«Μακάριοι όσοι δεν κηρύττουν με λόγια το Ευαγγέλιο, αλλά το ζούνε και κηρύττουν με τη σιωπή τους, με την Χάρη του Θεού, η οποία τους προδίδει».
Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης
«Μακάριοι όσοι δεν κηρύττουν με λόγια το Ευαγγέλιο, αλλά το ζούνε και κηρύττουν με τη σιωπή τους, με την Χάρη του Θεού, η οποία τους προδίδει».
Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης
Ἂν ἡ καρδιά σου εἶναι ταραγμένη ἀπὸ τὴν ἐπήρεια τοῦ πονηροῦ πνεύματος, καλύτερα νὰ μὴ μιλᾶς στοὺς ἄλλους.
Πρὸ πάντος, γιὰ νὰ τοὺς διορθώσῃς. Θὰ προκαλέσης πιθανώτατα θυμὸ καὶ ὄχι διόρθωσι. Μιὰ τέτοια ἐσωτερικὴ κατάστασις σημαίνει ὅτι εἴμαστε ἀνάξιοι νὰ διδάξουμε τοὺς ἄλλους. Πρῶτα διῶξε τὸν ἐχθρό, εἰρήνευσε τὴν καρδιά σου καὶ κατόπιν μίλα.
Δεν εἶναι εὔκολο νά γράψῃ κανείς γιά ἕναν Ἅγιο, διότι ἄν δέν μοιάζῃ ἔστω καί λίγο μαζί του, ὑπάρχει φόβος νά τόν ἀδικήσῃ καί, χωρὶς νά τό θέλῃ, νά βλάψῃ τοὺς ἀναγνώστες. Βλέπουμε ὅτι οἱ καλύτερες βιογραφίες Ἁγίων εἶναι αὐτὲς ποὺ ἔχουν γραφῇ ἀπό Ἁγίους.
Γιά τόν λόγο αὐτό, πάντοτε ἀπέφευγα νά γράψω ἤ νά μιλήσω γιά τόν Ἅγιο, διότι δέν αἰσθάνομαι πῶς εἶμαι ὁ κατάλληλος νά μιλήσω γι’ αὐτόν.
Ἐν τέλει ὅμως, ὑπεχώρησα στήν παράκλησιν ἀγαπητῶν ἀδελφῶν καί συλλειτουργῶν, νά καταθέσω κάτι ἀπό ὅσα μέ ἠξίωσε ὁ Θεός νά ζήσω ἤ νά ἀκούσω ἐπὶ τρεῖς δεκαετίες περίπου κοντά στόν Ἅγιο.
Ἀνεπαύθηκα στήν σκέψιν ὅτι τά φτωχά μου λόγια γιά τόν Ἅγιο Παΐσιο μποροῦν νά θεωρηθοῦν ὡς ταπεινὴ ἐκδήλωσις εὐγνωμοσύνης γιά ὅσα μοῦ προσέφερε ἡ ἀγάπη του.
«Αυτό το πρόβλημα που σε απασχολεί, παιδί μου, άφησέ το σε μένα. Θα το φορτωθώ εγώ. Εσύ προσευχήσου, μείνε ήρεμος, έχε ειρήνη μέσα σου και πρόσεχε τη ζωή σου. Όλα θα γίνουν κατά το θέλημα του Χριστού».
Αυτά είναι λόγια του μακαριστού Γέροντα Συμεών Κραγιόπουλου, τα οποία άκουσαν πολλά πνευματικά παιδιά του. Καθώς σε κοίταζαν τα γαλανά, καλοσυνάτα και γεμάτα αγάπη μάτια του, μαζί με τη συγχωρητική ευχή που σου διάβαζε σε γέμιζαν εσωτερική γαλήνη. Έβγαινες από το εξομολογητήριο και αισθανόσουν άλλος άνθρωπος. Ανάλαφρος, πράος, συγκινημένος, σαν να σου έδινε κάτι από μέσα του, από την προσωπική του ζωή, από τα προσωπικά του βιώματα, από την ψυχή του, από την προσωπική του σχέση με τον Χριστό. Αυτό που δεν μπορούσες να νιώσεις ο ίδιος, εξαιτίας της άτακτης ζωής που έκαμνες, επέτρεπε με την προσευχή του να το αισθανθείς και μήπως, αν υπήρχε λίγο φιλότιμο μέσα σου, ερχόσουν σε συναίσθηση και άλλαζες τρόπο ζωής.
Δὲν ἦταν πάντα τόσο «γλυκύς», ὅσο μᾶς ἀρέσει νὰ τὸν φανταζόμαστε. Ἕτοιμοι νὰ συμβιβαστοῦμε με τὴν συνείδησή μας, κάθε φορὰ ποὺ μᾶς ἐλέγχει, πρόθυμοι νὰ συχωρέσουμε τὶς ἀδυναμίες μας, ὅταν ἀμετανόητοι ἐνδίδουμε πάλι στὶς παρορμήσεις μας, ἔχουμε σχηματίσει μέσα στὴν φαντασία μας ἕνα Θεὸ ἁπλοϊκὰ καλοκάγαθο, ποὺ μόνο τὴν ἐπιείκεια ξέρει, καὶ με ἀνεξάντλητη ὑπομονή χαρίζει τὴν συγγνώμη του, ἅμα (στὶς σπάνιες στιγμὲς τῆς μεταμέλειας) σκύβουμε ταπεινωμένοι τὸ κεφάλι. Γιὰ τοῦτο, καὶ στὴν μορφὴ ποὺ μᾶς ἱστοροῦν τὰ Εὐαγγέλια, προσέχουμε μόνο τὰ χαρακτηριστικά, ποὺ θὰ θέλαμε νὰ ἔχει αὐτὸς ὁ πολὺ βολικὸς Θεὸς μας: τὴν συγκατάβαση, τὴν ἀνεκτικότητα, τὴν ἀπέραντη ἐπιείκεια. «Γλυκύτατο Ἰησοῦ» τόν λέμε, καὶ μὲ τρυφερότητα ἀναπολοῦμε κάθε χρόνο, μέσα στό φῶς καὶ στὰ ἀρώματα τῆς ἄνοιξης, τό μαρτύριό του ἀπό τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ ἤξερε ὣς τὴν ὕστερή του ὥρα νὰ τοὺς συχωράει, μὲ μιὰ δικαιολογία ποὺ μᾶς ἀνακουφίζει: «Οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι»…
Δύο πολύτιμες προσωπικές μαρτυρίες υπάρχουν για τις τελευταίες ώρες του Μητροπολίτη της Σμύρνης Χρυσοστόμου και των Δημογερόντων Νικολάου Τσουρουκτσόγλου και Γεωργίου Κλιμάνογλου.