Αγ. Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης

Το κάλλος θα σώση τον κόσμο – Μια αγιορείτικη θεώρησι (Αρχιμ. Βασίλειος Γοντικάκης, Προηγούμενος Ιεράς Μονής Ιβήρων Αγίου Όρους)

«Οτιδήποτε έχει ταπείνωσι είναι θεϊκά ωραίο» (Αββάς Ισαάκ ο Σύρος)

* Εισήγησι που έγινε στις 5 Μαρτίου του 2005 σε συνέδριο πού διεξήχθη στο Καίμπριτζ της Μ. Βρεταννίας με θέμα: «Το κάλλος θα σώση τον κόσμο». Διαβάστε περισσότερα »

Άλλο το κόμπλεξ και άλλο η ταπείνωση. Άλλο η μελαγχολία και άλλο η μετάνοια. (Γέρων Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης)

Μου έλεγε ο Γέροντας μια μέρα: «Ο χριστιανός πρέπει να αποφεύγει την αρρωστημένη θρησκευτικότητα: τόσο το αίσθημα ανωτερότητος για την αρετή του, όσο και το αίσθημα κατωτερότητος για την αμαρτωλότητά του. Άλλο πράγμα είναι το κόμπλεξ και άλλο η ταπείνωση∙ άλλο η μελαγχολία και άλλο η μετάνοια. Με επισκέφθηκε κάποτε ένας κοσμικός ψυχίατρος και μου κατηγόρησε τον Χριστιανισμό, διότι, όπως είπε, δημιουργεί ενοχές και μελαγχολία. Του απάντησα:  Παραδέχομαι ,ότι μερικοί χριστιανοί ,από σφάλματα δικά τους ή άλλων, παγιδεύονται στην αρρώστια των ενοχών, αλλά κι εσύ πρέπει να παραδεχθείς, ότι οι κοσμικοί παγιδεύονται σε μια χειρότερη αρρώστια, την υπερηφάνεια. Και οι μεν θρησκευτικές ενοχές, κοντά στον Χριστό, φεύγουν με την μετάνοια και την εξομολόγηση, η υπερηφάνεια όμως των κοσμικών, που ζουν μακριά από τον Χριστό, δεν φεύγει. Διαβάστε περισσότερα »

Περί κατάκρισης… (π. Πορφύριος)

“Για να διατηρήσουμε την Ενότητά μας, θα πρέπει να κάνουμε υπακοή στην Εκκλησία, στους Επισκόπους της. Υπακούοντας στην Εκκλησία, υπακούουμε στον ίδιο τον Χριστό. Ο Χριστός θέλει να γίνουμε μία ποίμνη με ένα ποιμένα. Να πονάμε για την Εκκλησία. Να την αγαπάμε πολύ. Να μη δεχόμαστε να κατακρίνουν τους αντιπροσώπους της. Στο Αγιον Όρος , το πνευμα που έμαθα ήταν Ορθόδοξο, βαθύ, άγιο, σιωπηλό, δίχως έριδες, δίχως καυγάδες και χωρίς κατακρίσεις. Να μην πιστεύουμε τους ιεροκατηγόρους. Και με τα μάτια μας να δούμε κάτι αρνητικό να γίνεται από κάποιον ιερωμένο, να μην το πιστεύουμε, ούτε να το σκεπτόμαστε, ούτε να το μεταφέρουμε. Το ίδιο ισχύει και για τα λαϊκά μέλη της Εκκλησίας και για κάθε άνθρωπο. Όλοι είμαστε Εκκλησία. Όσοι κατηγορούν την Εκκλησία, για τα λάθη των εκπροσώπων της, με σκοπό δήθεν να βοηθήσουν για τη διόρθωση, κάνουν μεγάλο λάθος. Αυτοί δεν αγαπούν την Εκκλησία. Ούτε, βέβαια, τον Χριστό. Τότε αγαπάμε την Εκκλησία, όταν με προσευχή αγκαλιάζουμε κάθε μέλος της και κάνουμε ότι κάνει ο Χριστός. Θυσιαζόμαστε, αγρυπνούμε, κάνουμε το παν, όπως Εκείνος, ο οποίος, “λοιδορούμενος ουκ αντελοιδόρει, πάσχων ουκ ηπείλει”.

Διαβάστε περισσότερα »

Περί της αγάπης προς τον πλησίον (Γέρων Πορφύριος)

Υπεράνω όλων η ΑΓΑΠΗ. Εκείνο που πρέπει να μας απασχολεί, παιδιά  μου, είναι η αγάπη για τον άλλο, η ψυχή του. Ό,τι κάνουμε, προσευχή, συμβουλή, υπόδειξη να το κάνουμε με αγάπη. Χωρίς την αγάπη η προσευχή δεν ωφελεί, η συμβουλή πληγώνει, η υπόδειξη βλάπτει, καταστρέφει τον άλλον, που αισθάνεται αν τον αγαπάμε ή αν δεν τον αγαπάμε και αντιδρά αναλόγως. Αγάπη, αγάπη, αγάπη! Η αγάπη στον αδελφό μας προετοιμάζει να αγαπήσουμε περισσότερο το Χριστό. Ωραίο δεν είναι;

Διαβάστε περισσότερα »

Μεταμοσχεύσεις – «Εγκεφαλικά Νεκροί» δότες. Οι θέσεις των συγχρόνων αγίων γερόντων: Παϊσίου – Πορφυρίου – Σωφρονίου (Αγιορείτη Μοναχού Ησαΐα)

ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ

Πρό ἡμερῶν ἦλθε στά χέρια μου τό βιβλίον «Πέρα ἀπό τά σύννεφα» τοῦ μοναχοῦ Γρηγορίου (μ.Γ., στό ἑξῆς), τό ἀσχολούμενο μέ τό πρόβλημα τοῦ λεγομένου «ἐγκεφαλικοῦ θανάτου» («ἐ.θ.», στό ἑξῆς) καί τῶν λεγομένων «πτωματικῶν» μεταμοσχεύσεων.

Δέν θέλω νά ἀμφισβητήσω τήν καλήν διάθεσιν τοῦ μ.Γ., οὔτε καί τό γεγονός ὅτι ἔχει ἀναγνώσει ἀρκετά σχετικά κείμενα, ἐκ τῶν ὁποίων παραθέτει καί ἀρκετές ὀρθές τοποθετήσεις -ἄλλοτε παραπέμποντας στήν πηγή καί ἄλλοτε ὄχι- ὅπως λ.χ. τίς ἑξῆς:

α) Ὅτι ὁ «ἐ.θ.», δέν εἶναι καί ὁ βιολογικός θάνατος τοῦ ἀνθρώπου καί ὅτι, κατά συνέπειαν, ὁ «ἐγκεφαλικά νεκρός» («ἐ.ν», στό ἑξῆς) εἶναι ζωντανός[1] (σελ. 19, 39, 59, 61, 62 κ.ἄ).

β) Ὅτι εἶναι σημαντική καί ὅτι «δέν εἶναι σχολαστικισμός» ἡ θεώρησις ὅτι «ἡ ψυχή τοῦ «ἐ.ν.» ὑπάρχει ἀκόμη στό σῶμα του» καί δέν ἔχει ἀναχωρήσει καί, κατά συνέπειαν, ὅτι ὁ «ἐ.ν.» «δέν παύει νά εἶναι πρόσωπο, μέ συνείδηση, καί δέν ἀποκλείεται καθόλου νά μετανοεῖ καί νά προσεύχεται». (σελ. 36, 97, 103 σημ., 105, 137, 154 κ.ἄ).

γ) Ὅτι εἶναι ἐσπευσμένη καί ἐσφαλμένη ἡ στάσις τῶν ἁρμοδίων τῆς Ἐκκλησίας νά παραθεωρήσουν –στήν οὐσία νά διαφωνήσουν μέ- τά δύο ἀνωτέρω (σελ. 62, 63, 100, 152).

δ) Ὅτι «εἶναι ἄστοχη ἡ κίνηση πολλῶν ἐπισκόπων νά σπεύσουν νά δηλώσουν δωρητές ὀργάνων» (σελ.63).

ε) Ὅτι διά τῆς παραπληροφορήσεως «ξεγελιέται» ὁ δυνητικός δότης «ὅτι θά παρθοῦν τά ὄργανά του μετά τό θάνατό του» καί «ὑφαρπάζεται ἔτσι ἡ συγκατάθεσή του» (σελ. 68 κ.ἑ., 90, 97 κ.ἀ.).

στ) Ὅτι ἕνας ἄνθρωπος «μέ ἀρχοντιά, φιλότιμο, συνείδηση…» «δέν θά ἤθελε νά τοῦ γίνει μεταμόσχευση ἀπό «ἐ.ν.» συνάνθρωπό του» καί ὅτι «προτιμᾷ τήν ταλαιπωρία καί τόν θάνατο»[2] (σελ. 7, 64, 65).

ζ) Ὅτι «ἡ λήψη ὀργάνων ἀπό ἑτοιμοθάνατους… ξεκάθαρα εἶναι μία σκληρή καί μή ὀρθή πρόταση»· ἀφ’ ἑνός λόγῳ «τῆς ἱερότητας τῶν τελευταίων στιγμῶν τους» καί διά τό ἀπρόσκοπτον «τῆς καθαρτήριας πορείας τους», ἀφ’ ἑτέρου διά τό λανθανόντως ὑπάρχον κίνητρον εὐθανασίας, ἀλλά καί ἐκ τρίτου διά νά μήν ἐξαναγκάζεται ὁ ἰατρός νά γίνεται θύτης παρά συνείδησιν (σελ. 139-140). [Τά ἐντός εἰσαγωγικῶν ἀποσπάσματα ἐκ τοῦ βιβλίου τοῦ μ.Γ. μεταφέρονται μέ πλήρη πιστότητα μέχρι καί τῆς ὀρθογραφίας (πλήν τοῦ μονοτονικοῦ)].

Καί ἐνῶ ὑπάρχουν οἱ ἀνωτέρω -ὅπως καί ἕτερες- ὀρθές τοποθετήσεις, σέ πολλά ἄλλα σημεῖα τοῦ βιβλίου του ὁ μ.Γ., μέ παρερμηνεῖες, ἀνακρίβειες καί κυρίως μέ αὐθαιρεσίες καί ἄνευ ἐπιχειρηματολογίας, ἀλλ’ ἀπολυτοποιώντας τήν κρίσιν του καί δογματίζοντας, ὑποστηρίζει τά ἀντίθετα, ἀντιφάσκων πρός ἑαυτόν. Ἡ δέ δυσκολία του ἤ καί ἡ ἀνεπάρκειά του ἐν πολλοῖς νά ἐκφράσῃ καί διατυπώσῃ αὐτό πού ἐννοεῖ ἐπιτείνει τήν σύγχυσιν.

σκοπός τοῦ παρόντος ἄρθρου δέν εἶναι νά ἐπισημάνῃ ὅλα τά σφάλματα καί τίς ἀντιφάσεις τοῦ ἐν λόγῳ βιβλίου -ἴσως μέ αὐτό ἀσχοληθοῦν ἄλλοι, ἐάν ἔχουν τήν ὑπομονήν-, ἀλλά κυρίως (ὅπως διαφαίνεται καί ἀπό τόν τίτλον) νά ἀπαντήσῃ στήν ἀμφισβήτησιν τῶν κρυσταλλίνων θέσεων συγχρόνων ἁγίων Γερόντων, τήν ὁποίαν ἐπιχειρεῖ ὁ συγγραφεύς, διά νά ἐκμεταλλευθῇ τό κῦρος των. Ἁπλῶς, παρεμπιπτόντως, ἐπισημαίνω ἐδῶ μόνον μερικές τρανταχτές του ἀντιφάσεις, ἐρωτώντας:

1. Πῶς εἶναι δυνατόν νά ἰσχυρίζεται ὅτι κατά τήν λῆψιν ζωτικῶν ὀργάνων δέν πραγματοποιεῖται φόνος (σελ. 59, 156 κ.ἀ.) τοῦ «ἐ.ν.», τήν στιγμήν πού ἐπανειλημμένως ἔχει διακηρύξει ὅτι ὁ «ἐ.ν.» εἶναι ζωντανός; (!). Καί ὅταν στήν συνέχειαν χαρακτηρίζει τήν λῆψιν αὐτήν ὡς «μία ἐφάμαρτη πράξη πού γίνεται ἐν ἀγνοίᾳ» (ἔνθ. ἀν.), τί ἄλλο μποροῦμε να ἐννοήσωμε; Ἔστω, ἐν ἀγνοίᾳ -ἄν καί πολλάκις καί ἐν ἐπιγνώσει καί συχνά καί διά δόλου (δολοφονία)-, ἀλλά πάντως εἶναι φόνος (βλ. κατωτέρω τίς θέσεις τῶν ὁσίων Γερόντων). Μά μέ τίς λέξεις[3] «παίζομε ἐν οὐ παικτοῖς» (!);

2. Πῶς εἶναι δυνατόν ταυτόχρονα μέ τά ἀνωτέρω –καί ἐνῶ ἐπανειλημμένως ἔχει ἐξυμνήσει τό αὐτεξούσιο καί τήν ἐλευθέραν προαίρεσιν (σελ. 75 κ. ἑξ., 87 κ. ἑξ. κ.ἀ.) -νά ἐπιβάλλῃ στούς ἄλλους νά πράττουν ἤ νά συνεργοῦν σ’ αὐτήν τήν «ἐφάμαρτη πράξη», καί μάλιστα νά ἐξυβρίζῃ διά τῶν κατωτέρω, ὅσους ἀρνοῦνται διά λόγους συνειδήσεως νά ὑπακούσουν; Ἰδού τί γράφει: «Καί ἐνῶ ξέρω ὅτι ὑπάρχουν ψυχές πού δυσκολεύονται, πού πονοῦν καί χρειάζονται ἄμεσα μεταμόσχευση καρδιᾶς, νεφροῦ, ἥπατος… ἐγώ ἀφήνω νά χαθοῦν τά ὄργανά μου μέ τό θάνατό μου, σφυρίζοντας ἀδιάφορα καί τυρβάζοντας περί πολλά. Λέγομαι ἄνθρωπος; Εἶμαι φίλος τοῦ Θεοῦ; Ἀγαπῶ τόν πλησίον μου ὡς σεαυτόν (sic!); (σελ. 105-106)!!!

3. Θά δοῦμε κατωτέρω ὅτι οἱ σύγχρονοι ἅγιοι Γέροντες Παΐσιος, Πορφύριος καί Σωφρόνιος ὄχι μόνον δέν εἶχαν δηλώσει «δωρητές ὀργάνων», ἀλλά καί ὅτι κατηγορηματικῶς ἀπέτρεπαν ἀπ’ αὐτό. Θεωρεῖ, λοιπόν, ὁ μ.Γ. ὅτι οἱ ἀνωτέρω δέν ἀγάπησαν τόν πλησίον ὡς ἑαυτούς (καί μάλιστα ὑπέρ ἑαυτούς), δέν ἦσαν φίλοι τοῦ Θεοῦ, δέν πρέπει νά λέγωνται κἄν ἄνθρωποι; (!!!).

4. Ἀλλά δέν νομίζει ὁ μ.Γ. ὅτι τούς βαρεῖς αὐτούς χαρακτηρισμούς τούς ἀπευθύνει πρωτίστως πρός τόν ἑαυτόν του, ἐφ’ ὅσον -ὅπως φαίνεται ἀπό τά γραφόμενά του (σελ.157)- καί ὁ ἴδιος δέν εἶναι «δωρητής ὀργάνων»; (!).

5. Tέλος, τοῦ εἶναι τόσον δύσκολο νά κατανοήσῃ ὅτι τά προαναφερθέντα τρία εὔστοχα ἐπιχειρήματά του, διά τῶν ὁποίων ἀποκρούει τή λήψη ζωτικῶν ὀργάνων ἀπό ἑτοιμοθανάτους (μή «ἐ.ν.») (βλ. ἀνωτέρω τήν ζ΄ ὀρθήν τοποθέτησίν του ἐξ ἀντιγραφῆς ἐκ τῶν σελ. 139-140), ἰσχύουν ἀπαραλλάκτως καί κατά γράμμα καί διά τούς «ἐ.ν.»; (!).

Διαβάστε περισσότερα »