Περί του Αποστόλου Μακράκη

Ἡ, κατὰ καιρούς, ἐ­κλε­κτι­κὴ προ­βο­λὴ τοῦ προ­σώ­που τοῦ Ἀπ. Μα­κρά­κη καὶ ἡ συ­να­κό­λου­θη ἀ­να­γω­γή του σὲ πρό­τυ­πο «ὀρ­θο­δό­ξου μα­χη­τῆ», διὰ τῆς σι­ω­πη­ρᾶς πα­ρα­κάμ­ψε­ως τῶν ἐ­γνω­σμέ­νων πλα­νῶν του, ὁ­δη­γεῖ μᾶλλον στὴν ἀν­τί­λη­ψι, ὅ­τι μπο­ρεῖ νὰ ὑ­πάρ­ξῃ ὀρ­θό­δο­ξος ἀ­γω­νι­στι­κὴ δρᾶ­σις ἐ­ρή­μην τῆς ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῆς καὶ δογ­μα­τι­κῆς συ­νει­δή­σε­ως. Πα­ραλ­λή­λως, ἐν­δέ­χε­ται τὸ ἰ­δε­ῶ­δες μιᾶς «κα­θα­ρᾶς» Ἐκ­κλη­σί­ας, λό­γῳ τῆς λαν­θα­νού­σης αὐ­το­νο­μή­σε­ως τῆς ἠ­θι­κῆς ἀ­πὸ τὴν θε­ο­λο­γί­α, νὰ θέλ­γῃ πε­ρισ­σό­τε­ρον ἀ­πὸ τὸ ὅ­ρα­μα μιᾶς Ὀρ­θο­δό­ξου Ἐκ­κλη­σί­ας. Ἂς γί­νῃ, λοι­πόν, ὑ­πὸ μορ­φὴν ἐ­ρω­τη­μά­των μία λυ­πη­ρὰ ὑ­πό­μνη­σις κά­ποι­ων ἀ­λη­θει­ῶν:

Δὲν εἶ­ναι ἆ­ρα­γε γνω­στὸν πώς, θε­με­λι­ώ­δη προ­ϋ­πό­θε­σι τῆς ἑλ­λη­νο-χρι­στι­α­νι­κῆς δρά­σε­ως τοῦ Ἀπ. Μα­κρά­κη ἀ­πο­τε­λοῦ­σε ἡ βα­θυ­τά­τη καὶ ἀ­κλό­νη­τη πε­ποί­θη­σίς του ὅ­τι εἶ­ναι θε­ό­θεν ἐ­κλε­λεγ­μέ­νος νὰ ἀ­να­μορ­φώ­σῃ «ἐν Χρι­στῷ πᾶ­σαν τὴν ἐ­πὶ γῆς ἀν­θρω­πό­τη­τα»[2], συ­νεί­δη­σι ποὺ τοῦ ἑ­δραί­ω­σε ἡ τρα­γι­κὴ «θε­ο­λη­πτι­κὴ» ἐμ­πει­ρί­α τοῦ ἔ­τους 1851; [3]. Δὲν εἶ­ναι αὐ­τὸς ποὺ ἐ­κή­ρυσ­σε ὅ­τι δὲν ἔ­χει πλέ­ον ἀ­νάγ­κη με­τα­νοί­ας [4], ὅ­τι ἔ­λα­βε «πεῖ­ραν τοῦ ἔρ­γου τῆς θε­ώ­σε­ως»[5], ὅ­τι «ἔ­χει ἐν ἑ­αυ­τῷ τὸ Πνεῦ­μα τοῦ Θε­οῦ καὶ λα­λεῖ ἐν Πνεύ­μα­τι Ἁ­γί­ῳ»; [6]. Ὅ­τι ἡ καρ­δί­α του εἶ­ναι «ἰ­σό­χρι­στος»[7], καὶ ὁ ἴ­διος κα­τὰ πάν­τα ὅ­μοι­ος μὲ τὸν Χρι­στόν [8], γι’ αὐ­τὸ καὶ εἶ­ναι «ἀ­πό­στο­λος τοῦ Θε­οῦ … ἀ­δελ­φὸς τοῦ Χρι­στοῦ, καὶ υἱ­ὸς τοῦ Θε­οῦ καὶ τῆς Θε­ο­νύμ­φου Μα­ρί­ας»; [9]. Ὅ­τι εἶ­ναι ὁ μό­νος πραγ­μα­τι­κὸς δι­δά­σκα­λος τοῦ Θε­οῦ στὴν ἐ­πο­χή του [10], «ὁ δεύ­τε­ρος Ἡ­λί­ας καὶ ὁ δεύ­τε­ρος Πρό­δρο­μος»[11], ποὺ ἔ­χει λά­βει ἀ­πὸ τὸν Θε­ὸν τὴν ἐν­το­λὴ καὶ ἐ­ξου­σί­α νὰ ἐ­λέγ­χῃ τὰ πάν­τα; [12]. Ὅ­τι ἡ ἐγ­κα­τά­λει­ψίς του ἐκ μέ­ρους τῶν μα­θη­τῶν του ἰ­σο­δυ­να­μεῖ μὲ τὴν ἐγ­κα­τά­λει­ψι τοῦ Χρι­στοῦ καὶ τὴν προ­σχώ­ρη­σί τους στὸ στρα­τό­πε­δο τοῦ δι­α­βό­λου; [13]. Σὲ αὐ­τὸν δὲν ἀ­νή­κει ἡ ἀ­νή­κου­στος ἀ­πάν­τη­σις πρὸς ἐ­νι­στα­μέ­νους σὲ μί­αν ἀ­πό­φα­σί του ὀ­πα­δούς του ὅ­τι: «Ὑ­μεῖς δὲν εἶ­σθε σο­φοί, καὶ ἑ­πο­μέ­νως δὲν δύ­να­σθε οὔ­τε ὑ­μεῖς νὰ μὲ πεί­σῃ­τε, ὅ­τι ἡ­μάρ­τη­σα, οὔ­τε οἱ ἄγ­γε­λοι, εἰ μὴ μό­νον ὁ Θε­ὸς ἀ­μέ­σως, εἰς τὸν ὁ­ποῖ­ον ἀ­πο­δέ­χο­μαι νὰ μὲ τι­μω­ρή­σῃ»; [14].

Αὐ­τός, με­τὰ ἀ­πὸ τό­σους αἰ­ῶ­νας θε­ο­λο­γι­κῶν ἀ­γώ­νων τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, με­τὰ τὴν ἀ­πο­κρυ­στάλ­λω­σι καὶ πα­γί­ω­σι τῶν δογ­μά­των της, δὲν ὑ­πε­στή­ρι­ξε μὲ πρω­το­φα­νῆ ἐμ­μο­νὴ καὶ ἄ­καμ­πτη αὐ­το­πε­ποί­θη­σι τὶς πα­λαι­ὲς αἱ­ρέ­σεις: «Πρῶ­τον, ὅ­τι ὁ ἄν­θρω­πος συ­νί­στα­ται ἐκ τρι­ῶν οὐ­σι­ῶν· σώ­μα­τος, ψυ­χῆς καὶ πνεύ­μα­τος. Δεύ­τε­ρον, ὅ­τι ἐ­πλά­σθη ἡ ψυ­χὴ ἐκ τοῦ χο­ός, καὶ πά­λιν αὕ­τη ἐ­πι­στρέ­φει εἰς τὸν χοῦν, κα­θὼς καὶ ἡ τῶν κτη­νῶν. Τρί­τον, ὅ­τι ἡ ψυ­χὴ τοῦ ἀν­θρώ­που εἶ­ναι ἀ­δρα­νὴς καὶ ἄ­λο­γος οὐ­σί­α, καὶ οὐ­χὶ νο­ε­ρὰ καὶ λο­γι­κή. Τέ­ταρ­τον, ὅ­τι τὸ τρί­τον συ­στα­τι­κὸν τοῦ ἀν­θρώ­που, εἶ­ναι αὐ­τὸ τὸ ἀ­ΐ­διον Πνεῦ­μα τῆς Τρι­συ­πο­στά­του Θε­ό­τη­τος. Καὶ πέμ­πτον, ὅ­τι ὁ Θε­άν­θρω­πος Ἰ­η­σοῦς ἦ­το ἀ­τε­λὴς πρὸ τοῦ βα­πτί­σμα­τος, καὶ ὕ­στε­ρον ἐ­τε­λει­ο­ποι­ή­θη…»; (γέ­ρων Δα­νι­ὴλ Κα­του­να­κι­ώ­της). Αὐ­τὸς δὲν ἀ­πε­φάν­θη ὅ­τι «οἱ Πα­τέ­ρες … ἐν τῷ πε­ρὶ ψυ­χῆς ζη­τή­μα­τι ἐ­σφά­λη­σαν καὶ ἐ­πλα­νή­θη­σαν, μὴ ἑρ­μη­νεύ­σαν­τες ὀρ­θῶς τὴν Ἁ­γί­αν Γρα­φήν, καὶ ἑ­πο­μέ­νως ἠ­γνό­η­σαν, προ­κα­τει­λημ­μέ­νοι ὄν­τες, τὴν τρι­με­ρῆ τοῦ ἀν­θρώ­που σύ­στα­σιν»[15], ἐ­νῶ ἡ δι­κή του γνῶ­σις, ὡς «τε­λει­ο­τέ­ρα», δι­έ­φε­ρε τῆς γνώ­σε­ως ἐ­κεί­νων; [16]. Καί, ὅ­ταν τὸ 1878 κα­τε­δι­κά­σθη ἀ­πὸ τὴν Σύ­νο­δον ὡς αἱ­ρε­τι­κός, δὲν ἐ­καυ­χᾶ­το ὅ­τι «ἡ Ὀρ­θό­δο­ξος πί­στις κρα­τεῖ­ται σή­με­ρον πα­ρὰ τῶν δύ­ο Συλ­λό­γων, τοῦ Θρη­σκευ­τι­κοῦ καὶ τοῦ Πο­λι­τι­κοῦ, οἵ­τι­νες εἶ­ναι οἱ δύ­ο μάρ­τυ­ρες τῆς ἀ­λη­θεί­ας (πρβλ. Ἀ­ποκ. ι­α΄ 3)· ἡ δὲ νο­μι­ζο­μέ­νη Ἱ­ε­ρὰ Σύ­νο­δος … τὴν μὲν δι­δα­σκα­λί­αν τοῦ Ἁ­γί­ου Πνεύ­μα­τος πε­ρὶ τῆς τρι­συν­θέ­του συ­στά­σε­ως τοῦ ἀν­θρώ­που κα­τε­δί­κα­σεν ὡς αἵ­ρε­σιν, τὴν δὲ σκό­τιον καὶ ἀ­μάρ­τυ­ρον ἑ­τε­ρο­δι­δα­σκα­λί­αν … πε­ρὶ τοῦ δι­συν­θέ­του συ­νι­στᾷ ὡς δόγ­μα πί­στε­ως…»; [17].

Ἀλ­λὰ καὶ ὅ­σον ἀ­φο­ρᾷ στὴν ἐκ­θει­α­ζο­μέ­νη ἀν­τι­σι­μω­νια­κή του δρᾶ­σι, ἡ ὁ­ποί­α, ὅ­πως ἐγ­καί­ρως ἐ­πε­σή­μα­νε ὁ ἀ­εί­μνη­στος Γέ­ρων Δα­νι­ὴλ Κα­του­να­κι­ώ­της, «ἐ­νέ­σπει­ρεν τὸ πρὸς ἅ­παν­τας ἐν γέ­νει τούς τε Ἀρ­χι­ε­ρεῖς καὶ λοι­ποὺς Κλη­ρι­κούς, ἄ­σπον­δον μῖ­σος», τί ἔ­χει αὐ­τὴ νὰ ἐμ­πνεύ­σῃ σή­με­ρα, ὅ­ταν ἀ­πο­δε­δειγ­μέ­νως συ­νυ­φαί­νε­το μὲ τὴν δι­ά­χυ­τη στὸν κύ­κλο του πε­ποί­θη­σι, ὅ­τι ἡ ἀ­λη­θὴς Ἐκ­κλη­σία εἶ­ναι ἡ «νῦν δι­ω­κο­μέ­νη» στὸ πρό­σω­πό του, ἡ ὁ­ποί­α ἀ­πο­κα­λύ­πτε­ται «οὐκ ἀ­πὸ τίτ­λων καὶ τύ­πων καὶ συμ­βό­λων καὶ ἀ­ξι­ω­μά­των ἐ­ξω­τε­ρι­κῶν, ἀλ­λ’ ἀ­πὸ λο­γι­κό­τη­τος καὶ ἠ­θι­κό­τη­τος καὶ ἀ­ρε­τῆς τῶν ταύ­της με­λῶν»; [18]. Ἀλ­λά, καὶ μὲ τὴν δη­μο­σί­ᾳ ἐκ­πε­φρα­σμέ­νη πί­στι του, ὅ­τι ἡ χά­ρις τοῦ Πα­να­γί­ου Πνεύ­μα­τος δὲν ἐ­νερ­γεῖ «εἰς ἀ­μα­θεῖς καὶ βε­βή­λους καὶ ἐγ­κλη­μα­τί­ας, δι­ό­τι ἡ πα­ρά­νο­μος Ἱ­ε­ρω­σύ­νη με­τα­στρέ­φει τὰ Μυ­στή­ρια τῆς ζω­ῆς εἰς θα­νά­του καὶ ἀ­πω­λεί­ας μέ­σα καὶ ὄρ­γα­να»[19], διὸ καὶ ἡ ἀ­να­νέ­ω­σις τῆς κα­τ’ αὐ­τὸν «νε­νε­κρω­μέ­νης» ἐκ τῆς σι­μω­νί­ας Ἐκ­κλη­σί­ας θὰ συ­νε­τε­λεῖ­το «διὰ ποι­μέ­νων νέ­ων, λα­βόν­των τὴν χει­ρο­το­νί­αν ἐν τῷ οὐ­ρα­νῷ ἀ­π’ εὐ­θεί­ας καὶ ἀ­μέ­σως πα­ρὰ τοῦ Θε­οῦ»; [20].

Μί­α μα­χη­τι­κό­της, λοι­πόν, ὡρ­μη­θεῖ­σα ἀ­πὸ τέ­τοι­ες θε­ο­λο­γι­κο-πνευ­μα­τι­κὲς προ­ϋ­πο­θέ­σεις, εἶ­ναι δυ­να­τὸν νὰ ἀ­ξι­ο­λο­γῇ­ται ὡς «ὀρ­θό­δο­ξος» καὶ νὰ ἐγ­κω­μι­ά­ζε­ται σή­με­ρα ὡς γε­νο­μέ­νη δῆ­θεν «γιὰ τὶς ἀ­λή­θει­ες τοῦ Εὐ­αγ­γε­λί­ου καὶ τῶν Ἱ­ε­ρῶν Κα­νό­νων»; Μή­πως, ἐν τέ­λει, ἀν­τὶ τῆς ἐ­πε­τεια­κῆς ἀ­να­πο­λή­σε­ως τῶν μα­χη­τι­κῶν κα­τορ­θω­μά­των τοῦ Ἀ­πο­στό­λου Μα­κρά­κη, θὰ ἦ­ταν ὠ­φε­λι­μό­τε­ρο νὰ δι­ε­ρω­τη­θῇ κα­νείς, πό­σον «τὸ ἄ­η­θες στὴν Ἐκ­κλη­σί­α μα­κρα­κι­κὸν ἦ­θος», (κα­τ’ ἀ­εί­μνη­στον Θε­ό­κλη­τον Δι­ο­νυ­σιά­την), συ­νέ­βα­λε στὴν ἐκ τῶν ἔ­σω ἀλ­λο­τρί­ω­σι τῆς νε­ο­ελ­λη­νι­κῆς εὐ­σε­βεί­ας;

——————————————————-

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

  1. Ὡς βο­η­θή­μα­τα γιὰ τὴν συγ­γρα­φὴ τοῦ πα­ρόν­τος ἄρ­θρου ἐ­χρη­σι­μο­ποι­ή­θη­σαν οἱ ἑ­ξῆς με­λέ­τες: α) Λέ­ον­τος Μπράν­γκ, Τὸ μέλ­λον τοῦ Ἑλ­λη­νι­σμοῦ στὸν­δε­ο­λο­γι­κὸ κό­σμο τοῦ­πο­στό­λου Μα­κρά­κη, ἔκδ. «Ἁρ­μός», Ἀθήνα 1997 [δι­δα­κτο­ρι­κὴ δι­α­τρι­βή]. (Εἰς τὸ ἑ­ξῆς ΛΜ). β) Γέ­ρον­τος Δα­νι­ὴλ Κα­του­να­κι­ώ­του, Κα­τὰ αἱ­ρε­τι­κῶν δο­ξα­σι­ῶνπ. Μα­κρά­κη, ἔκδ. Μο­να­στι­κῆς Ἀ­δελ­φό­τη­τος Δα­νι­η­λαί­ων, Ἅ­γιον Ὄ­ρος – Θεσ­σα­λο­νί­κη (Εἰς τὸ ἑ­ξῆς ΔΚ). γ) Γέ­ρον­τος Θε­ο­κλή­του Δι­ο­νυ­σιά­του, ­θω­νι­κὰ Ἄν­θη, τόμ. Α΄, ἔκδ. Ἀ­στέ­ρος, 1962 καὶ ­θω­νι­κὰ Ἄν­θη, τόμ. Γ΄, ἔκδ. «Ἀ­στέ­ρος», 1989. (Εἰς τὸ ἑ­ξῆς ΘΔ). δ) «Πα­πα­δι­α­μαν­τι­κὰ Τε­τρά­δια», τεῦ­χ. 2, ἔκδ. «Δό­μος», Ἀθήνα 1993. (Εἰς τὸ ἑ­ξῆς ΠΤ).
  2. Μα­κρά­κη Ἀπ., Πό­λις Σι­ὼν­πὶ τῆς πέ­τρας οἰ­κο­δο­μη­θεῖ­σα Ἐκ­κλη­σί­α­τοι ἀν­θρώ­πι­νος κοι­νω­νί­α ἐν Χρι­στῷ, ἐν Ἀ­θή­ναις 19672 (α΄ ἔκ­δο­σις στὴν Κων/πο­λι 1860), σελ. 15-16. (ΛΜ, 252).
  3. Μα­κρά­κη Ἀπ., Λό­γοι εἴ­κο­σι θέ­μα­χον­τες τὸ ἔρ­γον τοῦ 1821 πῶς ἄν τά­χι­στα καὶ κάλ­λι­στα εἰς πέ­ρας ἔλ­θοι, ἐκ­φω­νη­θέν­τες ἐν τῇ πλα­τεί­ᾳ τῆς «Ὁ­μο­νοί­ας» ὑ­πὸ­πο­στό­λου Μα­κρά­κη­πὸ τῆς 29 Μα­ΐ­ου 1866 καὶ­να­δη­μο­σι­ευ­μέ­νοι­δη πρὸς κοι­νὸν φω­τι­σμὸν καὶ χά­ριν αὐ­τοῦ τοῦ ἔρ­γου­περ­να­στέλ­λει τῶν πολ­λῶν­γνοι­α, ἐν Ἀ­θή­ναις 19652 (α΄ ἀ­να­δη­μο­σί­ευ­σις στὴν Ἀ­θή­να 1886 ἀ­πὸ τὴν ἐ­φη­με­ρί­δα «Δι­και­ο­σύ­νη», ἀρ. 1-84 τῶν ἐ­τῶν 1866-67), σελ. 144. (ΛΜ, 250).
  4. Μα­κρά­κη Ἀπ., Ἑρ­μη­νεί­α κα­τὰ βά­θος καὶ πλά­τος εἰς τὰς Πρά­ξεις τῶν­πο­στό­λων (Ὡς­δι­δά­χθη αὕ­τη­πὸ­δρας κα­τὰ τὸ­τος 1877), (ἀ­νά­τυ­πον ἐκ τοῦ Θρη­σκ. Πε­ρι­ο­δι­κοῦ «Φῶς τοῦ Λό­γου» τῶν ἐ­τῶν 1921-28), σελ. 38. (ΛΜ, 253).
  5. Μα­κρά­κη Ἀπ., χρι­στι­α­νι­κὴ φι­λο­σο­φί­α δί­κη­να­μέ­σον τῆς φι­λο­σο­φί­ας τῆς Ἐλ­λά­δος καὶ­κεί­νης τῶν τῆς Δύ­σε­ως σχο­λῶν, ἐν Ἀ­θή­ναις 19682 (α΄ δη­μο­σί­ευ­σις στὴν ἐ­φη­με­ρί­δα «Λό­γος», ἀρ. 33-72 τῶν ἐ­τῶν 1868-69), σελ. 87. (ΛΜ, 253).
  6. Μα­κρά­κη Ἀπ., Λο­γι­κὸς­λεγ­χος θω­ρα­κω­τοῦ τι­νὸς­λέγ­χου σκο­τί­ως καὶ­φα­νῶς δη­μο­σι­ευ­θέν­τος (Πρὸς­πε­ρά­σπι­σιν τοῦ Θε­ο­κλή­του Βίμ­που κα­τη­γο­ρη­θέν­τος­πὶ­τε­ρο­δι­δα­σκα­λί­ᾳ αἱ­ρέ­σει τὲ καὶ βλα­σφη­μί­ᾳ καὶ μὴ δυ­νη­θέν­τος­πο­λο­γη­θῆ­ναι), ἐν Ἀ­θή­ναις 19642 (α΄ ἔκ­δο­σις στὴν Ἀ­θή­να 1869), σελ. 82. (ΛΜ, 253).
  7. Μα­κρά­κη Ἀπ., ­πο­λο­γί­α­πο­στό­λου Μα­κρά­κη πε­ρὶ τῶν­αυ­τοῦ αἰ­σθη­μά­των, φρο­νη­μά­των καὶ πρά­ξε­ων, καὶ­δί­ως­νά­ι­ρε­σις πάν­των­σα κα­θη­γη­τὴς Κ. Νε­στο­ρί­δης­γρα­ψε κα­τ’ αὐ­τοῦ καὶ τοῦ πε­ρὶ ψυ­χῆς φρο­νή­μα­τος αὐ­τοῦ, ἐν Ἀ­θή­ναις 19582 (α΄ ἔκ­δο­σις στὴν Ἀ­θή­να 1873), σελ. 32. (ΛΜ, 253).
  8. Μα­κρά­κη Ἀπ., ἔν­θ’ ἀ­νωτ., σελ. 200 · καὶ Πό­λις Σι­ὼν…, σελ. 46-47. (ΛΜ, 253).
  9. Μα­κρά­κη Ἀπ., ­λεγ­χος Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῆς­στο­ρί­ας Α. Δι­ο­μή­δους Κυ­ρια­κοῦ (1898) καὶ βι­βλι­ο­κρι­σί­α Δογ­μα­τι­κῆς Θε­ο­λο­γί­ας Ζή­κου Ρώ­ση (1905). Ἱ­στο­ρι­κὸν καὶ δογ­μα­τι­κὸν φῶς­πὸ­πο­στό­λου Μα­κρά­κη, ἐν Ἀ­θή­ναις 1949 (ἀ­να­δη­μο­δί­ευ­σις ἀ­πὸ τὴν ἐ­φη­με­ρί­δα «Λό­γος», ἀρ. 1271-1293 τοῦ 1898 καὶ ἀρ. 1605-1620 τοῦ 1905), σελ. 56. (ΛΜ, 253).
  10. Μα­κρά­κη Ἀπ., ἔν­θ’ ἀ­νωτ., σελ. 10· καὶ ἐ­φημ. «Λό­γος», ἀρ. 1002/15.5.1893, σελ. 3 καὶ ἀρ. 1004/29.5.1893, σελ. 3 (ΛΜ, 254).
  11. Μα­κρά­κη Ἀπ., Ἑρ­μη­νεί­α τῆς­πο­κα­λύ­ψε­ως­ω­άν­νου τοῦ Θε­ο­λό­γου, ἐν Ἀ­θή­ναις 19823 (α΄ ἔκ­δο­σις στὴν Ἀ­θή­να 1881), σελ. 479-480. (ΛΜ, 268).
  12. Ἐ­φη­με­ρὶς «Λό­γος», ἀρ. 1002/15.5.1893, σελ. 3 καὶ ἀρ. 1004/29.5.1893, σελ. 3. (ΛΜ, 254).
  13. Μα­κρά­κη Ἀπ., ­λεγ­χος Ἐκ­κλη­σι­α­στι­κῆς­στο­ρί­ας…, σελ. 77. (ΛΜ, 254).
  14. Ἐ­φη­με­ρὶς «­γά­πη», ἀρ. 63/13.3.1894, σελ. 8. (ΛΜ, 255).
  15. Μα­κρά­κη Ἀπ., ­πο­λο­γί­α, σελ. 201, 203, 208 κ.ἀ. (ΘΔ, Γ΄ 321-322).
  16. Μα­κρά­κη Ἀπ., ἔν­θ’ ἀ­νωτ., σελ. 49, 114. (ΔΚ, 37 καὶ ΛΜ, 258).
  17. Ἀ­πό­φα­σις τῆς κα­τὰ τὸ ἔ­τος 1879 συ­νε­δρι­ά­σε­ως τῶν δύ­ο Συλ­λό­γων τοῦ Ἀπ. Μα­κρά­κη, τοῦ θρη­σκευ­τι­κοῦ «Ἰ­ω­άν­νης ὁ Βα­πτι­στὴς» καὶ τοῦ πο­λι­τι­κοῦ «Ὁ Μέ­γας Κων­σταν­τῖ­νος», πα­ρα­τι­θε­μέ­νη αὐ­το­λε­ξεὶ ἐν ΔΚ, 45-46.
  18. Ἐ­φη­με­ρὶς «Λό­γος», ἀρ. 909/3.8.1891, σελ. 4. (ΠΤ, σελ. 143-144, ἔν­θα πα­ρα­τί­θε­ται ὁ­λό­κλη­ρον τὸ ἄρ­θρον τῆς ἐ­φη­με­ρί­δος).
  19. Μα­κρά­κη Ἀπ., Θεί­α καὶ­ε­ρὰ Κα­τή­χη­σις, κα­θὼς­δι­δά­χθη­πὸ τοῦ­γί­ου Πνεύ­μα­τος καὶ τῶν­πι­σή­μων Αὐ­τοῦ ὀρ­γά­νων­πὸ τῆς­μέ­ρας τῆς Πεν­τη­κο­στῆς μέ­χρι τέ­λους τῶν­πτὰ Οί­κου­με­νι­κῶν Συ­νό­δων, δι­δα­χθεῖ­σα πα­ρα­θε­τι­κῶς καὶ συγ­κρι­τι­κῶς πρὸς τὰς ἀν­τη­χή­σεις καὶ τὰς πα­ρη­χή­σεις τοῦ Δι­α­βό­λου, ἐν Ἀ­θή­ναις 1885, σελ. 225 (ΔΚ, 95-96).
  20. Ἐ­φη­με­ρὶς «Λό­γος», ἀρ. 1005. (ΘΔ, 321).

(Πηγὴ περιοδικὸ: «Χρι­στι­α­νι­κὴ Βι­βλι­ο­γρα­φί­α», φ. 30, Ἰαν.-Μαρτ. 2006, σ. 11).

[Ψήφοι: 0 Βαθμολογία: 0]