κριτική

H άνοδος της ασημαντότητας (Κορνήλιος Καστοριάδης)

«H άνοδος της ασημαντότητας» («La mont’ee de l’ insignifiance», εκδ. Seuil). Το βιβλίο αυτό του Kορνήλιου Kαστοριάδη περιλαμβάνει θεωρητικά κείμενα, διαλέξεις, άρθρα -καλύπτοντας την περίοδο από το 1982 ώς το 1995- και αποτελεί τον τέταρτο τόμο του έργου του «Tα σταυροδρόμια του λαβύρινθου»…

Ο Kορνήλιος Kαστοριάδης παρεμβαίνει εκθέτοντας τη σκέψη και τις απόψεις του για τα μεγάλα προβλήματα του καιρού μας. Όχι, δεν δίνει απαντήσεις-οδηγίες. Όμως δείχνει κάποιους δρόμους· και αυτό είναι το εξαιρετικά σημαντικό. Στην εποχή που ζούμε και στις κοινωνίες που βρισκόμαστε «υπάρχουν πολλά πράγματα που με κάνουν να αγανακτώ» λέει ο ίδιος (στο ραδιόφωνο της France Culture, 30.4.1996). Δηλαδή; Ποια είναι αυτά; «H γενικευμένη ψευδο-συναίνεση», «η απουσία κριτικής σκέψης», «η ενασχόληση των διανοούμενων με σχολιασμούς επί σχολιασμών και ερμηνείες επί ερμηνειών», «η κυριαρχία των μέσων ενημέρωσης, της κατανάλωσης και του κομφορμισμού», «η απάθεια και η συνενοχή του κοινού σε όλα όσα συμβαίνουν».

Aπέναντι σ’ αυτή την κατάσταση δεν υπάρχουν αντιστάσεις; Ο Kορνήλιος Kαστοριάδης επισημαίνει ότι «ασφαλώς υπάρχουν αντιστάσεις, ατομικές και συλλογικές, αλλά είναι λιγότερο σημαντικές σήμερα από ό,τι πριν από είκοσι και πριν από τριάντα χρόνια».

Από το ομότιτλο κεφάλαιο, το απόσπασμα που ακολουθεί. Διαβάστε περισσότερα »

Ανταπάντησις στις παραποιήσεις και συκοφαντίες του μοναχού Γρηγορίου (Μοναχός Ησαΐας)

Αρχικώς, επειδή εκ της συνωνυμίας δημιουργήθηκε σύγχυσις σε μερικούς αναγνώστες -και αυτός είναι ένας λόγος τής παρούσης ανταπαντήσεως-, οφείλω να διευκρινήσω ότι δεν υπάρχει καμμία σχέσις με­ταξύ τού μοναχού Γρηγορίου (στο εξής: μ. Γ.) και του γνωστού ιερομονάχου Γρηγορίου. Αλλος είναι ο μοναχός Γρηγόριος που έγραψε το βιβλίο: «Πέρα από τα σύννεφα», και την περί ης ο λόγος κατωτέρω συκοφαντικήν επιστολήν και δια­μένει σε Κελλί τής Καψάλας, και άλλος οό σεβαστός ιερομόναχος και πνευματικός Γρηγόριος που εγκαταβιώνει μετά της συνοδείας του στο Ι. Κουτλουμουσιανό Κελλί τού Αγίου Ιωάννου τού Θεολόγου. Ο δεύτερος, προερχόμενος από το στενό περιβάλλον τού μακαριστού Γέροντος Παϊσίου, έχει την σύμφω­νον με την Ορθόδοξον ανθρωπολογίαν Πατερικήν και Παραδοσιακήν τοποθέτησιν επί του καινοφα­νούς εφευρήματος του λεγομένου «εγκεφαλικού θανάτου». Αλλω­στε, από την ιδικήν του αυθεντικήν μαρτυρίαν έγινε κυρίως γνωστή η σαφώς αρνητική θέσις τού Γέρον­τος Παϊσίου για την λήψιν (προς μεταμόσχευσιν) οργάνων απαραιτήτων για την επιβίωσιν του δότου.

Όσον άφορα την απάντησιν του μ. Γ. (βλ. Θεοδρομία, έτος ΙΓ’, τεύχος 4, σσ. 581-591) στο άρθρο μου (βλ. Θεοδρομία, έτος IB’, τεύχος 4, σσ. 554-568), αρκετοί αδελφοί μού συνέστησαν να απαξιώσω να απαν­τήσω, λόγω του χαμηλού επιπέδου της, εφ’ όσον άλλωστε μία εκ νέου ανάγνωσις του άρθρου, σε αντιπαραβολή με την απάντησιν του μ. Γ., θα ήταν υπεραρκετή, για όποιον διαθέτει στοιχειώδη λογικήν. Ε­πειδή, όμως, πολλοί δεν έχουν το άρθρο, και δεδομένου ότι οι παρα­ποιήσεις δεν αδικούν μόνον το πρό­σωπό μου (τότε θα έπρεπε να αδια­φορήσω ή μάλλον να χαρώ), αλλά στοχεύουν στο να πλήξουν -εμμέσως μεν, αλλά και κυρίως- την σχε- τικήν διδασκαλίαν των οσίων Γε­ρόντων, θεώρησα χρέος μου διά δευτέραν -και τελευταίαν- φοράν να κάνω κατάχρησιν του χώρου τής Θεοδρομίας, επισημαίνοντας επι­γραμματικώς τα εξής: Διαβάστε περισσότερα »

Μεταμοσχεύσεις – «Εγκεφαλικά Νεκροί» δότες. Οι θέσεις των συγχρόνων αγίων γερόντων: Παϊσίου – Πορφυρίου – Σωφρονίου (Αγιορείτη Μοναχού Ησαΐα)

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Πρό ἡμερῶν ἦλθε στά χέρια μου τό βιβλίον «Πέρα ἀπό τά σύννεφα» τοῦ μοναχοῦ Γρηγορίου (μ.Γ., στό ἑξῆς), τό ἀσχολούμενο μέ τό πρόβλημα τοῦ λεγομένου «ἐγκεφαλικοῦ θανάτου» («ἐ.θ.», στό ἑξῆς) καί τῶν λεγομένων «πτωματικῶν» μεταμοσχεύσεων.

Δέν θέλω νά ἀμφισβητήσω τήν καλήν διάθεσιν τοῦ μ.Γ., οὔτε καί τό γεγονός ὅτι ἔχει ἀναγνώσει ἀρκετά σχετικά κείμενα, ἐκ τῶν ὁποίων παραθέτει καί ἀρκετές ὀρθές τοποθετήσεις -ἄλλοτε παραπέμποντας στήν πηγή καί ἄλλοτε ὄχι- ὅπως λ.χ. τίς ἑξῆς:

α) Ὅτι ὁ «ἐ.θ.», δέν εἶναι καί ὁ βιολογικός θάνατος τοῦ ἀνθρώπου καί ὅτι, κατά συνέπειαν, ὁ «ἐγκεφαλικά νεκρός» («ἐ.ν», στό ἑξῆς) εἶναι ζωντανός[1] (σελ. 19, 39, 59, 61, 62 κ.ἄ).

β) Ὅτι εἶναι σημαντική καί ὅτι «δέν εἶναι σχολαστικισμός» ἡ θεώρησις ὅτι «ἡ ψυχή τοῦ «ἐ.ν.» ὑπάρχει ἀκόμη στό σῶμα του» καί δέν ἔχει ἀναχωρήσει καί, κατά συνέπειαν, ὅτι ὁ «ἐ.ν.» «δέν παύει νά εἶναι πρόσωπο, μέ συνείδηση, καί δέν ἀποκλείεται καθόλου νά μετανοεῖ καί νά προσεύχεται». (σελ. 36, 97, 103 σημ., 105, 137, 154 κ.ἄ).

γ) Ὅτι εἶναι ἐσπευσμένη καί ἐσφαλμένη ἡ στάσις τῶν ἁρμοδίων τῆς Ἐκκλησίας νά παραθεωρήσουν –στήν οὐσία νά διαφωνήσουν μέ- τά δύο ἀνωτέρω (σελ. 62, 63, 100, 152).

δ) Ὅτι «εἶναι ἄστοχη ἡ κίνηση πολλῶν ἐπισκόπων νά σπεύσουν νά δηλώσουν δωρητές ὀργάνων» (σελ.63).

ε) Ὅτι διά τῆς παραπληροφορήσεως «ξεγελιέται» ὁ δυνητικός δότης «ὅτι θά παρθοῦν τά ὄργανά του μετά τό θάνατό του» καί «ὑφαρπάζεται ἔτσι ἡ συγκατάθεσή του» (σελ. 68 κ.ἑ., 90, 97 κ.ἀ.).

στ) Ὅτι ἕνας ἄνθρωπος «μέ ἀρχοντιά, φιλότιμο, συνείδηση…» «δέν θά ἤθελε νά τοῦ γίνει μεταμόσχευση ἀπό «ἐ.ν.» συνάνθρωπό του» καί ὅτι «προτιμᾷ τήν ταλαιπωρία καί τόν θάνατο»[2] (σελ. 7, 64, 65).

ζ) Ὅτι «ἡ λήψη ὀργάνων ἀπό ἑτοιμοθάνατους… ξεκάθαρα εἶναι μία σκληρή καί μή ὀρθή πρόταση»· ἀφ’ ἑνός λόγῳ «τῆς ἱερότητας τῶν τελευταίων στιγμῶν τους» καί διά τό ἀπρόσκοπτον «τῆς καθαρτήριας πορείας τους», ἀφ’ ἑτέρου διά τό λανθανόντως ὑπάρχον κίνητρον εὐθανασίας, ἀλλά καί ἐκ τρίτου διά νά μήν ἐξαναγκάζεται ὁ ἰατρός νά γίνεται θύτης παρά συνείδησιν (σελ. 139-140). [Τά ἐντός εἰσαγωγικῶν ἀποσπάσματα ἐκ τοῦ βιβλίου τοῦ μ.Γ. μεταφέρονται μέ πλήρη πιστότητα μέχρι καί τῆς ὀρθογραφίας (πλήν τοῦ μονοτονικοῦ)].

Καί ἐνῶ ὑπάρχουν οἱ ἀνωτέρω -ὅπως καί ἕτερες- ὀρθές τοποθετήσεις, σέ πολλά ἄλλα σημεῖα τοῦ βιβλίου του ὁ μ.Γ., μέ παρερμηνεῖες, ἀνακρίβειες καί κυρίως μέ αὐθαιρεσίες καί ἄνευ ἐπιχειρηματολογίας, ἀλλ’ ἀπολυτοποιώντας τήν κρίσιν του καί δογματίζοντας, ὑποστηρίζει τά ἀντίθετα, ἀντιφάσκων πρός ἑαυτόν. Ἡ δέ δυσκολία του ἤ καί ἡ ἀνεπάρκειά του ἐν πολλοῖς νά ἐκφράσῃ καί διατυπώσῃ αὐτό πού ἐννοεῖ ἐπιτείνει τήν σύγχυσιν.

σκοπός τοῦ παρόντος ἄρθρου δέν εἶναι νά ἐπισημάνῃ ὅλα τά σφάλματα καί τίς ἀντιφάσεις τοῦ ἐν λόγῳ βιβλίου -ἴσως μέ αὐτό ἀσχοληθοῦν ἄλλοι, ἐάν ἔχουν τήν ὑπομονήν-, ἀλλά κυρίως (ὅπως διαφαίνεται καί ἀπό τόν τίτλον) νά ἀπαντήσῃ στήν ἀμφισβήτησιν τῶν κρυσταλλίνων θέσεων συγχρόνων ἁγίων Γερόντων, τήν ὁποίαν ἐπιχειρεῖ ὁ συγγραφεύς, διά νά ἐκμεταλλευθῇ τό κῦρος των. Ἁπλῶς, παρεμπιπτόντως, ἐπισημαίνω ἐδῶ μόνον μερικές τρανταχτές του ἀντιφάσεις, ἐρωτώντας:

1. Πῶς εἶναι δυνατόν νά ἰσχυρίζεται ὅτι κατά τήν λῆψιν ζωτικῶν ὀργάνων δέν πραγματοποιεῖται φόνος (σελ. 59, 156 κ.ἀ.) τοῦ «ἐ.ν.», τήν στιγμήν πού ἐπανειλημμένως ἔχει διακηρύξει ὅτι ὁ «ἐ.ν.» εἶναι ζωντανός; (!). Καί ὅταν στήν συνέχειαν χαρακτηρίζει τήν λῆψιν αὐτήν ὡς «μία ἐφάμαρτη πράξη πού γίνεται ἐν ἀγνοίᾳ» (ἔνθ. ἀν.), τί ἄλλο μποροῦμε να ἐννοήσωμε; Ἔστω, ἐν ἀγνοίᾳ -ἄν καί πολλάκις καί ἐν ἐπιγνώσει καί συχνά καί διά δόλου (δολοφονία)-, ἀλλά πάντως εἶναι φόνος (βλ. κατωτέρω τίς θέσεις τῶν ὁσίων Γερόντων). Μά μέ τίς λέξεις[3] «παίζομε ἐν οὐ παικτοῖς» (!);

2. Πῶς εἶναι δυνατόν ταυτόχρονα μέ τά ἀνωτέρω –καί ἐνῶ ἐπανειλημμένως ἔχει ἐξυμνήσει τό αὐτεξούσιο καί τήν ἐλευθέραν προαίρεσιν (σελ. 75 κ. ἑξ., 87 κ. ἑξ. κ.ἀ.) -νά ἐπιβάλλῃ στούς ἄλλους νά πράττουν ἤ νά συνεργοῦν σ’ αὐτήν τήν «ἐφάμαρτη πράξη», καί μάλιστα νά ἐξυβρίζῃ διά τῶν κατωτέρω, ὅσους ἀρνοῦνται διά λόγους συνειδήσεως νά ὑπακούσουν; Ἰδού τί γράφει: «Καί ἐνῶ ξέρω ὅτι ὑπάρχουν ψυχές πού δυσκολεύονται, πού πονοῦν καί χρειάζονται ἄμεσα μεταμόσχευση καρδιᾶς, νεφροῦ, ἥπατος… ἐγώ ἀφήνω νά χαθοῦν τά ὄργανά μου μέ τό θάνατό μου, σφυρίζοντας ἀδιάφορα καί τυρβάζοντας περί πολλά. Λέγομαι ἄνθρωπος; Εἶμαι φίλος τοῦ Θεοῦ; Ἀγαπῶ τόν πλησίον μου ὡς σεαυτόν (sic!); (σελ. 105-106)!!!

3. Θά δοῦμε κατωτέρω ὅτι οἱ σύγχρονοι ἅγιοι Γέροντες Παΐσιος, Πορφύριος καί Σωφρόνιος ὄχι μόνον δέν εἶχαν δηλώσει «δωρητές ὀργάνων», ἀλλά καί ὅτι κατηγορηματικῶς ἀπέτρεπαν ἀπ’ αὐτό. Θεωρεῖ, λοιπόν, ὁ μ.Γ. ὅτι οἱ ἀνωτέρω δέν ἀγάπησαν τόν πλησίον ὡς ἑαυτούς (καί μάλιστα ὑπέρ ἑαυτούς), δέν ἦσαν φίλοι τοῦ Θεοῦ, δέν πρέπει νά λέγωνται κἄν ἄνθρωποι; (!!!).

4. Ἀλλά δέν νομίζει ὁ μ.Γ. ὅτι τούς βαρεῖς αὐτούς χαρακτηρισμούς τούς ἀπευθύνει πρωτίστως πρός τόν ἑαυτόν του, ἐφ’ ὅσον -ὅπως φαίνεται ἀπό τά γραφόμενά του (σελ.157)- καί ὁ ἴδιος δέν εἶναι «δωρητής ὀργάνων»; (!).

5. Tέλος, τοῦ εἶναι τόσον δύσκολο νά κατανοήσῃ ὅτι τά προαναφερθέντα τρία εὔστοχα ἐπιχειρήματά του, διά τῶν ὁποίων ἀποκρούει τή λήψη ζωτικῶν ὀργάνων ἀπό ἑτοιμοθανάτους (μή «ἐ.ν.») (βλ. ἀνωτέρω τήν ζ΄ ὀρθήν τοποθέτησίν του ἐξ ἀντιγραφῆς ἐκ τῶν σελ. 139-140), ἰσχύουν ἀπαραλλάκτως καί κατά γράμμα καί διά τούς «ἐ.ν.»; (!).

Διαβάστε περισσότερα »

Άγιοι της Εκκλησίας των Πατρών: Προσέγγιση στην τοπική Αγιολογία (Παναγιώτης Σ. Μαρτίνης, Δρ. Θ.)

Συγγραφέας: Παναγιώτης Μαρτίνης, Διδάκτωρ Θεολογίας – τ. Σχολικός Σύμβουλος, Αρχων Ιερομνήμων της Αγίας και Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας.

Πρόλογος – Επιμέλεια: π. Νικοδήμου Μπαρούση, Αρχιμανδρίτου Ι. Μονής Χρυσοποδαριτίσσης Πατρών

σελίδες: 296

ΕΚΔΟΣΕΙΣ “ΤΑΩΣ” Παντανάσσης 61, 262 21 ΠΑΤΡΑ Τηλ.: 2610 274802

Διαβάστε περισσότερα »

«Ενάντια στη θρησκεία» και ενάντια εις τους Ιερούς Κανόνας; (Παναγιώτης Μπούμης, Ομότ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών)

Προ καιρού είχα από συνάδελφο Διδάκτορα Θεολογίας κάποια τη­λεφωνική πρόκληση σχετικά με το βιβλίο του κ. Χρ. Γιανναρά (Γ) «Εν­άντια στη θρησκεία» (Αθήνα 2006), το οποίο αναφέρεται και στους ι. κανόνες. Έτσι και μετά από κάποια μικρή συζήτηση, που είχα με τον ίδιο τον κ. Γ. και τρεις – τέσσερεις άλλους εκκλησιαζομένους σε Ναό των Αθηνών και στο «αρχονταρίκι-υπερώον» του την 14.1.2007 θεώ­ρησα σκόπιμο, ή μάλλον απαραίτη­το να προβώ και γραπτώς σε μερι­κές διευκρινήσεις επί των ιερών κανόνων. Νομίζω ότι αυτές είναι χρήσιμες, προκειμένου να βοηθή­σουν στην άρση ωρισμένων παρε­ξηγήσεων και ως προς αυτούς τους ι. κανόνες, αλλά και μεταξύ των πι­στών Χριστιανών. Θεωρώ τον εαυτό μου υποχρεω­μένο όχι μόνο προς τους ανα­γνώστες των εν λόγω βιβλίων μετά την τηλεφωνική – συναδελφική πρόκληση – πρόσκληση να βοηθή­σει στη διάλυση πιθανών παρεξη­γήσεων ή σκανδαλισμών, αλλά και προς τον ίδιο το φίλο συγγραφέα αυτού του βιβλίου, ώστε να θέσω υπ’ όψει του και τα συμπεράσματα πολλών σχετικών μου επιστημο­νικών ερευνών και ενασχολήσεων με την ελπίδα κάποιας ουσιαστικό­τερης, έστω μελλοντικώς, προσεγ­γίσεώς μας και συμφωνίας μας. Δεν θα υπάρχει νομίζω αντίρρη­ση, τουλάχιστον ουσιώδης, και από τους ασχολουμένους αμέσως ή εμμέσως με τα θέματα της φιλοσο­φίας και της θρησκείας, ότι και η φι­λοσοφία, εφ’ όσον αναζητεί με τις δυνάμεις του ανθρώπου το θείο, το Θεό, είναι ένα είδος Θρησκείας. Αντιθέτως η Χριστιανική διδασκα­λία και μάλιστα η Ορθόδοξη Χρι­στιανική, εφ’ όσον ασχολείται με την παραδοθείσα αποκάλυψη του Θεού στους ανθρώπους, δεν είναι «θρησκεία», αλλά είναι προφητεία, πίστη, παράδοση, διδασκαλία, χω­ρίς αυτό να της στερεί το δικαίωμα να λέγεται και θρησκεία. Τα αυτά ισχύουν mutatis mutandis και για τη Χριστιανική Θεολογία. Εδώ μας έρχεται στο νου κάτι που είχε πει ο αείμνηστος και σεβαστός καθηγη­τής Νικόλαος Νησιώτης, ότι δηλ. Θεολογία είναι σχόλιο στην προ­φητεία. Και θέτουμε το ερώτημα εν συ­νεχεία: Μήπως ισχύει κάτι το ανά­λογο και για τα πράγματα – κανό­νες της εκκλησίας, τα οποία έχουν θεσπισθεί ή διατυπωθεί βάσει της διδασκαλίας της Αγ. Γραφής από τις αυθεντικές Οικουμενικές Συνόδους; Μήπως πρέπει να έχουμε υπ’ όψει μας, προκειμένου να κρίνου­με αντικειμενικά και όχι υποκειμε­νικά, αυτά τα οποία λέει ο Μεγ. Βα­σίλειος κατατοπιστικά (ςα’ καν.); «Των εν τη Εκκλησία πεφυλαγμένων δογμάτων και κηρυγμάτων, τα μεν εκ της εγγράφου διδασκαλίας (Αγ. Γραφής) έχομεν, τα δε εκ της των Αποστόλων παραδόσεως διαδοθέντα ημίν εν μυστηρίω παραδεξάμεθα· άπερ αμφότερα την αυτήν ισχύν έχει, προς την ευσέβειαν (ορθοδοξίαν – ορθοπραξίαν)· και τούτοις ουδείς αντερεί, όστις γε καν κατά μικρόν γουν θεσμών εκ­κλησιαστικών πεπείραται». Τα δόγματα – κηρύγματα, λοι­πόν, της Εκκλησίας περιλαμβά­νουν μέρος της εν Χριστώ Αποκαλύψεως και της εν Αγίω Πνεύματι αποστολικής παραδόσεως σε μία αλάθητη – ορθή διατύπωσή τους. Γιατί να τα περιφρονούμε ή να τα υποτιμούμε; Αυτά τα ελάχιστα νομίζω ότι θα αρκούσαν και για τη διάκριση πε­ραιτέρω μεταξύ Χριστιανικής Εκ­κλησίας και οιασδήποτε άλλης θρησκείας ή θρησκευτικής συνάξεως, αν δεν ήταν απαραίτητο να προσθέσουμε και τα εξής προς ολοκλήρωσή τους και ορθή εκτίμη­σή τους. Διαβάστε περισσότερα »