Υπερτουρισμός: Η θεμελιώδης αντίφαση ενός φαινομένου (Γιώργος Ρακκάς, πολιτικός επιστήμονας και διδάκτορας κοινωνιολογίας)

(28 άτομα το έχουν διαβάσει)
Και αυτό το καλοκαίρι η άνοδος των τιμών στα ελληνικά νησιά λόγω της τεράστιας τουριστικής ζήτησης από το εξωτερικό σχολιάστηκε εκτενώς, καθώς μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας πλέον αδυνατούν να ανταποκριθούν στα κόστη διαμονής, φαγητού κ.λπ. και στρέφονται σε πιο οικονομικούς περιορισμούς της ηπειρωτικής Ελλάδας.
Θα αναρωτηθεί κανείς: Τι σχέση έχει η συγκεκριμένη επισήμανση με την ενίσχυση της τουριστικής διάστασης των ελληνικών πόλεων και τις επιπτώσεις που συνεπάγεται για τους κατοίκους τους;

Έχει σωρευτικά, καθώς έτσι εντείνεται μια αίσθηση περικύκλωσης. Είτε μιλάμε για το ελληνικό καλοκαίρι στα νησιά του Αιγαίου είτε για το Παγκράτι, το Κουκάκι, τον Νέο Κόσμο ή το κέντρο της Θεσσαλονίκης, για πολλούς ανθρώπους εκείνο που κάποτε ήταν προσβάσιμο και κοινό, πλέον, δεν είναι. Και στην περίπτωση των πόλεων η δυσανεξία αυξάνεται καθώς δεν μιλάμε πια για τόπους αναψυχής αλλά για τόπους κατοικίας.

Το να αισθάνεται κανείς ξένος στον ίδιο του τον τόπο συνοψίζει με τον πιο παραστατικό τρόπο το πρόβλημα του υπερτουρισμού. Καθώς γειτονιές και συνοικίες αλλάζουν όψη και χρήσεις, οι κάτοικοι αρχίζουν και αισθάνονται ότι μετατοπίζονται στο περιθώριο. Έτσι, εν τέλει, αλλάζει και η κοινωνική τους σύνθεση. Το πρόβλημα είναι πολυδιάστατο – πέρα από το στεγαστικό ζήτημα και την αύξηση των ενοικίων και της αγοράς κατοικίας σε συνοικίες όπως το Κουκάκι και περιοχές του Παγκρατίου ή το κέντρο της Θεσσαλονίκης. Η υπερτουριστική πόλη είναι η πόλη που υποφέρει από την απανταχού παρουσία του τουρισμού.

Ολόκληρες γειτονιές μεταβάλλονται σε ζώνες vintage διασκέδασης – με την εστίαση και τα μπαρ να κυριαρχούν στην τοπική αγορά εξοβελίζοντας σταδιακά τις υπόλοιπες δραστηριότητες. Ο «νυκτερινός χαρακτήρας» τους αντιφάσκει με τις ανάγκες της καθημερινότητας· αυτό γίνεται αισθητό ακόμα και μέσα στις πολυκατοικίες, όπου η συνύπαρξη κατοίκων και επισκεπτών συχνά συνεπάγεται αντιθέσεις· παράδειγμα, οι ώρες κοινής ησυχίας. Είναι τυχαίο, άραγε, ότι οι «πόλεις που ποτέ δεν κοιμούνται» συνήθως είναι ταυτοχρόνως και «πόλεις χωρίς παιδιά»; Στη μία εκδοχή ή την άλλη, διαφορετικές προτεραιότητες και ρυθμοί ζωής, διαφορετική σύνθεση πληθυσμού.

Υπάρχουν επίσης οι εμπορικές πιάτσες, οι υπαίθριες και στεγασμένες αγορές. Ισχύει και εδώ η παράδοξη εξίσωση του σύγχρονου τουρισμού, όπου η αυθεντικότητα συνεπάγεται τουριστική δημοφιλία, όμως η τελευταία μειώνει την αξία χρήσης για τους κατοίκους – επομένως χάνεται και η αυθεντικότητα.

Η αστοχία της ανάπλασης της Μοδιάνο στη Θεσσαλονίκη είναι εξόχως χαρακτηριστική. Ακολούθησε την αισθητική μιας τουριστικά φινιρισμένης εντοπιότητας, όμως έχασε την πάλλουσα λαϊκότητα που κάποτε τη χαρακτήριζε. Η συνέπεια να παραμείνει άψυχη στην καινούργια της εκδοχή – περισσότερο τόπος για σέλφι, παρά αγορά.

Τα παραπάνω μάς εισάγουν σε δύο ευρύτερα ζητήματα που ταλανίζουν τις πόλεις οι οποίες γίνονται υπέρμετρα τουριστικές. Το πρώτο αφορά τα κοινά: δημόσιοι πόροι και υποδομές, από τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς μέχρι το νερό. Θυμάται κανείς τις διαδηλώσεις με τα νεροπίστολα στη Βαρκελώνη. Λόγω παρατεταμένης ξηρασίας επιβλήθηκε ανώτατο όριο κατανάλωσης στους κατοίκους, από το οποίο ξέφυγε ο τουριστικός κλάδος· δύο διαφορετικοί κόσμοι, και η αναπόφευκτη σύγκρουση μεταξύ τους.

Το δεύτερο αφορά τον τύπο της οικονομίας. Ένας ανέμελος καπιταλισμός χτίζεται μεταξύ άλλων και μέσα από την επικέντρωση στον τουρισμό· 1,4 δισ. ευρώ ξοδεύτηκαν ώστε να καταστεί ο Σηκουάνας κατάλληλος προς κολύμβηση. Η προσπάθεια δεν απέδωσε τα αναμενόμενα αποτελέσματα, το πρόβλημα όμως βρίσκεται αλλού: γιατί ντε και καλά μια παγκόσμια μητρόπολη σαν το Παρίσι να αισθάνεται την υποχρέωση να προσφέρει έναν ποταμό κατάλληλο για κολύμβηση στο κέντρο της; Μπορεί μια πόλη να είναι «όλα σε ένα» ή μήπως αυτό τη λυγίζει; Το Παρίσι, πάντως, και η Βαρκελώνη κινδυνεύουν να γίνουν πόλεις δίχως μεσαία και λαϊκά στρώματα –ένα πολυθεματικό πάρκο ευκατάστατων τάξεων και επισκεπτών. Κάτι αντίστοιχο – μικρότερης έντασης – συμβαίνει στα κέντρα των ελληνικών πόλεων.
Ίσως να είναι αυτή η μεγαλύτερη αντίφαση της υπερτουριστικής πόλης: επισκέπτες που την κατακλύζουν θέλοντας να ζήσουν σαν ντόπιοι, ντόπιοι που αρχίζουν και αισθάνονται ξένοι στον ίδιο τους τον τόπο.
(Πηγή: “Το ΒΗΜΑ” 17/8/2025)
Κοινοποίηση:
[Ψήφοι: 0 Βαθμολογία: 0]
Both comments and pings are currently closed.
Powered by WordPress and ShopThemes