Ο Μύθος της Ορθοδόξου Μαρτυρίας εις τους διαλόγους με αλλοδόξους (Ιωάννης Κορναράκης, Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών)

Στο φύλλο του «Ο.Τ.» της 17-11-06 δημοσιεύθηκε κείμενο με τίτλο: «Η επικοινωνία με τους αλλόδοξους δυνατότητα ορθοδόξου μαρ­τυρίας». Το εν λόγω κείμενο στηρίζει και προβάλλει τη συμμετοχή των ορ­θοδόξων στους διαχριστιανικούς διαλόγους με το γνωστό επιχείρη­μα ότι η επικοινωνία μας με τους αλλοδόξους αποτελεί μοναδική ευκαιρία προσφοράς, εκ μέρους μας, της μαρτυρίας της ορθοδόξου αληθείας, την οποία η Εκκλησία μας κατέχει! Πρόκειται, σήμερα, για έναν ι­σχυρισμό, ο οποίος στηρίζεται στην κοινή λογική, σύμφωνα με την οποία η επικοινωνία μας αυτή επι­βάλλεται ως μονόδρομος μιας τέ­τοιας προσφοράς, εφόσον είναι λο­γικό να δεχθούμε ότι, εάν δεν συναντηθούμε εν διαλόγω με τους αλλοδόξους αδελφούς μας, δεν μπορούμε να τους πληροφορή­σουμε πειστικά για τον πλούτο των αληθειών της πατερικής μας παρα­δόσεως και γενικά για την ορθοδο­ξία της πίστεώς μας! Αλλά ένας τέτοιος ισχυρισμός θα ήταν πράγματι, σήμερα, ένα πει­στικό επιχείρημα για τη συμμετοχή της Εκκλησίας μας σε τέτοιους διάλογους, εάν υπήρχαν όντως οι όροι και οι προϋποθέσεις και οι συνθήκες εκείνες, οι οποίες θα κα­θιστούσαν πραγματοποιήσιμο ένα τέτοιο έργο μαρτυρίας της ορθο­δόξου πατερικής διδασκαλίας στους πλανεμένους αλλοδόξους αδελφούς μας! Εντούτοις, σήμερα, πολλοί πα­ράγοντες, ποικίλης φύσεως, απο­δεικνύουν ουτοπικό έναν τέτοιο ισχυρισμό ή μέθοδο επικοινωνίας μας με τους αλλοδόξους, με στόχο την ανάπτυξη της ιεραποστολικότητας της Εκκλησίας σε χώρους διαχριστιανικών διαλόγων, στους οποίους κυριαρχεί το οικουμενιστικό πνεύμα, της αλλοτριώσεως της χριστιανικής πίστεως από τα στοιχεία της αγιοπνευματικής-χαρισματικής της δυναμικής! Έτσι κάτω από τις προϋποθέσεις και τους όρους, υπό τους οποίους οι διάλογοι αυτοί πραγματοποιούνται σήμερα, το επιχείρημα της αναγ­καιότητος αναπτύξεως ιεραποστολικότητος της Εκκλησίας στους εν λόγω χώρους, ως ουτοπικό, αποτε­λεί μύθο. Και είναι αλήθεια ότι ο μύθος αυτός γίνεται σήμερα πιστευτός και αποδεκτός από ανθρώπους της Εκκλησίας, οι οποίοι δεν γνωρί­ζουν τα συμβαίνοντα στον οικου­μενιστικό χώρο του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών ή στους διαλόγους με τους παπικούς και γενικότερα στις διαθρησκειακές δραστηριότητες! Εξάλλου, τα συμβαίνοντα στους οικουμενιστικούς χώρους, που θεμελιώνουν την πραγματικότητα του μύθου, στο ουτοπικό επιχείρημα της δυνα­τότητος μαρτυρίας ή ιεραποοτολικότητος, είναι μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:

1. Κάθε ετερόδοξος εκπρόσω­πος, σε ένα διαχριστιανικό διάλο­γο, έχει συγκεκριμένη αποστολή να εκθέσει και να υπερασπισθεί την ομολογιακή του πίστη στις σχε­τικές συζητήσεις. Δεν προσέρχε­ται, καταρχήν, σ’ ένα διάλογο, για να αναζητήσει καλύτερες θέσεις στην προσωπική του πίστη. Έπει­τα, οι ομολογιακές διαφορές με­ταξύ Ορθοδόξου Εκκλησίας και ετεροδόξων – αιρετικών – διδασκα­λιών, είναι συνήθως διαμετρικά αν­τίθετες, και δεν μπορεί να επηρεά­σει αποφασιστικώς μια ορθόδοξη μαρτυρία τον ετερόδοξο αποδέκτη! Εν προκειμένω, ο συνάδελφος Πατρολόγος Καθηγητής Στυλ. Πα­παδόπουλος, με πολυετή εμπειρία στους χώρους των διαχριστιανικών διαλόγων, βεβαιώνει ότι: «Δεν συ­νέβη μέχρι σήμερα, κάποια Ομολο­γία να εγκαταλείψει στοιχείο της διδασκαλίας της ως αποτέλεσμα των διαλόγων… Κάποιες ίσως δευ­τερεύουσες πρακτικές πλευρές δυνατόν να δέχθηκαν οι εταίροι μας να αλλάξουν· ποτέ στοιχείο της διδασκαλίας τους…» (1).

2. Εκ της πρακτικής του τρόπου διεξαγωγής των διαλόγων αλλά, κάποιες φορές, και του είδους της παρουσίας και δράσεως ημετέρων εκπροσώπων, βεβαιώνεται, το αντί­θετο, ότι δηλ. ορθόδοξοι εκπρόσω­ποι, όχι μόνο δεν δίνουν την οφει­λομένη μαρτυρία αλλά στηρίζουν ετερόδοξες θέσεις. Σε έκθεση, του Μητρ. Περιστε­ρίου Χρυσοστόμου και π. Θ. Ζήση, σχετικά με τη συμμετοχή ημετέ­ρων σε συγκεκριμένο διάλογο, ση­μειώνονται και τα εξής· «…οι ορθό­δοξοι αντιπρόσωποι εις τους δια­λόγους παρουσιάζονται “τελείως απαράσκευοι” και δεν συμφωνούν μεταξύ τους. Πολλά ορθόδοξα μέλη, λόγω αγνοίας, υιοθετούν ΡΚαθολικάς απόψεις… και απορρί­πτουν τας Ορθοδόξους ή θεωρούν τον διάλογον προσωπικήν των υπόθεσιν και βάσει των προσωπικών γνωριμιών και συμφερόντων καθο­ρίζουν την θέσιν των…» (2).

3. Στους διαχριστιανικούς διαλό­γους, οι ετερόδοξοι προτιμούν θέ­ματα, ή ζητήματα, τα οποία, όπως εκτιμούν, μας ενώνουν, αλλά ποτέ δεν δέχονται να συζητηθούν εκεί­νες οι διδασκαλίες, που μας χωρί­ζουν! Γεγονός, που βεβαιώνεται από το περιεχόμενο των «κοινών δηλώσεων», που  συντάσσονται μετά το πέρας ενός διαλόγου! Και εδώ σημαντικά και αποδει­κτικά είναι όσα σχετικώς βεβαιώνει ο καθ. Στ. Παπαδόπουλος· «Στο διάλογο με τους ΡΚαθολικούς έλα­βα μέρος για δέκα σχεδόν έτη. Κα­τά το χρονικό αυτό διάστημα, συ­ντάχθηκε σειρά κειμένων και σε κανένα απ’ αυτά «δεν αναφέρεται ότι οι δύο Εκκλησίες έχουν δογμα­τικές διαφορές». Οι ΡΚαθολικοί αρνήθηκαν επίμονα να γραφεί κάτι τέτοιο και οι Ορθόδοξοι άνετα το δέχθηκαν, παρά την έντονη επιμο­νή μου να σημειωθεί το γεγονός των δογματικών διαφορών… Θέ­λουνε να μη εμφανίζεται ο διάλο­γος ως οφειλόμενος σε δογματι­κές διαφορές αλλά σε ψυχολογι­κές και πολιτικές ή —το πολύ— σε διαφορές Θεολογικών «Σχολών»! (3)

4. Αλλά κάθε προσπάθεια εκ­φοράς ορθοδόξου μαρτυρίας, σ’ έ­να διαχριστιανικό διάλογο, αποβαί­νει αδύνατη, λόγω των σχετικών καταστατικών αρχών του Π.Σ.Ε.

Έτσι:

α) Η Οικουμενική Χάρτα (2000) προτρέπει να παραιτηθούμε από την ιεραποστολή στους ετεροδόξους, επειδή αυτό θεωρείται προση­λυτισμός. Έτσι «υποσχόμεθα να μη προτρέπωμεν ανθρώπους να αλλάσσουν την Εκκλησίαν αυτών». (4)

β) Μας έχει επιβληθεί η αρχή (Βανκούβερ 1983), σύμφωνα με την οποία οι θεολογικές διαφορές είναι σε κάθε περίπτωση νόμιμες και δεν θεωρούνται ως εμπόδιο για την ενότητα των διαφόρων ομολο­γιών. Την αρχή αυτή ανανέωσε και ισχυροποίησε η αρχή της Θ’ Γεν. Συνελεύσεως του Π.Σ.Ε. στο Πόρ­το Αλέγκρε της Βραζιλίας (2006), σύμφωνα με την οποία· «Η απο­στολική πίστη της Εκκλησίας είναι μία, αλλά μπορούν νόμιμα να υπάρ­χουν διαφορετικές διατυπώσεις της πίστεως της Εκκλησίας». Ο Θεός θα εναρμονίσει τις διαφορές και θα εξαφανίσει «τις ανθρώπινες αδυναμίες!». Η οικουμενιστική αυ­τή νομιμοποίηση των αιρέσεων εξουδετερώνει τον ορθόδοξο χαρα­κτήρα κάθε μαρτυρίας εκπροσώ­που της Εκκλησίας μας! Το επιχείρημα επομένως, το ο­ποίο συγκινεί ιδιαίτερα τους αγνοούντες ορθοδόξους πιστούς τα συμβαίνοντα στους οικουμενιστικούς χώρους των διαχριστιανικών και διαθρησκειακών διαλόγων, και τους πείθει να έχουν την άποψη ότι πρέπει να πηγαίνουμε στους διά­λογους αυτούς, λόγω του χρέους μας να δίνουμε την ορθόδοξη μαρ­τυρία, αποτελεί μύθο, ο οποίος εξ­υπηρετεί τους σκοπούς των οικουμενιστών «ορθοδόξων», κληρικών και λαϊκών! Η ιεραποστολικότητα της Εκ­κλησίας ανθεί θεοφιλώς, πράγματι, στους χώρους της εξωτερικής δρα­στηριότητος των ιεραποστολών, όπου οι ψυχές των αποδεκτών του ορθοδόξου μηνύματος της εν Χριστώ σωτηρίας το προσλαμβάνουν διψαστικώς και το βιώνουν και συγ­κροτούν την νεόφυτη Ορθοδοξία! Την Ορθόδοξη… Ορθοδοξία! Η ιεραποστολικότητα της Εκ­κλησίας δεν συγκινεί νόες διαποτι­σμένους από την επάρατη αίρεση! Ας μη αποπροσανατολίζουμε με μύθους την ορθόδοξη συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας!

Σημειώσεις:

(1) «Ορθοδόξων Πορεία», 2000, σ. 17 (Παρά Π. Σημάτη. Διαχριστιανικοί – Διαθρησκειακοί Διάλογοι. Έκδ. ΤΗΝΟΣ. Αθήνα, 2003, σ. 40 εξ).

(2) Γ. Ψαλτάκη. «Οικουμενισμός», σ. 18 (Παρά Σημάτη, σ. 64).

(3) «Ορθοδόξων Πορεία», σ. 130 (Παρά Σημάτη, σ. 64 εξ.).

(4) «Ορθοδόξων Πορεία», σ. 130 και Ν. Βασιλειάδη, «Πανθρησκειακός Οικουμενισμός», 2000, σ. 11, 18 (Παρά Σημάτη, σ. 41).

(Πηγή: «Ορθόδοξος Τύπος» 22 Δεκ 2006)

[Ψήφοι: 1 Βαθμολογία: 5]