Φυσικά τα κρίματα του Θεού είναι άβυσσος· αλλά μια από τις πολλές περιπτώσεις ίσως να είναι και αυτή, κατά τον λογισμό μου. Εάν δεν επέτρεπε ο Θεός να συκοφαντηθούν και ορισμένοι δίκαιοι, πώς θα μπορούσαν να καλυφθούν ορισμένοι ένοχοι, που δεν μπορούν να σηκώσουν το σφάλμα τους από εγωισμό; Η μεν γη δεν τους χωράει, και οι δαίμονες ευκαιρία ζητάνε να τους φέρουν σε απόγνωση, να κάνουν κακό στον εαυτό τους, να κολασθούν.
Η πολλή όμως αγάπη του Θεού, για να μην απωλεσθή καμμιά αδύνατη ψυχή, επιτρέπει να κατηγορούνται και να συκοφαντούνται και δίκαιοι, άδικα, αλλά στο τέλος φανερώνεται η αλήθεια.
Οι δίκαιοι λοιπόν, με την αρχοντική τους αυτή αγάπη, δεν αποβλέπουν σε μισθό Ουράνιο με τις καλωσύνες που κάνουν στους συνανθρώπους τους, διότι είναι παιδιά του Θεού και εργάζονται στο σπίτι τους, στην Εκκλησία του Χριστού, φιλότιμα.
Εάν καλοεξέταζε ο άνθρωπος την ωφέλεια την ψυχική και την αγαλλίαση την εσωτερική, που αισθάνεται και σ’ ετούτη την ζωή κι από μια μικρή καλωσύνη που κάνει στον πλησίον του, θα τον παρακαλούσε να την δεχθή και θα τον ευγνωμονούσε ακόμη. Διότι την αλλοίωση που δέχεται η ψυχή, και την χαρά που αισθάνεται η καρδιά του ελεήμονος ανθρώπου, ακόμη και από μια φέτα ψωμί που προσφέρει σ’ ένα ορφανό, δεν μπορεί να του την δώση ούτε και ο μεγαλύτερος καρδιολόγος, κι αν τον πληρώση ένα σακκί δολλάρια.
Φυσικά, όπως ανέφερα, τα παιδιά του Θεού δεν εργάζονται ούτε για τον ουράνιο μισθό, αλλ’ ούτε και για τις πνευματικές αυτές χαρές τούτης της ζωής· γιατί τα παιδιά δεν πληρώνονται από τον Πατέρα, αφού όλη η περιουσία του Πατέρα τους είναι δική τους. Άλλο το τι θα προσφέρη ο Θεός σαν καλός Πατέρας, δώρα θεία και σ’ αυτή την ζωή και στην αιώνια.
Όσοι φυσικά εργάζονται για μισθό, είναι εργάτες· και όσοι αποφεύγουν την αμαρτία για να μην κολασθούν, πάλι για το συμφέρον τους φροντίζουν. Καλό μεν είναι και αυτό, αλλά δεν έχει αρχοντιά, διότι μετά από τόσο μεγάλη θυσία που έκανε ο Χριστός για να μας λυτρώση, από φιλότιμο δεν πρέπει να πάμε στην κόλαση, για να μη Τον λυπήσουμε με το να μας νιώθη ότι υποφέρουμε.
Οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας, τέτοιου είδους αγάπη είχαν για τον Χριστό. Αλλά πολλοί από εμάς δυστυχώς έχουμε φτηνή αγάπη, διότι η φτηνή αγάπη έχει όριο το μέχρι εκεί που δεν κολάζει. Αυτού του είδους η αγάπη είναι συνυφασμένη με την απιστία· δηλαδή να απολαμβάνουμε τα του κόσμου μέχρι εκεί που δεν κολάζει σ’ αυτή την ζωή, αλλά να μην στερηθούμε και τον Παράδεισο.
Εάν μας έλεγε ο Χριστός «παιδιά μου, ο Παράδεισος γέμισε πια και δεν έχω που να σας βάλω», μερικοί από εμάς θα λέγαμε στον Χριστό με αναίδεια· «και γιατί δεν μας το έλεγες αυτό νωρίτερα;» Άλλοι θα έτρεχαν, για να μην χασομερήσουν καθόλου, να προλάβουν και το ένα λεφτό για να το διασκεδάσουν και δεν θα ήθελαν ούτε να ακούσουν για τον Χριστό.
Τα φιλότιμα όμως παιδιά του Θεού θα έλεγαν στον Χριστό με ευλάβεια· «μη στενοχωρήσαι καθόλου για μας, αρκεί που γέμισε ο Παράδεισος αυτό μας δίνει τόσο μεγάλη χαρά, σαν να βρισκώμαστε και εμείς στον Παράδεισο!» και θα συνεχίσουν τους φιλότιμους πνευματικούς αγώνες τους με χαρά, όπως και πριν, γι’ Αυτόν που αγάπησαν με αγνή αγάπη· και ο Χριστός, που είναι όλο Αγάπη, θα φιλοξενήται μέσα στις αγνές καρδιές τους, όπως φιλοξενήθηκε στην Αγία σάρκα της Αγνής Παρθένου.
Οι περιπτώσεις λοιπόν αυτές, όπως του Χατζη-Γεώργη, στις οποίες επιτρέπει ο Θεός να ταλαιπωρούνται δίκαιοι άνθρωποι, δυνατοί, και να σηκώνουν βάρος από αδύνατους ενόχους, βοηθώντας μ’ αυτόν τον τρόπο τους συνανθρώπους τους, είναι φυσικά ελάχιστες. Σ’ αυτές ακριβώς τις περιπτώσεις μπορούμε να πούμε το «κατά παραχώρησιν Θεού» και όχι όταν δίνουμε εμείς δικαιώματα στον πειρασμό, διότι τότε παραχωρούμε εμείς τόπο στον πονηρό. Δηλαδή, τότε λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι. «Πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται …» (Λουκ. ιη’, 14-15).
Κατ’ αυτόν δε τον τρόπο λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι κατά τον λογισμό μου. Όσο πιο ψηλά πετάμε ένα αντικείμενο, με τόσο περισσότερη ορμή τραβιέται κάτω από την έλξη της γης και συντρίβεται (νόμος φυσικός). Όσο υψώνεται κανείς, τόση θα είναι και η πτώση του η πνευματική, και ανάλογα με το ύψος της υπερηφανείας του θα συντριβή. – Εκτός εάν η υπερηφάνεια του ξεπεράση την ανθρώπινη και φθάση την δαιμονική και τότε δεν τον πιάνει ο πνευματικός νόμος σε τούτη την ζωή, αλλά συμβαίνει το Αποστολικό· «Πονηροί άνθρωποι και γόητες προκόψουσιν επί το χείρον, πλανώντες και πλανώμενοι» (Β’ Τιμ. γ’, 13). Όταν όμως ο άνθρωπος καταλάβη αμέσως το ανέβασμα της υπερηφανείας του και ζητήση ταπεινά συγχώρηση από τον Θεό, αμέσως τα σπλαγχνικά χέρια του Θεού τον αρπάζουν με χαρά και τον κατεβάζουν απαλά, χωρίς να γίνη αντιληπτή η πτώση του, και έτσι δεν συντρίβεται, μια που είχε προηγηθή η καρδιακή συντριβή με την μετάνοια που έδειξε.
Το ίδιο δε συμβαίνει και με αυτόν που έδωσε μάχαιρα· όταν μετανοήση ειλικρινά, με πόνο, δεν επιτρέπει ο καλός Θεός να εξοφλήση εδώ με μάχαιρα, αφού η καρδιά του μετανοιωμένου ανθρώπου μαχαιρώνεται από τον έλεγχο της συνειδήσεως και υποφέρει. Τότε του δίνει ο Θεός σαν στοργικός Πατέρας, αντί μάχαιρα, βάλσαμο στην πονεμένη του καρδιά, την θεία παρηγοριά Του.
Εκτός δε από την χάρη που του κάνει, ο Θεός να χαρίση τα σφάλματα των άλλων, επιτρέπει και δοκιμασίες στην ζωή του, κατά το επίμονο αίτημα του.
Μέσα λοιπόν στα κρίματα του Θεού που είναι άβυσσος, βλέπουμε και αυτή την περίπτωση, που συναντούμε σε Προφήτες και Αγίους, όπως και άλλες χιλιάδες περιπτώσεις, και το πιο σπουδαίο απ’ όλα, να αλλάζη ο Θεός, όταν οι άνθρωποι αλλάζουν.
Επομένως, οι πνευματικοί νόμοι διαφέρουν από τους φυσικούς νόμους, διότι οι πνευματικοί έχουν σπλάγχνα, και ο άνθρωπος έχει να κάνη με τον Δημιουργό του, τον Πολυεύσπλαγχνο Θεό.
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
Ο ΓΕΡΩΝ ΧΑΤΖΗ-ΓΕΩΡΓΗΣ
Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ
1809-1886
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
(Πηγή ψηφ. κειμένου: wra9.blogspot.com)