Η ανομία των Εβραίων έλαβε τέλος και συγχρόνως ο Κύριος συνεπλήρωσε το έργο της θείας Οικονομίας Του. «Τετέλεσται»! Το θείο Σώμα κρεμασμένο στον Σταυρό, γυμνό και νεκρό, χωρίς πνοή! Ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος το ευτρεπίζουν για τον ενταφιασμό του, οδυρόμενοι με συντριβή και κλαυθμούς: «Πῶς σὲ κηδεύσω, Θεέ μου; ἢ πῶς σινδόσιν εἱλήσω; Ποίαις χερσὶ δὲ προσψαύσω τὸ σὸν ἀκήρατον σῶμα; ἢ ποῖα ἄσματα μέλψω τῇ σῇ ἐξόδῳ, Οἰκτίρμον;…». Τοποθετείται ο άγιος Επιτάφιος στο μέσον της Εκκλησίας έχοντας επάνω το Ιερό Ευαγγέλιο και τον Τίμιο Σταυρό, το σημείο της δόξης τού Εσταυρωμένου και ο ευσεβής λαός εναποθέτει ως αφιερώματα ανοιξιάτικα λουλούδια και άνθη ψυχής: τα δάκρυα της μετανοίας και τούς σπαραγμούς της καρδιάς.
Η Επιτάφιος Ακολουθία της Παρασκευής το βράδυ είναι η τελευταία φάσις του θρήνου για τον Κύριο, ο oποίος ευρίσκεται στον τάφο. Η ακολουθία στηρίζεται στον 118ον Ψαλμό, που χρησιμοποιείται από την εβραϊκή παράδοση για το Πάσχα. Στους στίχους του παρεμβάλλονται στροφές που είναι συνθέσεις της Εκκλησίας. Είναι ένα είδος συνδέσεως και συν-πλοκής των Δύο Διαθηκών. Τα τρία μέρη του, που είναι χωρισμένος, μας δείχνουν πληρέστερα την ανεκλάλητη συγκατάβαση του Κυρίου, ο οποίος κατεβαίνει μέχρι τα κατώτατα του άδου, όπου ευρίσκεται ο αιχμάλωτος ακόμη άνθρωπος. Είναι το κατώτερο σημείο της κενώσεως του Θεού για την σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Όταν το άγιο σώμα Του ευρίσκετο στον τάφο, ο Κύριος με την ψυχή κατέβηκε στον άδη ως Θεός και, αφού συνέτριψε τις πύλες, ελευθέρωσε τους απ’ αιώνος δεσμίους.
Αλλά τι είναι αυτές οι πύλες που τις συνέτριψε ο Κύριος; Ο άδης με τις πύλες του, που εκλείδωνε τους απ’ αιώνος νεκρούς είναι η ξεπεσμένη από τον Θεό ανθρωπότητα. Ο Χριστός παίρνοντας κοντά του τους νεκρούς, συνέτριψε όλες τις αλυσίδες του θανάτου, έφερε την ενότητα, την ζωή και το φως, εκεί όπου κυριαρχούσε το σκοτάδι του θανάτου και η μοναξιά.
Κατερχόμενος στην βασιλεία του θανάτου, ο Χριστός ενίκησε διά παντός τον θάνατο και μετέδωσε και εκεί την αιώνια ζωή. Από εδώ πηγάζει η μεγάλη και ασυγκράτητη χαρά της Αναστάσεως. Από τώρα πλέον ο θάνατος και ο άδης δεν έχουν δυνάμεις. Η Εκκλησία είναι ο τόπος, όπου οι πύλες του άδου δεν θα κλειδώσουν πλέον ποτέ τον άνθρωπο. «Ὅτε κατῆλθες πρὸς τὸν θάνατον, ἡ Ζωὴ ἡ ἀθάνατος, τότε τὸν ἅδην ἐνέκρωσας τῇ ἀστραπῇ τῆς θεότητος…». «Ἡ ζωὴ ἐν τάφῳ κατετέθης, Χριστέ, καὶ θανάτῳ σου τὸν θάνατον ὤλεσας, καὶ ἐπήγασας τῷ κόσμῳ τὴν ζωήν».