Ασκητές μέσα στον κόσμο Γ’: π. Θωμάς Παπακυριάκος

Γεννήθηκε στίς 10 Ἰανουαρίου τοῦ ἔτους 1936 στό Φλάμπουρο Ἐλασσῶνος. Οἱ γονεῖς του ἦταν ὁ Γεώργιος Παπακυριᾶκος καί ἡ Δέσποινα Γερογιάννη. Στίς 9 Δεκεμβρίου τοῦ 1956 παντρεύτηκε μέ τήν Εὐθυμία Ζήνδρου. Ἔζησε ὅλα τά χρόνια στό χωριό πού γεννήθηκε, ἐκτός ἀπό τήν περίοδο τῶν ἐτῶν 1946-1949, πού τότε σάν παιδάκι 10 χρονῶν ἐγκαταστάθηκαν στήν Καλλιθέα, λόγῳ Ἐμφυλίου πολέμου. Τό 1950 ἐπέστρεψε στό Φλάμπουρο. Ἀπό τό Φλάμπουρο χρειάστηκε νά ξαναφύγη, ὅταν πῆγε νά ὑπηρετήση τήν στρατιωτική του θητεία γιά δύο χρόνια. Παρουσιάστηκε στήν Σύρο. Πῆγε ἔπειτα στό Χαϊδάρι στήν Ἀθήνα γιά ἐκπαίδευση στίς διαβιβάσεις καί ἔπειτα πῆρε μετάθεση στόν Λαγκαδᾶ. Τό ἐπάγγελμά του ἦταν ἀγρότης. Ὅλο ὄργωνε, στήν ἀρχή μέ τά ἄλογα καί μετά πῆρε τρακτέρ. Τόν Αὔγουστο τοῦ 1964 ἔγινε ἀγροφύλακας καί ἔμεινε σ’ αὐτό τό ἐπάγγελμα 6 χρόνια καί 3 μῆνες. Στίς 7 Νοεμβρίου 1970 ἡμέρα Σάββατο χειροτονήθηκε διάκονος στήν Ὀλυμπιάδα. Τήν ἑπομένη, ἡμέρα 8 Νοεμβρίου τοῦ 1970 ἡμέρα Κυριακή καί ἑορτή τῶν Ταξιαρχῶν, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στό Φλάμπουρο.

Ὁ παπα-Θωμᾶς, ἄν καί ἦταν πάντοτε ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, δέν εἶχε σκοπό νά γίνη παπᾶς. Ἦταν ἐπίτροπος. Ἡ μάννα του ἤθελε νά τόν δῆ παπᾶ καί ἔτσι ἐκπλήρωσε τόν πόθο τῆς μάννας του. Οἰκονομική ἀνάγκη δέν εἶχε, γιατί σάν ἀγορφύλακας πληρωνόταν καλά. Εἶχε ὅμως πάντα μία ἔφεση στά πνευματικά· εἶχε πάντα καί διάβαζε βιβλία ἐκκλησιαστικά· ὅταν πήγαινε στά πρόβατα, ἔπαιρνε μέσα στόν ντορβᾶ 1-2 βιβλία. Ὁ πατέρας του ἦταν ψάλτης καί ὁ ἀδελφός τοῦ πατέρα του ἦταν πολύ καλός ψάλτης καί δάσκαλος ψαλτικῆς. Ὁ παπποῦς του ἦταν ἱερέας, ὁ π. Κυριᾶκος, (ἐξ οὗ καί τό ἐπίθετο τῆς οἰκογενείας μετέπειτα). Ὅταν ἔγινε ὁ παπα-Θωμᾶς ἱερέας χάρηκαν ὅλοι, τόν ἀγαποῦσαν ὅλοι, ἦταν ἥσυχος καί δέν εἶχε προστριβές μέ κανέναν, παρ’ ὅλο πού ἦταν ἀγροφύλακας.

Ἡ χειροτονία του ἔγινε στόν παλαιό Ναό, διότι στίς ἀρχές τοῦ 1971, τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου, στίς 18 Ἰανουαρίου, εἶχε βρέξει καί ἔπεσαν μερικές πέτρες. Ὁ ναός ἦταν ἑτοιμόροπος. Ἔτσι ἀναγκάζεται νά κατεδαφίση τόν Ναό τοῦ χωριοῦ. Τότε ἦταν ἀκόμα νωπές οἱ πληγές τοῦ Ἐμφυλίου. Οἱ κομμουνιστές ἦταν ἀπόμακροι ἀπ’ τήν Ἐκκλησία καί ὁ παπα-Θωμᾶς ἄρχισε νά δίνη πρωτοβουλίες καί σέ ἀριστερούς. Ὅλους τούς ἄνδρες τοῦ χωριοῦ τούς ἔκανε Ἐπιτρόπους στήν Ἐκκλησία, ἐκτός ἀπό τούς κοντινούς συγγενεῖς. Δέν ἔκανε διακρίσεις. Εἶπε σ’ ἕναν ἀριστερό στόν Χρῆστο τόν Παπαγιάννη: «Τραβᾶτε νά γκρεμίσετε μέχρι τό μεσημέρι τήν Ἐκκλησία». Ἕβλεπαν ὅτι μπάλωμα δέν γινόταν, ἔπρεπε νά ξαναχτιστῆ ἡ Ἐκκλησία ἀπό τήν ἀρχή. Πῆγαν μέ τρακτέρ, τραβοῦσαν τούς τοίχους τῆς Ἐκκλησίας καί τήν ἔρριξαν ὅλη κάτω. Πάει ὁ παπα- Θωμᾶς στόν Δεσπότη τόν Σεβαστιανό καί τοῦ λέει:

-Ἐγώ δέν ἔχω Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία μου ἔπεσε!

Τοῦ λέει ὁ Δεσπότης:

-Νά τήν μπαλώσωμε…

-Τί νά μπαλώσωμε; τοῦ λέει, θά τήν κάνωμε ἀπό τήν ἀρχή.

Ὁ Δεσπότης συμφώνησε. Στήν ἀρχή φοβήθηκε, γιατί σκέφτηκε τήν δυσκολία γιά τά χρήματα, διότι τότε ἦταν χρόνια δύσκολα. Ὅμως ὅλοι βοήθησαν νά γίνη ἡ Ἐκκλησία. Ὅλο τό χωριό συνέβαλε. Ἄλλοι ἔφεραν ὑλικά, ἄλλοι ἀσβέστη, ἄλλοι πέτρες καί χτίστηκε μέ τήν προσωπική ἐργασία τῶν κατοίκων τοῦ χωριοῦ. Σέ ἕνα χρόνο κτίστηκε ὁ Ναός καί ἔκαναν τήν πρώτη λειτουργία τόν Ἰανουάριο τοῦ 1972.
Ἔκανε στό χωριό καί τό παρεκκλήσι τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, τήν ὁποία εἶχε σέ πολλή εὐλάβεια, μέ τήν βοήθεια ὅλου τοῦ χωριοῦ. Ὅταν εἶπε νά χτίσωμε παρεκκλήσι τῆς Ἁγίας, ὅλοι ἔτρεξαν νά βοηθήσουν. Μάλιστα ἐκεῖνον τόν καιρό, εἶχαν στό χωριό πολλές ἀποβολές, γεννοῦσαν οἱ γυναῖκες πεθαμένα παιδιά καί λέει ὁ παπα-Θωμᾶς: «Ἄν θέλετε νά δοῦμε παιδιά στό χωριό, νά κάνωμε τό παρεκκλήσι τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς». Καί ὄντως μετά σταμάτησαν οἱ ἀποβολές. Ὁ ἴδιος ὁ παπα-Θωμᾶς εἶχε τρία παιδιά: Τήν Δέσποινα, τήν Δήμητρα καί τόν Γεώργιο. Εἶχε πέντε ἐγγόνια καί δύο δισέγγονα.

Ὅταν πήγαιναν ἀσθενεῖς νά τούς διαβάση, ὁ παπα-Θωμᾶς συμμετεῖχε στόν πόνο τους καί διάβαζε μέ συναίσθηση τίς εὐχές. Τά μάτια του δακρυσμένα καί ἔτρεχε ἱδρώτας στό πρόσωπό του. Πρός τό τέλος κουραζόταν καί μερικούς τούς διάβαζε ξαπλωτός. Ὅμως ἡ προσευχή του εἶχε δύναμη καί οἱ εὐχές πού διάβαζε ἔκαναν θαύματα.

Μία φορά ἕνας κυνηγός μέ τήν γυναῖκα του ἀπ’ τήν Ἀθήνα ήρθε στό χωριό καί εἶπε σέ κάποιον ὅτι δέν μποροῦσε νά κάνη παιδιά. Τοῦ εἶπαν θά πᾶμε στόν παπα-Θωμᾶ νά σέ διαβάση. Πῆγαν στήν Ἁγία Τριάδα, τούς διάβασε καί λέει ἡ γυναῖκα: «Ἅμα γεννήσω, θά ἔρθω καί θά τό βαφτίσω στήν Ἁγία Τριάδα». Μετά ἀπό ἑπτά ἡμέρες ἔμεινε ἔγκυος ἡ γυναῖκα. Εἶχαν 10 χρόνια παντρεμένοι καί μετά πού τούς διάβασε ὁ παπα-Θωμᾶς, ἀπέκτησαν παιδί, ἔπειτα ἔκανε καί δεύτερο παιδί. Τό πρῶτο παιδί, τόν Βασιλάκη, τόν ἔφεραν καί τόν βάφτισαν στό Φλάμπουρο καί ἔκαναν δωρεά στήν Ἐκκλησία τήν κολυμβήθρα καί τόν Ἐπιτάφιο.

Μία ἄλλη γυναῖκα ἀπό τήν Κοκκινόγη, εἶχε πολλή αἱμοραγία. Πῆγε σέ πολλούς γιατρούς, ἀλλά δέν θεραπευόταν. Ἔπειτα πῆγε στό Φλάμπουρο, στήν Ἁγία Τριάδα, τήν διάβασε ὁ παπα-Θωμᾶς καί σταμάτησε ἡ αἱμοραγία.

Ἄλλη γυναῖκα ἀπό τό Σαραντάπορο, εἶχε ἀρκετές ἀποβολές. Ἐνῶ ἔπιανε παιδί κατά τήν διάρκεια τῆς ἐγκυμοσύνης, τό ἔχανε. Πῆγε στόν παπα-Θωμᾶ, τήν διάβασε καί ἀπέκτησε ἔπειτα τρία κοριτσάκια.
Ἡ νύφη τοῦ παπα-Θωμᾶ, ἡ Μαριάννα, ἔχει μία ἀδελφή τήν Δέσποινα, ἡ ὁποία εἶχε πάθει κάτι στόν λαιμό της καί ἦταν πρησμένος, δέν μποροῦσε νά μιλήση καί ἦταν πολύ δύσκολη ἡ κατάστασή της. Σέ γιατρό δέν πῆγε, ἀλλά πῆγε στόν παπα-Θωμᾶ νά τῆς διαβάση εὐχή. Ὁ παπα-Θωμᾶς τήν διάβασε πάρα πολύ ὥρα καί δάκρυζε. Ὅταν τέλειωσε ἡ εὐχή ἔγινε ἀμέσως καλά ὁ λαιμός της. Τό ἴδιο εἶχε γίνει καί μ’ ἕνα παιδάκι ἀπό ἕνα διπλανό χωριό, πού εἶχε 40 οC πυρετό. Ὅταν τό πῆγαν στόν παπα-Θωμᾶ τό διάβασε, δάκρυσε καί ἀμέσως ὁ πυρετός ἔπεσε καί τό παιδί ἔγινε καλά.

Τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1971, ἔσπασε ὁ σκωλικοειδήτης τοῦ παπα-Θωμᾶ καί ἔμεινε μερικές ἡμέρες στό νοσοκομεῖο. Ἐκεῖ εἶδε στό ὄνειρο τήν Ἁγία Τριάδα νά τοῦ λέη: «Μή φοβᾶσαι, θά λειτουργήσης πάλι».
Τό 1980 ἀναλαμβάνει καί τήν φροντίδα τῆς Ἱ. Μονῆς Σπαρμοῦ, ἐξ αἰτίας τῆς κλοπῆς τῶν εἰκόνων τοῦ 1978. Ὅταν ἔγινε αὐτό, πῆγε τόν Δεσπότη τόν Σεβαστιανό στήν Μονή καί ὁ Δεσπότης τοῦ εἶπε νά ἀναλάβη τήν φροντίδα τῆς Μονῆς. Τό Μοναστήρι ἦταν ἡ ζωή τοῦ παπα-Θωμᾶ, τό ἀγαποῦσε πολύ καί τό πρόσεχε, πήγαινε καί τό καθάριζε. Ὁ δρόμος δέν ἦταν καλός καί ὁ Δεσπότης πήγαινε στό Μοναστήρι μέ τό ἁμάξι τοῦ παπα-Θωμᾶ. Ὅταν ὁ παπα-Θωμᾶς ἤθελε νά καθαρίση τό Μοναστήρι, κατέβαινε μέ τό τρακτέρ καί τήν καρότσα στήν πλατεία τοῦ χωριοῦ, καί ὅποιος ἤθελε –κυρίως μερικές γυναῖκες- ἀνέβαιναν στήν καρότσα καί πήγαιναν νά συγυρίσουν τό Μοναστήρι.

Θεωροῦσε τό Μοναστήρι δεύτερο σπίτι του. Ἔπεισε τόν Δεσπότη, τόν Διοικητή καί τόν δασοφύλακα, νά κάνουν ἀνακαινιστικά ἔργα. Ἔφτειαξε τούς κατεστραμμένους τοίχους καί τά πατώματα. Ὅλα τά κάγκελλα τά ἔκανε ὁ ἴδιος· ἔκοψε μόνος του ξύλα, τά ἔφτειαξε καί τά βίδωσε. Εἶχε δώσει τήν ζωή του γιά τό Μοναστήρι.

Ὅταν ὁ παπα-Θωμᾶς ἦταν 56 ἐτῶν, τό Φθινόπωρο τοῦ 1992, ἀρρώστησε. Εἶχε καρκίνο στά πνευμόνια. Γιά 8 μῆνες λειτουργοῦσε ἀραιά, λόγῳ τῶν θεραπειῶν. Ἡ αἰτία τοῦ καρκίνου ἦταν μᾶλλον ἀπό τά φυτοφάρμακα.

Ὅταν ἦταν στό νοσοκομεῖο ὁ παπα-Θωμᾶς καί τοῦ ἔκαναν χημιοθεραπεῖες, ἦταν ἐκεῖ ἕνας μοναχός ἀπό τήν Ἱ. Μ. Βατοπεδίου, ὁ π. Ἐλπίδιος. Εἶχε μία ἐπέμβαση στήν μύτη του καί ἔδωσε στόν παπα-Θωμᾶ μία εἰκόνα τῆς Παναγίας Παντανάσσης. Τότε εἶπε ὁ παπα-Θωμᾶς ὅτι, ἅμα γίνη καλά, θά πάη νά προσκυνήση τήν Παναγία τήν Παντάνασσα στό Βατοπέδι καί ὕστερα θά πήγαινε στόν Ἅγιο Ραφαήλ. Μετά ἀπό ἕνα χρόνο πού ἦταν καλύτερα, πῆγε στό Ἅγιον Ὄρος καί προσκύνησε τήν Παναγία τήν Παντάνασσα καί ἔπειτα ἀπό δύο χρόνια πῆγε στόν Ἅγιο Ραφαήλ. Στό Ἅγιον Ὄρος πῆγε μέ τόν ἀνηψιό του τόν Χρῆστο, πού τόν ἀγαποῦσε πολύ. Ὅταν μπῆκε στό Καθολικό τῆς Μονῆς ἦταν σκοτάδι –μόνο λίγα κεράκια ἔφεγγαν- καί δέν ἤξερε πρός τά ποῦ νά πάη· δίπλα του ἦταν ὁ ἀνηψιός του. Ξαφνικά νοιώθει ἕνα χτύπημα ἐλαφρύ πίσω στήν πλάτη του καί μία φωνή νά του λέη: «Ἐσύ μπροστά καί ἀριστερά». Γυρνάει καί δέν βλέπει κανέναν· ἀκολούθησε τήν φωνή καί πῆγε μπροστά καί ἀριστερά καί βρέθηκε μπροστά στήν εἰκόνα τῆς Παναγίας· τήν προσκυνάει καί, ὅπως γυρνάει νά φύγη, ἀκριβῶς κολλητά στό στασίδι, ἦταν ὁ μοναχός Ἐλπίδιος πού τοῦ εἶχε δώσει τήν εἰκόνα.

Μετά πῆγε στόν Ἅγιο Ραφαήλ καί κάθησε δύο ἡμέρες. Μέ τήν Γερόντισσα δέν μίλησε, ἁπλῶς μόνο χαιρετήθηκαν. Ἡ Γερόντισσα εἶπε σέ μία δόκιμη μοναχή ὅτι ὁ παπα-Θωμᾶς θά γίνη καλά. Ἡ δόκιμη τό μετέφερε αὐτό στόν παπα-Θωμᾶ καί στήν πρεσβυτέρα, λίγο πρίν ἀναχωρήσουν ἀπό τήν Μονή. Καί ὄντως, μετά ἀπό τό προσκύνημά του στόν Ἅγιο Ραφαήλ, ὅλα πῆγαν καλά.

Τό 1998 περίπου, εἶδε στόν ὕπνο του τόν ἅγιο Παντελεήμονα, στόν παλαιό χωριό του Ἁγίου Παντελεήμονος, καβάλα στό ἄλογο.

– Ποιός εἶσαι ἐσύ;, τοῦ λέει ὁ παπα-Θωμᾶς.

– Ἐγώ εἶμαι ὁ ἅγιος Παντελεήμων, ὁ γιατρος.

Ρωτοῦσε μετά νά μάθη ποῦ εἶναι ὁ Ἅγιος Παντελεήμων. Τοῦ εἶπαν στόν Ἅγιο Παντελεήμονα τόν παλαιό. Ξεκίνησε νά πάη νά προσκυνήση, καί πέτχυε πάνω στό πανηγύρι καί δέν μποροῦσε νά πάη μέ τό ἁμάξι, διότι εἶχε πολύ κόσμο. Ὅταν ἔφτασε στό Ἐκκλησάκι, γνώρισε τό σημεῖο, τόν τόπο, πού εἶχε δῆ τόν ἅγιο Παντελεήμονα στόν ὕπνο του. «Ἐδῶ ἦταν, ἐδῶ τόν εἶδα», εἶπε, ἐνῶ δέν εἶχε ξαναπάει ἐκεῖ ποτέ. Ὅταν τόν εἶδε τόν Ἅγιο στόν ὕπνο του ἔγινε καλά ἀπό μία γρίππη πού εἶχε.

Μετά τό προσκύνημά του στό Βατοπέδι, στήν Παναγία τήν Παντάνασσα καί στόν Ἅγιο Ραφαήλ, συνῆλθε καί ἐκτελοῦσε τά ἱερατικά του καθήκοντα. Ὅλα τά χρόνια ἡ Ἁγία Τριάδα, ὁ ἅγιος Νικόλαος καί ἡ ἁγία Παρασκευή ἦταν τό Α καί τό Ω, ἠ ἀγάπη καί ἡ ζωή τοῦ παπα-Θωμᾶ. Τήν ἁγία Παρασκευή τήν εἶχε προστάτιδά του, ἀλλά προστάτευε καί τίς ἀγροτικές παραγωγές. Καί πράγματι στά καπνά δέν εἶχε πέσει χαλάζι ποτέ. Μόλις ἄρχιζε νά βρέχη, ἔβγαινε ὁ παπα-Θωμᾶς πάνω στήν ράχη καί σταύρωνε τά χωράφια μέ τόν Σταυρό στό χέρι νά μήν πάθουν ζημιά. Τό χωριό παρατηροῦσε, ἄν βγῆκε ὁ παπα-Θωμᾶς στήν ράχη νά σταυρώση τά χωράφια. Κάποτε μία βραδιά εἶχε ἕναν πολύ δυνατό ἀέρα, λές καί θά σήκωνε τά σπίτια· νόμιζες ὅτι θά τά γκρέμιζε· μόλις ὅμως βγῆκε ὁ παπα-Θωμᾶς ἔξω ἀπ’ τήν πόρτα του σπιτιοῦ καί σταύρωσε, σταμάτησε ἀμέσως ὁ δυνατός ἀέρας. Μόλις ἔβλεπε μαῦρα σύννεφα νά πλησιάζουν τό χωριό, ἔλεγε μία εὐχή, σταύρωνε καί ποτέ δέν ἔρριξε χαλάζι στό χωριό.

Οἱ θεῖες Λειτουργίες ἦταν ἡ ζωή του. Ὅταν ἔκανε τίς χημιοθεραπεῖες, γιά 8 μῆνες λειτουργοῦσε ἀραιά. Ἔπειτα συνέχεια. Πρίν θεραπευτῆ τελείως, κατά τήν διάρκεια τῶν θεραπειῶν, τίς Πέμπτες ἔκανε ἐνέσεις. Τήν Παρασκευή ἦταν στό κρεββάτι. Τό Σάββατο τό ἀπόγευμα σάν νά ἀνασταινόταν, πήγαινε χτυποῦσε τήν καμπάνα καί τήν Κυριακή λειτουργοῦσε καί ὅλοι θαύμαζαν. Τό ἕνα πνευμόνι του εἶχε στεγνώσει ἀπό τίς ἀκτινοβολίες, ὅμως δέν τό ἀφαίρεσε. Εἶχε ἕναν πνεύμονα, ἀλλά πήγαινε καί ἔψελνε· τόν βοηθοῦσε καί τό κλῖμα τοῦ τόπου, γιατί ἐκεῖ δέν εἶχε ὑγρασία. Μέχρι τό 2000 λειτουργοῦσε κανονικά. Τούς μῆνες πού δέν λειτουργοῦσε, πήγαιναν ἄλλοι ἱερεῖς καί λειτουργοῦσαν στό χωριό. Ὁ παπα-Θωμᾶς παρακολουθοῦσε τήν θεία Λειτουργία, ἀλλά στενοχωριόταν, γιατί ἴσως λειτουργοῦσαν τυπικά καί βιαστικά. «Δέν μπορῶ, ἔλεγε, στενοχωριέμαι. Τί εἶναι αὐτό τό πρᾶγμα; Ὅταν λειτουργοῦσα, τήν ζοῦσα ἔντονα τήν Λειτουργία, τήν ζοῦσα…, ὄχι ἔτσι…., στήν θεία Λειτουργία κατεβαίνουν τά Χερουβίμ καί τά Σεραφείμ». Στήν πρεσβυτέρα του εἶχε πεῖ μία φορά ὅτι ὅταν βγῆκε στήν Ὡραία Πύλη νά πῆ τό «Ἄνω σχῶμεν τας καρδίας», ὅπως σήκωσε τά χέρια του καί κοίταξε ψηλά, εἶδε Ἀγγέλους.

Μετά τίς χημειοθεραπεῖες (μετά τό 1993), ἐνῶ εἶχε ἀρχίσει νά λειτουργῆ πάλι κανονικά, ἔπαθε εἰλεό. Ἡ κατάσταση τῆς ὑγείας του ἦταν πολύ σοβαρή, εἰσήχθη στό νοσοκομεῖο καί θά τοῦ ἔκαναν ἐγχείρηση. Δίσταζαν ὅμως, γιατί μέ ἕνα πνευμόνι δέν ἤξεραν, ἄν θά ἄντεχε τήν ἀναισθησία ὁ ὀργανισμός του. Ἀφοῦ ἄλλη λύση δέν ὑπῆρχε, οἱ συγγενεῖς του ἀναγκάστηκαν νά ὑπογράψουν νά γίνη ἡ ἐγχείρηση. Ὅλοι ὅμως εἶχαν τόν φόβο, ὅτι ἴσως νά εἶναι οἱ τελευταῖες στιγμές τῆς ζωῆς τοῦ παπα-Θωμᾶ. Τότε μία πρώτη ἐξαδέλφη τοῦ παπα-Θωμᾶ, ἔφερε λίγο λαδάκι ἀπό τήν κάρα τοῦ ἁγίου Ραφαήλ, τήν ὁποία εἶχαν μεταφέρει τότε στήν Λάρισα γιά νά τήν προσκυνήση ὁ κόσμος. Πῆρε τό λαδάκι ἡ πρεσβυτέρα, ἄναψε λίγο θυμίαμα καί ἄλειψε μέ τό λάδι τήν κοιλιά τοῦ παπα-Θωμᾶ. Ὁ παπα-Θωμᾶς ζήτησε νά πιῆ θερμό νερό, ἄν καί οἱ γιατροί δέν τόν ἄφηναν, γιατί ἡ κοιλιά του ἦταν πρησμένη. Ἐκεῖνο τό βράδυ ἔγινε καλά, θεραπεύτηκε. Τότε τοῦ λέει ὁ γιατρός: «Ἄντε, παπα-Θωμᾶ, τό γλύτωσες τώρα τό μαχαίρι, ἀλλά πάλι στά χέρια μου θά πέσης» καί τοῦ λέει ὀ παπα-Θωμᾶς: «Ἐγώ στά χέρια τά δικά σου θά πέσω; Πρόσεξε, ἐσύ μήν πέσης στά δικά μου». Τό εἶπε σάν ἀστεῖο καί μετά ἀπό 6 μῆνες ὁ γιατρός ἀρρώστησε, ἔπαθε εἰλεό καί πέθανε μέσα στό νοσοκομεῖο.

Ἐνῶ μέ τήν ὑγεία του πέρασε πολλά ὁ παπα-Θωμᾶς, διότι εἶχε πολλές ἀσθένειες, δέν εἶχε ὅμως ἔντονα δυνατούς πόνους καί ποτέ δέν κούρασε τους γύρω του. Ἦταν πάντοτε διακριτικός. Ἀκόμα καί σέ θέματα πνευματικά ποτέ δέν πίεζε τους συγγενεῖς του, ἀλλά μέ τόν τρόπο του, μέ τό παράδειγμά του καί χωρίς λόγια, ἔφερνε τούς ἀνθρώπους στήν Ἐκκλησία καί τούς ἔκανε νά ἐκκλησιάζωνται συχνά. Καί μ’ αὐτόν τόν τρόπο του εἶχε βάλει τό χωριό σέ μία καλή καί πνευματική σειρά. Εἶναι ἀξιοθαύμαστο ὅτι χωρίς ἐράνους ἔχτισε τήν Ἐκκλησία τοῦ χωριου, τά παρεκκλήσια καί τό Πνευματικό κέντρο καί ὅλα αὐτά, γιατί ὅλοι ἀγαποῦσαν τόν παπα-Θωμᾶ. Ἐπίσης τό χωριό ἰατρεῖο δέν εἶχε καί, ὅταν πήγαινε κανένας γιατρός, δέν εἶχε χῶρο γιά νά ἐξετάζη τους ἀσθενεῖς. Τότε ὁ παπα-Θωμᾶς ἔφτειαξε ἕναν χῶρο γιά Κατηχητικό, διότι τό χωριό εἶχε πολλά μικρά παιδιά, καί τόν ἴδιο χῶρο τόν πρόσφερε ὡς ἰατρεῖο γιά τόν ἑκάστοτε γιατρό, πού θά πήγαινε στό χωριό.

Πέρασε λοιπόν ὁ παπα-Θωμᾶς πολλές ἀρρώστειες. Ὅταν τό 1998 εἶχε τήν γρίππη καί τόν ἔκανε καλά ὁ ἅγιος Παντελεήμων, ἔλεγε: «Βρέ, ἐμένα μέ ἔκανε καλά ὁ ἅγιος Παντελεήμων, ὄχι ὁ γιατρός». Τό 2008 ἔπαθε καρδιά ἀπό τήν πολλή στενοχώρια, ἐξ αἰτίας τοῦ θανάτου τοῦ Ἀρχιεπισκόπου κ. Χριστόδουλου· ὅλο τό βράδυ δέν κοιμήθηκε ἀπό τήν στενοχώρια του. Ὁ Δεσπότης τῆς περιοχῆς στενοχωρέθηκε, πού δεν τόν ἐνημέρωσαν ὅτι ὁ παπα-Θωμᾶς εἶχε καρδιακό ἐπεισόδιο, τόν ἀγαποῦσε πολύ.

Ἀπό τό 2003 καί μετά εἶχε καταπέσει καί δέν μποροῦσε νά λειτουργῆ συχνά, ἀλλά ὅταν συλλειτουργοῦσε, διάβαζε τίς εὐχές, ἔκανε καί καμμιά ἐκφώνηση καί τό χαιρόταν πάρα πολύ.

Στά τέλη τοῦ 2011 δέν ἦταν καθόλου καλά. Εἶχε πάλι καρκίνο. Τά Χριστούγεννα τοῦ 2011 εἶχε λίγο χιόνι καί εἶπε στήν πρεσβυτέρα του, ὅτι δέν μποροῦσε νά πάη στήν Ἐκκλησία. Ζητοῦσε νά πάη ὁ παπάς ἀπό τό Μοναστήρι νά τοῦ διαβάση εὐχή, καί ὄντως πῆγε δύο φορές καί τόν διάβασε. Τήν τελευταία φορά τοῦ διάβασε εὐχή στίς 4 Ἰανουαρίου 2012. Τήν Κυριακή πῆγε ὁ π. Νικάνωρ τόν ἐξομολόγησε καί ἔπειτα τόν κοινώνησε ἀπό τό ἀρτοφόριο τοῦ Ναοῦ. Μετά ἤπιαν ὅλοι μαζί ἕναν καφέ (ἐνῶ καφέ δέν ἔπινε). Ἀργά τό βράδυ τῆς Κυριακῆς ἔπεσε σέ κῶμα καί Δευτέρα στίς 9 Ἰανουαρίου 2012, τό ἀπόγευμα κοιμήθηκε. Μία ὥρα πρίν ἀπό τήν κοίμησή του, ἔπαιρνε τό πρόσωπό του διάφορες μορφές. Μία γελοῦσε, μία θύμωνε. Αὐτό γιά περίπου μία ὥρα, μέχρι πού ἔφυγε ἀπ’ τήν ζωή. Φαίνεται ὅτι κάτι ἔβλεπε ἡ ψυχή του. Τήν Τρίτη στίς 10 Ἰανουαρίου τοῦ 2012, ἡμέρα τῆς γεννήσεώς του, ἔγινε ἡ κηδεία.
Τήν ἡμέρα τῆς κοιμήσεως ὁ κ. Κώστας Γεωργίου τό ἀπόγευμα στίς 6.20΄ μ.μ. πῆρε τηλέφωνο στήν Ἱ. Μ. Σπαρμοῦ καί λέει στούς πατέρες: «Τί φῶς εἶναι αὐτό πάνω στόν Ὄλυμπο σάν λάμψη; φωτιά εἶναι;». Φυσικά, Ἰανουάριο μῆνα δέν ἦταν δυνατό νά εἶχε φωτιά στό χιονισμένο Ὄλυμπο, ἀλλά αὐτή ἡ λάμψη ἦταν ὁρατή καί ἔλαμπε ὁ Ὄλυμπος. Ὕστερα στίς 6.45΄κοιμήθηκε ὁ παπα-Θωμᾶς καί εἰδοποίησαν τό Μοναστήρι γιά τήν κοίμησή του. Καί ἔτσι κατάλαβαν ὄτι ἐπειδή ἡ ὁλόφωτη ψυχή τοῦ παπα-Θωμᾶ πορεύθηκε μέσα στό φῶς τοῦ Χριστοῦ, γι’ αὐτό μέ φῶς συνοδευόμενος ἀνῆλθε στόν οὐρανό.
Τήν εὐχή του νά ἔχωμε. Ἀμήν.

 

[Από το βιβλίο: “Ασκητές μέσα στον κόσμο” (Τρίτος τόμος). Εκδότης ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ «ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ» Μεταμόρφωσις Χαλκιδικής. Απρίλιος 2020]

 

(Πηγή ψηφ. κειμένου: orp.gr, Η/Υ επιμέλεια Αικατερίνας Κατσούρη)

 

[Ψήφοι: 2 Βαθμολογία: 5]