεῖται «διάκριση τῶν πνευμάτων», πού εἶναι τό μεγαλύτερο χάρισμα, τό νά ξεχωρίζη, δηλαδή, κανείς τί εἶναι θεϊκό καί τί εἶναι δαιμονικό, τί προέρχεται ἀπό τόν Θεό καί τί ἀπό τόν διάβολο. Αὐτή ἡ διάκριση εἶναι ἡ οὐσία τῆς ἐμπειρικῆς θεολογίας.
Γιά νά στηριχθῆ αὐτή ἡ ἄποψη θά χρησιμοποιήσω ἕνα καταπληκτικό παράδειγμα θεραπείας ἀπό μιά ἀσθένεια, μέ τήν ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ διά τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, πού ἔγινε σέ μιά κατάκοιτη καί ἀκίνητη-παράλυτη γυναίκα, καί τήν περιγράφει ὁ ἅγιος Φιλόθεος ὁ Κόκκινος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως καί φίλος καί συμμαθητής τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ.