Σημαινόμενα στην ακολουθία των κεκοιμημένων (Σκαλτσής Παναγιώτης, Καθηγητής Τμήματος θεολογίας Α.Π.Θ.)

(3 άτομα το έχουν διαβάσει)

«Τί σημαίνουν στὴ Νεκρώσιμη Ἀκολουθία ἡ ψαλμωδία τοῦ Ἀμώμου, ὁ ἀσπασμὸς τοῦ νεκροῦ, ἡ ἔκχυση ἐλαίου κατὰ τὴν ταφὴ καὶ ἡ μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τεσσαρακονθήμερος θεία Λειτουργία;»

Γιὰ τὰ σημαινόμενα στὴν Ἀκολουθία τῶν κεκοιμημένων ὑλικὸ ἀντλοῦμε ἀπὸ τὸν ἑρμηνευτὴ τῶν λειτουργικῶν θεμάτων ἅγιο Συμεῶν Θεσσαλονίκης. Σχετικὰ μὲ τὸν Ἄμωμο, ψαλμὸ 118, ποὺ ἐντάχθηκε στὴν Ἀκολουθία τὸν 11ο αι.[1], ὁ ἅγιος τονίζει ὅτι οἱ στίχοι τοῦ Ἀμώμου, σὲ τρεῖς μάλιστα στάσεις, ψάλλονται γιὰ νὰ τονισθεῖ ἡ μεγάλη σημασία τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ψυχὴ τοῦ ἀπελθόντος ἀδελφοῦ (PG 155, 681 D 684 A), «τήν τε πολιτείαν προγράφουσι τοῦ Σωτῆρος καὶ τὴν τῶν ἁγίων ζωήν», σύμφωνα μὲ τὴν ὁποίαν ὀφείλει νὰ ζήσει ὁ καθένας μας [2]. Σύγχρονοι δὲ ἑρμηνευτὲς τῆς Νεκρωσίμου Ἀκολουθίας ἐπισημαίνουν τὴν ὠφέλεια ποὺ ἔχει ἡ ψαλμωδία τοῦ Ἀμώμου καὶ γιὰ τοὺς ζῶντες, ἀφοῦ τό ἄκουσμά του διεγείρει πρὸς μετάνοιαν καὶ κατάνυξη (PG 155, 684 A). Τὸ «Ἀλληλούια» ποὺ ψάλλεται σὲ κάθε στίχο τῆς πρώτης στάσης τοῦ Ἀμώμου σημαίνει τὴ δευτέρα τοῦ Κυρίου παρουσία, τὸ δὲ «Ἐλέησόν με Κύριε», ποὺ ὡς ἐφύμνιο ψάλλεται μετὰ ἀπὸ κάθε στίχο τῆς δεύτερης στάσης, εἶναι «ἡ οἰκειοτάτη καὶ θεοφιλὴς προσευχή» [3]. Τὰ Εὐλογητάρια ποὺ ἀκολουθοῦν, ὡς νεκρώσιμα ἰδιόμελα, εἶναι στιχηρὰ τοῦ Ἀμώμου.

Μετὰ τὰ ἀναγνώσματα διαβάζεται πάλι εὐχὴ «καὶ μετ’ αὐτὴν ὁ ὕμνος τοῦ ἀσπασμοῦ καὶ ὁ ἐπιτελεύτιος ἀσπασμός». Ἡ πράξη αὐτὴ τοῦ ἀσπασμοῦ γίνεται «διὰ τὴν μετάβασιν καὶ τὸν ἀπὸ τῆς ζωῆς ταύτης χωρισμὸν καὶ ὡς κοινωνία καὶ ἕνωσὶς ἐστιν». Ὁ ἅγιος Συμεῶν βλέπει τὸν συμβολισμὸ αὐτὸ στὴν προοπτικὴ τῆς πλήρους κοινωνίας ὅλων τῶν πιστῶν μὲ τὸν Χριστὸ κατὰ τὴν Ἀνάσταση. Τὸν ἀσπασμὸ ἀκολουθεῖ «πάλιν ἐπὶ τῷ τέλει εὐχή, ὡς σφραγὶς τελοῦσα τῶν ὕμνων» καὶ γίνεται ἡ ἀπόλυση (PG 155, 685 B).

Ὁ ἀσπασμὸς καὶ τὸ «αἰωνία ἡ μνήμη» ποὺ ἀκολουθεῖ εἶναι σὰν ἀπόθεση τοῦ κεκοιμημένου στὸν Θεὸ «καὶ δέησις ὑπὲρ αὐτοῦ παρ’ ἡμῶν». Ἡ δὲ τελικὴ εὐχὴ «ὡς δῶρὸν ἐστι καὶ τελείωσις καὶ εἰς τὴν τοῦ Θεοῦ ἀπόλαυσιν παραπέμπουσα». Γι’ αὐτὸ καὶ γίνεται ἡ κατάθεση τοῦ λειψάνου στὸν τάφο καὶ ψάλλεται ὁ τρισάγιος ὕμνος «εἰς τὴν τῆς Τριάδος δοξολογίαν». Ἡ ταφὴ ἔρχεται ὡς ἐφαρμογὴ καὶ ἐκτέλεση τοῦ θείου προστάγματος «γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ» (Γέν. 3, 19).

Ἡ διὰ τοῦ σταυροῦ σφράγιση τοῦ τάφου καὶ ἡ ἔκχυση «σταυροειδῶς» τοῦ ἐλαίου κηρύττουν τὴν Ἀνάσταση. Διότι μολονότι εἴμαστε θνητοί, «ἀλλ’ ὅμως ἀναστησόμεθα διὰ τοῦ ὑπὲρ ἡμῶν σαρκωθέντος τε καὶ ἀποθανόντος σαρκὶ καὶ ἀναστάντος καὶ τὴν ἀνάστασιν ἡμῖν χορηγήσαντος» (ΡG 155, 685 CD). Ὅπως δὲ στὸ Βάπτισμα ὑπάρχει νερὸ καὶ λάδι, ἔτσι αὐτὰ τὰ στοιχεῖα χρησιμοποιοῦνται καὶ στὴν ταφή, γιὰ ὅσους ἔζησαν μὲ πίστη. Μὲ τὸ νερὸ ὁ νεκρὸς νίπτεται στὴν ἀρχὴ τῆς τελετῆς «σταυροῦ τύπῳ», μὲ τὸ λάδι δὲ ἀλείφεται στὸ τέλος. «Τὸ γὰρ ἔλαιον τῶν ἀγώνων ἐστὶ σημαντικὸν καὶ ὅτι ὁ κοιμηθείς, καλῶς καὶ εὐσεβῶς ἀγωνισάμενος, τετελείωται καὶ τοῦ θείου ἐλέους ἀξιωθήσεται καὶ τῆς λαμπρᾶς ἱλαρότητος τοῦ θείου φωτός» [4].

Ὅταν τέλος ρίχνεται τὸ χῶμα πάνω στὸ σῶμα, ἐπιλέγεται εὐχαριστήριος εὐχὴ «ὡς σφραγὶς καὶ τελείωσις». Ὅλοι τότε προσκυνοῦν τὸν Θεὸ δώδεκα φορὲς ὑπὲρ τοῦ κεκοιμημένου «εἰς ἐξιλέωσιν τῆς αὐτοῦ ζωῆς». Οἱ προσευχὲς δὲ γι’ αὐτὸν εἶναι συνεχεῖς καὶ «καθ’ ἑσπέραν τε καὶ πρωὶ οὐ παύονται». Ἐκεῖνο ποὺ περισσότερο ἀπ’ ὅλα τ’ ἄλλα ὠφελεῖ τοὺς κεκοιμημένους εἶναι ἡ τέλεση τῆς θείας Εὐχαριστίας κάθε ἡμέρα. Ἀφήνει μάλιστα νὰ ἐννοηθεῖ ὅτι ὅσο περισσότερες Λειτουργίες γίνουν γιὰ κάποιον ἀπελθόντα, τόσο περισσότερο ὠφελεῖται αὐτός, ἀλλὰ ὠφελοῦνται καὶ οἱ προσφέροντες. Τουλάχιστον ὅμως ἡ ἐπὶ τεσσαρακονθήμερον τέλεση τῆς θείας Εὐχαριστίας εἶναι ἀναγκαία· «Τί γὰρ ἄλλο ἐπωφελέστερον τοῦ θύεσθαι τὸν Χριστὸν ὑπὲρ ἡμῶν;» (PG 155, 688 BC).

 

________________

Σημειώσεις:

  1. Ἰωάννης Μ. Φουντούλης, «Νεκρώσιμα Τελετουργικά», στὸ Τελετουργικὰ Θέματα, «Εὐσχημόνως καὶ κατὰ τάξιν» [Σειρὰ «Λογικὴ Λατρεία», 12], Ἀθήνα: Ἀποστολικὴ Διακονία 2002, σ. 154.
  2. Ἀνδρέας Θεοδώρου, «Ἄμωμοι ἐν ὁδῷ Ἀλληλούια». Σχόλιο ἑρμηνευτικὸ στὴ Νεκρώσιμη Ἀκολουθία, Ἀθήνα: Ἀποστολικὴ Διακονίας 1990, σ. 38.
  3. Ἀνδρέας Θεοδώρου, ο.π., σ. 38-39. 4. ΡG 155, 688Α. Γιὰ τὴ χρήση τοῦ ἐλαίου στὴν ἐκκλησιαστικὴ ταφὴ βλ. πρώτ. Δ.Β. Τζέρπος, Ἡ ἀκολουθία τοῦ Νεκρωσίμου Εὐχελαίου…, Ἀθήνα 2000, σ. 125-141.

 

(Περιοδικό “Ἐφημέριος”, ἔτ. 68ον, τεύχ. 4ον, Ἰούλιος – Αὔγουστος 2019)

 

(Πηγή ψηφ. κειμένου: agiazoni.gr)

Κοινοποίηση:
[Ψήφοι: 0 Βαθμολογία: 0]
Both comments and pings are currently closed.
Powered by WordPress and ShopThemes