(Απομαγνητοφωνημένη ομιλία που εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 28-3-1993)
Σήμερα, αγαπητοί μου, η Εκκλησία μας άγει την τετάρτην Κυριακήν των Νηστειών. Σε αυτήν την Κυριακή προβάλλει το πρόσωπον του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος, συγγραφέως του βιβλίου «Κλίμαξ», για να μας θυμίσει ότι σκαλί- σκαλί πρέπει να ανεβαίνουμε την κλίμακα των αρετών. Αλήθεια, μια Σαρακοστή γίνεται κλίμακα ανοδικής πορείας; Τίθεται το ερώτημα. Ή μένουμε μόνο σε μια τυπική νηστεία, που πολλές φορές μας καλλιεργεί μια κρυφή υπερηφάνεια; Μάλιστα είναι μια ευκαιρία, μια που έγινε λόγος αν δεν έχουμε γνωρίσει αυτό το θαυμάσιον βιβλίον της «Κλίμακος» μέχρι τώρα, ευκαιρία να το γνωρίσουμε, να το προσεγγίσουμε. Είναι θαυμάσιο βιβλίο.
Ακόμη η Εκκλησία μας προβάλλει και την ευαγγελική περικοπή που αναφέρεται στη θεραπεία ενός δαιμονιζόμενου νέου, που έγινε ευθύς μετά την κάθοδο του Κυρίου μας από το όρος Θαβώρ, μετά τη Μεταμόρφωση. Και εκείνος ο ταλαίπωρος πατέρας αυτού του δαιμονιζόμενου παιδιού, λέγει στον Κύριον: «Διδάσκαλε, ἤνεγκα τὸν υἱόν μου πρός σε(:έφερα τον υιόν μου σε σένα), ἔχοντα πνεῦμα ἄλαλον. καὶ ὅπου ἂν αὐτὸν καταλάβῃ, ῥήσσει αὐτόν(:τον ρίχνει κάτω), καὶ ἀφρίζει καὶ τρίζει τοὺς ὀδόντας αὐτοῦ, καὶ ξηραίνεται(:γίνεται αναίσθητος)». Πρόκειται για μια φρικτή περιγραφή δαιμονιζόμενου ανθρώπου και μάλιστα νέου ανθρώπου. Αλλά ταυτόχρονα προβάλλεται και η ιστορία ενός γονιού που πάσχει ένεκα του δαιμονιζομένου παιδιού του. Το παιδί δαιμονισμένο. Ο γονιός σε απόγνωση. Αλλά ας προσεγγίσουμε να δούμε αυτά τα δύο τραγικά πρόσωπα. Το παιδί, ο νέος, είχε δαιμόνιο· που η συμπεριφορά του τον καθιστούσε άλαλον και κωφόν. Ούτε άκουγε το παιδί, ούτε λαλούσε. Όχι ότι δεν άκουγε και δεν λαλούσε αλλά όταν δαιμονίστηκε, ούτε άκουγε ούτε λαλούσε. Είχε λοιπόν πνεύμα άλαλον και κωφόν. Εκ του αποτελέσματος κρίνουμε το δαιμόνιον πώς ενεργεί. Και το αποκαλούμε έτσι.