«Περίπου το 40% των βρεφών (!) ηλικίας δύο μηνών παρακολουθεί τηλεόραση και βίντεο κατά μέσον όρο 45 λεπτά την ημέρα ή περισσότερο από 5 ώρες την εβδομάδα, σύμφωνα με την πρώτη έρευνα που έγινε για το θέμα αυτό σε τόσο μικρές ηλικίες».
«Τα προγράμματα που απευθύνονται σε μωρά δεν είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος για να αναπτύξουν τις εγκεφαλικές τους λειτουργίες, δείχνει μεταξύ άλλων πρόσφατη αμερικανική έρευνα. Όσο λιγότερη τηλεόραση βλέπουν πριν γίνουν 2 ετών, τόσο μειώνονται οι πιθανότητες να αναπτύξουν μαθησιακές δυσκολίες και να γίνουν υπέρβαρα καθώς μεγαλώνουν».
Σύμφωνα με την έρευνα που διεξήγαγαν ερευνητές του Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον και δημοσιεύτηκε σε πρόσφατο τεύχος των Αρχείων Παιδιατρικής και Εφηβικής Ιατρικής, μέχρι την ηλικία των 2 ετών, το 90% των παιδιών (!) βλέπουν τηλεόραση περισσότερο από 90 λεπτά ημερησίως (!), κατά μέσον όρο. Η έκθεση στην οθόνη σε τόσο μικρή ηλικία ενδέχεται να επιδράσει αρνητικά τον ταχύτατα αναπτυσσόμενο εγκέφαλο των μωρών και πιθανόν να οδηγήσει αργότερα σε προβλήματα διάσπασης της προσοχής, μειωμένη ικανότητα κατανόησης κατά την ανάγνωση κειμένων και παχυσαρκία. Οι επιστήμονες εξεπλάγησαν όχι μόνο από το χρόνο που περνούν τα παιδιά μπροστά στην τηλεόραση, αλλά και από τον λόγο για τον οποίο αυτό συμβαίνει: οι περισσότεροι γονείς τη χρησιμοποιούν σαν εκπαιδευτικό εργαλείο(!) και όχι τόσο σαν «νταντά». Παρά τις εδώ και μια δεκαετία προειδοποιήσεις των παιδιάτρων για το αντίθετο, οι γονείς είναι της γνώμης ότι το περιεχόμενο των προγραμμάτων που απευθύνεται σε μωρά είναι καλό για την πνευματική τους ανάπτυξη…
«Δεν θα ήμουν τόσο ανήσυχος αν πίστευα πως οι γονείς εφαρμόζουν αυτήν την πρακτική κατ’ εξαίρεσιν όταν χρειάζονται λίγο χρόνο, για να μαγειρέψουν, λόγου χάριν», εξηγεί στους «Λος Αντζελες Τάιμς» ο παιδίατρος Δημήτρης Χρηστάκης, ένας από τους επικεφαλής της έρευνας. «Εκείνο που με προβληματίζει είναι η αντίληψη ότι οι γονείς πιστεύουν πως αυτό είναι καλό για τα παιδιά. Κάτι τέτοιο έχει πολλές πιθανότητες να τα οδηγήσει σε εκτεταμένη, παρά περιστασιακή παρακολούθηση τηλεόρασης». Το 29% των ερωτηθέντων γονέων απάντησε ότι επιτρέπει στο μωρό του να δει τηλεόραση επειδή το πρόγραμμα «έχει κάτι να του μάθει» (!) ή «είναι καλό για τις εγκεφαλικές λειτουργίες του» (!) (επίσης 29%) και επειδή «είναι κάτι με το οποίο όντως διασκεδάζει» (23%). Μόνο το 20% χρησιμοποιεί την τηλεόραση «για να κρατήσει το παιδί απασχολημένο».
Ωστόσο, είναι χαρακτηριστικό πως η αγορά των προϊόντων που στοχεύουν αποκλειστικά σε βρέφη και μωρά έχει τζίρο δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ενδεικτικά, μόνο η σειρά Baby Einstein, του ομίλου της Ντίσνεϊ, η οποία περιλαμβάνει μεταξύ άλλων DVD με οπτικά ερεθίσματα και προγράμματα που στόχο έχουν να διεγείρουν την πνευματική ανάπτυξη και τη δραστηριότητα τους, είχε τζίρο 500 εκατ. δολάρια το 2006. Το γεγονός ότι πολλοί γονείς ακολουθούν την παραπάνω πρακτική, έχει προβληματίσει τους επιστήμονες, που αναζητούν τρόπους για να τους πείσουν να βρουν άλλες μεθόδους πνευματικής διέγερσης των μικρών παιδιών τους. «Μπορεί το μωρό να κοιτάζει την οθόνη, ωστόσο δεν σημαίνει ότι του αρέσει», υπογραμμίζει ο κ. Χρηστάκης, πατέρας δύο παιδιών. «Το ερώτημα που πρέπει να μας απασχολήσει δεν είναι τι παρακολουθεί, αλλά τι άλλο δεν κάνει το παιδί την ώρα που βλέπει τηλεόραση. Οταν τα παιδιά βρίσκονται μπροστά σε μια οθόνη σε τόσο νεαρή ηλικία, μαθαίνουν να ανταποκρίνονται σε αυτήν πριν καν μπουσουλήσουν ή πουν τις πρώτες τους λέξεις. Τον καιρό που πρέπει να μάθουν να επικοινωνούν με το περιβάλλον τους και με ανθρώπους, εκείνα απλώς ανταποκρίνονται σε μια οθόνη». Οσο για την παχυσαρκία, «τι πιο λογικό να υποθέσουμε, όταν στην ηλικία των τριών μηνών το παιδί βρίσκεται μπροστά σε μια οθόνη, θα είναι ακόμη πιο δύσκολο να ξεκολλήσει καθώς μεγαλώνει;»
(Πηγή: Ένθετο εφημερίδας “Καθημερινή” 1/7/2007)
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ:
1) Η τηλεόραση και τα παιδιά μας (Tito Squillaci)
2) Η τηλεόραση και τα παιδιά (Δημήτρης Αντ. Νικολόπουλος, Επίκ. Καθηγητής Παιδιατρικής)