Το 2020 και με αφορμή τη συνεχιζόμενη (ήδη από τότε!) ελεύθερη πτώση των βάσεων των σχολών ανθρωπιστικών σπουδών, είχα δημοσιεύσει ένα άρθρο με τίτλο: «Η χαμένη τιμή των Φιλολόγων». Οι διαπιστώσεις εκείνες ισχύουν και σήμερα και δεν έχει νόημα να επαναληφθούν και φέτος. Εξάλλου είναι πλέον κοινές. Με την ίδια αφορμή και τον ίδιο τίτλο τον Ιούλιο του 2024 είχε δημοσιεύσει στην Καθημερινή ο Τάκης Θεοδωρόπουλος ένα άρθρο με έμφαση στην προτεραιότητα υπεράσπισης του πολιτισμικού αγαθού της ελληνικής γλώσσας.
Ούτε έχει νόημα να επιμένουμε επιχειρηματολογώντας υπέρ της αξίας των ανθρωπιστικών σπουδών για το σύνολο της κοινωνίας˙ όχι γιατί δεν αυτό δεν ισχύει, ισχύει και με το παραπάνω, αλλά διότι απλούστατα αυτό δε φαίνεται να συγκινεί ούτε αυτούς που λαμβάνουν τις αποφάσεις, αλλά ούτε και την κοινωνία. Η μεγάλη πλειοψηφία των υποψηφίων στις πανελλαδικές εξετάσεις δεν έχει ως πρώτη της επιλογή τις ανθρωπιστικές σπουδές, όπως δεν έχει και τις σπουδές στα Μαθηματικά και τη Φυσική και γενικότερα τα τμήματα από τα οποία ένα μικρό ποσοστό μπορεί να ελπίζει ότι κάποτε θα εξασκήσει το επάγγελμα του καθηγητή Μέσης Εκπαίδευσης είτε στον ιδιωτικό είτε στον δημόσιο τομέα.
Σημασία έχει να προχωρήσουμε ένα βήμα παραπέρα, αφήνοντας στην άκρη τη μεμψιμοιρία και τη μοιρολατρία για την απαξίωση των ανθρωπιστικών σπουδών σε μία κοινωνία που τείνει να απωλέσει ακόμη και τη δυνατότητα να διαλέγονται τα μέλη της πολιτισμένα και να παράγει δημιουργικό έργο για το κοινό καλό. Ειδικά στον αγγλοσαξονικό κόσμο, οι ανθρωπιστικές σπουδές και αξίες είτε περιφρονούνται ως μη «αποδοτικές» είτε μεταλλάσσονται σε στάσεις και συμπεριφορές αμόρφωτων φανατικών με μηδενική ανοχή στην αντίθετη άποψη, συχνά υπό τον μανδύα ενός κακώς εννοούμενου προοδευτισμού στο πλαίσιο του οποίου, ο Όμηρος ακυρώνεται ως υμνητής της βίας και ο Πλάτωνας ως σεξιστής ενώ τα κλασικά αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας λογοκρίνονται προκειμένου να γίνουν αποδεκτά από το νέο ιερατείο μιας υποκριτικής και συμπλεγματικής «πολιτικής ορθότητας».
Διαβάστε περισσότερα »