Η αξιοπιστία των θείων επαγγελιών
Σχόλιο στο Α’ Ανάγνωσμα της Ακολουθίας της πρώτης ώρας: Μιχ. ε’ 1-3
Τις παραμονές των Χριστουγέννων και των Θεοφανίων, όπως και τη Μεγάλη Παρασκευή, οι ακολουθίες των Ωρών είναι μεγαλύτερες σε έκταση από τις συνήθεις ακολουθίες των υπόλοιπων ημερών τού έτους, καθώς προστίθενται, μεταξύ άλλων, στο τελετουργικό τους και τρία βιβλικά αναγνώσματα, ένα από την Παλαιά Διαθήκη και δύο από την Καινή (Απόστολος και Ευαγγέλιο). Για τον λόγο αυτό οι συγκεκριμένες ακολουθίες ονομάζονται «Μεγάλες και Βασιλικές Ώρες». Το πρώτο ανάγνωσμα της Ακολουθίας τής Πρώτης Ώρας τής γιορτής τών Χριστουγέννων προέρχεται από το βιβλίο τού προφήτη Μιχαία και είναι μία προφητεία για τον τόπο τής γέννησης του Χριστού (Μιχ ε 1-3).
Ο προφήτης Μιχαίας έδρασε σε μία ιδιαίτερα ταραγμένη περίοδο της ισραηλιτικής ιστορίας. Κατά την εποχή τής δράσης του η πολιτική κρίση, εξαιτίας τών αλλεπάλληλων επιδρομών τών Ασσυρίων στην ευρύτερη περιοχή τής Χαναάν, βαίνει παράλληλα με την πνευματική κατάπτωση των Ιουδαίων, καθώς η διαφθορά και η υποκρισία γίνονται ανεξέλεγκτες. Στα επτά κεφάλαια του βιβλίου εναλλάσσονται οι απειλητικές προρρήσεις με τις προφητείες αποκατάστασης του λαού. Το έργο αρχίζει με προφητείες κατά του Ισραήλ και του Ιούδα. Με ιδιαίτερη δριμύτητα στρέφεται στη συνέχεια ο προφήτης κατά των πολιτικών και κυρίως των πνευματικών ηγετών τού λαού, τους ιερείς και προπάντων τους ψευδοπροφήτες (α’ 1-γ’ 12). Η ειδωλολατρία και η ηθική κατάπτωση θα οδηγήσουν αναπότρεπτα στην καταστροφή, από την οποία μόνον ένα ευσεβές υπόλοιπο θα διασωθεί, για να ακολουθήσει η εποχή τής αποκατάστασης με ηγέτη τον ειρηνικό ποιμένα Μεσσία, κατά την οποία η Ιερουσαλήμ θα αναδειχθεί σε κέντρο τής παγκόσμιας ειρήνης και της αποκάλυψης του Θεού προς όλους τους λαούς τής γης (δ’ 1- ε’ 14). Μετά τα παρηγορητικά μηνύματα, ο προφήτης επανέρχεται στη σκληρή κριτική του και στις απειλητικές προρρήσεις (ς’ 1 – ζ’ 7), για να κλείσει με μία νέα προφητεία αποκατάστασης (ζ’ 8-20).
Το πέμπτο κεφάλαιο του βιβλίου κλείνει την ενότητα των παρηγορητικών λόγων τού προφήτη. Αφού έχει προειδοποιήσει τον λαό για την επερχόμενη καταστροφή, ο Μιχαίας οραματίζεται την επικράτηση μιας παγκόσμιας ειρήνης και την επιστροφή των εξόριστων Ιουδαίων στην Ιερουσαλήμ. Η αποκατάσταση του λαού θα ολοκληρωθεί με τη γέννηση του μελλοντικού λυτρωτή. Ο προφήτης διαβεβαιώνει τους ακροατές του ότι η Διαθήκη τού Θεού με τον λαό του δεν ακυρώνεται, παρά την αθέτησή της από την πλευρά τού λαού. Απόδειξη της πιστότητας του Θεού στη Διαθήκη είναι ότι θα αναδείξει έναν νέο ηγέτη για τον λαό του, τηρώντας την υπόσχεσή του στον βασιλιά Δαβίδ (Β’ Βα ζ’ 16). Έτσι, το καινούργιο που θα αρχίσει με τη γέννηση του νέου ηγέτη αποτελεί συνέχιση του παλιού και καθορίζεται από τη συνεχή παρουσία τού Κυρίου στην ιστορία τού λαού του. Η παρουσία αυτή πιστοποιείται σαφέστερα στα επεισόδια εκείνα, στα οποία φαίνεται να απειλείται το σχέδιο του Θεού με ματαίωση. Η βαβυλωνιακή κατάκτηση που θα ακολουθήσει τις επιδρομές των Ασσυρίων θα θέσει ένα τέλος στη δαβιδική δυναστεία, αυτό όμως δεν θα σημάνει και το τέλος τού σχεδίου τού Θεού.
Με την αποτυχία τής δαβιδικής δυναστείας διαμορφώνεται μια νέα αρνητική κατάσταση για τον Ισραήλ, η αδυναμία εξόδου από την οποία γεννά στον λαό αισθήματα απελπισίας. Όμως και σ’ αυτή τη δύσκολη στιγμή η θεία παρέμβαση έρχεται να ανοίξει πάλι νέους ορίζοντες. Γι’ αυτό ο προφήτης δεν περιορίζεται μόνο στην εξαγγελία τής καταστροφής, αλλά σπεύδει να παρηγορήσει ταυτόχρονα τον λαό διαβεβαιώνοντάς τον ότι ο Θεός θα στείλει έναν νέο ηγέτη που θα έχει τα χαρακτηριστικά τού Δαβίδ, αλλά η πολιτική του δεν θα επαναλάβει τα λάθη τής δαβιδικής δυναστείας. Η καταγωγή τού νέου ηγέτη θα είναι από τη γενιά τού Δαβίδ, «εξ ημερών αιώνος» (ε’ 1δ). Η γενέτειρά του θα είναι επίσης η ίδια με εκείνη του Δαβίδ, το μικρό χωριό τής Βηθλεέμ (ε’ 1α,γ). Όμως όλα τα άλλα θα είναι διαφορετικά. Ο ίδιος ο Κύριος θα αναλάβει πλέον τη διακυβέρνηση του λαού του, όχι με τα όπλα, όπως οι Ασσύριοι, αλλά θα φροντίζει τον λαό του ειρηνικά όπως ένας βοσκός φροντίζει το κοπάδι του. Έτσι, ο λαός με επικεφαλής του έναν τόσο ένδοξο βασιλιά θα δοξαστεί ως τα πέρατα της γης (ε’ 3).
Ο βασιλιάς Δαβίδ αποτελεί αναμφίβολα μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του βιβλικού Ισραήλ. Η μορφή του κατέχει κεντρική θέση όχι μόνο στα ιστορικά βιβλία τής Παλαιάς Διαθήκης, αλλά σε ολόκληρη τη βιβλική γραμματεία. Δεν πρόκειται απλώς για έναν πετυχημένο βασιλιά, η δυναστεία τού οποίου βασίλεψε για περισσότερα από τετρακόσια χρόνια στην Ιερουσαλήμ. Πρόκειται κυρίως για τον εκλεκτό του Θεού, με τον οποίο ο Κύριος συνήψε αιώνια διαθήκη, μια διαθήκη που γέννησε και έθρεψε τις μεσσιανικές ελπίδες μέχρι την πραγμάτωσή τους στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού.
Η εμφάνιση του Δαβίδ στη σκηνή τής ιστορίας περιγράφεται στην περικοπή Α’ Βα ις’ 1-13, σύμφωνα με την οποία ο Θεός, μετά την αποτυχία τού βασιλιά Σαούλ να κυβερνήσει ακολουθώντας το θέλημά του, στέλνει τον κριτή Σαμουήλ στη Βηθλεέμ, προκειμένου να επιλέξει από τους γιους τού Ιεσσαί έναν νέο βασιλιά. Γεμάτος περηφάνεια ο Ιεσσαί παρουσιάζει στον Σαμουήλ τους παρόντες στη λατρευτική σύναξη της οικογένειας γιους του, αλλά ο Θεός επιλέγει τελικά τον απόντα «μικρό που έβοσκε το κοπάδι» (Α’ Βα ις’ 11). Αυτός, ο οποίος θεωρείται από τους ίδιους τους συγγενείς του τόσο ασήμαντος, ώστε να μην κρίνεται απαραίτητη η παρουσία του στη λατρευτική σύναξη της πατριάς του, αναγνωρίζεται από τον Θεό ως ο εκλεκτός και ο αγαπημένος του. Ο καθοδηγητικός ρόλος τού Θεού στην παγκόσμια ιστορία προβάλλει ακόμη εντυπωσιακότερα, όταν τα άτομα που εκλέγει για την επίτευξη των στόχων του θεωρούνται από τους ανθρώπους εντελώς ακατάλληλα. Ούτε ο Σαμουήλ ούτε το στενό περιβάλλον τού Δαβίδ μπορούσε να φανταστεί ότι ο νεαρός βοσκός από τη Βηθλεέμ θα αναδεικνυόταν στον μεγαλύτερο βασιλιά τού Ισραήλ. Αλλά αυτός ακριβώς ο ασήμαντος βοσκός θα πετύχει εκεί όπου ο σκληρός πολεμιστής Σαούλ απέτυχε. Η εκλογή τού μικρού και αδυνάτου για την πραγμάτωση μεγάλων στόχων αποτελεί ένα ακόμη βασικό θέμα τής βιβλικής θεολογίας. Η πίστη των ανθρώπων, η σταθερή προσήλωσή τους στον Θεό και στις επαγγελίες του, επιτρέπει την πλήρη εκδίπλωση της δυνάμεως του Θεού στον κόσμο και καθιστά τους πιστούς ισχυρότερους από τους λεγόμενους μεγάλους τού κόσμου τούτου.
Με την εκλογή τού νεαρού Δαβίδ καθιστά ο Θεός σαφές ότι η χάρη του και η δύναμη του Πνεύματός του αποτελούν τον αποφασιστικό παράγοντα που κινεί την ιστορία. Η προαναγγελία τής ανάδειξης ενός νέου ηγέτη από τη γενιά τού Δαβίδ σε μια εποχή που όλα φαίνονται χαμένα στοχεύει στην πιστοποίηση της αλήθειας αυτής. Η προφητεία τού Μιχαία εκπληρώθηκε (Ματ. β’ 6), το μήνυμά του όμως, παρά τους αιώνες που πέρασαν διατηρεί, ως λόγος τού Θεού, ακέραιη την επικαιρότητά του. Αν και πάρα πολλά έχουν αλλάξει από τον η’ π.Χ. αιώνα ως σήμερα, η βία, η οικονομική ανασφάλεια και η κοινωνική ανισότητα και αδικία δεν είναι άγνωστα φαινόμενα για τον σύγχρονο κόσμο. Η αβεβαιότητα σε εθνικό και διεθνές επίπεδο προκαλεί σε πλήθος ανθρώπων τρόμο και καθιστά τη λαχτάρα για ασφάλεια και ειρήνη ελπίδα ανεκπλήρωτη. Η διαβεβαίωση του Μιχαία ότι ο Θεός είναι αξιόπιστος στις υποσχέσεις του καλεί όλους τους χριστιανούς να αναζητήσουν την παρουσία του εκεί που λογικά δεν θα υπήρχε ελπίδα να τη βρουν, τους καλεί να συντονιστούν με τις φωνές των μικρών, των ανίσχυρων και των ευάλωτων, ξαναδίνοντας νόημα στις ευχές που με τόση απλοχεριά ανταλλάσσονται τα Χριστούγεννα για ειρήνη και ευημερία, γιατί γνωρίζουν ότι ο Θεός έχει τη δύναμη να τις εκπληρώσει.
(Πηγή: Περιοδικό “Εφημέριος” Νοε. – Δεκ. 2020)