Ώρες εργασίας και μόχθου (Lev Gillet, μοναχός της Ανατολικής Εκκλησίας)

(28 άτομα το έχουν διαβάσει)

 

Τέκνον, ύπαγε σήμερον εργάζου εν τω αμπελώνι.

Ματθαίου 21, 28

 

Κύριε, με την ίδια σου τη ζωή, μέσα στην ίδια σου τη ζωή εξαγίασες τον μόχθο και τον κόπο, την προσπάθεια και την εργασία. Στην εργασία είδαν πολλοί τη δυνατότητα τελειοποιήσεως του ανθρώπου ή τη συνάντηση του ανθρώπου και της φύσεως. Για το μαθητή σου όμως, η δουλειά και ο μόχθος τής ημέρας βρίσκουν το νόημά τους σε σένα, και στο παράδειγμά σου.

Στην Παλαιά Διαθήκη η εργασία κατείχε μια θέση ιερή, εξ αιτίας του λόγου τού Δημιουργού στον Αδάμ: «εν ιδρώτι τού προσώπου σου φαγή τον άρτον σου» (Γεν. 3, 19). Αλλά η δική μας καθημερινή εργασία ευλογείται εν σοι, διότι αποτελεί συμμετοχή μας στο φυσικό κόπο που κατέβαλες στα 33 χρόνια τής επίγειας ζωής σου και στο αδιάκοπο αιώνιο έργο που εργάζεσαι. Είπες: «ο Πατήρ μου έως άρτι εργάζεται, καγώ εργάζομαι» (Ιωάν. 5, 17). Και για το ίδιο το λυτρωτικό σου έργο χρησιμοποίησες όρους και εκφράσεις που σχετίζονται με την εργασία: «το έργον ετελείωσα ο δέδωκάς μοι ίνα ποιήσω» (Ιωάν. 17, 4).

Πολλές φορές στις παραβολές σου έχεις συγκρίνει τη βασιλεία των ουρανών με αμπέλι, όπου ο πατέρας τής οικογένειας στέλλει τους εργάτες —αυτούς που προσλαμβάνει την πρώτη ώρα της ημέρας, την τρίτη, την έκτη, την ενάτη, ακόμη και την ενδεκάτη ώρα. Ένας πατέρας έστειλε στο αμπέλι τούς δυο γιους του. Ο ένας «αποκριθείς είπεν∙ εγώ, κύριε∙ και ουκ απήλθε». Ο δεύτερος γιος «αποκριθείς είπεν∙ ου θέλω∙ ύστερον δε μεταμεληθείς απήλθεν» (Ματθ. 21, 29-30). Σε μια τρίτη παραβολή οι κακοί αμπελουργοί κτυπούν ένα δούλο που στέλλει ο πατέρας, σκοτώνουν έναν άλλο, κακοποιούν έναν τρίτο και τελικώς σκο­τώνουν τον κληρονόμο τού αμπελιού, τον ίδιο το γιο.

Έτσι εκφράζεται συμβολικά η σχέση μεταξύ της εργασίας των ανθρώπων και της ιστορίας τής σωτη­ρίας. Μέσα στο ανθρώπινο έργο μας, μέσα στο έργο των χεριών μας ή του πνεύματός μας, δεχόμεθα την κλήση τού Θεού. Απαντούμε σ’ αυτή με μια παραδοχή ή με μιαν άρνηση. Υπακούμε αμέσως ή με καθυστέρηση. Υποδεχόμεθα καλά ή κακομεταχειριζόμεθα τους απεσταλμένους τού Πατέρα. Σκοτώνου­με τον ίδιο τον Υιό ή τον δεχόμεθα με αγάπη. Όλα αυτά τα κάνουμε στο αμπέλι ή στο ναό ή στο σπίτι μας.

Όταν το Ευαγγέλιο κάνει λόγο για την «άμπε­λο», η σκέψη μας πάει αυτομάτως στην ιεραποστο­λική εργασία. Αυτό γίνεται λόγω μιας συνάφειας ιδεών και ενός λεξιλογίου με το οποίο είμεθα εξοικειωμένοι. Δεν πρέπει όμως να ξεχνούμε ότι «άμπελος» είναι κάθε εργασία όποια και αν είναι. Και ακριβώς η εργασία καθιστά στείρα ή καρποφόρο την άμπελο. Κάθε αυθεντική κλήση για μιαν ανθρώπινη εργασία αποτελεί ταυτόχρονα αποστολή στο αμπέλι. Κάθε επάγγελμα, από το επάγγελμα του οδοκαθαριστού μέχρι του διδασκάλου και μέχρι ακόμη το λειτούργημα του αποστόλου, είναι μια υπηρεσία στο αμπέλι όπου ο Κύριος των δούλων αναθέτει στον καθένα την αποστολή του. Μπορείς κάθε πρωί, Κύριε, να με αποστέλλης σε εργασίες εντελώς διαφο­ρετικές ή να με εντάσσης σε προσπάθειες γεμάτες με καινούργια στοιχεία ή σε ταπεινές, μονότονες απα­σχολήσεις. Αν έχω αρκετή πίστη και αγάπη θα μπορώ να ακούω κάθε μέρα την ίδια κλήση: «τέκνον, ύπαγε σήμερον εργάζου εν τω αμπελώνι μου». Και ξέρω ότι αυτό το αμπέλι, έστω και αν παρουσιάζεται υπό ποικίλες μορφές, στην έσχατη, την ουσιαστική πραγματικότητά του, είσαι συ ο ίδιος. Συ, στον οποίο είμαι ενσωματωμένος: «εγώ ειμι η άμπελος, υμείς τα κλήματα» (Ιωάν. 15, 5). Στη διάρκεια της δουλειάς μου πάντα βρίσκω εσένα. Η εργασία μου σε τελευ­ταία ανάλυση εκφράζει μ ’ ένα μυστηριώδη τρόπο εσένα.

Κύριε, έχεις εξαγιάσει πρωτίστως τη χειρωνα­κτική εργασία. Σ’ αυτήν αφιέρωσες το πιο μεγάλο μέρος τής επίγειας ζωής σου. Ένας έντονος ανθρωπομορφισμός των θείων Γραφών απέδωσε στο Θεό την άμεση κατασκευή των δύο πλακών τού νόμου: «Και οι πλάκες έργον Θεού ήσαν, και η γραφή γραφή Θεού κεκολαμμένη εν ταις πλαξί» (Εξόδ. 32, 16). Για σένα τον ίδιο το πλήθος έλεγε: «ουχ ούτός εστιν ο του τέκτονος υιός;» (Ματθ. 13, 55). Και πιο συγκε­κριμένα ακόμη: «ουχ ούτός εστιν ο τέκτων;» (Μάρκ. 6, 3). Τη δουλειά αυτή του εργαστηρίου δεν την «υπέστης», δεν την αποδέχτηκες σαν μια κατάσταση στην οποία ο Πατήρ θέλησε να σε τοποθέτηση. Αλλά τη διάλεξες, τη θέλησες, την προτίμησες έναντι οποιασδήποτε άλλης. Στη διάρκεια των μακρών ετών της Ναζαρέτ δούλεψες σκληρά με τα χέρια σου. Στην ιεραποστολική σου δραστηριότητα διέθεσες ένα πολύ βραχύ χρονικό διάστημα. Η συνέπεια για μας: Τα σύγχρονα «εργατικά προβλήματα» δεν πρέπει να τί­θενται σε μας τους μαθητάς σου πρωτίστως στο επίπεδο των κοινωνικών τάξεων ή της πολιτικής ή της οικονομίας. To Α και το Ω για τη θέση και λύση τών προβλημάτων αυτών είναι το πρόσωπό σου, το παράδειγμα του Θεανθρώπου εργάτου, που εθέωσε την εργασία τών ανθρωπίνων χεριών.

Κύριε, μάθε με να αγαπώ περισσότερο και, σύμ­φωνα με το παράδειγμά σου, να προτιμώ τη χειρωνα­κτική εργασία. Μάθε με να συμμετέχω με κάθε μου φυσικό κόπο στο σκληρό σου έργο της Ναζαρέτ. Ίσως οι ευκαιρίες να εργασθώ σε τέτοιες μορφές δουλειάς δεν μου παρουσιάζονται συχνά. Τουλάχιστον η έλλειψη συχνότητος ας αντικαθίσταται με την ανά­μνηση του Κυρίου, με την ένωση προς τον Κύριο, με το σεβασμό, την ένταση, την προσοχή, τις διαθέσεις καλωσύνης, με τις οποίες θα κάνω τις λίγες έστω χειρωνακτικές δουλειές! Ίσως αυτό το έργο είναι κάτι πολύ μικρό και φτωχό. Αλλά έστω και αν πρόκειται να πλύνω ή να σκουπίσω πιάτα ή να τα­κτοποιήσω ένα δωμάτιο, ας είναι να σε νοιώθω να εργάζεσαι μαζί μου και δι’ εμού για σένα, δηλαδή για τους αδελφούς σου και αδελφούς μου! Ας νοιώθω «εν Ναζαρέτ».

Δος μου, Κύριε, το πνεύμα τής Ναζαρέτ. Κάνε με ν’ αναπτύσσωμαι μέσα σ’ αυτή την ατμόσφαιρα ταπεινώσεως, σιωπής και μόχθου, μέσα στην οποία και συ ο ίδιος «προέκοπτες σοφία και ηλικία και χάριτι παρά Θεώ και ανθρώποις» (Λουκ. 2,52). Διότι προ παντός στη Ναζαρέτ μπορεί κανείς να αναπτύσσεται, να «προκόπτη», να είναι νέος. Η ιδιότης σου ως εργάτου και η νεότης σου πηγαίνουν μαζί. Θα ήταν πολύ όμορφο, πολύ δίκαιο να στηνόταν και να κυριαρχούσε σήμερα στη μικρή πόλη που μεγάλωσες ένας ανδριάς τού εφήβου Ιησού.

Κύριε, διά της χειρωνακτικής δουλειάς, κάνε με να μεγαλώνω «εν Ναζαρέτ». Έτσι θα μπορέσω να μπω στο στενό και οικείο περιβάλλον σου, στην οικογένειά σου, στο σπίτι σου. Θα τα αισθανθώ πα­ρόντα και επίκαιρα μέσα μου. Οι συμπολίται σου της Ναζαρέτ είχαν συνδέσει μέσα τους την ανάμνηση του χειρωνακτικού σου μόχθου με την ανάμνηση της Υπεραγίας Μητέρας σου. Γι’ αυτό μιλώντας για σένα έλεγαν: «ο τέκτων, ο υιός τής Μαρίας» (Μάρκ. 6, 3). Ας ήταν να ταπεινωθώ για να συμμετάσχω όσο είναι δυνατόν στην αφανή ζωή τού τέκτονος Ιησού, για να μπορέσω να γνωρίσω καλύτερα εκείνη, κοντά στην οποία δούλευες. Για να κατορθώσω να δω και να αισθανθώ τη στοργή της, να δεχθώ την έμπνευσή της, να την ακούσω να μου ψιθυρίζη τη μόνη συμβουλή που έδωσε στους ανθρώπους (ήταν εν Κανά της Γαλιλαίας): «ό,τι αν λέγη υμίν, ποιήσατε» (Ιωάν. 2, 5)

Κύριε, έχεις ευλογήσει την εργασία τού πνεύμα­τος όπως ευλόγησες και την εργασία των χεριών. Παρομοίασες «πάντα γραμματέα μαθητευθέντα εις την βασιλείαν των ουρανών» με «άνθρωπον οικοδε­σπότην, όστις εκβάλλει εκ του θησαυρού αυτού καινά και παλαιά» (Ματθ. 13, 52). Άλλωστε και συ ο ίδιος υπήρξες ο τέλειος γραμματεύς, ο οποίος με τις φρά­σεις των Γραφών απεκάλυπτες τον Ζώντα Λόγο, τον απεσταλμένο από τον Πατέρα στους ανθρώπους. Κύ­ριε, κάθε εργασία διανοητική είναι ένα κομμάτι τού θησαυρού σου. Έμαθες να διαβάζης και να μετράς, χρησιμοποίησες τις πιο κοινές, τις πιο συνήθεις μορ­φές τής ανθρώπινης λογικής, αυτές που εφαρμόζουν στα πράγματα της καθημερινής ζωής. Από όλες τις αρχαίες αλήθειες έβγαζες καινούργιες αλήθειες —προ παντός εκείνες που σχετίζονταν με τον Πατέρα. Έ­θετες κάθε αλήθεια σε σχέση με την απόλυτη αλήθεια. Γι’ αυτό, Κύριε, σε κάθε πνευματική εργασία που αναλαμβάνω δείξε μου ότι οι κινήσεις τής διά­νοιάς μου αποτελούν συμμετοχή στις διανοητικές κι­νήσεις τής ανθρώπινης φύσεώς σου. Και της θείας φύσεώς σου. Διότι όλοι οι φτωχοί μου στοχασμοί και λογισμοί, ακριβώς επειδή είναι στοχασμοί, έχουν κάτι από το υπερούσιο φως τού Λόγου. Δείξε μου ότι κάθε αλήθεια, θρησκευτική ή μαθηματική, ιστορική ή τε­χνική, είναι δική σου αλήθεια, που προέρχεται από το Θεό και οδηγεί στη γνώση τού Θεού. Σε όποιο πεδίο κι αν ανήκη η έρευνά μου, στείλε μου το πνεύμα, για το οποίο είπες: «όταν δε έλθη εκείνος, το Πνεύμα τής αληθείας, οδηγήσει υμάς εις πάσαν την αλήθειαν» (Ιωάν. 16, 13).

Κύριε, είπες επίσης: «γνώσεσθε την αλήθειαν, και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς» (Ιωάν. 8, 32). Κάνε με θαρραλέο και ελεύθερο, έτσι ώστε ποτέ να μη τραυματίσω ή καταργήσω και ένα έστω κομμάτι τής αλήθειας, προκειμένου να αρέσω σε οποιονδήποτε άνθρωπο.

Συνέβη, Κύριε, να ξερριζώσης —με κάποια βία— ένα καινούργιο μαθητή σου από τη συνηθισμένη του δουλειά. Τέτοια υπήρξε η περίπτωση του Λευΐ, γιατί δεν ταίριαζε ένας απόστολός σου να συλλέγη φόρους, πράγμα που σήμαινε ότι θα έκανε και άδικες ενέργειες. Από την άλλη όμως μεριά χρησιμοποίησες πολύ συχνά τον καθημερινό μόχθο των αποστόλων σου για να τους αποκαλύψης, μέσω ακριβώς της καθημερινής αυτής δουλειάς, την οριστική τους κλή­ση. Ζώντας μαζί τους τη ζωή των ψαράδων τής λίμνης Γεννησαρέτ τους ωδήγησες σιγά-σιγά στο να γίνουν «αλιείς ανθρώπων». Μιλώντας στους αγρότες τής Γαλιλαίας για τα χωράφια και τα αμπέλια τους, τους βοήθησες να διαισθανθούν τι σημαίνει Βασιλεία τού Θεού.

Μάθε μας, λοιπόν, Κύριε, να εξερευνούμε και να ανακαλύπτουμε το θείο νόημα των αντιστοίχων επαγγελμάτων μας. Μεταμόρφωσε την εργασία μας σε διακονία, σε «χάρισμα».

Ο κτίστης, ο σιδηρουργός, ο μηχανικός, πιθανώς δεν ξέρουν —κι αυτό δεν είναι λάθος τους— δεν είναι σε θέση να διακρίνουν τα πνευματικά στοιχεία που κρύβονται στις πράξεις τού κτισίματος, της σφυρηλατήσεως, της επιδιορθώσεως, των τεχνικών υπολογισμών. Ξέρουν όμως, ότι κάνοντας αυτά τα πράγ­ματα εξυπηρετούν τους ανθρώπους, χωρίς ίσως να γνωρίζουν ότι εξυπηρετώντας μ’ αυτούς τους τρό­πους τούς ανθρώπους συμμετέχουν στη δραστηριότητα του θείου διδασκάλου που είπε: «εγώ δε ειμι εν μέσω υμών ως ο διακονών» (Λουκ. 22, 27). Δεν ξέρουν ότι Εκείνος που πρόφερε αυτή τη φράση, ήταν ο ίδιος ένας τέκτων. Αυτή ακριβώς η ελληνική λέξη, με την οποία σε χαρακτηρίζει το Ευαγγέλιο, δεν υποδηλώνει μόνον το έργο τού ξυλουργού. Σημαίνει επίσης και το έργο τού σιδηρουργού και του οικοδόμου. Ήσουν τέλεια εργάτης. Και υπήρξες ο τέλειος, ο υπέρτατος διάκονος.

Όμως εμείς, τα γνωρίζουμε όλα αυτά. Γι’ αυτό ακριβώς και πρέπει να αναπληρώσουμε κατά κάποιο τρόπο τους ανθρώπους που δεν τα ξέρουν. Σε μας εναπόκειται να εξηγήσουμε το νόημα κάθε επαγγέλ­ματος, συσχετίζοντάς το με το πρόσωπό σου. Σε μας έχει ανατεθή να έχουμε για την ιδιαίτερη εργασία κάθε ανθρώπου μια σκέψη και μια προσευχή που να εκφράζουν την παρουσία σου σ’ αυτή την εργασία.

Κύριε, θέλησες να χρησιμοποίησης τα εργαλεία τής καθημερινής δουλειάς των μαθητών σου, για να τα μεταμόρφωσης σε εργαλεία τής Βασιλείας τού Θεού. Μια μέρα που είχες βγη από το σπίτι κάθισες στην ακρογιαλιά. Γύρω σου συγκεντρώθηκε ένα με­γάλο πλήθος. Ανέβηκες σε μια από τις βάρκες που ήταν στην ακτή, κάθισες, και από κει δίδαξες το πλήθος που στεκόταν στην ακτή (Ματθ. 13, 2).

Κύριε, όταν εξασκώ για σένα και με σένα το έργο που μου έχεις αναθέσει —χειρωνακτικό ή πνευ­ματικό— νοιώθω ότι αρχίζεις να εξυπηρετήσαι από αυτό. Στην περίπτωση αυτή διά μέσου τού έργου μου εγγίζεις τις ψυχές. Μιλάς προς αυτές. Πιθανώς να μη σε αντιληφθούν. Εν τούτοις, η δουλειά υιού θα γίνη ένας δρόμος, διά του οποίου η χάρη σου θα φτάση στους ανθρώπους που διάλεξες και επεσήμανες γι’ αυτή την ώρα. Κύριε, κάνε τη βάρκα μου —τη δουλειά μου— έναν τόπο, από τον οποίο να μιλάς.

 

[Από το βιβλίο «Παρουσία τού Χριστού», γραμμένο από ένα μοναχό της Εκκλησίας της Ανατολής, μεταφρασμένο από τα Γαλλικά, από τον Επίσκοπο Βρεσθένης Δημήτριο Τρακατέλλη (πρώην Αρχιεπισκόπου Αμερικής), Εκδόσεις «Δόμος», Αθήνα 1982]

 

Ο Γάλλος Ορθόδοξος, Ιερομόναχος Λεβ Ζιλέ (Lev Gillet) 1893-1980.

Κοινοποίηση:
[Ψήφοι: 2 Βαθμολογία: 5]
Both comments and pings are currently closed.
Powered by WordPress and ShopThemes