ΣΤΗΝ ΠΡΟΣ ΕΒΡΑΙΟΥΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗ
(Εβρ. 12, 4-10)
Γι’ αυτό, παρακαλώ, να το διατηρούμε ισχυρό και να μην το νοσηλεύουμε. Ο λόγος μου δεν απευθύνεται μόνο στους άνδρες, αλλά και στις γυναίκες. Γιατί, γυναίκα, παραλύεις συνεχώς το σώμα σου με την τρυφή και το εξασθενείς; Γιατί μειώνεις τη δύναμί του με το πάχος; Το πάχος το αποχαυνώνει δεν το ενδυναμώνει. Εάν όμως απομακρυνθής από αυτά και ασκής διαφορετικά τον εαυτό σου, τότε και το κάλλος το σωματικό θα συμβαδίζη με τη διάθεσι, εφ’ όσον θα υπάρχη δύναμις και σωματική ευρωστία· εάν όμως το πολιορκής με μύριες ασθένειες, ούτε ανθηρό θα είναι, ούτε εύρωστο· διότι πάντα θα είσαι κατηφής.
Γνωρίζετε ότι, όπως ένα ωραίο σπίτι, όταν το χαμογελάση η ατμόσφαιρα, το δείχνει λαμπρό, έτσι και η χαρά τής ψυχής όταν προστεθή σ’ ένα ωραίο πρόσωπο το κάνει ωραιότερο· ενώ όταν βρίσκεται μέσα στην κατήφεια και τους πόνους, γίνεται πιο άσχημο· και την κατήφεια την δημιουργούν οι ασθένειες και οι πόνοι τού σώματος· ενώ τις ασθένειες το σώμα που έγινε μαλθακότερο από την πολλή καλοπέρασι. Ώστε και γι’ αυτόν τον λόγο ν’ αποφεύγετε την ηδονή, εάν πείθεσθε στα λόγια μου. Αλλά, λέγει, υπάρχει ηδονή στις απολαύσεις. Όμως δεν είναι τόσο μεγάλη, όσες είναι οι δυσκολίες. Αλλωστε η ηδονή φθάνει μέχρι τον φάρυγγα, μέχρι τη γλώσσα· διότι μετά το σήκωμα του τραπεζιού ή την κατάποσι της τροφής, θα είσαι όμοιος μ’ αυτόν που δεν πήρε μέρος σ’ αυτά, ή καλύτερα πολύ χειρότερος, διότι φέρνεις από εκεί βάρη και διάτασι και κεφαλαλγία και ύπνο που μοιάζει με θάνατο, και πολλές φορές και αγρυπνία από τον χορτασμό, και δύσπνοια και ρέψιμο, και μύριες φορές θα καταριέσαι την κοιλιά, ενώ πρέπει να καταριέσαι την αμετρία.
Ας μη παχαίνουμε λοιπόν το σώμα, αλλ’ άς ακούσουμε τον Παύλο που λέγει· «μη φροντίζετε για τη σάρκα, προσπαθώντας πώς να ικανοποιήτε τις επιθυμίες της». Διότι, όπως ακριβώς αν κάποιος πάρη και βάλη τα τρόφιμα στον οχετό, έτσι και εκείνος που τα βάζει στο στομάχι του· ή καλύτερα όχι έτσι, αλλά πολύ πιο χειρότερα. Διότι στην περίπτωσι του οχετού γεμίζει αυτόν χωρίς να προξενή κακά στο εαυτό του, ενώ στην άλλη περίπτωσι προκαλεί και πάρα πολλές ασθένειες. Καθόσον η αυτάρκεια είναι αυτή που τρέφει το σώμα, και μπορεί να το τελειοποίηση· ενώ το επί πλέον όχι μόνο δεν το τρέφει, αλλά και το καταστρέφει. Αλλά κανείς δεν τα προσέχει αυτά, εξαπατώμενος από την άκαιρη ηδονή και τη συνηθισμένη αντίληψι.
Θέλεις να τρέφης το σώμα; Απομάκρυνε το περιττό, δίνε του το απαραίτητο και αυτό που μπορεί ν’ ανεχθή· μην το βαραίνης για να μην το καταποντίσης. Η αυτάρκεια είναι και τροφή και ηδονή· διότι τίποτε δεν προξενεί τόση ηδονή, όση η εύπεπτη τροφή· τίποτε δεν φέρνει τόση υγεία, ούτε τόση οξύτητα αισθήσεων, ούτε απομακρύνει τόσο την ασθένεια. Αρα η αυτάρκεια είναι τροφή και ηδονή και υγεία, ενώ το περιττό είναι και καταστροφή και αηδία και ασθένεια. Καθόσον αυτά που προξενεί η πείνα αυτά προξενεί και ο χορτασμός, ή καλύτερα και φοβερώτερα· διότι η πείνα μέσα σε λίγες ημέρες ωδήγησε τον άνθρωπο στο θάνατο και τον απάλλαξε, ενώ ο χορτασμός, αφού καταφάγη και σαπίση το σώμα και το παραδώση σε μακροχρόνια ασθένεια, έπειτα το παραδίδει σε φοβερώτατο θάνατο. Εμείς όμως νομίζουμε ότι η πείνα είναι φοβερή δοκιμασία, ενώ τρέχουμε προς την πλησμονή που είναι φοβερώτερη από αυτήν.
Από που προέρχεται αυτή η ασθένεια, από που αυτή η τρέλλα; Δεν λέγω να εξαντλούμε τους εαυτούς μας, αλλά τόσο να τρεφώμαστε, πράγμα που και ηδονή φέρνει, την πραγματική ηδονή, και το σώμα μπορεί να θρέψη, κάμνοντάς το ικανό και αρμονικό προς τις ενέργειες της ψυχής και παρουσιάζοντάς το καλά στερεωμένο και συναρμοσμένο. Όταν όμως γεμίζη υπερβολικά με την τροφή, αφού διαλύση τους συνδέσμους, όπως θα έλεγε κανείς, και τις αρμονίες που το κάνουν στερεό, δεν θα μπορέση ν’ αναχαιτίση την πλημμύρα, διότι όταν η πλημμύρα μπη μέσα διαλύει και καταστρέφει το πάν.
«Μη φροντίζετε για τη σάρκα σας», λέγει, «προσπαθώντας πώς να ικανοποιήτε τις επιθυμίες της». Και σωστά είπε, «για να ικανοποιήτε τις επιθυμίες της»· διότι η φιληδονία τροφοδοτεί τις παράλογες επιθυμίες, κι’ άν ο φιλήδονος είναι πιο συνετός από όλους, οπωσδήποτε θα πάθη κάτι από το κρασί, από τις τροφές, κατ’ ανάγκη θα παραλύση, κατ’ ανάγκη η επιθυμία θα κάνη μεγαλύτερη τη φλόγα. Από εδώ προέρχονται οι πορνείες, από εδώ οι μοιχείες· διότι η πεινασμένη κοιλιά δεν μπορεί να γεννήση τον έρωτα, άλλα ούτε και αυτή που είναι αυτάρκης· απεναντίας εκείνη που γεννά τις παράλογες επιθυμίες, είναι εκείνη που ζη άσωτα εξ αιτίας τής φιληδονίας. Και όπως ακριβώς η υπερβολικά υγρή γη γεννά τα σκουλήκια καθώς και η βρεγμένη και υπερβολικά υγρή κοπριά, ενώ εκείνη που είναι απαλλαγμένη από την υγρασία εκείνη και έχει κανονική υγρασία φέρνει πολλούς καρπούς· διότι, κι’ όταν ακόμα δεν καλλιεργήται, παράγει χόρτο, όταν όμως καλλιεργήται παράγει καρπούς· έτσι κι’ εμείς.
Ας μην αχρηστέψουμε λοιπόν τη σάρκα, ας μην την κάνουμε ανώφελη ή επιβλαβή, αλλά ας φυτέψουμε σ’ αυτήν χρήσιμους καρπούς και φυτά καρποφόρα, κι’ άς φροντίζουμε να μην εξασθενίση εξ αιτίας τής φιληδονίας· διότι και εκείνα όταν σαπίσουν βγάζουν σκουλήκια κι’ όχι καρπούς. Έτσι και η έμφυτη επιθυμία, εάν υπερβολικά την διαβρέξης, γεννά παράλογες ηδονές και υπερβολικά μάλιστα παράλογες. Αυτή λοιπόν τη βλάβη ας την απομακρύνουμε με κάθε τρόπο, για να μπορέσουμε να επιτύχουμε τα αγαθά που μας έχει υποσχεθή, με τη βοήθεια του Ιησού Χριστού τού Κυρίου μας, και τα λοιπά.
(Πηγή: ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΕΡΓΑ, τ. 25, ΠΑΤΕΡΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ»)