“Η πανδημία αυτή ανέδειξε κάποιους άλλους ιούς, που κυκλοφορούν μεταξύ των μελών τής Εκκλησίας” (Σεβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος)

Συνέντευξη τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου στόν δημοσιογράφο Ἀνδρέα Λουδάρο («Orthodoxia Info»)

 

1. Ἐρώτηση: Σεβασμιώτατε, ἀφοῦ σᾶς εὐχαριστήσω, θά ἤθελα νά ξεκινήσω μέ μιά ἐρώτηση πού ἀποτελεῖ ἀπορία πολλῶν. Τί φοβήθηκε περισσότερο ἡ Ἐκκλησία τήν περίοδο τοῦ lockdown καί δέχθηκε σχεδόν ἀδιαμαρτύρητα, σύμφωνα μέ ὁρισμένους τοὐλάχιστον, τό κλείσιμο τῶν Ναῶν; Ἦταν ὁ φόβος τῆς μετάδοσης τοῦ ἰοῦ ἤ μήπως ὁ φόβος τοῦ νά χρεωθῆ ἡ ἐκκλησιαστική κοινότητα τήν διασπορά του;

Ἀπάντηση: Ἐγώ σᾶς εὐχαριστῶ γιά τήν πρόσκληση νά συζητήσουμε θέματα πρωτόγνωρα για τήν Ἐκκλησία μας, τοὐλάχιστον τά τελευταῖα χρόνια.

Κατ’ ἀρχάς δέν νομίζω ὅτι φοβήθηκε ἡ Ἐκκλησία ἀπό τήν πρόσφατη ὑγειονομική κρίση, γιατί στήν ἱστορία της ἔχει περάσει πολλές κρίσεις, ἐξωτερικές καί ἐσωτερικές, καί γνώριζε πάντοτε νά τίς ἀντιμετωπίζη μέ πίστη καί θάρρος. Ἄλλωστε, ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἕνας ἀνθρώπινος ὀργανισμός, ἀλλά τό Θεανθρώπινο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ περίοδος τοῦ lockdown ἦταν πράγματι δύσκολη, γιατί ὄχι μόνον οἱ Χριστιανοί, ἀλλά καί οἱ Κληρικοί ἕνα διάστημα ἔμειναν ἀλειτούργητοι, οἱ Ναοί ἦταν κλειστοί καί ἕνα ἄλλο διάστημα γίνονταν οἱ ἀκολουθίες «κεκλεισμένων τῶν θυρῶν».

Ὅμως, ἡ Ἐκκλησία δέν δέχθηκε αὐτή τήν κατάσταση ἀδιαμαρτύρητα. Νά σᾶς θυμίσω ὅτι μέ τήν ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς 16ης Μαρτίου περιόρισε καί ἀνέστειλε ὅλες τίς ἐνέργειές της, ἀλλά κράτησε τήν θεία Λειτουργία πού θά γινόταν τήν Κυριακή τό πρωΐ, 7-8 ἡ ὥρα. Ὅμως καί τότε δέν ὑπῆρξε ἀδρανής. Γνωρίζω ὅτι γίνονταν πολλές ἐσωτερικές διεργασίες καί συζητήσεις μεταξύ Ἐκκλησίας καί Πολιτείας. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος, ἐνῶ δέν φαινόταν αὐτό ἐξωτερικά, ἔκανε συνεχεῖς παρεμβάσεις στήν Κυβέρνηση, ὅπως αὐτό ἔκαναν καί ἄλλα μέλη τῆς Ἱεραρχίας.

Ὁ φόβος μας ἦταν νά μή διασπαρῆ ὁ ἰός καί νά μή θεωρηθοῦμε ὡς ὑπεύθυνοι φόνου λόγῳ τοῦ συνωστισμοῦ. Νά σᾶς θυμίσω ὅτι ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης στό Πηδάλιον κάνει ἕνα σημαντικό σχόλιο στόν ΞϚ΄ Ἀποστολικό Κανόνα: «Σημείωσε ὅτι ὡς φονεύς καταδικάζεται καί ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ἐν καιρῷ πανώλης ἠξεύρωντας ὅτι εἶναι μεμολυσμένος, ὑπάγει εἰς οἴκους, καί πολιτείας, καί μολύνει καί τούς ἄλλους, καί γίνεται πολλῶν φόνων αἴτιος».

 

2. Ἐρώτηση: Βλέποντας πλέον τά πράγματα ἀπό τήν ἀπόσταση τῶν ἡμερῶν πιστεύετε πώς ἡ Ἐκκλησία χειρίστηκε σωστά τό θέμα; Κέρδισε ἤ ἔχασε ἐν τέλει ἀπό τήν στάση της;

Ἀπάντηση: Στίς ὑπάρχουσες συνθῆκες καί δυνατότητες ἡ Ἱερά Σύνοδος ἔκανε τό καλύτερο πού μποροῦσε νά κάνη. Αὐτό τό πιστεύω πραγματικά. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερώνυμος εἶναι πολύπειρος σέ δύσκολες καταστάσεις, καθώς ἐπίσης οἱ Συνοδικοί Ἱεράρχες αὐτῆς τῆς περιόδου στάθηκαν στό ὕψος τῶν περιστάσεων, εἶναι ἱκανοί, διαθέτουν γνώση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ χώρου καί ἔχουν ἐκκλησιαστικό φρόνημα, καί νομίζω χειρίσθηκαν σωστά τό θέμα αὐτό, ὅπως φαίνεται καί ἀπό τό ἀποτέλεσμα.

Βρεθήκαμε μπροστά σέ ἕναν ἰδιαίτερο καί ἀόρατο πόλεμο, ἐμφανίσθηκε ἕνας ἰός πού ταπείνωσε τήν ἀλαζονεία τοῦ ἀνθρώπου καί τῶν ἐπιστημόνων καί παρέλυσε ἰσχυρά Κράτη καί τίς οἰκονομίες τους. Τά ὅσα ἀκούγαμε καί βλέπαμε στίς γειτονικές μας χῶρες καί σέ ἄλλες πιό μακρινές, ἀκόμη καί στίς δυνατές καί ἰσχυρές Ἡνωμένες Πολιτεῖες τῆς Ἀμερικῆς, ἔδειχναν τό πρόβλημα πού ὑπῆρχε.

Ἄν κέρδισε ἤ ἔχασε ἡ Ἐκκλησία μας, θά τό δείξη ὁ χρόνος. Αὐτή τήν στιγμή νομίζω ὅτι κέρδισε, γιατί ἔδειξε τήν ἑτοιμότητά της στήν ἀντιμετώπιση τέτοιων κρίσεων, τήν αἴσθηση τοῦ κινδύνου, τήν προστασία τῆς ὑγείας τῶν ἀνθρώπων, τήν συνεργασία της μέ τόν πολιτικό κόσμο, τήν εὐελιξία της στήν ἀντιμετώπιση τῆς καταστάσεως καί τήν ἀνάδειξη τοῦ ἡσυχαστικοῦ πνεύματος τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεώς.

Νομίζω ἀκόμη ὅτι τά ἀντανακλαστικά πού ἔδειξαν πολλοί Ποιμένες καί οἱ πρωτοβουλίες πού ἀνέλαβαν κατά τήν περίοδο αὐτῆς τῆς κρίσεως ἔδειξαν τήν δυναμικότητα τῆς Ὀρθοδόξου ἐκκλησιαστικῆς ποιμαντικῆς, ἐπειδή βοήθησαν πολλούς ἀνθρώπους πού ἦταν κλεισμένοι στά σπίτια, μέ τά διάφορα προβλήματα πού ἀνέδειξε αὐτός ὁ ἐγκλεισμός.

 

3. Ἐρώτηση: Ὑπῆρξαν ὅμως καί ἐκεῖνοι, Ἱερεῖς ἀκόμη καί Ἀρχιερεῖς –λίγοι μέν ἀλλά ὑπῆρξαν– πού ἐγκάλεσαν τόν Ἀρχιεπίσκοπο καί τήν Σύνοδο γιά τήν στάση τους. Ἀπάντηση: Δέν νομίζω ὅτι ὑπῆρξαν Ἱερεῖς καί Ἀρχιερεῖς οἱ ὁποῖοι «ἐγκάλεσαν τόν Ἀρχιεπίσκοπο καί τήν Σύνοδο». Δέν θέλω νά τό πιστέψω αὐτό, ἀλλά μερικοί εἶχαν μιά διαφορετική ἄποψη ἀπό τήν ἀπόφαση τῆς Συνόδου, πού τήν ἐξέφρασαν ποικιλοτρόπως, ἀνάλογα μέ τίς θεολογικές καί ἐκκλησιολογικές ἀρχές πού τούς διέπουν καί μέ τόν ἰδιαίτερο χαρακτήρα τους.

Νομίζω, ὅτι τελικά πρέπει νά σεβόμαστε τόν Συνοδικό θεσμό τῆς Ἐκκλησίας, διότι διαφορετικά ζοῦμε μέ αὐτόνομο τρόπο μέσα στήν Ἐκκλησία, πράγμα τό ὁποῖο εἶναι ἀντιεκκλησιαστικό. Τό Ἅγιον Πνεῦμα συγκροτεῖ αὐτόν τόν θεσμό τῆς Ἐκκλησίας.

Ὅταν, βέβαια, κάποιος ἔχει μιά διαφορετική ἄποψη ἀπό ἐκείνη τήν ὁποία ἐξέφρασε ἡ Σύνοδος, θά μπορῆ νά ἀποστείλη ἕνα ἔγγραφο στήν Ἰερά Σύνοδο ἤ νά συζητήση προφορικά μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο καί μέ τούς Συνοδικούς Ἀρχιερεῖς, ὥστε ἡ πρότασή του αὐτή νά ἀξιοποιηθῆ κατάλληλα. Ἔτσι, μέσα ἀπό τήν συνεργασία τῶν πολλῶν βελτιώνονται οἱ ἀποφάσεις. Αὐτό τό βλέπουμε σέ ὅλα τά Πρακτικά τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.

Μέσα στήν Ἐκκλησία ζοῦμε ὡς ἕνα Σῶμα πού ἔχει πολλά μέλη, σύμφωνα μέ τήν θεόπνευστη ἀνάλυση πού κάνει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στό 12ο κεφάλαιο τῆς Α΄ πρός Κορινθίους Ἐπιστολῆς του. Ἐκεῖ, μεταξύ ἄλλων γράφει, ὅτι στόν ἀνθρώπινο ὀργανισμό ἐνῶ ὑπάρχουν πολλά μέλη, ἕνα εἶναι τό σῶμα. Καί ὁ ὀφθαλμός δέν μπορεῖ νά πῆ στό χέρι ὅτι δέν σέ ἔχω ἀνάγκη, οὔτε ἡ κεφαλή νά πῆ στά πόδια ὅτι δέν σᾶς χρειάζομαι.

Καί στήν συνέχεια ὁ Ἀπόστολος Παῦλος παρουσιάζει μέ ἐκπληκτικό τρόπο τόν συνοδικό καί ἱεραρχικό θεσμό τῆς Ἐκκλησίας, μέσα ἀπό τά χαρίσματα πού ἔχει κάθε μέλος. Γράφει ὅτι ὁ Θεός ἔθεσε μέσα στήν Ἐκκλησία τόν καθένα σέ ὁρισμένη θέση «πρῶτον ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, ἔπειτα δυνάμεις, εἶτα χαρίσματα ἰαμάτων, ἀντιλήψεις, κυβερνήσεις, γένη γλωσσῶν» (Α΄ Κορ. ιβ΄)

Ἔτσι, ὅταν ὑπάρχουν ἀντιπαραθέσεις μεταξύ μας καί παρουσιάζονται δυσαρμονίες μεταξύ τῶν χαρισματούχων, σημαίνει ὅτι δέν ἔχουμε τό συγκεκριμένο χάρισμα, ὅπως θά ἔπρεπε νά τό ἔχουμε μέ τίς ἀπαραίτητες προϋποθέσεις πού τό ἔχουμε.

Ὁπότε, εἶναι φανερόν ὅτι πρέπει νά δίνουμε ἰδιαίτερη σημασία στόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο κατέχει κανείς μιά θέση μέσα στήν Ἐκκλησία καί στίς ὀρθόδοξες προϋποθέσεις μέ τίς ὁποῖες ἐκφράζει τό ἰδιαίτερο αὐτό χάρισμά του.

Σκοπός μας πρέπει νά εἶναι ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ καί ὁ ἔπαινος τῆς Ἐκκλησίας, καί νά μήν ἰσχύη αὐτό πού λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «εἰ δέ ἀλλήλους δάκνετε καί κατεσθίετε, βλέπετε μή ὑπ’ ἀλλήλων ἀναλωθῆτε» (Γαλ. ε´, 15). Στήν Ἐκκλησία ὑπάρχει ὁ λεγόμενος πνευματικός νόμος, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀδήριτος.

 

4. Ἐρώτηση: Ὁρισμένοι ὑποστήριξαν πώς ὁ τρόπος διαχείρισης τῆς κατάστασης ἀπό τήν πλευρά τῆς Κυβέρνησης ἦταν μιά ἔμμεση παραδοχή τοῦ κινδύνου μετάδοσης τοῦ ἰοῦ μέσῳ τῆς Θείας Κοινωνίας. Τό ἐνστερνίζεστε ὡς γεγονός; Ἀπάντηση: Κατ’ ἀρχάς πρέπει νά πῶ ὅτι ἡ Κυβέρνηση σέ συνεργασία μέ τόν ἐπιστημονικό καί πολιτικό κόσμο ἔδειξε σοβαρότητα καί ὑπευθυνότητα στήν ἀντιμετώπιση τῆς ὑγεινονομικῆς κρίσεως, γι’ αὐτό θρηνήσαμε λιγότερα θύματα. Βέβαια, ἐκ τῶν ὑστέρων καί ἐκ τοῦ ἀσφαλοῦς μπορεῖ κανείς νά ἔχη διαφορετική ἄποψη, ἀλλά θά πονούσαμε πολύ ὡς Χώρα ἄν εἴχαμε πολλούς θανάτους. Τοὐλάχιστον πρέπει νά ἐκφράσουμε τήν εὐγνωμοσύνη μας σέ ὅσους χειρίσθηκαν τήν ὑγειονομική αὐτή κρίση.

Ὄντως ὑπῆρξε ὁρατός ὁ κίνδυνος τῆς διασπορᾶς τοῦ ἰοῦ. Δέν ξύπνησε μιά ὡραία πρωΐα ὁ Πρωθυπουργός καί μέ τήν συνδρομή τοῦ ἐπιστημονικοῦ κόσμου καί ἀποφάσισε νά κλείση τά Σχολεῖα, τά Πανεπιστήμια, τά καταστήματα, τά γήπεδα, τά κέντρα πολιτισμοῦ, τά ξενοδοχεῖα, τά ἀεροδρόμια, τά σύνορα, γιά νά καταστρέψη τήν οἰκονομία τῆς χώρας, γιά νά κτυπήση τήν Ἐκκλησία καί νά κάνη τούς Χριστιανούς νά μήν κοινωνοῦν τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ. Θεωρῶ ὅτι τέτοιες σκέψεις εἶναι παράλογες!

Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος καί ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀπό τήν ἀρχή ἔκαναν τήν διάκριση ὅτι ἄλλο εἶναι ἡ Μετάληψη τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ, διά τῆς ὁποίας δέν μεταδίδονται μολυσμοί, καί ἄλλο εἶναι ὁ συνωστισμός, διά τοῦ ὁποίου γίνεται διασπορά τοῦ ἰοῦ. Καί ἐγώ ὠς ἐκπρόσωπος τύπου ἔκανα πολλές φορές αὐτήν τήν διάκριση.

Κατά συνέπειαν, ἐπισήμως οὔτε ἡ Κυβέρνηση οὔτε ἡ Ἐπιτροπή Ἐμπειρογνωμόνων ἔθεσαν θέμα μετάδοσης τοῦ ἰοῦ μέσῳ τῆς θείας Κοινωνίας, ἀντίθετα μάλιστα προσωπικά θέλω νά εὐχαριστήσω τήν Ἐπιστημονική Ἐπιτροπή, ἡ πλειοψηφία τῆς ὁποίας ἀποτελεῖτο ἀπό ζωντανά μέλη τῆς Ἐκκλησίας, πού στάθηκε μέ πολύ σεβασμό ἀπέναντι στήν πίστη τῶν ἀνθρώπων καί τήν θεία Κοινωνία καί βοήθησε τήν Ἐκκλησία. Αὐτό τό γνωρίζω προσωπικά. Αὐτό μπορεῖ κανείς νά τό διακριβώση ἄν ἐξετάση τί ἔγινε σέ ἄλλες χῶρες.

Βέβαια, μερικοί βρῆκαν εὐκαιρία νά ἐκδηλώσουν τίς ἰδεολογικές τους ἀπόψεις, ὡς πρός τήν θεία Κοινωνία, ὅμως ἐμεῖς ἀντισταθήκαμε σέ αὐτό, ὅπως τό ἔκανε καί ἡ ὁμάδα τῶν Ἐμπειρογνωμόνων.

 

5. Ἐρώτηση: Μαζί μέ τήν ἔξαρση τοῦ ἰοῦ εἴχαμε καί ἔξαρση συνωμοσιολογίας. Πῶς τό εἴδατε ἐσεῖς ὅλο αὐτό; Ἀπάντηση: Ὁ κόσμος στόν ὁποῖο βρισκόμαστε, εἶναι ὁ κόσμος τῆς φθορᾶς, τῆς ἀπάτης, τόν ὁποῖο κυριαρχεῖ ὁ κοσμοκράτορας τοῦ κόσμου τούτου, πού εἶναι ὁ διάβολος. Βέβαια, ὁ διάβολος, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ, δέν εἶναι ὁ κοσμοκράτωρ τοῦ κόσμου, ἀλλά εἶναι ὁ κυρίαρχος στόν κόσμο τῶν παθῶν καί τῶν ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι ὑποτάσσονται σέ αὐτόν, διότι τελικά τόν κόσμο τόν διευθύνει ἡ ἄκτιστη προνοητική ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, δηλαδή ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Ὅπως ὁ Θεός δημιούργησε τόν κόσμο ἐκ τοῦ μή ὄντος, ἔτσι καί τόν διευθύνει μέ τήν ἄκτιστη ἐνέργειά Του.

Ἔπειτα, ὁ κόσμος τῆς φαντασίας καί τῶν φαντασμάτων, εἶναι ὁ κόσμος τῆς πλάνης, μέσα ἀπό τήν ὁποία ἐνεργεῖ ὁ ἀντίδικος, γι’ αὐτό καί ὅλοι οἱ Πατέρες μᾶς διδάσκουν νά μήν ζοῦμε μέ φαντασίες καί φαντασιώσεις, ἀλλά νά βλέπουμε τήν πραγματικότητα μέσα ἀπό τήν πίστη καί τήν ὑπακοή στήν Ἐκκλησία.

Βέβαια, δέν ἀποκλείεται οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου νά θέλουν νά κυριαρχήσουν μέ διαφόρους τρόπους πάνω στόν κόσμο, χρησιμοποιώντας ποικίλες μεθόδους, ἀκόμη καί τήν ἐπιστήμη καί τήν ψευδοεπιστήμη.

Ὅπως ἐπίσης δέν ἀποκλείεται καί ἡ ὕπαρξη, ἄν καί σπάνια, ἀνθρώπων πού ἔχουν τό προφητικό χάρισμα καί βλέπουν βαθύτερα καί οὐσιαστικότερα τά πράγματα, δηλαδή αὐτό πού λέγει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, βλέπουν «τούς λόγους τῶν ὄντων», στήν ἱστορία καί στήν κτίση. Ὅμως ὁ προφήτης ἔχει ἐμπειρία Θεοῦ, ἀνεπτυγμένο τόν «ἔσω ἄνθρωπο», καί ἔτσι μπορεῖ νά διακρίνη τό ἄκτιστο ἀπό τό κτιστό, τό θεϊκό ἀπό τό δαιμονικό, διαφορετικά εἶναι ψευδοπροφήτης. Καί αὐτή ἡ διάκριση εἶναι τό μεγάλο χάρισμα τῆς θεολογίας.

Ὅλα αὐτά πού εἶπα προηγουμένως ἰσχύουν κατά πάντα. Ἐμεῖς πού ζοῦμε στήν Ἐκκλησία γνωρίζουμε σαφέστατα ὅτι ἡ θεολογία μας συνδέεται στενά μέ τήν ἱστορία καί ὄχι μέ τόν χῶρο τῶν φαντασμάτων καί ἡ θεολογία στήν πραγματικότητα εἶναι θεολογία γεγονότων καί ὄχι παραθεολογία φαντασιοπληξίας, διότι, κατά τόν ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή, «δαιμόνων θεολογία ἡ δίχα πράξεως γνώσις». Ἄλλωστε, κατά τόν Ἀπόστολο Παῦλο, «καὶ πνεύματα προφητῶν προφήταις ὑποτάσσεται» (Α΄ Κορ. ιδ΄, 32) καί, βεβαίως, ὅλα τά χαρίσματα καί τά πνεύματα τῶν προφητῶν ἐνεργοῦν στόν ἱερό θεσμό τῆς Ἐκκλησίας, διαφορετικά εἶναι «πνεύματα ψευδοπροφητῶν».

Ἑπομένως, ἐμπιστευόμαστε τόν ἱερό θεσμό τῆς Ἐκκλησίας, μέσα στόν ὁποῖο ἐνεργεῖ τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἀγωνιζόμαστε ἐναντίον τῶν φαντασιώσεων πού φανερώνουν διάφορες ἀκόμη καί ψυχιατρικές ἀσθένειες, χρησιμοποιοῦμε τήν ἐπιστήμη, ὅπως τήν ἐκφράζουν οἱ πραγματικοί ἐπιστήμονες, ἀλλά ἔχουμε ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ.

 

6. Ἐρώτηση: Ὡς ἐκπρόσωπος Τύπου τῆς Ἱεραρχίας ἐπί σειρά ἐτῶν ἔχετε σίγουρα μιά σημαντική ἐμπειρία. Ὡστόσο φαντάζομαι πώς αὐτό ἦταν κάτι διαφορετικό. Θέλω νά μοῦ πεῖτε ποιά ἦταν ἡ ἐμπειρία σας ἀπό αὐτή τήν σύντομη, ἀλλά φαντάζομαι δύσκολη, θητεία σας ὡς ἐκπρόσωπος Τύπου τῆς Ἐκκλησίας ἐν μέσῳ πανδημίας.

 

Ἀπάντηση: Θεωρῶ τιμή πού διετέλεσα πολλά χρόνια ἐκπρόσωπος τύπου τῆς Ἱεραρχίας καί τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, ἐπί Ἀρχιεπισκοπείας Χριστοδούλου καί Ἱερωνύμου. Καί ὅλα αὐτά τά 25 χρόνια πού εἶμαι Ἀρχιερεύς ἔλεγα καθαρά τίς θεολογικές καί ἐκκλησιολογικές ἀπόψεις μου, χωρίς νά κάνω ἀντιπολίτευση οὔτε στόν μακαριστό Χριστόδουλο οὔτε στόν Ἱερώνυμο, ἀλλά πάντοτε βοηθοῦσα καί βοηθῶ σέ ὅ,τι μοῦ ζητοῦσαν ἤ μοῦ ζητοῦν. Δέν ἐργάζομαι ὀπορτουνιστικά.

Βρίσκω δέ τήν εὐκαιρία νά πῶ ὅτι μέ τόν μακαριστό Χριστόδουλο εἶχα ἄριστη συνεργασία, τοῦ ἔλεγα τίς ἀπόψεις μου καί τίς ἤκουε ἡδέως, ὅπως τό καταλάβαινα, ἀλλά μοῦ τό ἐπιβεβαιώνουν καί στενοί συνεργάτες του, καίτοι δέν τόν εἶχα ψηφίσει, γι’ αὐτό καί ἔχω ἀγαθές ἀναμνήσεις ἀπό τήν ἐπικοινωνία μου μαζί του. Ὁ ἴδιος του πολλές φορές σέ δύσκολες περιστάσεις μέ ἐρωτοῦσε γιά νά μάθη τήν γνώμη μου.

Βέβαια, τήν ἴδια ἄριστη συνεργασία ἔχω καί μέ τόν Ἀρχιεπίσκοπο Ἱερώνυμο, καί πρίν γίνει Ἀρχιεπίσκοπος ἐδῶ καί τριάντα χρόνια.

Πάντως, στό πρόσωπο τοῦ κάθε Ἀρχιεπισκόπου βλέπω τόν Πρόεδρο καί ἐκφραστή τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Ἔτσι ἔχω μάθει ἀπό τόν μακαριστό Γέροντά μου Μητροπολίτη Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας κυρό Καλλίνικο, ὁ ὁποῖος μέ ἐμύησε στό ἐκκλησιαστικό φρόνημα καί στόν σεβασμό τοῦ συνοδικοῦ καί ἱεραρχικοῦ πολιτεύματος τῆς Ἐκκλησίας.

Μέ τήν ἰδιότητά μου, λοιπόν, τοῦ ἐκπροσώπου τύπου πολλές φορές χειρίσθηκα μεγάλα ζητήματα, ὅπως τίς Ταυτότητες, τήν κρίση μέ τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, τούς Ὀλυμπιακούς Ἀγῶνες, τίς ἐσωτερικές ἐκκλησιαστικές κρίσεις, τήν ἐκλογή δύο Ἀρχιεπισκόπων, τίς σχέσεις Ἐκκλησίας καί Πολιτείας, τίς σχέσεις τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μέ τόν λοιπό Χριστιανικό κόσμο, τό μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, τήν μισθοδοσία τῶν Κληρικῶν κλπ.

Στήν περίπτωση γιά τήν ὁποία μέ ἐρωτᾶτε, δηλαδή τῆς ὑγειονομικῆς κρίσεως, κλήθηκα νά βοηθήσω καίτοι δέν ἤμουν Συνοδικός Ἀρχιερεύς. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος καί οἱ Συνοδικοί ἀποφάσισαν νά μοῦ ἀναθέσουν αὐτό τό ἔργο-διακονία, χωρίς νά μέ ἐρωτήσουν, χωρίς νά τό θέλω, χωρίς νά τό ἐπιδιώξω. Μάλιστα ὁ Ἀρχιεπίσκοπος τό γνώριζε καλά ὅτι δέν τό ἤθελα.

Βέβαια, ὅπως τό εἶπα μερικές φορές στίς συνεντεύξεις πού ἔδωσα, ὑπάρχουν ἄλλοι Ἀρχιερεῖς πού θά μποροῦσαν νά κάνουν τό ἔργο αὐτό καλύτερα ἀπό ἐμένα, γιατί μέσα στήν Ἱεραρχία ἔχουμε ἀξιόλογους Ἱεράρχες, ἀλλά ὁ κλῆρος ἔπεσε σέ μένα καί ἔπρεπε νά ὑπακούσω.

Μερικοί πού μέ ἀγαποῦσαν μέ ἀπέτρεπαν νά ἀναλάβω αὐτό τό ἔργο, γιατί, ὅπως μοῦ ἔλεγαν, θά μέ ἔφθειρε. Ἐμένα ὅμως μέ ἐνδιαφέρει, πάνω ἀπό τό προσωπικό μου ὄφελος, ἡ θυσιαστική ὑπακοή μου στήν Ἐκκλησία. Ἔτσι ἔμαθα νά ζῶ. Δέν πρέπει νά βάζουμε πάνω ἀπό τήν Ἐκκλησία τίς ἀτομικές μας ἐπιδιώξεις.

Αὐτή ἡ περίπτωση ἦταν ἀρκετά δύσκολη γιά μένα. Ἔπρεπε νά ἀνταποκρίνομαι στίς προσκλήσεις τῶν δημοσιογράφων νά ὑποστηρίζω τίς ἀποφάσεις τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί νά μήν ἐκφεύγω τῶν ἁρμοδιοτήτων μου.

Ἔπειτα, ἔπρεπε νά κινοῦμαι προσεκτικά μεταξύ τῆς Ἐκκλησίας, τῆς Πολιτείας, τῶν Ἐπιστημόνων, τῶν ἐμπείρων Δημοσιογράφων, τῶν Χριστιανῶν, τῶν Κληρικῶν καί τῶν Ἐπισκόπων καί κυριολεκτικά νά σχοινοβατῶ εὑρισκόμενος πάνω σέ κάποιο κενό. Μερικοί προσπαθοῦσαν νά πιάσουν μιά λέξη γιά νά κάνουν ἀρνητική κριτική, γιατί δυστυχῶς οἱ πιό πολλοί ξέρουν πολύ καλά νά κάνουν ἕνα παιχνίδι, δηλαδή νά εἶναι «θηρευτές λέξεων», γιά νά δημιουργοῦν προβλήματα.

Ἦταν ὄντως δύσκολο ἔργο. Ἔπρεπε νά ἐνημερώνω γιά τίς ἀποφάσεις τῆς Συνόδου, νά τίς ὑποστηρίζω, νά βάζω τίς ἀπαραίτητες ὑποσημειώσεις καί νά ἀποφεύγω τούς σκοπέλους, ἀλλά καί νά προσέχω ἀπό ὅσους ἦταν ἕτοιμοι νά ἀσκήσουν κριτική. Νομίζω ὅτι αὐτό τό ἀξιολόγησε ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος. Ἀλάθητος δέν εἶναι κανένας, ἀλλά αὐτό πού μετράει εἶναι ἡ διάθεση. Ἀπέκτησα μεγάλη πείρα μέσα ἀπό αὐτήν τήν πυρά πού διῆλθα.

 

7. Ἐρώτηση: Ἀρκετοί θεωροῦν πώς ἡ πανδημία αὐτή, ἀνέδειξε πολλά προβλήματα ἐντός τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἀλήθεια εἶναι πώς εἰδικά τίς μέρες ἐκεῖνες ἀκούστηκαν πολλές διαφορετικές φωνές. Γιά παράδειγμα, ἄλλοι ἔλεγαν μήν φιλᾶτε τά χέρια τῶν ἱερέων, μήν προσκυνᾶτε τίς εἰκόνες, ἄλλοι ἀπαντοῦσαν πώς αὐτές οἱ προσεγγίσεις εἶναι ἀσεβεῖς καί ὀλιγόπιστες. Ἐσεῖς τί ἄποψη ἔχετε γι’ αὐτό;

 

Ἀπάντηση: Εἶναι ἀλήθεια αὐτό, ὅτι ἡ πανδημία αὐτή ἀνέδειξε κάποιους ἄλλους ἰούς, πού κυκλοφοροῦν μεταξύ τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Στήν ἀρχή οἱ περισσότεροι ἦταν μουδιασμένοι καί φοβισμένοι ἀπό τόν covid-19 καί τίς συνέπειές του, καί προβληματισμένοι. Ὅμως, καθώς περνοῦσε ὁ κίνδυνος, τότε φάνηκαν ὅλες οἱ ἀδυναμίες πού ὑπάρχουν καί στόν ἐκκλησιαστικό μας χῶρο. Τό συνοδικό σύστημα εἶναι τό καλύτερο, ἀλλά ἔχει καί αὐτό τίς ἀδυναμίες του, ὅταν δέν συνδυάζεται μέ τήν ἱεραρχικότητα καί τόν σεβασμό τοῦ ἱεροῦ θεσμοῦ τῆς Ἐκκλησίας.

Ὡς πρός τό ὅλο θέμα γράφονται καί λέγονται πολλά πού δέν μπορεῖ κανείς εὔκολα νά σχολιάση. Ὡς πρός τά θέματα πού θίγετε, δηλαδή τόν τρόπο προσεγγίσεως τῶν ἱερῶν ἀντικειμένων στούς Ναούς καί τήν προσέγγιση στούς Ἱερεῖς διατυπώθηκαν οἱ πιό ἀκραῖες ἀπόψεις, ἀπό ἀσεβεῖς καί ὀλιγόπιστες ἕως καί ζηλωτικές. Σέ ἕναν μικρό βαθμό εἴδαμε τήν διαμάχη μεταξύ εἰκονομάχων καί εἰκονολατρῶν. Ὅμως ἡ Ἐκκλησία στό παρελθόν τό ἔλυσε αὐτό τό θέμα θεολογικά.

Νομίζω ὅμως ὅτι ἐκεῖνο πού ἀνέδειξε αὐτή ἡ πανδημία εἶναι οἱ ποικίλες θεολογικές καί ἐκκλησιολογικές ἀπόψεις μεταξύ τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἐκκλησία διά μέσου τῶν αἰώνων ἀντιμετώπισε τούς ἀρειανούς, τούς μονοφυσίτες, τούς μονοθελῆτες, τούς εἰκονομάχους, ἀλλά παρά ταῦτα ὅλοι αὐτοί οἱ θεολογικοί ἰοί κυκλοφοροῦν μεταξύ τῶν Χριστιανῶν, ἀκόμη καί μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων.

Ὁ κάθε Κληρικός, κάθε βαθμοῦ φαίνεται ὅτι ἔχει τήν δική του θεολογία καί ἐκκλησιολογία, ὅπως τήν σχημάτισε ἀπό τό οἰκογενειακό του περιβάλλον, τόν πνευματικό του πατέρα, τίς θεολογικές του σπουδές, τήν θέση πού κατέχει στήν Ἐκκλησία. Θά μποροῦσα νά πῶ ὅτι σέ πολλούς Κληρικούς ὅλων τῶν βαθμῶν ὑπάρχει μιά θεολογική, ἐκκλησιολογική καί πνευματική αὐτονομία καί ἀνεπάρκεια.

 

8.Ἐρώτηση: Ὑπάρχουν ἐνέργειες πού κατά τήν γνώμη σας θά ἔπρεπε νά γίνουν, πρωτοβουλίες πού θά πρέπει νά λάβη ἡ Ἐκκλησία ὥστε νά ἀξιοποιήση τήν ἐμπειρία πού ἀπέκτησε ἀπό τήν περίοδο αὐτή ὥστε νά ἀντιμετωπίση τά ζητήματα πού ἀναδείχθηκαν;

 

Ἀπάντηση: Μετά ἀπό κάθε κρίση πρέπει μερικοί σοβαροί καί ὑπεύθυνοι ἄνθρωποι, κυρίως τά Συνοδικά ὄργανα τῆς Ἐκκλησίας νά κάνουν ἀνασκόπηση τῶν γεγονότων καί νά δοῦν τά θετικά καί τά ἀρνητικά, ὥστε ἡ πείρα αὐτή νά ἀποτελέση ὁδηγό γιά ἄλλες παρόμοιες ἤ ἴδιες κρίσεις, πού θά ἔλθουν στό μέλλον.

Δέν ξέρω ἄν αὐτό γίνη στήν Ἐκκλησία μας. Ἔχω παρατηρήσει καί ἀπό ἄλλες κρίσεις πού περάσαμε στό παρελθόν ὅτι πολλοί ἀπό ἐμᾶς ὁμοιάζουμε μέ τούς ἐπιβάτες ἑνός αὐτοκινήτου πού κοιμώμαστε καί ὅταν γίνη κάποιο ἀτύχημα ἤ ἀπότομο φρενάρισμα ξυπνᾶμε, γιά νά κοιμηθοῦμε καί πάλι, ὅταν περάση ὁ κίνδυνος.

Νομίζω ἄν εἶναι κάτι πού πρέπει νά μᾶς προβληματίζει ἀπό τήν ὑγειονομική αὐτή κρίση εἶναι ὅτι πρέπει νά σεβαστοῦμε πραγματικά τόν εὐλογημένο συνοδικό θεσμό τῆς Ἐκκλησίας, μέ τήν Ἱεραρχική του διαβάθμιση. Δέν πρέπει νά ὑποτιμοῦμε ἤ νά κρίνουμε ἤ νά χλευάζουμε τόν θεσμό τῆς Ἱερᾶς Συνόδου μέσα ἀπό τήν προοπτική ποιός εἶναι στήν θέση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου καί ποιά εἶναι ἡ σχέση μας μαζί του.

Ἄν κανείς δέν σέβεται τά Συνοδικά Ὄργανα τῆς Ἐκκλησίας, τότε ὁδεύει σέ ἐπικίνδυνους ἀτραπούς. Ὁ ἅγιος Πορφύριος ἔλεγε: «Προτιμῶ νά πλανῶμαι μέσα στήν Ἐκκλησία, παρά νά φύγω ἀπό τήν Ἐκκλησία». «Κι ἔλεγε ὅτι δέν θά ἤθελε νά σωθεῖ μόνος του, δίχως τήν Ἐκκλησία κι ὅτι δέν θά ἐγκατέλειπε τό πλοῖο τῆς Ἐκκλησίας, γιατί ἔπαθε ρωγμή ἤ γιατί κινδύνευε».

 

9. Ἐρώτηση: Θεωρεῖτε πώς ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ὑπῆρξε στόχος; Ἀπάντηση: Δέν μπορῶ νά φαντασθῶ ὅτι ἕνα μέλος τῆς Ἱεραρχίας εἶχε καί ἔχει ἐνσυνειδήτως στόχο τόν Ἀρχιεπίσκοπο. Ὁ ἑκάστοτε Ἀρχιεπίσκοπος ἐκλέγεται ἀπό τήν Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί πρέπει νά γίνεται σεβαστός. Φυσικά, ὅπως τό κάνουνε ὅλοι, τοῦ λέμε γραπτῶς ἤ προφορικῶς τίς ἀπόψεις μας καί ἐκεῖνος ἐνεργεῖ ἀνάλογα.

Ἑπομένως, δέν θέλω νά δεχθῶ ὅτι ὑπῆρχε μιά στόχευση στόν Ἀρχιεπίσκοπο γιά νά γίνη μιά ἀποσταθεροποίηση μέσα στήν Ἐκκλησία. Μιά τέτοια νοοτροπία εἶναι καθαρά κοσμική, ἴσως καί δαιμονική, πάντως ἀντιεκκλησιαστική.

Ἀλλά καί ὅταν δημιουργῆται μιά κρίση μέσα στήν Ἐκκλησία, μπορεῖ νά ἑρμηνευθῆ ἀπό τήν ἄποψη ὅτι ὅσο ὁ ὀργανισμός εἶναι δυνατός, τόσο παράγει καί ὑψηλό πυρετό. Δηλαδή, ὡς ἀντίδραση στίς αἱρετικές ἀπόψεις διαφόρων Πρεσβυτέρων καί Ἐπισκόπων, ἡ Ἐκκλησία παρήγαγε μιά ὑψηλή θεολογία, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τό θεμέλιό μας καί τήν δόξα μας.

Πάντως, ὅλοι μας πρέπει νά διακρινόμαστε ἀπό ἐκκλησιαστικό φρόνημα καί νά ἀποβλέπουμε στήν δόξα τοῦ Θεοῦ καί τόν ἔπαινο τῆς Ἐκκλησίας. Ἐάν ὅλοι οἱ Ἀρχιερεῖς διαβάζαμε προσεκτικά τό Συμβουλευτικόν Ἐγχειρίδιον τοῦ ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, πού εἶναι ἕνα κείμενο πού ἔστειλε στόν ἐξάδελφό του Ἐπίσκοπο Εὐρίπου Ἱερόθεο, πού τοῦ τό ζήτησε, ὅπου γράφεται γιά τό ποιός πρέπει νά εἶναι ὁ Ἀρχιερεύς καί πῶς πρέπει νά συμπεριφέρεται μέσα τήν Ἐκκλησία, τότε θά ἐνεργούσαμε πάντοτε θεολογικά καί ἐκκλησιαστικά καί ὄχι ἀντιεκκλησιαστικά.

 

10. Ἐρώτηση: Ὁλοκληρώνοντας θά ἤθελα νά σᾶς κάνω μιά ἐρώτηση, ἄν καί ἡ βασική ἀρχή τῆς Ἱστορίας ἀπαγορεύει τά «ἄν». Ἔχοντας πλέον τήν ἐμπειρία τῶν γεγονότων τί πιστεύετε πώς θά μποροῦσε νά εἶχε γίνει διαφορετικά ὥστε ἡ διαχείριση αὐτῆς τῆς κρίσης νά ἔπληττε λιγότερο τήν Ἐκκλησία;

 

Ἀπάντηση: Συμφωνῶ ὅτι δέν μποροῦμε νά ἐργαζόμαστε μέ τό «ἄν», ἀλλά νά βλέπουμε τήν πραγματικότητα. Τό «ἄν» κρύβει πολλή φαντασία, ἐνῶ τό «νῦν καί ἀεί» κρύβει πολύ ρεαλισμό καί πίστη.

Τό ἐρώτημά σας, στό ὁποῖο ὑπάρχει τό ρῆμα «ἔπληττε λιγότερο», δείχνει ὅτι ἐπλήγη, λιγότερο ἤ περισσότερο, ἡ Ἐκκλησία. Ἀσφαλῶς πιστεύω ὅτι ἐννοεῖτε τήν Ἱερά Σύνοδο ἤ τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας καί ὄχι τήν Ἐκκλησία ὡς Θεανθρώπινο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ πού δέν πλήττεται. Ἡ Ἐκκλησία ὡς Σῶμα Χριστοῦ ἔμαθε νά ζῆ σέ διωγμούς, σέ φυλακίσεις, σέ κατακόμβες, σέ αἰρετικές συρράξεις καί δέν ἔπαθε τίποτε, ἀφοῦ «καὶ πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. ιϛ΄, 18). Οὔτε ὁ Ἅδης μπορεῖ νά κυριαρχήση στήν Ἐκκλησία, ἀφοῦ ὁ Χριστός, ἡ κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας κατέβηκε στόν Ἅδη καί τόν συνέτριψε.

Δέν γνωρίζω τί θά γινόταν «ἄν» ἡ Ἱερά Σύνοδος λάμβανε ἄλλες ἀποφάσεις, ἴσως συγκρουσιακές. Ἀλλά μέ ποιόν νά συγκρουσθῆ; Μέ τόν ἰό; Μέ τήν Κυβέρνηση; Μέ τούς ἐπιστήμονες, μεταξύ τῶν ὁποίων ὑπῆρχαν δικά της, τῆς Ἐκκλησίας, μέλη; Μέ τόν κόσμο; Ἡ πραγματική σύγκρουση τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νά εἶναι ἐναντίον τοῦ διαβόλου, τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου. Ὅταν ἀφήνουμε αὐτήν τήν σύγκρουση καί ἀσχολούμαστε μέ ἄλλες συγκρούσεις, ἀγνοοῦμε τόν ἐσωτερικό πυρήνα τῆς Ἐκκλησίας καί τόν σκοπό της.

Ὁ Χριστός ἦλθε στόν κόσμο «ἵνα ζωὴν ἔχωσι καὶ περισσόν ἔχωσιν» (Ἰω. ι΄, 10). Διερωτῶμαι: Ἔχουμε αὐτήν τήν ζωή πού ἔφερε ὁ Χριστός καί μάλιστα τό περισσόν τῆς ζωῆς, ἤ κάνουμε τήν Ἐκκλησία σύνθημα, εἴδηση, γρανάζι αὐτοῦ τοῦ κόσμου; Μέσα σέ αὐτό τό ἐρώτημα δέν ἀντέχει τό ὑποθετικό «ἄν». Α.Λ. Σᾶς εὐχαριστῶ.

 

(Πηγή: parembasis.gr)

 

[Ψήφοι: 11 Βαθμολογία: 4.1]