«Διεγέλα τὰ πάντα, γέλωτος ὁρῶν ἄξια, τὰ τοῖς πολλοῖς σπουδαζόμενα» (ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος)
Νομίζω, εἶναι τοῦ Ντοστογιέφσκι ἡ παρακάτω μυρίπνοος φράση: «Τρία πράγματα μᾶς θυμίζουν τὸν χαμένο παράδεισο: τὸ ἄρωμα τῶν λουλουδιῶν, τὸ κελάιδισμα τῶν πουλιῶν καὶ τὸ γέλιο τῶν παιδιῶν». Καὶ τὸ γέλιο δὲν εὐφραίνει μόνον τὴν ἀκοή, ἀλλὰ καὶ τὴν ὅραση, τὸ βλέπεις, ζωγραφίζεται στὸ πρόσωπο, ποὺ λάμπει ἀπὸ χαρά.
Κατ᾽ ἐξοχὴν χῶρος γέλιου, παιδιᾶς καὶ χαρᾶς εἶναι ἡ σχολικὴ αἴθουσα. Εἶναι φῶς ἡ αἴθουσα, ἔτσι ἑρμηνεύεται ἐτυμολογικῶς ἡ λέξη. Ὅποιος τὴν ἐπινόησε γιὰ τὰ σχολεῖα, ἦταν ποιητὴς ὁ ἄνθρωπος. Ἡ λέξη πρωτοφανερώθηκε στὶς «ἀμμουδιὲς τοῦ Ὁμήρου». Παράγεται ἀπὸ τὸ ρῆμα «αἴθω» ποὺ σημαίνει καίω καὶ φωτίζω καὶ λάμπω. Ὁ αἴθριος καιρός, ὁ αἰθέριος, ἡ αἰθάλη (=καπνιά), ὁ Αἰθίοπας (ὁ ἔχων καμένη ὄψη, ὁ μαῦρος), ὅλες ἀπὸ τὸ «αἴθω». Διαβάστε περισσότερα »





