Μία από τις μεγαλύτερες ηθικές κατακτήσεις τού καιρού μας είναι η αναγνώριση της μοναδικής αξίας τού ανθρώπινου προσώπου. Σε αντίθεση προς τις ολοκληρωτικές ιδεολογίες τού εικοστού αιώνα, οι σύγχρονες κοινωνίες, εμπνεόμενες συνειδητά ή ανεπίγνωστα από τη χριστιανική παράδοση, διακηρύσσουν ποικιλοτρόπως ότι κάθε άνθρωπος πρέπει να αντιμετωπίζεται με σεβασμό, καθώς και ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα και μάλιστα το δικαίωμα στη ζωή, είναι “ιερά” και απαραβίαστα. Είναι χαρακτηριστικό, ότι στην Ευρώπη έχει εδώ και καιρό καταργηθεί ακόμα και η θανατική ποινή, πράγμα που υποδηλώνει την απροσμέτρητη και αναφαίρετη αξία τής ζωής όχι μόνον ενός αθώου, αλλά ακόμα και του μεγαλύτερου εγκληματία.
Αυτή, ωστόσο, η ηθική συμφωνία διαταράσσεται από μια κραυγαλέα παραφωνία: τη νόμιμη αφαίρεση της ζωής τού αθώου, αγέννητου παιδιού. Σχεδόν σε όλες τις χώρες τού δυτικού κόσμου μπορεί κανείς, υπό ορισμένες, συνήθως χαλαρές, προϋποθέσεις, να αφαιρέσει τη ζωή ενός αγέννητου παιδιού με καθόλα νόμιμο τρόπο. Παραδόξως, η γυναικεία μήτρα αποτελεί ίσως τον πιο επικίνδυνο τόπο κατοικίας σε τούτο τον κόσμο.
Ωστόσο, αν το αγέννητο παιδί αποτελεί ανθρώπινη ύπαρξη, τότε η αφαίρεση της ζωής του αποτελεί ανθρωποκτονία, την οποία δεν μπορεί να δικαιώσει ηθικά κανένας και τίποτα. Βέβαια, οι υποστηρικτές τού “δικαιώματος” της έκτρωσης υποστηρίζουν το ακριβώς αντίθετο, ότι δηλαδή το αγέννητο παιδί δεν είναι άνθρωπος. Είναι όμως έτσι;
Εν προκειμένω τα επιστημονικά δεδομένα είναι σαφή και αναντίρρητα. Η ανθρώπινη ζωή αρχίζει από την ώρα τής σύλληψης. Από τότε και μετέπειτα το αγέννητο παιδί αποτελεί διακριτό ανθρώπινο οργανισμό, που, αν αφεθεί να αναπτυχθεί ελεύθερα, θα εξελιχθεί σε πλήρως ανεπτυγμένο άνθρωπο. Έχει ήδη όλο το γενετικό υλικό που καθορίζει τα βασικά του χαρακτηριστικά, όπως, για παράδειγμα, το φύλο, και αποτελεί αυτοτελή οργανισμό, που σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα αποκτά όλα εκείνα τα όργανα που χαρακτηρίζουν κάθε ανθρώπινη ύπαρξη. Για παράδειγμα, μέσα στις δώδεκα πρώτες εβδομάδες έχουν σχηματιστεί, μεταξύ άλλων, η καρδιά, ο εγκέφαλος, τα μάτια, και τα δάχτυλά του, με αποτέλεσμα το έμβρυο να είναι ήδη εμφανώς ένα μικρό μωρό. Αυτό μπορεί κανείς να το διαπιστώσει κατά τη διάρκεια του υπερηχογραφήματος, όπως επίσης και να “φωτογραφίσει” το έμβρυο. Για πολλούς από εμάς η πρώτη φωτογραφία των παιδιών μας ανάγεται σ’ αυτήν ακριβώς την περίοδο της ζωής τους.
Όσοι ισχυρίζονται ότι πριν από τη γέννηση, ή πριν από τον έκτο ή τον τρίτο μήνα της εγκυμοσύνης (αυτές οι χρονικές διακρίσεις είναι επιστημονικά αυθαίρετες), το έμβρυο δεν είναι άνθρωπος, διαπράττουν ένα βασικό σφάλμα: συγχέουν την ιδιότητα του ανθρώπου με την ηλικία του και το συνακόλουθο στάδιο της ανάπτυξής του. Ένας έφηβος δεν είναι ενήλικας, ούτε ένα παιδί είναι έφηβος, ούτε ένα νεογέννητο μωρό είναι παιδί. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρόκειται για μη ανθρώπινα όντα, ούτε ότι έχει κανείς το δικαίωμα να τους αφαιρέσει τη ζωή. Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για το αγέννητο παιδί. Είναι χαρακτηριστικό ότι το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (άρθρο 6/5) προβλέπει ότι στις χώρες που επιτρέπουν τη θανατική ποινή ή ποινή αυτή «δεν εκτελείται όσον αφορά τις εγκύους». Πρόκειται για αναγνώριση του αυτονόητου, ότι δηλαδή η έγκυος κυοφορεί μια νέα, ανθρώπινη ύπαρξη, διακριτή από το σώμα της, την οποία δεν έχουμε το δικαίωμα να αφαιρέσουμε. Με δυο λόγια, η έκτρωση αποτελεί άμεση και σκόπιμη αφαίρεση μιας αθώας ανθρώπινης ζωής και γι’ αυτό δεν μπορεί ποτέ να δικαιωθεί.
Είναι αλήθεια ότι σε πολλές περιπτώσεις οι μητέρες οδηγούνται στην απόφαση να τερματίσουν την εγκυμοσύνη τους υπό το κράτος μεγάλης πίεσης, δυσκολιών, και προβλημάτων. Το ευκταίο, προφανώς, θα ήταν να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις που θα διευκόλυναν ει δυνατόν κάθε μητέρα να γεννήσει το παιδί της. Θα πρέπει, ωστόσο, να θυμόμαστε αφ’ ενός ότι το μόνο πλάσμα που δεν ευθύνεται για την απουσία αυτών των προϋποθέσεων είναι το ίδιο το αγέννητο παιδί και αφ’ ετέρου ότι η εξόντωση ενός αθώου και ανυπεράσπιστου πλάσματος σε καμμία περίπτωση δεν μπορεί να αποτελεί αποδεκτή “λύση”. Ακόμα και σε περίπτωση διαγνωσμένης ασθένειας του παιδιού, θα πρέπει να θυμόμαστε ότι στερούμαστε το δικαίωμα αφαίρεσης της ζωής οποιουδήποτε ασθενούς.
Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας τής Ελλάδος αποφάσισε πριν από δύο χρόνια να αφιερώσει την πρώτη Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα στην προστασία της ζωής τού αγέννητου παιδιού. Η ενέργεια αυτή εγγράφεται στη μεγάλη χριστιανική παράδοση της υπεράσπισης του αδύνατου, του απροστάτευτου, εκείνου που δεν έχει φωνή. Η επιλογή εξάλλου της πρώτης Κυριακής μετά τα Χριστούγεννα μας θυμίζει ότι η γέννηση κάθε παιδιού αντανακλά κάτι από τη χαρά που έφερε στον κόσμο με τη γέννησή του ο Χριστός. Έχουμε το χρέος να σεβαστούμε τη ζωή των αγέννητων παιδιών αλλά και τη δυνατότητα να γευτούμε τη χαρά τής παρουσίας τους.
(Πηγή: Περιοδικό “Εφημέριος” Nοέ. – Δεκ.. 2021)