Περί μοίρας και προνοίας, Λόγος Ε΄ (Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος)

Οδυνηρές οι συνέπειες στη ζωή του ανθρώπου όταν πιστέψει στη μοίρα και το πεπρωμένο

Καμιά διδασκαλία, αγαπητέ μου, δεν είναι τόσο πονηρή πραγματικά, και τόσο γεμάτη από αγιάτρευτη σήψη, όσο η διδασκαλία του πεπρωμένου και της μοίρας. Γιατί, αφού ενσταλάξει στις ψυχές εκείνων, που με τρόπο ανόητο την αποδέχτηκαν, ιδέα βλάσφημη και ολέθρια, και τους πείσει να λένε για το Θεό τέτοια πράγματα, που δεν τα λέει κανείς ούτε για τους δαίμονες, φέρνει σύγχυση στη ζωή τους κι όλα τα γεμίζει με θόρυβο και μεγάλη ταραχή.

Και όλα όσα μας έχει δώσει ο Θεός και η φύση, με τους προφήτες και τους αγίους άνδρες, για να μας διδάξουν και να μας διορθώσουν, όλα τα ανατρέπει και τα καταργεί και τα δείχνει περιττά. Και κάνει το ίδιο, όπως όταν ένας με άρρωστο σώμα που χρειάζεται φάρμακα, και ενώ βρίσκονται κοντά του γιατροί που παρασκευάζουν τα φάρμακα, εκείνος αποφασίζει να μη χρησιμοποιήσει κανένα φάρμακο, ούτε να κάνει κάτι για να απαλλαγεί από την αρρώστια, αλλά να αφήσει τον εαυτό του αδιάφορο και άπρακτο να περιμένει τον αξιοθρήνητο θάνατο. Ή μήπως έτσι δε λέει η μοίρα; Κανένας να μην παρακινεί κάτι χρήσιμο, κανένας να μην ακούει άλλον που παρακινεί. Μάταια υπάρχουν οι νόμοι και οι δικαστές, μάταιες οι παρατηρήσεις και οι συμβουλές, μάταιος ο φόβος της τιμωρίας, μάταιες οι τιμές και τα βραβεία στους ενάρετους. Ούτε αν ενδιαφερθείς έχεις κάποιο όφελος, ούτε αν αδιαφορήσεις θα ζημιωθείς σε τίποτε. Ούτε όταν είσαι παιδί να πηγαίνεις στο σχολείο, ούτε όταν γίνεις άνδρας να υπακούς στους νόμους, να μη δίνεις προσοχή σε χρήσιμες συμβουλές και νουθεσίες. Τι μπορεί να σου προσφέρει ο κόπος; Όπως το ανερμάτιστο πλοίο που είναι χωρίς ναύτες και κυβερνήτη, έτσι ας φέρεσαι κι εσύ εγκαταλείποντας το πηδάλιο του νου σου στην τρικυμία. Πες μου, θέλεις να τα παραδεχτούμε αυτά που λέγονται για τη μοίρα και να μην κάνουμε τίποτε για να σώσουμε τη ζωή μας;

Ας αφήσουμε όμως για λίγο το ζήτημα της ψυχής κι ας συζητήσουμε γι’ αυτήν εδώ τη ζωή. Να παραδεχτούμε τη μοίρα που τα λέει αυτά, κι ούτε τους υπηρέτες που σφάλλουν να τιμωρήσουμε, ούτε τους παρασυρμένους στην ακολασία να προσπαθήσουμε να επαναφέρουμε, ούτε τους παρανόμους να οδηγήσουμε στο δικαστήριο, ούτε στους νόμους να υπακούσουμε; Θα ήθελα να συμβούν έστω για λίγο αυτά, ώστε να μπορέσετε να διαπιστώσετε στην πράξη αυτή την ολέθρια και βλαβερή διδασκαλία. Γιατί αν είναι να γίνουν υποχρεωτικά τα όσα «γράφει» η μοίρα, είτε εμείς φροντίζουμε είτε αδιαφορούμε, τότε κανένας γεωργός να μη ζεύξει το βόδια του, να μη σύρει το άροτρο, να μην ανοίξει αυλάκι, να μη ρίξει σπόρο, να μην περιμένει την κατάλληλη εποχή του χρόνου, να μην αντιμετωπίσει το ψύχος και τη διαρκή βροχή και τις ταλαιπωρίες και τους κόπους κατά το διάστημα του χρόνου, να μην ακονίσει το δρεπάνι του και να μη θερίσει τον αγρό του, να μην τρίψει τα στάχυα, να μη φυτεύει και καλλιεργεί δέντρα, γενικά να αφήσει την καλλιέργεια και να καθίσει στο σπίτι του και να κοιμάται όλη την ώρα, γιατί οπωσδήποτε αν είναι γραμμένο από τη μοίρα και προαποφασισμένο θα έρθουν μόνα τους τ’ αγαθά στο σπίτι. Αν όμως η Κλωθώ[1] γυρίσει αντίθετα το αδράχτι της, ο γεωργός κι αν κοπιάσει χίλιες φορές, κανένα αποτέλεσμα δεν θα ’χει στους κόπους και τους ιδρώτες του.

Γιατί λοιπόν δεν συμβουλεύετε τους ανθρώπους να ενεργούν μ’ αυτόν τον τρόπο, αν φυσικά πιστεύετε όντως στην μοίρα; Για ποιο λόγο δεν τα συμβουλεύετε αυτά, για να μάθετε στην πράξη τα καλά της μοίρας; Θέλεις να μου δείξεις τι πράγματι έχει γραφεί από τη μοίρα; Κατάργησε τη γεωργία, μην ασχολείσαι με τη ναυτιλία, διώξε όλες τις βιοτικές τέχνες, και κανείς ας μην εργάζεται την τέχνη του, ούτε ο οικοδόμος, ούτε ο χαλκουργός, ούτε ο υφαντής, ούτε άλλος κανείς από αυτούς που εξυπηρετούν την καθημερινή μας ζωή να ασκήσει την τέχνη του, και τότε θα δεις καλά ποιες είναι οι συνέπειες της μοίρας, τότε θα την αντιληφθείς καλά, τότε θα διαπιστώσεις πόσο ολέθριο είναι το να πιστεύει κανείς σ’ αυτή.

Και γιατί μιλάω μονάχα για τις τέχνες που εξυπηρετούν τη ζωή μας; Ας υπάρχουν οι τέχνες και καμιά να μην καταργήσεις, αλλά ο καθένας να μη φροντίζει για τις υποθέσεις του, να μη φροντίζει για τις οικογενειακές του ασχολίες, αλλά να αναθέσει στη μοίρα να διευθετήσει όλες τις υποθέσεις του, και τότε θα μάθει την ωφέλειά της όταν θα βασανίζεται και θα μαστιγώνεται για να αποδώσει τους φόρους και καθώς δεν θα έχει, θα καταφεύγει στη δικαιολογία της μοίρας, αλλά κανείς δεν θα τον προσέχει.

Μέχρι πότε θα είμαστε παιδιά στο μυαλό; Μέχρι πότε θα συνεχίζουμε να λέμε ανοησίες; Μέχρι πότε θα αγνοούμε τον Κύριό μας; Αν η μοίρα κάνει τους κακούς και τους καλούς, τότε γιατί συμβουλεύεις το παιδί, γιατί το νουθετείς; Όλα τότε είναι χωρίς λόγο και μάταια. Αν η μοίρα κάνει τους πλούσιους και τους φτωχούς, τότε μη στείλεις το παιδί σε σχολεία για να μορφωθεί, μην του εξασφαλίσεις χρήματα, μην κάνεις τίποτα για να του αυξήσεις την περιουσία, αλλά ανάθεσε στη μοίρα τα σχετικά μ’ αυτό. Κι όμως, δεν το τολμάς αυτό. Βλέπεις ότι δεν παραδέχεσαι τη δύναμή της στα μεγαλύτερα, και την εμπιστεύεσαι στα μικρότερα; Γιατί αν πραγματικά υπάρχει μοίρα άφησε το παιδί σου να συναναστρέφεται και με κακούς ανθρώπους και με διεφθαρμένους να διαφθείρεται, αφού όπως και να είναι θα σου γίνει ότι η μοίρα έχει γραμμένο και αποφασισμένο. Και βέβαια έτσι είναι, λέει, έτσι είναι. Για ποιο λόγο λοιπόν στενοχωρείς και τον εαυτό σου και τους άλλους; Και γιατί λέω για τα παιδιά σου, αφού δεν ανέχεσαι να το κάνεις αυτό ούτε για τους υπηρέτες σου, αλλά και τους απειλείς και τους φοβερίζεις, και κάνεις καθετί για να σου γίνει καλός ο υπηρέτης και δεν εμπιστεύεσαι τη μοίρα; Και για ποιο λόγο τον τιμωρείς όταν γίνει κακός; Αφού η κακία του δεν προέρχεται από τον ίδιο, αλλά από τη μοίρα, που τον έσπρωξε σ’ αυτή. Για ποιο λόγο πάλι τον επαινείς όταν γίνει καλός; Γιατί το κατόρθωμα δεν είναι δικό του, αλλά της μοίρας. Μάλλον ούτε καλός ούτε κακός είναι κανείς· διότι όποιος δεν κάνει από μόνος του το ένα απ’ τα δύο, αλλά αναγκάζεται από άλλον, τότε ούτε το ένα είναι ούτε το άλλο. Για ποιο λόγο λοιπόν επαινούμε τους ανθρώπους; Για ποιο λόγο τους κατακρίνουμε; Για ποιο λόγο σ’ άλλους δίνουμε κατάρες και σε άλλους ευχές; Βλέπεις σε ποιο παραλογισμό μας οδήγησε η διδασκαλία για τη μοίρα;

Η πίστη στη μοίρα οδηγεί στον παραλογισμό

Έτσι, λοιπόν, κανείς δεν είναι σώφρονας, κανείς δεν είναι ακόλαστος, κανείς δεν είναι πλεονέκτης κανείς δεν είναι δίκαιος. Καταργείται και η αρετή και η κακία, και άδικα βρισκόμαστε σ’ αυτήν εδώ τη ζωή, και μάλλον όχι άδικα αλλά και για κακό. Και πώς δεν είναι άπρεπο, από την ανάγκη της μοίρας να εξωθούμαστε στην κακία, και πάλι από τη δύναμη της ίδιας μοίρας να τιμωρούμαστε με την χειρότερη τιμωρία, ενώ θα έπρεπε να ελεηθούμε· και μισούμαστε και τιμωρούμαστε, ενώ έπρεπε να τιμώμαστε; Γιατί αυτός που αδικείται και υπέστη τη βία, (στην προκειμένη περίπτωση από τη μοίρα), δεν πρέπει να τιμωρείται, αλλά να τιμάται. Ενώ εμείς και αδικούμαστε, με το να πράττουμε το κακό εξαιτίας της μοίρας, και υπομένουμε την τιμωρία. Γιατί ποιο πράγμα μπορεί να είναι περισσότερο παράλογο από το να υποφέρουμε επειδή οδηγηθήκαμε από τη μοίρα προς το κακό και επί πλέον να τιμωρούμαστε γιαυτό; Η μοίρα έκανε κάποιον φονιά και τον καταδικάζει σε θάνατο επειδή υπάκουσε σ’ αυτήν. Ποια διδασκαλία μπορεί να αποβεί πιο βλαβερή απ’ αυτή; Είναι σαν να έσπρωξε κάποιος στον γκρεμό έναν, και ύστερα αφού τον πιάσει να ζητά πάλι να τον τιμωρήσει γιαυτό. Ή πάλι, σαν να παραδίνει κάποιος σε βάναυση κυρία ένα δούλο να τον βασανίζει και να του φέρεται τόσο άσχημα, και έπειτα να απαιτεί την τιμωρία του για τη δουλεία και την αιχμαλωσία του.

Πες μου, μπορεί να υπάρξει άλλο πράγμα περισσότερο παράλογο και αθλιότερο απ’ αυτό; Αν αυτά έτσι έχουν, κι αν οι εχθροί και οι πολέμιοι ξέρουν να συγχωρούν τους αντιπάλους τους, όταν τους κάνουν κάποιο μεγάλο κακό χωρίς να θέλουν να πράξουν κάτι εναντίον τους, κι η μοίρα δεν ξέρει να συγχωρεί τους υπάκουους και πάντοτε πιστούς της ή, μάλλον, αυτούς που έχει καταναγκάσει, και ζητά να τους τιμωρήσει γιαυτά ακριβώς που τους ανάγκασε να κάνουν, τότε πες μου, ποιος βόρβορος, ποιος λαβύρινθος, ποια ζάλη μπορεί να μοιάσει με τη σύγχυση αυτή; Δεν μου είναι αρκετή μια αδικία, ότι χωρίς να έχω φταίξει σε τίποτα, έχω ριχτεί στην κακία, και ότι άλλος χωρίς να κάνει κανένα καλό, γίνεται καλός και απολαμβάνει τιμές στη ζωή του. Δεν μου είναι αρκετή λοιπόν η αδικία αυτή, ότι δηλαδή η μοίρα χωρίς λόγο εμένα με έκανε κακό κι εκείνον τον έκανε καλό, αλλά προσθέτει και άλλη, το ότι δεν κρίνει δίκαια, ούτε σαν άνθρωπος. Οι άνθρωποι είναι τόσο φιλάνθρωποι και καλοί, ώστε ξεχωρίζουν όσα γίνονται με τη θέλησή μας απ’ όσα γίνονται χωρίς αυτήν. Και αυτή, η μοίρα, σαν Ερινύα διοικεί τα ανθρώπινα και σαν πονηρός δαίμονας συγχέει τα πάντα.

Αν λοιπόν δεν υπάρχει Θεός που να εποπτεύει τα πάντα, αυτή η άποψη αποδεικνύεται λάθος από κάθε μεριά. Γιατί δεν είναι δυνατόν μέσα σε τόση τάξη και αρμονία να μην υπάρχει η πρόνοια του Θεού. Αν δεν υπάρχει Θεός πώς έγιναν όλα αυτά; Αν υπάρχει, πώς αδιαφορεί γιαυτά; Γιατί αν τα δημιούργησε Εκείνος, πρόσεξε την ασέβεια και τη μεγάλη βλασφημία. Αν όμως δεν τα δημιούργησε, αλλά αφού δημιουργήθηκαν αδιαφορεί γιαυτά, πάλι η κατηγορία εναντίον Του δεν είναι πιο μικρή απ’ την προηγούμενη. Βλέπεις πόσο πολύ στενά πιέζεται ο διάβολος όταν είναι να οδηγήσει τους ανθρώπους στη μανία εναντίον του Κυρίου;

Η πίστη στη μοίρα αποτελεί δικαιολογία για να αποφύγουμε τον αγώνα για την αρετή

Θέλεις να με πείσεις ότι υπακούς στη μοίρα και νομίζεις πως είναι μια αλήθεια αυτή η διδασκαλία; Μην κατηγορείς τότε τη γυναίκα που μοιχεύεται, ούτε να εξοργιστείς, ούτε να οδηγήσεις το μοιχό στο δικαστήριο. Κι αν δεις να τρυπούν τον τοίχο, μην πιάσεις τον κλέφτη και μην απαιτήσεις την τιμωρία του. Γιατί δεν το έκανε με τη θέλησή του, όπως εσύ λες. Αδιαφόρησε για όλες τις υποθέσεις σου, γιατί θα συμβούν οπωσδήποτε αυτά που είναι γραμμένα από τη μοίρα. Σκόρπισε το χρυσάφι που έχεις, αδιαφόρησε για το σπίτι σου, για τις αγορές, για τους υπηρέτες σου. Από την αδιαφορία σου σε τίποτε δεν θα ζημιωθεί η αδιαφορία της μοίρας. Εν τέλει όμως δεν θα ανεχτείς τίποτε από αυτά, γιατί πείστηκες απ’ τα πράγματα, ότι δεν πρέπει να αποδεχτείς τη διδασκαλία για τη μοίρα. Γιατί λοιπόν την επικαλείσαι σαν δικαιολογία όταν αμαρτάνεις, αφού δεν την παραδέχεσαι καθόλου; Βλέπεις ότι η διδασκαλία αυτή από πουθενά αλλού δεν μας έρχεται, παρά από την αδιαφορία και την αμέλεια μας, και για να ξεφύγουμε από το να κοπιάσουμε για την αρετή;

Αν, ακόμη, υπάρχει μοίρα, δεν υπάρχει μέλλουσα κρίση. Αν υπάρχει μοίρα, δεν υπάρχει πίστη. Αν υπάρχει μοίρα, δεν υπάρχει Θεός. Αν υπάρχει μοίρα, δεν υπάρχει αρετή, δεν υπάρχει κακία. Αν υπάρχει μοίρα, όλα είναι μάταια, όλα τα κάνουμε και μας γίνονται στην τύχη. Δεν υπάρχει έπαινος, δεν υπάρχει κατηγόρια, δεν υπάρχει σεβασμός, δεν υπάρχει ντροπή, δεν υπάρχουν νόμοι, δεν υπάρχουν δικαστήρια.

Γιατί ο Θεός ανέχεται τη διάκριση πλουσίων και φτωχών στον κόσμο μας

Από ποια αιτία τότε, θα ρωτήσεις, ο ένας είναι πλούσιος κι ο άλλος φτωχός; Βέβαια, κι αν ακόμα δεν γνωρίζουμε την αιτία αυτή, θα ήταν προτιμότερο να μένουμε στην άγνοια παρά να παραδεχτούμε άλλη παράλογη διδασκαλία. Γιατί είναι καλύτερο να αγνοούμε καλώς, παρά να γνωρίζουμε κακώς· επειδή το πρώτο δεν επισύρει καμιά κατηγορία, το δεύτερο πάλι δεν έχει καμιά συγχώρεση. Όμως τώρα με τη χάρη του Θεού μας έγινε φανερό για ποια αιτία ο ένας ζει μες στα πλούτη κι ο άλλος μες στη φτώχεια. Και υπάρχουν πολλοί τρόποι για να γίνει κανείς πλούσιος, άλλοι δίκαιοι και άλλοι άδικοι. Δηλαδή, πλουτίζει κάποιος ή γιατί κληρονόμησε πατρική περιουσία ή γιατί ασχολήθηκε με εμπόριο κι απάτες, ή γιατί άρπαξε τα ξένα κτήματα ασκώντας βία, ή γιατί έκανε πλούσιο γάμο, ή γιατί κέρδισε από τη γεωργία, ή από την τέχνη, ή από κάτι τέτοιο. Ομοίως υπάρχουν πολλοί τρόποι για να γίνει κάποιος ή να είναι φτωχός. Ή γιατί αδικήθηκε ή συκοφαντήθηκε, ή γιατί εξαπατήθηκε, ή γιατί κατασπατάλησε την περιουσία του, ή γιατί ζει ως τεμπέλης ή αδιάφορος, ή για κάποια άλλη αιτία.

Και για ποιο λόγο, θα ρωτήσεις ο ένας τρέφει πόρνες και παράσιτους και κόλακες και κακομεταχειρίζεται τους συνανθρώπους του, κι ενώ ζει αυτήν την άσωτη και ανήθικη ζωή, τρέχουν σ’ αυτόν τα χρήματα σαν από κάποια πηγή; Ενώ κάποιος άλλος που ζει με καλοσύνη και με σωφροσύνη και με δικαιοσύνη και με τις άλλες αρετές, δεν έχει ούτε την αναγκαία τροφή; Επειδή ο ένας είναι καλός και προτίμησε τον επίπονο βίο της αρετής, ενώ ο άλλος είναι κακός και προτίμησε τον άσωτο και ανήθικο δρόμο της κακίας; Για ποιο λόγο ο κακός ζει μες στα πλούτη, ενώ ο αγαθός ζει μες στη φτώχεια; Για να λάβει ο μεν ένας μεγαλύτερο το στεφάνι και την ανταμοιβή, αν υπομείνει μέχρι το τέλος με καρτερία, κι ο άλλος για να λάβει μεγαλύτερη τιμωρία και καταδίκη, αν δεν αλλάξει και γίνει καλύτερος και δεν γνωρίσει τον Κύριό του. Γιατί οι ανέσεις που δίνονται από το Θεό σ’ αυτούς που παραμένουν κακοί, τους προξενούν μεγαλύτερο βάρος, και η αφθονία επίσης των αγαθών που δίνει σ’ αυτούς που δεν τα μεταχειρίζονται καλά, τους γίνεται αφορμή για μεγαλύτερη κατηγορία. Έτσι λοιπόν και οι θλίψεις και η στέρηση των αγαθών γίνονται αφορμή για μεγαλύτερα στεφάνια, κι αν κάπου παραπέσουν. Γιατί υπάρχει κάποια σχετική συγνώμη. Γιατί τα αμαρτήματα δεν κρίνονται όλα μ’ έναν τρόπο, αλλά διαφορετικά κρίνεται ο πλούσιος απ’ τον φτωχό. Ο ένας με επιείκεια, ο άλλος χωρίς επιείκεια. Για παράδειγμα, ας υποθέσουμε πως υπάρχει ένας κλέφτης κι ένας τίμιος, ο ένας πλούσιος και ο άλλος φτωχός. Ο φτωχός έχει κάποια, έστω και ανώφελη, δικαιολογία, την ανάγκη που προέρχεται από τη φτώχεια, ενώ ο άλλος, ο πλούσιος, δεν έχει καμία πιστευτή ή λογική δικαιολογία.

Ώστε όσο υστερεί ο φτωχός στην παρούσα ζωή, τόσο περισσότερο πλεονεκτεί σε έργα αγαθά στη μέλλουσα ζωή, και ο πλούσιος στις αμαρτίες. Μη νομίσεις λοιπόν πως ο φτωχός αδικείται, ούτε πως ο πλούσιος κερδίζει. Όπως συμβαίνει με τους κακούς, όσοι δηλαδή τιμωρηθούν εδώ, αυτοί ή καθαρίστηκαν απ’ όλες τις αμαρτίες, ή εκεί τιμωρούνται λιγότερο, επειδή τιμωρήθηκαν εδώ με μεγάλες κακοπάθειες, έτσι συμβαίνει και με τα αγαθά, όσοι απολαύσουν τιμές εδώ και παραμείνουν πονηροί, αυτοί έχουν την τιμή που απόλαυσαν αφορμή για μεγαλύτερη τιμωρία όταν πάνε στην άλλη ζωή. Πρόσεξε πώς ο Θεός παντού κατηγορεί τους κακούς για τις τιμές που απολαμβάνουν σ’ αυτήν εδώ τη ζωή· «Σου έδωσα όλη την περιουσία του Κυρίου σου»[2], Και πάλι ελέγχει τους ιερείς για τις τιμές που απολάμβανα την εποχή του Ηλί. Και αλλού πάλι: «Από τους νέους σας διάλεξα τους προφήτες και από τα παιδιά σας τους αφιερωμένους μου».[3] Και παντού τους υπενθυμίζει όσα έγιναν στην έρημο. Ώστε, όταν δεις τον πλούσιο να αδικεί, να είναι πλεονέχτης, να αρπάζει, θρήνησέ τον γιαυτό κυρίως, γιατί κάνει αυτά ενώ είναι πλούσιος, κι έχει τιμωρία μεγαλύτερη. Όταν δεις φτωχό να φροντίζει πολύ για την αρετή, θαύμασέ τον γιαυτό κυρίως, γιατί το κάνει αυτό ενώ είναι φτωχός.

Αν αυτά τα ξεκαθαρίσεις με ακρίβεια μέσα σου, ποτέ δεν θα ταραχτείς με όσα συμβαίνουν σ’ αυτήν εδώ τη ζωή, αν αποβλέπεις στα μελλοντικά, αν πιστέψεις ότι τα παρόντα δεν έχουν καμία αξία, αν ελπίζεις πάντοτε σε εκείνα, αν αποχωρίσεις τον εαυτό σου από αυτά. Και μακάρι να αξιωθούμε όλοι μας τα αγαθά εκείνα με τη χάρη του Χριστού. Αμήν.

 

____________________________

[1] Μία από τις τρεις Μοίρες που κατά την μυθολογία έκλωθε το νήμα της ζωής.

[2] Β΄ Βασιλ. 12,8.

[3] Αμώς 2.11.

 

(Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Λόγοι περί μοίρας και προνοίας, περί θανάτου, και περί της μελλούσης κρίσεως, μετάφραση Ευάγγελος Γ. Καρακοβούνης, 1η έκδ., Αθήνα, Αποστολική Διακονία της Εκκλησίας της Ελλάδος, 1998)

 

(Πηγή ψηφ. κειμένου: agiosthomas.gr)

[Ψήφοι: 1 Βαθμολογία: 5]