ΝΕΑ ΕΚΔΟΣΗ
Τὸ ὅλον θέμα προβάλλει ἰδιαιτέρως ἀνησυχητικόν, ἂν ληφθῇ ὑπ’ ὄψιν ὅτι, κατ’ αὐτάς, γίνονται πολλαὶ καὶ ποικίλαι συζητήσεις ἐπὶ τοῦ θέματος τούτου, ἀλλά, ἐνῶ τὸ θέμα ἔχει προσλάβει εὐρείας διαστάσεις, ἀπουσιάζουν ἀντίστοιχοι συστηματικαὶ μελέται»
Ἡ παροῦσα διεξοδικὴ καὶ θεολογικῶς τεκμηριωμένη μελέτη, καρπὸς πολυετοῦς ἐρεύνης ἔρχεται νὰ παρουσιάσει τὴν ἐκκλησιαστικὴ καὶ πατερικὴ συμφωνία ἐπὶ τοῦ θέματος, οὕτως ὥστε νὰ καταρριφθοῦν οἱ σχετικοὶ μῦθοι καὶ οἱ ἀθεμελίωτες ἐπινοήσεις.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Τὸ ὅλον θέμα προβάλλει ἰδιαιτέρως ἀνησυχητικόν, ἂν ληφθῇ ὑπ’ ὄψιν ὅτι, κατ’ αὐτάς, γίνονται πολλαὶ καὶ ποικίλαι συζητήσεις ἐπὶ τοῦ θέματος τούτου, ἀλλά, ἐνῶ τὸ θέμα ἔχει προσλάβει εὐρείας διαστάσεις, ἀπουσιάζουν ἀντίστοιχοι συστηματικαὶ μελέται[3]. Βεβαίως, «τὸ ἁγιοπνευματικὸ κριτήριο τῶν ἀληθινὰ ἀγωνιζομένων Ὀρθοδόξων διαθέτει τὴν ἱκανότητα τῆς ὀρθῆς τοποθετήσεως σὲ ὅλα τὰ προβλήματα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μας βίου, ἑπομένως καὶ στὸ ζήτημα τοῦ τρόπου ἀναγνώσεως τῶν εὐχῶν»[4].
Ὅμως, ποῖοι εἶναι ἀγωνιστικώτεροι τῶν Ἁγίων, τῶν «θεηγόρων» αὐτῶν ὁπλιτῶν τῆς «παρατάξεως Κυρίου»; Ποῖοι εἶναι πειστικώτεροι μάρτυρες καὶ τελειώτεροι κήρυκες, δυνάμενοι «ἐν ἀποδείξει Πνεύματος καὶ δυνάμεως» νὰ ὑπηρετήσουν τὴν χειραγωγίαν τῶν σημερινῶν χριστιανῶν πρὸς ὀρθὴν κατανόησιν καὶ ἀσφαλῆ ἐπίλυσιν τοῦ ἀναφυέντος διλήμματος, ἂν ὄχι οἱ Ἅγιοι;
Σπεύδω, λοιπόν, νὰ ἐρευνήσω τὸν τρόπον τῆς ἀναγνώσεως τῶν εὐχῶν, μὲ τὴν συνείδησιν ὅτι ὑπηρετῶ ταπεινῶς τὴν Ἐκκλησίαν. Ἡ διαπραγμάτευσίς μου δὲν θὰ ἀκολουθήσῃ τὴν μέθοδον τοῦ ἐλευθέρου ἐρευνητικοῦ συλλογισμοῦ, ἐφ’ ὅσον τὸ θέμα εἶναι θεολογικὸν – μυσταγωγικὸν καί, ὡς ἐκ τούτου ἀπαιτεῖ θεοφόρον καθοδηγητήν, ἐμπνευσμένον ὑπὸ τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ὁποὺ «ἀνακρίνει πάντα, καὶ τὰ βάθη τοῦ Θεοῦ … ἐν πάσῃ σοφίᾳ καὶ φρονήσει (καὶ) ἐν παντὶ λόγῳ καὶ πάσῃ γνώσει…».
Ἐξ ἄλλου, ἡμεῖς οἱ χριστιανοὶ εἴμεθα «τῆς ἐξουσίας ἄμοιροι … τῆς λέγειν ἅπερ βουλόμεθα…». Ἔχω πεισθῆ ὅτι ἡ ἀδέσμευτος, δῆθεν ἀντικειμενικὴ κριτικὴ καὶ ἡ ἀπροκατάληπτος διαλεκτικὴ – συλλογιστικὴ διερεύνησις τῶν ἱερῶν τῆς πίστεως εἶναι ἕνα κατασκεύασμα «σαθρόν τε καὶ ὕποπτον εἰς ἀπόδειξιν ἀληθείας», ἐφ’ ὅσον, ὡς γνωστόν, «ἡ διαλεκτικὴ περιέργεια ἴσην ἐφ’ ἑκάτερα τὴν ἰσχὺν ἔχει, πρός τε τὴν τῆς ἀληθείας ἀνατροπὴν καὶ πρὸς τὴν τοῦ ψεύδους κατηγορίαν…»[5].
Διὰ τοῦτο καὶ ἡ Πενθέκτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδος διὰ τοῦ ιθ΄ κανόνος αὐτῆς, ἐμμέσως πλὴν σαφῶς, συνιστᾷ τὴν Πατερικὴν διδασκαλίαν ὡς μοναδικὸν καταφύγιον πρὸς αὐθεντικὴν ἐπίλυσιν τῶν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἀναφυομένων προβλημάτων.
Οἱ Πατέρες, ὁποὺ ἔγραψαν διὰ τὴν θείαν Λειτουργίαν, δὲν ὑπῆρξαν ἁπλῶς καλοὶ γνῶσται τῆς ἱστορίας της, ἀλλ’ ἦσαν ἐκφρασταὶ τῆς αὐτοσυνειδησίας τῆς χριστιανικῆς λατρείας. Ἔτσι, ἠμποροῦσαν, μετὰ πάροδον αἰώνων, νὰ διερμηνεύσουν αὐθεντικῶς τὸ τελετουργικὸν τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου ἢ τὴν σκιαγραφίαν, ὑπὸ τῶν ἁγίων Κυρίλλου Ἱεροσολύμων καὶ Ἰουστίνου τοῦ μάρτυρος, τῆς θείας Λειτουργίας.
Εἰς τὸν κριτικὸν ὀφθαλμὸν τῆς συγχρόνου θύραθεν ἐπιστήμης, ὅπου ὁ θετικισμὸς ἀναγνωρίζεται ὡς ἡ ἐνδεδειγμένη μεθοδολογικὴ ἀρχή, μία διαπραγμάτευσις ἑνὸς θέματος ὑπὸ τὴν προοπτικήν, ὑπὸ τὸ πρῖσμα τῆς Πατερικῆς σκέψεως, ἴσως νὰ φαίνεται παρωχημένη. Ὅμως, ὅ,τι ἰσχύει διὰ τὴν φυσικὴν ἐπιστήμην, ἐπ’ οὐδενὶ δύναται νὰ ἐφαρμοσθῇ καὶ εἰς τὴν σφαῖραν τῆς ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, εἰς τὸν βαθμὸν ὁποὺ παραμένομεν πιστοί.
Κατὰ τὴν γνωστὴν πεποίθησιν τῆς Ἐκκλησίας, ὁλόκληρος ἡ ἀποκάλυψις τῆς παρεδόθη ἐξ ἀρχῆς ἀκεραία, ἐνῶ πᾶσα μεταγενεστέρα διατύπωσις εἶναι διασάφησις καὶ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι εὐρυτέρα ἔκφρασις τῆς μιᾶς καὶ μοναδικῆς ἀρχικῆς διδασκαλίας καὶ ἀντιλήψεως· ἀπολύτως, ὅμως, ἀναγκαία πρὸς περιφρούρησιν αὐτῆς ἐκ τῆς παρανοήσεως καὶ παρερμηνείας.
Κατὰ τὸν αὐτὸν τρόπον καὶ ἡ θεία Λειτουργία, «αἰώνιον καὶ περίλαμπρον μνημεῖον τῆς ὀρθοδόξου ἀνατολικῆς εὐσεβείας καὶ θρησκευτικότητος, καὶ παραστατικὴ ἔκφρασις τῆς ὀρθοδόξου δογματικῆς διδασκαλίας»[6], ἑρμηνευομένη, σχολιαζομένη, ὑπομνηματιζομένη ὑπὸ τῶν ἁγίων Πατέρων, ἐξακολουθεῖ νὰ εἶναι ἡ ἀρχικὴ ἱεροτελεστία τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου, περιφρουρημένη ἀπὸ τὰς ὑπερβολὰς τῆς ἐκκοσμικεύσεως, τοῦ κληρικαλισμοῦ, τῆς ἐθιμοτυπικῆς ἢ κοινωνικῆς ἐκδηλώσεως.
Ἡ ὑπὸ τῶν ἁγίων Πατέρων ἐπισκόπησις τῆς θείας Λειτουργίας καὶ ἡ μετ’ αὐτῆς συνυφασμένη καὶ παραδεδομένη λειτουργικὴ τάξις, εἰς τὴν πανορθόδοξον συνείδησιν αἰώνων, ἀντιπροσωπεύει τὴν ὁριστικὴν ἀνάπτυξίν της, τὴν ἐπίτευξιν τῆς μεγαλυτέρας δυνατῆς πληρότητος καὶ ὁλοκληρώσεώς της[7].
Ἐφ’ ὅσον, «κατὰ τὴν ὀρθὴν λειτουργιολογικὴν μέθοδον, πρὸς κατανόησιν τῆς ἱστορίας τῆς Λειτουργίας πρέπει τις νὰ ἀφορμᾶται ἐκ μεταγενεστέρων μνημείων καὶ ἐκεῖθεν νὰ ἀνέρχηται βαθμηδὸν ἀναδρομικῶς εἰς τὰς παλαιοτέρας πηγάς, αἵτινες σὺν τῇ ἀναβάσει γίνονται πενιχρότεραι»[8], διὰ τοῦτο καὶ ἡ παροῦσα μελέτη[9] ἄρχεται ἀπὸ τῆς συγχρόνου ἐποχῆς διὰ νὰ καταλήξῃ εἰς τὴν ἑσπέραν τῆς παραδόσεως «τῶν καθ’ ἡμᾶς φρικτῶν μυστηρίων».
Ἔτσι, παρέχεται ἡ δυνατότης διαπιστώσεως τῆς πιστότητος τῶν μεταγενεστέρων πρὸς τοὺς προγενεστέρους, πρὸς ἐνίσχυσιν τῆς ἐμπιστοσύνης εἰς τὴν παραδεδομένην λειτουργικὴν τάξιν, ὡς γνησίαν ἔκφρασιν τῆς ἀποστολικῆς λατρείας τῆς ἀρχεγόνου Ἐκκλησίας.
Νικόδημος
ἀρχιμανδρίτης τῆς Ἱ. Μ. Χρυσοποδαριτίσσης
Πῖναξ Περιεχομένων
Εἰσαγωγὴ 7
Ἡ μυστικὴ ἀνάγνωσις τῶν εὐχῶν τῆς θείας Λειτουργίας 13
Κεφάλαιον Α΄. Οἱ Νεώτεροι χρόνοι 15
Α΄. 1. Αἱ Χριστανικαὶ κινήσεις 15
Α΄. 2. Οἱ μακάριοι Κολλυβάδες 25
Κεφάλαιον Β΄. Ἡ Βυζαντινὴ περίοδος 45
Β΄. 1. Τὰ Λειτουργικὰ ὑπομνήματα 49
Β΄. 1. 1. Ἁγίου Συμεὼν Θεσσαλονίκης 49
Β΄. 1. 2. Ἁγίου Μάρκου Εὐγενικοῦ 56
Β΄. 1. 3. Ἁγίου Νικολάου Καβάσιλα 58
Β΄. 1. 4. Θεοδώρου Ἀνδίδων 73
Β΄. 1. 5. Ἁγίου Γερμανοῦ Κωνσταντινουπόλεως 79
Β΄. 1. 6. Ἁγίου Μαξίμου Ὁμολογητοῦ 86
Β΄. 1. 7. Ἁγίου Διονυσίου Ἀρεοπαγίτου 91
Β΄. 2. Ἰδιαίτεραι περιπτώσεις 97
Β΄. 2. 1. Ὁ Ἰουστινιανὸς 97
Β΄. 2. 2. Ἡ Ὁσία Μελάνη 107
Β΄. 2. 3. Ἡ Αἰθερία 110
Β΄. 3. Μαρτυρίαι τῶν Δ΄-Ε΄ Αἰώνων 113
Β΄. 3. 1. Αἱ Κατηχήσεις 113
Β΄. 3. 1. 1. Ἁγίου Ἰωαννου Χρυσοστόμου 113
Β΄. 3. 1. 2. Ἁγίου Κυρίλλου Ἱεροσολύμων 119
Β΄. 3. 2. Αἱ Πατερικαὶ μαρτυρίαι 121
Β΄. 3. 2. 1. Μεγάλου Βασιλείου 121
Β΄. 3. 2. 2. Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης 127
Β΄. 3. 2. 3. Ἐν Λαοδικείᾳ Συνόδου 128
Κεφάλαιον Γ΄. Οἱ τρεῖς πρῶτοι αἰῶνες 131
Γ΄. 1. Ὁ ἅγιος Διονύσιος Ἀλεξανδρείας 135
Γ΄. 2. Ὁ Ἱππόλυτος Ρώμης 137
Γ΄. 3. Ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος ὁ Φιλόσοφος 141
Γ΄. 4. Ἡ Διδαχὴ τῶν Δώδεκα Ἀποστόλων 143
Γ΄. 5. Αἱ Ἀποστολικαὶ Διαταγαὶ 144
Γ΄. 6. Ἡ Καινὴ Διαθήκη 149
Ἐπίλογος 157
Ἐπίμετρον 161
Α΄. Συνοδικὸν Γράμμα Γαβριὴλ τοῦ Γ΄ πρὸς τὸν Ἀλεξανδρείας Γεράσιμον 163
Β΄. Κ. Δαπόντες: Ἐξήγησις τῆς θείας Λειτουργίας 171
Γ΄. Φιλολογικαὶ ἐπισημάνσεις ἐπὶ τῶν εὐχῶν τῆς θείας Λειτουργίας 173
Δ΄. Ἡ «κατ’ ἐνώπιον τοῦ λαοῦ»
ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΙΔΙΟ ΘΕΜΑ:
ΑΛΛΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ:
Η «κατ’ ενώπιον του λαού» τέλεσις της θείας Λειτουργίας
"Αναγέννησις ή μεταρρύθμισις" της Θ. Λατρείας;
Ιστορική αναδρομή περί της μυστικής αναγνώσεως των ευχών της Θείας Λειτουργίας (π. Ευθύμιος Μουζακίτης, εφημέριος Αγ. Κοσμά του Αιτωλού Αμαρουσίου) Οι μυστικές ευχές των λαϊκών (Πρωτ. Θωμάς Βαμβίνης)