«Μην ανησυχείς για το τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Ο Θεός ξέρει τι περνάς και Αυτός έχει τον έλεγχο. Κράτα δυνατή την πίστη σου και θα δεις τα πράγματα να βελτιώνονται σύντομα…»
Άγιος Λουκάς ο Ιατρός
«Μην ανησυχείς για το τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή. Ο Θεός ξέρει τι περνάς και Αυτός έχει τον έλεγχο. Κράτα δυνατή την πίστη σου και θα δεις τα πράγματα να βελτιώνονται σύντομα…»
Άγιος Λουκάς ο Ιατρός
[Λουκά 14, 16-24]
Απομαγνητοφωνημένη ομιλία που εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 16-12-2001
Κάποτε ο Κύριος, αγαπητοί μου, εκλήθη σε ένα δείπνο από κάποιον Φαρισαίον. Κατά τη διάρκεια του δείπνου, ο Κύριος είπε στον οικοδεσπότη να μην καλεί φίλους και συγγενείς στο τραπέζι του, αλλά αναγκεμένους ανθρώπους, που δεν θα είχαν τη δυνατότητα να του ανταποδώσουν την ευεργεσία. Μάλιστα προσέθεσε ο Κύριος: «Ἀνταποδοθήσεται γάρ σοι ἐν τῇ ἀναστάσει τῶν δικαίων». Δηλαδή «Θα έχεις την αμοιβή σου κατά την ανάσταση των νεκρών. Τώρα μην περιμένεις αμοιβή, γιατί το κάλεσμα συγγενών και φίλων δεν θα είναι τίποτε άλλο, παρά γεμάτο επαίνους: ‘’Ήταν ωραίο το φαγητό. Σε ευχαριστούμε που μας κάλεσες’’» και άλλα τέτοια. Κάποιος ανακείμενος ενθουσιάστηκε και είπε εις τον Κύριον: «Μακάριος ὃς φάγεται ἄριστον ἐν τῇ βασιλείᾳ τοῦ Θεοῦ». Δηλαδή είναι ευτυχισμένος εκείνος ο οποίος θα καθίσει στο τραπέζι της Βασιλείας του Θεού. Και τότε ο Κύριος, σαν απάντηση και εις επήκοον, μάλιστα, πάντων, είπε την παραβολή του Μεγάλου Δείπνου, που σήμερα ακούσαμε σαν ευαγγελική περικοπή.
Κάποιος από την Τριμυθούντα, ιδιοκτήτης πλοίου, χρειάστηκε χρήματα για το εμπόριο και πήγε να ζητήσει από τον άγιο Σπυρίδωνα. Αυτός, για να εκπληρώσει, μαζί με τις άλλες εντολές, και εκείνη που λέει: «Αν κάποιος θέλει να του δανείσεις, μην του το αρνηθείς», (Ματθ. 5:42) του έδωσε πρόθυμα τα λίγα που είχε για τις ανάγκες της Επισκοπής. Ο άνθρωπος τα πήρε, ταξίδεψε καλά, γύρισε με κέρδος και πήγε στον άγιο να αποδώσει το χρέος. Αυτός, χωρίς να ελέγξει καθόλου και χωρίς να τα μετρήσει, όπως κάνουν οι πολλοί, τον πρόσταξε να πάει ο ίδιος και να τα βάλει στο χρηματοκιβώτιο εκείνο από το οποίο τα είχε πάρει προηγουμένως.
1. Η ψηφιακή πρόκληση της πίστης
Ζούμε σε μια εποχή ραγδαίων μετασχηματισμών, όπου η αναζήτηση της αλήθειας μετατοπίζεται σταδιακά από τη βιβλιοθήκη, τον πνευματικό διάλογο και την εκκλησιαστική εμπειρία, στην οθόνη και τη μηχανή αναζήτησης. Η αλματώδης εξέλιξη της Τεχνητής Νοημοσύνης (AI) και η ευρεία χρήση των μεγάλων γλωσσικών μοντέλων (LLMs) όπως τα ChatGPT, Gemini, Claude, Perplexity κ.α., δεν αφορούν πλέον μόνον τεχνοκρατικά ζητήματα ή την αυτοματοποίηση της εργασίας. Η τεχνολογία αυτή έχει εισβάλει σιωπηρά αλλά καθοριστικά, στον χώρο των βαθύτερων υπαρξιακών, μεταφυσικών και θρησκευτικών αναζητήσεων.
Οι πιστοί, και ιδιαίτερα οι νέοι άνθρωποι, θέτουν ολοένα και συχνότερα θεολογικά ερωτήματα στους ψηφιακούς βοηθούς συνομιλίας (chatbots): «Υπάρχει Θεός;», «Ποιο είναι το νόημα της θλίψης;», «Είναι η Αγία Γραφή αξιόπιστη;», «Είναι ο Ιησούς αληθινός Θεός;». Ως ποιμένες και ακαδημαϊκοί θεολόγοι, οφείλουμε να εξετάσουμε με νηφαλιότητα και διάκριση: Μπορούν αυτά τα εργαλεία να αρθρώσουν θεολογικό λόγο; Ή μήπως αποτελούν παραμορφωτικούς καθρέφτες της Αλήθειας, αντανακλώντας κοσμικές προκαταλήψεις; Ένα πρόσφατο πείραμα που δημοσιεύθηκε από το Αμερικανικό Θεολογικό Κέντρο The Gospel Coalition,[1] φέρνει στο φως ανησυχητικά και παράδοξα ευρήματα, τα οποία χρήζουν βαθύτερης ποιμαντικής ανάλυσης.
Εἶναι μεγάλο πρᾶγμα ὁ ἄνθρωπος· εἶναι ἡ κορωνίδα τῆς δημιουργίας, εἶναι ἀκριβῶς αὐτὸς ποὺ ἐπλάσθη «κατ’ εἰκόνα Θεοῦ καὶ καθ’ ὁμοίωσιν». Εἶναι μεγάλο πρᾶγμα, ἀλλὰ ἐφόσον ἔχει μέσα του τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ἐφόσον ἔχει μέσα του τὸν Θεό, ἐφόσον ἔχει ἀληθινὴ κοινωνία μὲ τὸν Θεὸ· ὄχι ἁπλῶς νὰ θυμᾶται τὸν Θεὸ ἢ ἁπλῶς νὰ κάνει καμιὰ προσευχὴ στὸν Θεό, ἀλλὰ νὰ ἔχει ἀληθινὴ ἐπικοινωνία μὲ τὸν Θεό. Ὄντως δηλαδὴ νὰ αἰσθάνεται ὅτι ὁδηγεῖται, ὅτι ἄγεται ἀπὸ τὸν Θεό, ὅτι ὁ Θεὸς τοῦ δίνει ζωή, ὅτι ἐμπνέεται ἀπὸ τὸν Θεό, ὅτι εἶναι μέσα του ὁ Θεός.
Αὐτὴ ἡ σχέση, αὐτὴ ἡ κοινωνία χάλασε μὲ τὴν πτώση, μὲ τὴν ἁμαρτία. Χάλασε τελείως καὶ δὲν διορθωνόταν μὲ τίποτε. Ἅπαξ καὶ ἁμάρτησαν οἱ πρωτόπλαστοι, ἔχασαν ὅλη ἐκείνη τὴ χάρη ποὺ εἶχαν καὶ μέσα τους καὶ ἐξωτερικά, ποὺ ἦταν σὰν ἔνδυμα· γι’ αὐτὸ αἰσθάνθηκαν μετὰ ὅτι ἦταν γυμνοὶ (βλ. Γέν. 3:7).
Τώρα που φαίνεται να κόπασε ο εμφυλιακός σαματάς —ένας σαματάς που, εν πολλοίς, μπορεί να ιδωθεί και ως μια λανθάνουσα απόδραση από την άχρωμη, άοσμη, άγευστη και εκκωφαντικά βουβή νεοελληνική καθημερινότητα— επιτρέψτε μου την παράθεση κάποιων σκέψεων:
Ο Διονύσης Σαββόπουλος έφτασε στο απόγειο της επαναστατικότητάς του προς τη δύση του επίγειου βίου του. Και τούτο —ταπεινά φρονώ— μας το αποκαλύπτει εναργώς στον επικήδειό του ο Αλκίνοος Ιωαννίδης:
«Ακριβέ μου δάσκαλε, τον τελευταίο καιρό έγινες τρυφερός. Ζήτησες τις συγγνώμες σου, είπες τα σ’ αγαπώ σου.»