Πρέπει νὰ γνωρίζουμε ὅτι οἱ χριστιανοὶ εἶναι χριστιανοί, ὅταν σκέπτονται, καθένας μόνος του ἀλλὰ καὶ μεταξύ τους, ὡς σύνολο, ὅ,τι εἶναι «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ», διότι αὐτὸ εἶναι τροφὴ αἰώνια γιὰ τὴν ἀνθρώπινη ψυχή. Ἡ ἀνθρώπινη σκέψη παραμένει ἀτελὴς καὶ ἀνολοκλήρωτη ὅσο δὲ μεταμορφώνεται μὲ τὴ χάρη τοῦ Χριστοῦ σε Χριστοσκέψη και Θεοσκέψη. Γι’ αὐτὸ τὸ λόγο καὶ ὁ πόθος τῆς ἄγρυπνης χριστιανικῆς ψυχῆς καὶ ὁ στεναγμὸς της μέρα καὶ νύχτα μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὰ δάκρυα εἶναι ὁ ἑξῆς: Γλυκύτατε Κύριε, κάθε σκέψη μου μεταμόρφωσε τὴν σε Θεοσκέψη! Πανάγαθε Κύριε, κάθε αἴσθησή μου μεταμόρφωσε τὴν σε Θεοαίσθηση!

Άνθρωποι με μισή καρδιά (Βασίλης Καραποστόλης, Ομότ. Καθηγητής Πολιτισμού και Επικοινωνίας τού Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών)

Πάει πολύς καιρός από τότε που οι Έλληνες ένιωσαν την ανάγκη να υμνήσουν κάτι.
Στη σωτηρία του ανθρώπου συνεργούν συγχρόνως και η Χάρη του Θεού και η θέληση του ανθρώπου (Άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως)

Ομιλία Ζ’: Η Σωτηρία κατορθώνεται και με τη Χάρη του Θεού και με τη θέληση του ανθρώπου
«Ουδείς επιγινώσκει τον Υιόν, ει μη ο πατήρ, ουδέ τον πατέρα τις επιγινώσκει ει μη ο Υιός, και ω εάν βούληται ο Υιός αποκαλύψαι»
(Μτ. ια΄ 27)
Κυριακή του Τυφλού: Ο εκ γενετής τυφλός († Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος Bloom)

Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἀκούσαμε σήμερα τὴν ἱστορία τοῦ ἐκ γενετοῦς τυφλοῦ. Δὲν ἔχουμε ἐμπειρία τὶ εἶναι ἡ ἐκ γενετῆς τύφλωση, ἀλλὰ μποροῦμε νὰ φανταστοῦμε πῶς ἦταν αὐτὸς ὁ ἄνδρας ποὺ ἦταν κλεισμένος στὸν ἑαυτό του, πῶς ὁ κόσμος γύρω του ἦταν γι’ αὐτὸν ὅπως ἕνας ἦχος μακρυνὸς, κάτι ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ φανταστεῖ, νὰ ἔχει εἰκόνα. Ἦταν φυλακισμένος μέσα στὸ ἴδιο του τὸ σῶμα. Μποροῦσε νὰ ζήσει μὲ φανταστικὲς εἰκόνες, νὰ ἐπινοήσει ἕναν κόσμο, μποροῦσε μὲ τὴν ἀφὴ καὶ τὴν ἀκοὴ νὰ προσεγγίσει ὅ,τι ὑπῆρχε πραγματικὰ γύρω του· ἀλλὰ ἡ συνολικὴ πραγματικότητα τοῦ ἦταν ἀπρόσιτη.
Θυσιαστική αγάπη και άγιο μίσος (Πρωτοπρ. Θωμάς Βαμβίνης)

Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή εἶναι εἰκόνα τοῦ παρόντος αἰῶνος, μέσα στόν ὁποῖο οἱ πεπτωκότες ἄνθρωποι ἑτοιμαζόμαστε γιά τόν μέλλοντα αἰώνα, τίς πύλες τοῦ ὁποίου μᾶς ἄνοιξε ἡ ἄκρα ταπείνωση καί ἡ ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ μέ τόν σταυρό, τήν ταφή καί τήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Τά γεγονότα αὐτά τά ζοῦμε τελετουργικά κατά τήν Μεγάλη Ἑβδομάδα. Θά ἔπρεπε, βέβαια, νά τά ζοῦμε καί ἐμπειρικά μέσα στή δική μας ὕπαρξη, νά τά ζοῦμε σάν δική μας ἑκούσια σταύρωση, δική μας ταφή καί ἀνάσταση, νά προσλάβουμε δηλαδή ὡς ἦθος, ὅσο χωροῦμε, τήν ταπείνωση καί τήν σταυρική ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.