Το μεγάλο όμως θέμα είναι αν οι άνθρωποι, στο πέρασμα του χρόνου και στη διαδοχή των αιώνων, μπορέσουν να διατηρήσουν ζωντανή και ενεργό μια τέτοια πίστη. Το πρόβλημα ακριβώς αυτό εκφράζεται με το εκπληκτικά έντονο και αποκαλυπτικό ερώτημα του Χριστού στο τέλος της παραβολής της χήρας και του αδίκου κριτού: «Πλήν ο Υιός του Ανθρώπου ελθών άρα ευρήσει την πίστιν επί της γης;» (Λουκ. 18, 8).
2. Όπως γίνεται αμέσως φανερό, η ερώτηση αυτή του Χριστού δεν εμφανίζεται σε μια περίπτωση θεωρητικής συζητήσεως περί πίστεως σε γενικό επίπεδο αφηρημένων εννοιών. Αναπηδά απροσδόκητα στο τέλος μιας παραβολής που θίγει άμεσες και φοβερές ανθρώπινες καταστάσεις. Εδώ έχουμε τον άνθρωπο που βασανίζεται αφάνταστα κάτω από την πίεση ισχυρών υπαρξιακών προβλημάτων, που αναζητεί με βαθειά οδύνη και αγωνία, τη διέξοδο, την απελευθέρωση, τη δικαίωση.
Η πίστη, για την οποία γίνεται λόγος στο κείμενο Λουκ. 18, 1-8, είναι μια πίστη που αναφέρεται στη ζωντανή και δυναμική πεποίθηση για την άμεση σχέση του Θεού με τον άνθρωπο και τη ζωή του με τα ψηλαφητά δεδομένα της, τα υπαρξιακά της αδιέξοδα, τα ανοικτά τραύματά της και την εγκόσμια αιχμαλωσία της. Δεν πρόκειται εδώ για ένα φαινόμενο πνευματικής πολυτέλειας ή για ένα ανεύθυνο διανοητικό περιδιάβασμα σε ανώδυνες θεολογικές περιοχές, αλλά για μια γιγάντια πάλη, για μια ουσιαστική και πλήρη εμπλοκή του όλου ανθρώπου με το Θεό, για μια μοναδική δυνατότητα μεταμορφώσεως. Μιας μεταμορφώσεως της ανθρώπινης ζωής μέσω μιας πίστεως που προσεύχεται χωρίς να αποθαρρύνεται (Λουκ. 18, 1), που κρατά ανοικτή και ενεργό τη γραμμή επικοινωνίας με το Θεό μέρα και νύκτα (Λουκ. 18, 7). Με μια τέτοια έννοια του όρου «πίστις», το ερώτημα «πλην ο Υιός του Ανθρώπου ελθών άρα ευρήσει την πίστιν επί της γης;», αναφέρεται στο τραγικό ενδεχόμενο να χαθεί μια τεράστια και μοναδική δυνατότητα για τον ανθρώπινο κόσμο, μια ζωτική και αναντικατάστατη πηγή μεταμορφωτικού δυναμισμού.
Ταυτοχρόνως προειδοποιεί την Εκκλησία και τους πιστούς που ζουν στο σήμερα, στο εκάστοτε σήμερα, να είναι έτοιμοι για τις πιο ακραίες, τις πιο απίθανες, τις πιο απροσδόκητες εξελίξεις στο θέμα της πίστεως και της απιστίας. Μια ραγδαία αύξηση της απιστίας είναι κάτι που δεν θα αιφνιδιάσει όλους εκείνους που πιστεύουν στο Ευαγγέλιο. Από την ώρα που ακούσθηκε το ερώτημα «πλην ο Υιός του Ανθρώπου ελθών άρα ευρήσει την πίστιν επί της γης;» η απιστία ή η έλλειψη πίστεως σε οποιαδήποτε μορφή, ένταση ή έκταση και αν εμφανίζονται δεν πτοούν τους πιστούς. Προκαλούν ασφαλώς βαθειά οδύνη αλλά δεν αιφνιδιάζουν, δεν απογοητεύουν και δεν ενσπείρουν πανικό. Αντίθετα προσκαλούν σε μεγαλύτερη εγρήγορση, σε αυξημένη ετοιμότητα, σε αληθινή αγρυπνία πνεύματος.
Το δεύτερο δεδομένο είναι η υποταγή σε «πνεύματα πλάνης και ψευδηγορίας ανθρώπων κεκαυτηριασμένων τον νουν» (Κύριλλος Αλεξανδρείας). Εδώ πρόκειται για εξοστρακισμό της αληθινής πίστεως μέσω διαδικασιών κυρίως διανοητικών.
Το ερώτημα του Κυρίου, λόγω της γενικώτερης συναφείας του Λουκ. 18, 1-8, φαίνεται να αναφέρεται πιο πολύ στο πρώτο συμβάν, ενώ προϋποτίθεται πιθανώτατα και το δεύτερο. Αυτό τονίζει την ανάγκη από πλευράς Εκκλησίας και Θεολογίας στη μελέτη των ζωτικών θεμάτων πίστεως και απιστίας να υπολογισθεί πολύ η ανθρώπινη ζωή ως ζωή θλίψεων, δοκιμασιών, πλάνης και αδιεξόδων.
Πάντως δεν πρέπει να λησμονηθεί ότι το φοβερό ερώτημα περί πίστεως στο Λουκ. 18, 8 εισάγεται με την έκφραση «ο υιός του Ανθρώπου ελθών…», που δηλώνει την ένδοξη εσχατολογική έλευση του Χριστού. Μέσα στο φως αυτής της ελεύσεως, το πρόβλημα της απιστίας, που κρύβεται στη φράση «άρα ευρήσει την πίστιν επί της γης;», φαίνεται στις πραγματικές του διαστάσεις, στο αληθινό του σχήμα.