Από το Συναξάρι – Άγιος Χαράλαμπος

Ο άγιος και ένδοξος μάρτυς Χαράλαμπος ζούσε κατά τους χρόνους της βασιλείας του αυτοκράτορα Σεπτίμου Σεβήρου (194-211) στην Μαγνησία επί του ποταμού Μεάνδρου, κοντά στην Έφεσο, όταν διοικητής της πόλεως ήταν ο Λουκιανός. Ήταν ηλικίας εκατόν επτά ετών και ασκούσε από πολύ καιρό το ιερατικό λειτούργημα για τους χριστιανούς της πόλεως, διδάσκοντάς τους με ζήλο πώς να ακολουθούν την οδό της αληθείας και κηρύττοντας σε όλους την πίστη του Χριστού, δίχως να φοβάται τις απειλές των ειδωλολατρών. Καταγγέλθηκε ως επικίνδυνος ταραχοποιός και οδηγήθηκε στο δικαστήριο του Λουκιανού, όπου στις απειλές του διοικητή απάντησε με τα λόγια: «Δεν μπορείς να ξέρεις τι είναι επωφελές και σωτήριο για μένα. Τίποτε δεν μου είναι πιο ευχάριστο από τα βασανιστήρια για τον Χριστό. Εμπρός, βασάνισε το γρηγορότερο το γηραλέο σώμα μου με ότι πιο ανυπόφορο κρίνεις εσύ μέσο, για να μάθεις ποια είναι η απροσμάχητη δύναμη του Χριστού μου». Οι δήμιοι τότε του έβγαλαν την ιερατική στολή και με σιδερένια νύχια του ξέσχισαν τις σάρκες, δίχως να μπορέσουν να του αποσπάσουν την παραμικρή κραυγή πόνου.  Αντίθετα, τους έλεγε: «Σας ευχαριστώ, αδελφοί μου, γιατί γδέρνοντας το γερασμένο τούτο σώμα, ανανεώνετε την ψυχή μου και την προετοιμάζετε για την αιώνια μακαριότητα!».

Βλέποντας με πόση γενναιότητα ο γέροντας αυτός υπέμενε το μαρτύριο, ο διοικητής Λουκιανός, αντί να μετανοήσει και να δοξάσει τον Θεό, κυριεύτηκε από άγρια μανία• όρμησε πάνω στον άγιο και βάλθηκε να του αποσπάσει το δέρμα με τα ίδια του τα χέρια. Αίφνης, όμως, με θεϊκή παρέμβαση, τα χέρια του αποκόπηκαν και έμειναν γαντζωμένα, ακίνητα, πάνω στο σώμα του μάρτυρος. Ακούγοντας τις κραυγές και τις ικεσίες του τυράννου, ο άγιος Χαράλαμπος τον σπλαχνίσθηκε και με την προσευχή του τον θεράπευσε. Μπροστά σε τέτοιο θυμό και στην ζωντανή αυτή απόδειξη της αγάπης των χριστιανών για τους εχθρούς τους, οι δήμιοι Πορφύριος και Βάπτος αρνήθηκαν την λατρεία των ειδώλων και πίστεψαν στον Χριστό. Τρεις γυναίκες που παρευρίσκονταν εκεί έσπευσαν επίσης να διακηρύξουν άφοβα την πίστη τους.

Μόλις θεραπεύτηκε, ο ευγνώμων διοικητής βαπτίσθηκε από τον άγιο και μεγάλος αριθμός κατοίκων της επαρχίας της Ασίας προσχώρησαν στον Χριστό. Όταν ο αυτοκράτορας Σεβήρος έμαθε ότι οι κάτοικοι της Μαγνησίας και της περιοχής εγκατέλειπαν τα είδωλα και ελάμβαναν το άγιο Βάπτισμα του γέροντα αυτού ιερέα τον οποίο είχε καταδικάσει σε θάνατο, και ότι με την προσευχή του οι τυφλοί ανέβλεπαν και οι ανάπηροι περπατούσαν, ταράχτηκε πολύ και έστειλε αμέσως τριακόσιους στρατιώτες με εντολή να τρυπήσουν το σώμα του αγίου με καρφιά και να τον οδηγήσουν αλυσοδεμένο από την Μαγνησία στην Αντιόχεια της Πισιδίας, όπου διέμενε.

Στον δρόμο οι στρατιώτες κακομεταχειρίζονταν ανελέητα τον άγιο. Τότε, το άλογο πάνω στο οποίο τον είχαν βάλει, πήρε ξαφνικά ανθρώπινη φωνή και καταδίκασε τον αυτοκράτορα ως εχθρό του Θεού, τους δε στρατιώτες του ως δούλους του διαβόλου. Τρομοκρατημένοι οι ένοπλοι άνδρες συνέχισαν τον δρόμο τους δίχως να κάνουν το παραμικρό κακό στον άγιο.

Μόλις του παρουσίασαν τον σεβάσμιο γέροντα, ο αυτοκράτορας διέταξε να του τρυπήσουν το στήθος με μακριά σούβλα και να τον ρίξουν πάνω στην κάμινο που είχε ετοιμαστεί για τον σκοπό αυτό. Αλλά ο Χαράλαμπος έμεινε απαθής στον πόνο και η φωτιά έσβησε μόλις την άγγιξε. Έκπληκτος, ο ηγεμόνας τον ρώτησε τι ήταν αυτό που τον έκανε άτρωτο. Εκείνος απήντησε: «Η δύναμη του Χριστού!». Ο Σεβήρος θέλησε τότε να τον δοκιμάσει και του έφερε έναν άνθρωπο δαιμονιζόμενο επί τριάντα πέντε χρόνια. Με ένα του λόγο ο άγιος εξέβαλε το ακάθαρτο πνεύμα. Εν συνεχεία του παρουσίασε έναν νεκρό νέο που ετοιμάζονταν να τον θάψουν. Αφού ανέπεμψε θερμή προσευχή στον Θεό, ο άγιος Χαράλαμπος τον ανασήκωσε από το φέρετρο τείνοντάς του το χέρι, σαν να επρόκειτο για κάποιον που κοιμόταν, προς μεγάλο θαυμασμό του αυτοκράτορα.

Ο έπαρχος Κρίσπος φώναξε τότε: «Βασιλιά, θανάτωσε χωρίς άλλη χρονοτριβή τούτο τον άνθρωπο, γιατί με την μαγεία κατορθώνει αυτά τα θαύματα». Οργίλη μανία κυρίευσε ξανά τον αυτοκράτορα και κάλεσε τον άγιο να θυσιάσει στα είδωλα, και όταν εκείνος αρνήθηκε, διέταξε να του συντρίψουν τις σιαγόνες με πέτρες και να του κάψουν τα γένια. Με μια νέα θεία επέμβαση, όμως, η φλόγα των δαυλών στράφηκε αίφνης προς τους δήμιους και ο τόπος συγκλονίστηκε από σεισμό.

Ο αυτοκράτορας ανηρπάγη από τον θρόνο του, έμεινε αιωρούμενος στον αέρα και επί πολλή ώρα μαστιγωνόταν από αόρατους αγγέλους. Όταν η θυγατέρα του Σεβήρου, ονόματι Γαλήνη, έμαθε τι συνέβη, ήλθε και θερμοπαρακάλεσε τον άγιο μάρτυρα με δάκρυα στα μάτια, να ελευθερώσει τον πατέρα της, ομολογώντας ταυτόχρονα τον Παντοδύναμο Χριστό. Ελευθερωμένος από την παιδωμή, ο αυτοκράτορας θαύμασε για λίγο την δύναμη του Θεού, αλλά αμέσως μετά υπέκυψε πάλι στην τρέλα της ειδωλολατρίας και υπέβαλε σε σκληρά βασανιστήρια τον άγιο, τον οποίο είχε κρατήσει φυλακισμένο, παρά τις επιτιμήσεις της θυγατέρας του, η οποία ματαίως του υπενθύμιζε τις ευεργεσίες που είχε λάβει από τον Θεό. Η οργή του τυράννου στράφηκε τότε κατά της ίδιας του της κόρης και την απείλησε με θάνατο αν δεν θυσίαζε στα είδωλα. Η Γαλήνη, κάνοντας πως υποκύπτει, μπήκε στον ναό, όπου κατακρήμνισε και συνέτριψε τα είδωλα. Ο Σεβήρος έβαλε να φτιάξουν καινούργια, αλλά η κόρη του τα συνέτριψε εκ νέου, γελοιοποιώντας τον τύραννο στα μάτια του λαού.
Ο Σεβήρος προσπάθησε τότε για μια τελευταία φορά να υποβάλει σε βασανιστήρια τον υπαίτιο της τόσο εντυπωσιακής αυτής μεταστροφής, τον Χαράλαμπο. Όμως ο άγιος, ακλόνητος σαν βράχος, αντιστάθηκε σε όλα τα εγχειρήματα των δημίων και έλαμψε στα μάτια όλων με το απαστράπτον φώς της θείας χάριτος. Δέχθηκε με χαρά την ποινή του θανάτου και φθάνοντας στον τόπο της θανάτωσης, ύψωσε τους οφθαλμούς και τις χείρες στον ουρανό, ευχαρίστησε τον Θεό που τον έφερε στο τέρμα του αγώνος του και Του ζήτησε για όσου Τον παρακαλέσουν στο όνομά του, εορτάσουν την μνήμη του ή τιμήσουν τα λείψανά του, την σωτηρία της ψυχής, την υγεία του σώματος και την αφθονία των αγαθών στην ζωή αυτή και την άλλη. Ακούστηκε τότε φωνή εξ ουρανού: «Έλα, Χαράλαμπε, γενναίε αγωνιστή, να λάβεις μέρος στην χαρά και την δόξα των μαρτύρων και των αγίων πατέρων!». Η κεφαλή του αποκόπηκε από φονικό ξίφος στις 10 Φεβρουαρίου. Η μακαρία Γαλήνη ενταφίασε το τίμιο σκήνωμα του αγίου.

Η κάρα του αγίου Χαραλάμπους διατηρείται στην Μονή του Αγίου Στεφάνου των Μετεώρων. Τμήματα των αγίων λειψάνων του, διασκορπισμένα σε πολλά μέρη ανά την Ελλάδα και αλλού, επιτελούν καθημερινά πλήθος θαυμάτων και έχουν καταστήσει τον άγιο Χαράλαμπο, τον γηραιότερο των αγίων, ιδιαιτέρως αγαπητό στον ελληνικό λαό.

(Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Εκδόσεις ΙΝΔΙΚΤΟΣ)

(Πηγή ηλ. κειμένου: mkka.blogspot.com)

[Ψήφοι: 5 Βαθμολογία: 5]