«Η αρχή της Σοφίας του Θεού είναι η επιείκεια και η πραότητα που γίνεται σε μεγάλη ψυχή και βαστάζει τις ανθρώπινες αδυναμίες»
Άγιος Ισαάκ ο Σύρος
«Η αρχή της Σοφίας του Θεού είναι η επιείκεια και η πραότητα που γίνεται σε μεγάλη ψυχή και βαστάζει τις ανθρώπινες αδυναμίες»
Άγιος Ισαάκ ο Σύρος
Δὲν ὑπάρχει μεγαλυτέρα φρίκη ἀπὸ τὴν αἰωνιότητα ἄνευ τοῦ Χριστοῦ. Θὰ προτιμοῦσα νὰ εἶμαι εἰς τὴν κόλασιν εἰς τὴν ὁποίαν εἶναι ὁ Χριστὸς (μὲ συγχωρεῖτε διὰ τὸ παραδοξολόγημα!) παρὰ εἰς τὸν παράδεισον ποὺ δὲν ἔχει τὸν Χριστόν.
Ἡ μελέτη εἶναι ἕνα σημαντικὸ στοιχεῖο στὴν πορεία τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὴν ἀναζήτηση τῆς ἀληθείας.
Πόσο ὡραία, πόσο εὐχάριστη, πόσο χαριτωμένη εἶναι ἡ εἰκόνα ἐκείνου ποὺ ἐλπίζει στὸν Θεὸ ποὺ σώζει, στὸν Θεὸ τῶν οἰκτιρμῶν, τὸν Θεὸ τοῦ ἐλέους, τὸν ἀγαθὸ καὶ φιλάνθρωπο Θεό.
Η ιατρεία της αιμορροούσης και η εκ νεκρών ανάσταση της του Ιαείρου θυγατρός.
(Λουκ. η’ 41-56)
– Πολλοί είτε εξ απλότητος είτε εκ πονηρίας ονομάζουσι θαύματα και εκείνα, όσα πράγματι και αληθεία ουκ εισί θαύματα, αλλ’ έργα της φύσεως σπάνια και δύσκολα. Το αληθές θαύμά εστιν έργον ουχί της φύσεως, αλλά της του Θεού δυνάμεως.
– Ποιά είναι τα αναγκαία για να εισακουστεί η δέησή μας προς τον Θεό;
– Γιατί ο Ιησούς, στην περίπτωση της αιμορροούσης, ρωτά ποιος Τον ακούμπησε ενώ γνωρίζει τα πάντα;
– Τι είδους δύναμη ήταν αυτή που εξήλθε από το ιμάτιον του Κυρίου Ιησού και εθεράπευσε την αιμορροούσα;
– Γιατί η γυναίκα αποκαλύπτει μόνη της την θεραπεία που έλαβε απ’ τον Ιησού;
– Είναι σωστό να σεβόμαστε εκτός από τα λείψανα και τα ιμάτια των αγίων;
– Γιατί ο Ιησούς είπε ότι η νεκρά δεν απέθανε αλλά κοιμάται, ενώ πραγματικά είχε πεθάνει;
– Γιατί δεν ελάμβαναν την Χάριν του Χριστού και όλοι οι άλλοι που τον άγγιζαν λόγω του συνωστισμού;
– Γιατί ο Ιησούς μετά την ανάσταση της νεκρής, διέταξε να της δώσουν να φάει; Και γιατί ζητάει στους παρευρισκόμενους να μην φανερώσουν το θαύμα;
– Ο Θεός ενομοθέτησε τις προσευχές, τις νηστείες και τις εορτές, αλλά δεν τα ζήτησε από τους ανθρώπους ως εξωτερικά σημεία της ψυχικής τους διαθέσεως, αλλά ως αποδείξεις της ψυχής που είναι αφιερωμένη σε Αυτόν.
– Όταν ο άνθρωπος αφιερώσει την ψυχή του στον Θεόν, τότε αυτή με την δύναμη της Θείας Χάριτος οδηγεί το σώμα προς την υπηρεσία πάσης αρετής και αγαθοεργίας. Πώς όμως μπορεί ο άνθρωπος να αφιερώσει τον νουν, την καρδίαν και την ψυχήν του στο Θεό;
– Περί του θανάτου, της ζωής, της κρίσεως, της κολάσεως και της δόξης.
– Η κτίσις βοηθός στον άνθρωπο για να στοχαστεί την παντοδυναμία τού Θεού.
– Πώς μπορούν οι εν τω κόσμω άνθρωποι να αφιερώσουν όλον το νου τους στο Θεό, όταν προσηλώνονται στο επάγγελμα και τις εργασίες που απαιτούνται για να ζήσουν;
(8 Νοεμβρίου)
Φως προ αιώνων ο Θεός (1): Φως, το μόνο αληθινό, αιώνιο, το άυλο, άπειρο, παντελώς ακατάληπτο. Αναπαύεται στην εν αδύτοις σιγή της ενοειδούς Του Φύσεως και χαίρει της ανεκλαλήτου, αγαπητικής κοινωνίας μεταξύ των τριών Προσώπων Του: του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Είναι αγαθός και αρχή κάθε αγαθού και αγάπης και για το λόγο αυτό δεν αρκείται στην αυτοθεωρία Του, αλλά εν τη περισσεία της αγαθότητός Του θέλησε να μετάσχει και κάποιος άλλος στο Φως Του και παρήγαγε την κτίση εκ του μη όντος εις το είναι.
Πριν δημιουργήσει την ορατή κτίση, ο Θεός έφερε στο είναι, δια του Λόγου Του, και τελειοποίησε εν αγιότητι δια του Αγίου Πνεύματός Του την αγγελική φύση, καθιστώντας τις ουράνιες και ασώματες Δυνάμεις ένθερμους και έμπλεους ζήλου λειτουργούς Του, ως πυρ άυλον. Είναι «φώτα δεύτερα», που λαμβάνουν δια της χάριτος του Αγίου Πνεύματος τον φωτισμό εκ του πρώτου και ανάρχου Φωτός και τη μετοχή τους στην αθανασία. Πιστές εικόνες της θείας ουσίας, οι άγιοι άγγελοι είναι νοεράς φύσεως. Στερούμενοι σωματικού βάρους, είναι αεικίνητοι, αυτεξούσιοι και έλλογοι. Βλέπουν τον Θεό κατά το μέτρο που τους είναι αυτό εφικτό και στη θεωρία Του βρίσκουν την τροφή τους, τη σταθερότητά τους και ακόμη τον ίδιο τον λόγο της υπάρξεώς τους.