Οι υψηλότερες ποσότητες φαρμάκων βρέθηκαν στο γάλα της αγελάδας. Οι δόσεις των φαρμάκων ήταν πάρα πολύ μικρές για να έχουν κάποια επίπτωση σε όσους το καταναλώνουν, αλλά η ανίχνευσή τους αποδεικνύει περίτρανα ότι οι κατασκευασμένες από τον άνθρωπο χημικές ουσίες βρίσκονται πλέον σε ολόκληρη τη διατροφική αλυσίδα. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι μερικά από τα φάρμακα καθώς και οι αυξητικοί παράγοντες δόθηκαν στα βοοειδή, ή εισέρρευσαν στο γάλα μέσω της διατροφής των βοοειδών ή από κάποια μόλυνση που υπήρχε στα αγροκτήματα που εκτρέφονταν.
Τα δείγματα του γάλατος που αναλύθηκαν αγοράστηκαν στην Ισπανία και το Μαρόκο σε μία μελέτη που πραγματοποιήθηκε από επιστήμονες των δύο χωρών και δημοσιεύθηκε στην «Επιθεώρηση Γεωπονίας και Χημείας Τροφίμων». Οπως αποκαλύπτεται, το γάλα της αγελάδας περιείχε ίχνη από νιφλουμικό οξύ και μεφαιναμικό οξύ, δύο μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα, που συνήθως χρησιμοποιούνται ως παυσίπονα τόσο στα ζώα όσο και στους ανθρώπους. Περιείχε επίσης την ορμόνη 17 βήτα οιστραδιόλη, έναν τύπο μιας γυναικείας ορμόνης οιστρογόνων. Η ορμόνη ανιχνεύθηκε σε τρία εκατομμυριοστά ενός γραμμαρίου σε κάθε κιλό γάλακτος, ενώ η υψηλότερη δόση του νιφλουμικού οξέος ήταν λιγότερο από ένα εκατομμυριοστό του γραμμαρίου ανά κιλό γάλατος.
Η έρευνα αποκάλυψε ότι στο μητρικό γάλα περιέχονται ένα ευρύ φάσμα χημικών ρυπαντών, οι περισσότερες εκ των οποίων είναι γνωστό ότι αλληλεπιδρούν με ενδοκρινικό σύστημα. Στη μελέτη αποδείχθηκε ότι η εσωτερική έκθεση του ανθρώπου με τα καλλυντικά φίλτρα UV είναι ευρέως διαδεδομένη. Τα συνθετικά αντηλιακά φίλτρα υπεριώδους ακτινοβολίας ήταν παρόντα στο 85% των ανθρώπινων δειγμάτων γάλακτος. Η παρουσία των συγκεκριμένων φίλτρων στο ανθρώπινο γάλα συσχετίστηκε σημαντικά με τη χρήση των καλλυντικών προϊόντων που τα περιέχουν. Επιπλέον αποκαλύφθηκε η παρουσία έμμονων οργανικών ρύπων, χημικών ουσιών που εμφανίζουν ορισμένες τοξικές ιδιότητες και οι οποίες, αντιθέτως από τους άλλους ρύπους, αποδομούνται δύσκολα, και γι’ αυτό είναι ιδιαιτέρως επιβλαβείς για την υγεία του ανθρώπου και για το περιβάλλον.
«Χάπιend» για την προστασία της διατροφικής αλυσίδας
Οι περισσότεροι από εμάς διατηρούμε στα συρτάρια και στο φαρμακείο του σπιτιού μας φαρμακευτικές ουσίες οι οποίες έχουν λήξει ή δεν τις χρειαζόμαστε πια. Μέχρι σήμερα, η κοινή πρακτική απόρριψης αυτών των φαρμάκων είναι να τα πετάμε στους κοινούς κάδους απορριμμάτων του σπιτιού μας, στο νεροχύτη ή στην αποχέτευση, με αποτέλεσμα να καταλήγουν στη συνέχεια στο έδαφος και στον υδροφόρο ορίζοντα μέσω των χώρων υγειονομικής ταφής ή μέσω των μονάδων επεξεργασίας αστικών λυμάτων. Κάθε χρόνο, διακινούνται στην Ελλάδα περίπου 500 εκατομμύρια συσκευασίες φαρμάκων. Από αυτά, υπολογίζεται ότι ένα ποσοστό 5 – 10% πετιούνται αχρησιμοποίητα ή ληγμένα. Η αλόγιστη και ανεξέλεγκτη απόρριψη των φαρμάκων στο περιβάλλον μπορεί να αποτελέσει εστία περιβαλλοντικής επιβάρυνσης και πιθανό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, προσβάλλοντας τη διατροφική αλυσίδα.
(Πηγή: "Ημερησία" 30/7/2011)