Πόσο ασφαλές είναι το νερό που πίνουμε; (Τούσα Ζάππα)

Ποιο νερό θεωρείται πόσιμο και ασφαλές; Είναι καλύτερο το εμφιαλωμένο από εκείνο της βρύσης; Ποια είναι τα χαρακτηριστικά που θα μας βοηθήσουν στη σωστή επιλογή; Ας ενημερωθούμε, για να γνωρίζουμε επιτέλους με τι ακριβώς ξεδιψάμε. Είναι συμβουλή των για­τρών αλλά και δική μας ανάγκη: τις ημέρες της ζέστης, θα πρέπει να έχουμε πάντα μαζί μας νερό. Ως απαραίτητο… αξεσουάρ, το πλαστι­κό μπουκαλάκι φιγουράρει σε κάθε έξοδο, ενώ πάντα -συνειδητά ή ασυ­νείδητα- συγκρίνεται με το νερό της βρύσης στα γραφεία και τα σπίτια μας. Τι γνωρίζουμε όμως γι’ αυτά; Πώς διαβάζουμε την ετικέτα ενός εμ­φιαλωμένου, πώς επιλέγουμε το πιο κατάλληλο και πόσο ασφαλείς είμα­στε πίνοντας νερό της βρύσης; Ας πάρουμε τα πράγματα με τη σει­ρά, αρχίζοντας από τα εμφιαλωμένα. «Υπάρχουν τρεις, αναγνωρισμένες από την Ευρωπαϊκή Ένωση, κατηγο­ρίες εμφιαλωμένου νερού», λέει η διατροφολόγος κ. Κ. Πούλια: το επι­τραπέζιο, το φυσικό μεταλλικό νερό και το νερό πηγής.

Επιτραπέζιο: Πρόκειται για το νε­ρό στο οποίο επιτρέπεται να γίνει διαδικασία απολύμανσης, προκειμένου η σύστασή του να είναι σύμφωνη με την κοινοτική νομοθεσία για το πό­σιμο νερό. Μπορεί να είναι οποιασ­δήποτε προέλευσης, από λίμνη, πο­τάμι, γεώτρηση κ.λπ. Πρακτικά, η σύ­σταση του επιτραπέζιου νερού και του νερού της βρύσης είναι παρα­πλήσια, όμως το επιτραπέζιο νερό έχει συγκεκριμένη και γνωστή σύ­σταση και είναι απαλλαγμένο από μι­κροοργανισμούς.

Φυσικό μεταλλικό: Έχει αποκλει­στικά υπόγεια προέλευση και εμφιαλώνεται επιτόπου, χωρίς να υφί­σταται μεταβολές. Το φυσικό μεταλλικό νερό, λόγω της υπόγειας προέλευσής του, έχει σταθερή σύ­σταση -δεδομένου ότι δεν επηρεάζε­ται από τις καιρικές μεταβολές- που διαφέρει από εκείνη του κοινού πό­σιμου νερού, κι έτσι μπορεί να είναι πλούσιο ή φτωχό σε διάφορα μέταλ­λα και ιχνοστοιχεία, για παράδειγμα μαγνήσιο, ασβέστιο, κάλιο κ.ά. Ο νόμος απαγορεύει οποιαδήποτε κα­τεργασία στο φυσικό μεταλλικό νε­ρό. Η μόνη διαδικασία που επιτρέ­πεται είναι η αφαίρεση ή η προσθή­κη διοξειδίου του άνθρακα.

Νερό πηγής: Αποτελεί, ουσιαστι­κά, μια ενδιάμεση κατηγορία μεταξύ του επιτραπέζιου και του φυσικού με­ταλλικού νερού. Το νερό πηγής έχει και αυτό υπόγεια προέλευση, εμ­φιαλώνεται στην πηγή προέλευσής του, έχει σταθερή σύσταση και δεν υφίσταται διαδικασίες απολύμανσης, όμως η σύστασή του προσομοιάζει σε αυτήν του νερού βρύσης.

Το νερό της βρύσης μας Πόσιμο νερό, σύμφωνα με τους ειδι­κούς, θεωρείται αυτό που είναι «καθαρό» από χημική και μικροβιολογι­κή άποψη και, συνεπώς, μπορεί να κα­ταναλωθεί χωρίς να κινδυνεύει η υγεία μας βραχυπρόθεσμα ή μακροπρόθε­σμα. Γι’ αυτό και το καθαρό νερό δεν πρέπει να έχει οσμή, γεύση ή χρώμα.

«Το νερό της βρύσης περιέχει μια ποι­κιλία φυσικών και σχετικά αβλαβών επιμολυντών, όπως είναι τα μεταλλι­κά ιόντα του σιδήρου και του μαγνησίου και το ανθρακικό ασβέστιο στο σκληρό νερό», λέει ο κ. Μάριος Μαρούλης, αναλυτικός χημικός. «Η ιδι­αίτερη χημική σύστασή του εξαρτάται π.χ. από τις τοπικές γεωλογικές συνθήκες στις γεωτρήσεις από όπου αντλούνται νερά. Οι συνθήκες αυτές αποτελούν καθοριστικό παράγοντα για τις συγκεντρώσεις των φυσικών επιμολυντών. Κατά τη διαδρομή του από την επιφάνεια της γης έως και την κατάληξή του στον κύριο όγκο των υπόγειων υδάτων, μπορεί να επι­μολυνθεί πιθανόν με φυτοφάρμακα και λιπάσματα. Ακόμη και από τις γε­ωτρήσεις μέχρι τα σπίτια, το νερό εν­δέχεται να επιβαρυνθεί με μικροβια­κό φορτίο, με βαρέα μέταλλα αλλά και με χλώριο, το οποίο προστίθεται από τους διαχειριστές του συστήμα­τος ύδρευσης για την καταπολέμηση των παθογόνων μικροοργανισμών». Οι υπεύθυνοι διαχείρισης του νερού της ύδρευσης είναι υποχρεωμένοι, βάσει της εθνικής νομοθεσίας, να ελέγχουν το νερό, εξετάζοντας πολ­λές παραμέτρους που διασφαλίζουν τη χημική και μικροβιολογική ασφά­λειά του. Οπότε, πόσο καθαρό είναι; «Κάθε περιοχή έχει νερό διαφορετι­κής γεωλογικής προέλευσης και χη­μικής σύστασης αλλά και η διαδρο­μή που ακολουθεί έως και τη βρύση του καταναλωτή διαφέρει, όπως και η μέριμνα του εκάστοτε διαχειριστή του δικτύου της ύδρευσης», αναφέ­ρει ο κ. Μαρούλης. «Κατά συνέπεια, η ποιότητα του νερού κάθε περιοχής ποικίλλει. Ωστόσο, στις περισσότε­ρες περιοχές, οι οποίες δεν πάσχουν από σημαντική επιβάρυνση με βλα­βερούς για την υγεία ρυπαντές, με τη χρήση φίλτρων καθαρισμού του νε­ρού μπορεί να παραχθεί νερό το οποίο είναι κατάλληλο προς ανθρώ­πινη κατανάλωση».

Πόσο επικίνδυνο είναι το χλώριο; Η χλωρίωση είναι η πλέον διαδεδομέ­νη μέθοδος για τη μικροβιακή απολύμανση του πόσιμου νερού στις χώρες της Ε.Ε., παρ’ όλα αυτά κατηγορείται, από ειδικούς και μη, ότι προξενεί σο­βαρά προβλήματα υγείας.

«Το χλώριο που προστίθεται από τους διαχειριστές της ύδρευσης για απολύμανση και προστασία από τα βακτήρια», τονίζει ο κ. Μαρούλης, «αντιδρά με την οργανική ύλη που πι­θανόν να υπάρχει στο νερό, με αποτέλεσμα να παράγονται τοξικές και καρκινογόνες ενώσεις, γνωστές ως παραπροϊόντα της απολύμανσης του νερού». Έτσι, διάφορες έρευνες που έχουν γίνει κατά καιρούς έχουν κα­τηγορήσει το χλώριο για νεφρικές παθήσεις, ασθένειες στο ήπαρ και το παχύ έντερο, άλλες εκφυλιστικές ασθένειες, ενώ έκαναν λόγο, επίσης, για καρκινογενέσεις, μεταλλάξεις και βλάβες στον οργανισμό των εμ­βρύων.

Κατά τη διαδικασία της χλωρίωσης, ένα μέρος της ποσότητας του χλωρί­ου αντιδρά με διάφορα συστατικά του νερού και τους μικροοργανι­σμούς που θανατώνει και δεσμεύε­ται. Το υπόλοιπο μένει ως υπολειμ­ματική ποσότητα χλωρίου. Αυτή ακριβώς η ποσότητα είναι που αντι­δρά με τις οργανικές ύλες και δημι­ουργεί το πρόβλημα. «Γι’ αυτόν το λόγο», ισχυρίζεται ο κ. Μαρούλης, «είναι πολύ σημαντικό το υπολειμ­ματικό χλώριο να βρίσκεται υπό έλεγ­χο και η συγκέντρωσή του να μην υπερβαίνει τα όρια που θέτει η κεί­μενη νομοθεσία και οι επιστήμονες για το πόσιμο νερό».

Οι κατηγορίες που κατά καιρούς ακούγονται για υπερβολική χλωρίω­ση του νερού, κυρίως στα μεγάλα αστι­κά κέντρα, και για υπερβάσεις στις συγκεντρώσεις υπολειμματικού χλωρί­ου δεν βρίσκουν σύμφωνους τους υπευθύνους ύδρευσης. Η ΕΥΔΑΠ, μάλιστα, είχε δηλώσει ότι «οι απόψεις για δήθεν υπερχλωρίωση και, γενικά, για επιβάρυνση της ποιότητας του νε­ρού διαψεύδονται κατηγορηματικά από τις μετρήσεις των εργαστηρίων σε υπολειμματικό χλώριο». Σε πολλές χώρες της Ευρώπης, πάντως, η χλωρίωση του νερού περιλαμβάνει τη χρή­ση ειδικών φίλτρων που «εγκλωβί­ζουν» τα παραπροϊόντα χλωρίου, ενώ ακούγονται όλο και πιο συχνά από­ψεις για άλλες μεθόδους απολύμαν­σης (π.χ. με όζον).

Μια πρώτη σύγκριση: εμφιαλωμένο ή βρύσης; Η απάντηση θα μπορούσε να είναι μονολεκτική: ασφαλές. Γιατί αυτό που ψάχνουμε όλοι είναι το νερό που δεν θα μας δημιουργήσει προβλήματα υγείας. «Το νερό της Αττικής θεωρείται από τα καλύτερα της Ευρώπης», λέει η κ. Πούλια. «Βέβαια, τα τελευταία χρό­νια πολύς λόγος γίνεται για την ασφάλεια και την ποιότητα του νε­ρού που φτάνει στα σπίτια μας από αυτό το δίκτυο. Η παρουσία παθο­γόνων μικροοργανισμών, χημικών, τοξικών και καρκινογόνων ουσιών στο νερό του δικτύου, η ύπαρξη δυ­σοσμίας καθώς και χώματος ή σκου­ριάς στους σωλήνες δημιουργούν αί­σθημα ανησυχίας και δυσπιστίας στο καταναλωτικό κοινό. Στην περίπτω­ση αυτή, το εμφιαλωμένο νερό απο­τελεί μια πολύ πιο ασφαλή λύση, με δεδομένη τη σταθερή του σύσταση και τους αυστηρούς ελέγχους που αφορούν στην ασφάλεια του».

«Η ασφάλεια που παρέχεται με την κατανάλωση εμφιαλωμένου νερού», σημειώνει ο κ. Μαρούλης, «εξαρτά­ται από την πηγή του νερού, τις συνθήκες υγιεινής που τηρούνται στο εμφιαλωτήριο και την τήρηση των κα­νόνων ασφαλείας κατά τη διακίνηση και την αποθήκευση του εμπορεύμα­τος. Το πλαστικό μπουκάλι, που πε­ριέχει το εμφιαλωμένο νερό, μπορεί να αποτελέσει έναν επιπρόσθετο κίν­δυνο, καθώς η παραμονή σε υψηλές θερμοκρασίες ευνοεί τη μετανάστευ­ση επικίνδυνων οργανικών ενώσεων από αυτό προς το νερό. Τελικά, ένα κατάλληλα φιλτραρισμένο και ελεγ­μένο νερό βρύσης μπορεί να αποτε­λέσει εξίσου ασφαλή επιλογή με ένα καλής ποιότητας εμφιαλωμένο νερό».

Τι προσέχουμε στην ετικέτα των εμφιαλωμένων Στο πίσω μέρος της ετικέτας των εμ­φιαλωμένων νερών υπάρχει, σε πίνα­κα, η φυσικοχημική σύστασή τους. Για τα επιτραπέζια νερά, η ανάλυση αφο­ρά τον μέσο όρο των αναλύσεων τεσ­σάρων εποχών. Για το φυσικό μεταλ­λικό νερό καταγράφεται η ημερομη­νία ανάλυσής του.

Οι κυριότεροι όροι που αναγράφο­νται στις ετικέτες των εμφιαλωμένων νερών είναι:

Αγωγιμότητα: Όσο μεγαλύτερη εί­ναι η συγκέντρωση των μεταλλικών στοιχείων στο νερό, τόσο μεγαλύτε­ρη και η αγωγιμότητά του. Το επιτρεπόμενο ανώτατο όριο είναι το 2.500 μS/cm, μετρημένο στους 20° C.

Στερεό υπόλειμμα: Αφορά τα με­ταλλικά στοιχεία (τα ανθρακικά άλα­τα) που καθιζάνουν μετά το βρασμό του νερού στους 180° C. Χάρη στη μέτρησή του, ένα νερό χαρακτηρίζεται «χαμηλής περιεκτικότητας σε άλατα» ή «πλούσιο σε ανόργανα άλατα» κ.λπ.

pΗ: Δηλώνει την οξύτητα του νερού. Κάτω από 7 είναι όξινο, όταν είναι 7 ουδέτερο, άνω του 7 χαρακτηρίζεται αλκαλικό. Τα ανθρακούχα νερά είναι πιο όξινα από τα μη ανθρακούχα.

Νιτρικά: Αποτελούν ένδειξη επιβά­ρυνσης του νερού με ρύπους. Πρα­κτικά, όσο μικρότερη είναι η συγκέ­ντρωση των νιτρικών, τόσο λιγότε­ρους ρύπους φέρει το νερό.

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΠΟΥ ΩΦΕΛΟΥΝ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ Το φυσικό μεταλλικό νερό περιέχει πολύτιμα μέταλλα και ιχνοστοιχεία που, ανάλογα με τη συγκέντρωσή τους, χαρακτηρίζουν και το νερό. Τα σημαντικότερα από αυτά είναι: > Νάτριο (Νa). Ένας από τους σημαντικότερους ηλεκτρολύτες. Συμβάλλει στο ισοζύγιο των υγρών, ενώ συμμετέχει και στη σύσπαση των μυών. Η υπερβολική κατανάλωση νατρίου συνδέεται με την υπέρταση. Στα φυσικά μεταλλικά νερά με περιεκτικότητα νατρίου μικρότερη από 10 mg/l επιτρέπεται να αναγρά­φεται στην ετικέτα ότι «είναι κατάλληλο για δίαιτα χαμηλή σε νάτριο».

> Το κάλιο (Κ) είναι απαραίτητο για τη ρύθμιση της ενυδάτωσης των κυττάρων. Επίσης, είναι απαραίτητο για τη μετάδοση των νευρικών σημάτων μεταξύ των νευρώνων καθώς και τη σύσπαση των μυών. Η αυξημένη πρόσληψη καλίου συνδέεται με καλύτερη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης.

> Το ασβέστιο (Ca) αποτελεί βασικό δομικό συστατικό των οστών και των δοντιών. Παράλληλα, συμμετέ­χει στη λειτουργία των μυών και τη μετάδοση των σημάτων μεταξύ των νεύρων. Το ασβέστιο που περιέ­χεται στο νερό έχει καλή βιοδιαθεσιμότητα (απορροφάται πολύ αποτελεσματικά από τον οργανισμό μας).

> Το μαγνήσιο (Μg) συμβάλλει στην καλή λειτουργία των μυών και των νεύρων, ενώ, μαζί με το ασβέστιο, βοηθάει στην καλύτερη λειτουργία της καρδιάς.

> Το χλώριο (Cl), μαζί με το νάτριο, συμβάλλει στη διατήρηση της ισορροπίας των υγρών στο σώμα μας.

> Ο σίδηρος (Fe) υπάρχει κυρίως σε νερά που διέρχονται από πετρώματα πλούσια σε άλατα σιδήρου. Δί­νει στο νερό μια χαρακτηριστική μεταλλική γεύση. Είναι απαραίτητο συστατικό των ερυθρών αιμοσφαιρίων.

«ΕΣΕΙΣ ΘΑ ΒΑΖΑΤΕ ΦΙΛΤΡΟ;» Απαντά ο κ. Δημήτρης Καραγιάννης, γαστρεντερολόγος – ηπατολόγος: «Έχω κεντρικό φίλτρο νερού στο σπίτι μου, αν και διατηρώ ακό­μα αμφιβολίες για τη χρησιμότητά του. Ο λόγος που το χρησι­μοποιώ είναι ότι δεν έχω εμπιστοσύνη στο δίκτυο ύδρευσης της περιοχής όπου μένω. Σε ένα δίκτυο όμως, όπως η ΕΥΔΑΠ στην Αθήνα, θεωρώ ότι δεν υπάρχει κίνδυνος, καθώς είναι μια οργανωμένη εταιρεία με κοινωνική ευθύνη, η οποία διενεργεί πλήρεις ελέγχους. Όσο για τα υπολείμματα χλωρίου, από όσο γνωρίζω, δεν είναι σε επισφαλή επίπεδα. Η ΕΥΔΑΠ είναι μια εταιρεία που ελέγχεται από διεθνείς οργα­νισμούς. Όσα χρόνια εργάζομαι, δεν διαπίστωσα ποτέ γα­στρεντερίτιδα από το δίκτυο στην Αθήνα. Από την άλλη, γνω­ρίζουμε ότι τα φίλτρα κατακρατούν πολλά επιβλαβή στοιχεία που βρίσκονται στο νερό. Όντως συμβαίνει. Δεν γνωρίζω όμως αν υπάρχουν μελέτες σε βάθος χρόνου που να δείχνουν τα αποτελέσματα των φίλτρων και τις πιθανές αλληλεπιδράσεις ή ενώσεις που μπορεί να κάνουν τα όποια στοιχεία του νερού με τα άλατα που περιέχονται στα φίλτρα».

Αν επιλέξετε φίλτρο νερού Το νερό της βρύσης μπορεί να καθαριστεί με τη χρήση απλών ή και πιο σύνθετων συστημάτων καθαρισμού και φίλτρων, τα οποία διατίθενται στην αγορά σε μεγάλη ποικιλία και μπορούν να δώ­σουν λύση σε κάθε είδους πρόβλημα σχετικά με το νερό. «Τα δημοφιλέστερα και πιο αποτελεσματικά», λέει ο κ. Μαρούλης, «είναι τα φίλτρα ενεργού άνθρακα και τα συστήματα επεξεργα­σίας με αντίστροφη ώσμωση. Τα τελευταία απομακρύνουν και τα μεταλλικά ιόντα, τα οποία είναι σημαντικά για την ευεξία του ανθρώπινου οργανισμού, καθιστώντας τα φίλτρα ενεργού άνθρακα την καλύτερη επιλογή για γενικό καθαρισμό του νερού». Το κόστος για τα φίλτρα ενεργού άνθρακα ξεκινάει από 50 ευρώ και φτάνει τα 800 ευρώ, ενώ τα φίλτρα ώσμωσης κοστίζουν από 400 έως 2.000 ευρώ.

ΙΝFΟ

Η κ. Καλλιόπη – Αννα Πούλια είναι κλινική διαιτολόγος – διατροφολόγος MMedSci.

Ο κ. Μάριος Μαρούλης είναι ανα­λυτικός χημικός, ΜSc.

Ο κ. Δημήτρης Καραγιάννης είναι ειδικός γαστρεντερολόγος- ηπατολόγος.

(Πηγή: «Popular Medicine» Ιούν. 2010)
[Ψήφοι: 0 Βαθμολογία: 0]