Εκδόσεις “Άγκυρα”

Ξέγνοιαστα νιάτα και κακά γεράματα (Φώτης Κόντογλου)

Τον καιρό που γύριζα τον κόσμο, βρέθηκα μια φορά στη Μαρσίλια, κ’ επειδή μ’ άρεζε αυτή η πολιτεία, κ’ είχα και κάμποσους καλούς φίλους εκεί πέρα, κάθισα ένα – δυο μήνες. Διαβάστε περισσότερα »

Κάψα (Φώτης Κόντογλου)

Όλα τα έργα του Θεού είναι βλογημένα. Τότε που έκανε τον κόσμο, είδε πως είναι πολύ καλά όσα έκανε. «Και είδεν ο Θεός πάντα όσα εποίησε, και ιδού καλά λίαν». Και το κρύο κ’ η ζέστη, κ’ η καλοσύνη κ’ η φουρτούνα, κι ο χειμώνας και το καλοκαίρι, κ’ η δροσιά κ’ η πάχνη. Αληθινά, όλα είναι καλά. Γι’ αυτό λέγει ο Δαβίδ: «Αινείτε τον Κύριον επί της γης, δράκοντες και πάσαι άβυσσοι˙ πυρ, χάλαζα, χιών, κρύσταλλος, πνεύμα καταιγίδος, τα ποιούντα τον λόγον αυτού˙ τα όρη και πάντες βουνοί, ξύλα καρποφόρα και πάσαι κέδροι».
Τον καιρό που ζούσα φυσικά και βλογημένα, θυμάμαι πως όλα μου φαινόντανε καλά. Όλα τα δεχόμουνα με χαρά, και τα πιο σκληρά˙ φουρτούνες, παγωνιές, βροχές, κούραση, δίψα, πείνα και κάθε κακοπάθηση. Και μάλιστα εύρισκα πολλή ευχαρίστηση να τα περνώ με υπομονή. Και τώρα που τα θυμάμαι, μου φαίνονται ακόμα πιο έμορφα.
Έτσι, και τις ώρες που έκανε κάψα, κ’ η γης καβουρντιζότανε και μύριζε στουρναρόπετρα, ένιωθα πολλά πράγματα μέσα μου, μυστήρια ποιητικά, που με κάνανε να την αγαπώ. Τ’ απομεσήμερο, την ώρα που βράζει ο κόσμος, βαστά μια βουβή ησυχία, σαν να ‘ναι νύχτα βαθιά. Διαβάστε περισσότερα »

Αθώοι φονιάδες και κακούργοι αναίσθητοι (Φώτης Κόντογλου)

Μαθαίνει κανένας τα κακουργήματα που γίνουνται σήμερα, κι ανατριχιάζει περισσότερο απ’ άλλη φορά, από την αναισθησία, από την απάθεια, από την πώρωση που έχουνε κείνοι που τα κάνουνε, σαν να είναι αληθινοί σατανάδες, και σαν να είναι ο σκοτωμός η φυσική τροφή της ψυχής τους.
Άλλη φορά οι φονιάδες σκοτώνανε, οι περισσότεροι, χωρίς να το θέλουνε, μέσα στη ζάλη τους. Ένα σύννεφο από θυμό ή από ζήλεια ή από πνιγμένο δίκιο, θόλωνε τα μάτια τους για μια στιγμή. Μα ύστερα σκόρπιζε αυτό το σύννεφο, τα μάτια τους καθαρίζανε, και μετανιώνανε. Πολλές φορές κλαίγανε, θέλανε να σκοτωθούνε, ντρεπόντανε τον κόσμο. Τώρα οι φονιάδες, κ’ οι άλλοι που κάνουνε κακές πράξεις, είναι ολότελα μαυρόψυχοι, ξεροί, παγωμένοι, αναίσθητοι σατανάδες, βουβοί και ψυχροί κακούργοι. Και τί; Μικροί και μεγάλοι, χωριάτες και σπουδαγμένοι! Ένα πράγμα φοβερό!
Αυτές οι σκέψεις με κάνανε να θυμηθώ κάποιους φονιάδες, που έζησα μαζί τους τον καιρό που ήμουνα πολύ νέος, και που είχανε κάνει την αμαρτία του σκοτωμού μέσα στην άναψη της ψυχής τους. Αυτοί ήτανε ζεστοί φονιάδες, να πούμε, δεν ήτανε ψυχροί, σαν τους περισσότερους σημερινούς. Ένιωθες πως ήτανε άνθρωποι σαν κ’ εσένα κι όχι φίδια κρύα, όπως είναι οι σημερινοί φονιάδες, χωρίς καρδιά, εκτρώματα βουβά, παγωμένα, ολότελα ξένα για τον άνθρωπο. Γι’ αυτό, εκείνους τους παλιούς φονιάδες τους λέγω αθώους φονιάδες, μπροστά στους καινούργιους, που είναι, οι περισσότεροι, κακούργοι μέχρι κόκκαλο, σατανόψυχοι, αμετανόητοι. Διαβάστε περισσότερα »