- Η ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ - https://alopsis.gr -

Tα κατά δικά μας σφάλματα (Πρωτοπρ. Μιλτιάδης Ζέρβας)

“Η κατάφαση στον τρόπο της ευκολίας και η απώθηση του τρόπου του σταυρού αποτελούν τις μήτρες εκείνες που γέννησαν στην πατρίδα μας την κρίση, είναι εκείνες που μαρτυρούν ποιοι είναι εκείνοι που κρύβονται πίσω από αυτή την αθλιότητα: είμαστε εμείς οι ίδιοι…”.

Κάθε κρίσιμη ἱστορικὴ περίσταση ἀπευθύνει ἕνα πλῆθος ἐρωτημάτων πρὸς τὴν κοινωνία, ἡ ὁποία καλεῖται νὰ ἐπιλέξει μὲ ποιά ἀπὸ αὐτὰ τὰ ἀπορήματα ἐπιθυμεῖ νὰ διαλεχθεῖ. Τούτη ἀκριβῶς ἡ ἐπιλογὴ ἀποκαλύπτει σὲ μεγάλο βαθμὸ τὶς προθέσεις τῆς κοινωνίας, ἴσως καὶ τὴν ποιότητά της.

Ἡ κρίση ποὺ ἐμφανίστηκε στὴν Ἑλλάδα τὸν τελευταῖο καιρό (κρίση ποὺ ὅμως κυοφορεῖται, ὅπως ὅλα μαρτυροῦν, ἐδῶ καὶ δεκαετίες) κατέθεσε κι αὐτὴ τὰ δικά της ἐγγενῆ ἐρωτήματα. Ἀπὸ αὐτὰ ἐκεῖνο ποὺ διακρίνεται, ἐκεῖνο ποὺ ἔχει κατακλύσει τὶς ἐφημερίδες, τοὺς τηλεοπτικούς μας δέκτες καὶ τὶς καθημερινές μας συζητήσεις, δὲν εἶναι ἄλλο, ἀπὸ τὸ ποιός εθύνεται γι τν σημεριν κατάσταση.

Σὲ τούτη τὴν διερεύνηση, οἱ θεσμοί, οἱ πολιτικοί, οἱ κερδοσκόποι, οἱ δημόσιοι λειτουργοί (μαζὶ μὲ αὐτοὺς κι ἄλλοι πολλοί) προβάλλουν ὡς ἔνοχοι, ἔναντι μιᾶς ἀθώας «κοινωνίας τῶν πολιτῶν», ἡ ὁποία καταγγέλλει τοὺς «φταῖχτες», γιὰ νὰ διαλαλήσει στοὺς πάντες, πὼς ἐκείνη δὲν φέρει καμία εὐθύνη γιὰ τὴν καταστροφή. Οἱ ἀβίαστες ἀπαντήσεις δὲν μοιάζουν ἱκανὲς νὰ ἀποκρύψουν ὅμως, τ κοινά μας κρίματα.

κατάφαση στὸν τρόπο τῆς εὐκολίας

Στὴν Ἑλλάδα ἡ γερμανικὴ κατοχὴ καὶ τὰ ἐπακολουθήματά της ὁδήγησαν καθολικὰ τοὺς ἀνθρώπους στὴν ἀπόλυτη ἐξαθλίωση. Ἡ πείνα, οἱ ἀσθένειες, ἡ ἀνελευθερία, ἀποτελοῦσαν στοιχεῖα μιᾶς ἀπέλπιδος καθημερινότητας. Ἡ ἴδια ἡ ζωὴ εἶχε ἀπωλέσει τὴν ἀξία της μπροστὰ στὰ κατοχικὰ ἀποσπάσματα, ἐνώπιον τοῦ λιμοῦ καὶ τῆς ἀνέχειας. Ὁ τραγικὸς ἐμφύλιος πόλεμος ποὺ ἀκολούθησε, ἀποτέλεσε τὴν ἄμεση ἐπιβεβαίωση τῆς ἀπαξίωσης τῆς ζωῆς, ποὺ συντελέστηκε στὸν τόπο αὐτό. Κάτω ἀπὸ αὐτὲς τὶς νωπὲς ἐμπειρίες, δὲν μοιάζει παράδοξο, ποὺ οἱ Ἕλληνες μετὰ τὸν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ξεκινοῦν τὴν ἀνασύσταση τοῦ κράτους, ἀλλὰ καὶ τῆς ἀτομικῆς τους εὐημερίας, μὲ ἕνα κοινὸ ὅραμα: τὴν ἐπίτευξη μιᾶς καλύτερης ζωῆς.

Πς κατανοήθηκε μως ννοια «καλὴ» ζωή; Σίγουρα γιὰ τοὺς ἀνθρώπους τῆς κατοχῆς, καλὸς ἦταν ὁ βίος ἐκεῖνος, ποὺ τοποθετεῖται στοὺς ἀντίποδες τῆς κατοχικῆς ἐμπειρίας, τῶν ὑπέρμετρων καὶ ἀπάνθρωπων δυσχερειῶν. Καλὴ ἦταν ἡ ζωὴ στὴν ὁποία ἦταν ἐξασφαλισμένος ὁ ἄρτος ὁ ἐπιούσιος, καλὴ ἦταν ἡ ζωὴ ποὺ σοῦ ἐπέτρεπε νὰ ἐργάζεσαι, νὰ δημιουργεῖς καὶ νὰ ἐκφράζεσαι ἐλεύθερα, καλὴ ἦταν ἡ ζωὴ ποὺ διευκόλυνε τὴν κοινωνία τῶν προσώπων.

Σταδιακ μως, π γενιὰ σὲ γενιά, ννοια αὐτὴ χάνει τὸν ρχικό της προσδιορισμό. Καλὴ δὲν εἶναι ἁπλῶς ἡ ζωὴ ποὺ ἔχει ἀπεγκλωβιστεῖ ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς ἀνέχειας καὶ τῆς χρείας, ἀλλὰ ἐκείνη ποὺ χει καταφέρει νὰ ξοστρακίσει τὴν δυσκολία γκαθιδρύοντας στὴν θέση της τὴν εκολία. πόλυτη κατάφαση στὴν εὐχέρεια ρχίζει νὰ διέπει κάθε πτυχὴ τοῦ τομικο κα συλλογικοῦ βίου. εκολία γίνεται τὸ πόλυτο ποιοτικὸ κριτήριο τῆς ζωῆς καὶ πιβάλλει τοὺς ρους της στὴν κοινωνία.

Ψηλαφώντας τς πληγς τν πιλογν τς εκολίας, θὰ ἄξιζε κανεὶς νὰ ἐπιμείνει στὶς παρακάτω ἐπισημάνσεις:

  1. Μέσα σὲ λίγα μόνο χρόνια ἕνα τεράστιο κύμα σωτερικς μετανάστευσης παρέσυρε στὶς μεγαλουπόλεις τοὺς Ἕλληνες, μὲ τὴν βεβαῖα πίστη πὼς ἐκεῖ θὰ μποροῦσαν νὰ ζήσουν «ἀνθρωπινά», ἐκμεταλλευόμενοι ὅλα ἐκεῖνα τὰ μέσα ποὺ προσφέρουν μία καλύτερη ζωή. Ἔτσι ρήμωσε παιθρος, ἀκριβῶς γιατὶ ἡ ζωὴ σ’ αὐτὴν δὲν ἦταν εὔκολη. Ἐγκαταλείφθηκαν οἱ γεωργικὲς καὶ κτηνοτροφικὲς ἐργασίες, ἐπειδὴ ἀπαιτοῦσαν μόχθο πολύ. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἔμειναν στὰ ἐπαγγέλματα αὐτὰ δέχθηκαν τὶς «εὐεργεσίες» τῶν κοινοτικῶν κονδυλίων, ποὺ ἂν τὶς χρησιμοποιοῦσες «σωστά» καὶ «ἔξυπνα», θὰ μποροῦσες νὰ ζεῖς χωρὶς νὰ καταβάλλεις καὶ πολὺ κόπο.
  1. Οἱ «τέχνες» ἀπὸτὴνἄλλη, ο χειρωνακτικς δηλαδ ργασίες, περιφρονήθηκαν, ὄχι ἀπαραίτητα γιατὶ δὲν ἦταν παραγωγικές, ἀκόμα καὶ προσοδοφόρες, ἀλλὰ γιατὶ δὲν μποροῦσαν νὰ συγκριθοῦν μὲ τὶς καθ’ ὅλα «ἀνώτερες» διανοητικὲς ἐργασίες. Ἡ ἐκπαίδευση καὶ ἡ σπουδὴ μιᾶς ἐπιστήμης ἔγινε ἐπιτακτική, χι γι ν «μορφώσει» τν νέο νθρωπο, λλ γι ν μν «καταντήσει» ατς ργάτης τεχνίτης. Κατὰ τὸν τρόπο αὐτὸ τ παγγέλματα «θικοποιήθηκαν». Κάποια ἐμφανίστηκαν ὡς καλά (γιὰ παράδειγμα αὐτὰ τοῦ ἰατροῦ, τοῦ δικηγόρου, τοῦ μηχανικοῦ, τὰ ὁποῖα κάθε γονιὸς ὀνειρευόταν γιὰ τὰ παιδιά του), καὶ ἄλλα ἔμοιαζαν νὰ μὴν ἀπέχουν πολὺ ἀπὸ τὴν καταισχύνη καὶ τὴν ἀποτυχία. Τούτης τῆς λογικῆς γέννημα ἦταν καὶ ἡ φρενήρης ἐπιδίωξη πολλῶν νὰ καταλάβουν μία θέση στὸ Δημόσιο, ἀφοῦ ἐκεῖ μποροῦσε κάποιος νὰ κατοχυρώσει ἱκανὲς ἀπολαβὲς καὶ δικαιώματα, χωρὶς νὰ χρειάζεται νὰ «σκοτώνεται» στὴ δουλειά.
  1. Κοντὰστὰ παραπάνω, ὁ στερημένος Ἕλληναςἀποδέχεταιπασιχαρὴςτ «δῶρα» τῆς τεχνολογίας, ποὺ κομίζει σ’ αὐτὸν ὁ δυτικὸς πολιτισμός. Ἀναρίθμητες συσκευὲς καὶ μέσα ἔρχονται νὰ μεταμορφώσουν τὴν ζωή του, νὰ τὴν κάνουν πιὸ ἄνετη, νὰ τὴν καταστήσουν πιὸ εὔκολη. Ἀμέτρητες διαφημίσεις εἶναι ἱκανὲς νὰ τὸν πείσουν γιὰ τὴν ἀξία τῆς νέας αὐτῆς βιωτῆς. Τὸ μόνο ποὺ χρειάζεται εἶναι νὰ ἔχει κανεὶς χρήματα γιὰ νὰ ἀγοράσει τὴν καθημερινή του εὐτυχία. Ἀλλὰ καὶ ἂν αὐτὰ τοῦ λείπουν, ἕνα ὁλόκληρο τραπεζικ σύστημα εἶναι ἕτοιμο νὰ «βοηθήσει» ὅποιον τὸ ἐπιθυμεῖ, νὰ ἱκανοποιήσει τὶς καταναλωτικές του ἀνάγκες.

Ἀκολουθώντας τὴν προαναφερθεῖσα πορεία δὲν εἶναι δύσκολο νὰ κατανοήσει κανεὶς πῶς φτάσαμε στὸ σημεῖο ἡ πατρίδα μας ν μν παράγει σχεδν τίποτα, οἱ ἄνθρωποί της νὰ ἔχουν πωλέσει τν δημιουργικότητά τους, ποιότητα τς ζως τους ν ξαρτται χι π τ ποιοί εναι λλ π τ τί χουν.

πώθηση το τρόπου το σταυρο

Οἱ προαναφερθεῖσες ἐπισημάνσεις ὅμως, δὲν φαίνονται ἀπὸ μόνες τους ἱκανὲς νὰ δώσουν μία πλήρη πάντηση στὸ ζήτημα τῆς ἐκτεταμένης διαφθορᾶς στὰ δημόσια καὶ στὰ ἰδιωτικὰ πράγματα τοῦ τόπου, ἀφοῦ δὲν ἀπαντοῦν στὸ ποιά εναι τ ατια, πο κατακερμάτισαν τ κοιν ραμα γι μία καλύτερη ζωή, σ ναρίθμητες τομικς ταπεινς πιδιώξεις.

Στὴν ἐξέλιξη αὐτὴ καίριο ρόλο ἔπαιξε μία ἀκόμα ἐπιλογὴ τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας, ἡ ὁποία συνοψίστηκε ἐπιγραμματικὰ στὴ φράση: «δν μπορες ν πς μπροστ μ τ σταυρ στ χέρι». Ἡ πώθηση το τρόπου το σταυρο, το τρόπου τς θυσίας το αυτο μου πρ τν λλων, σήμαινε τὴν – ἄρρητη συνήθως – ἄρνηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς βιωτῆς, ἀπὸ τὸ μεγαλύτερο τμῆμα τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας.

Ἡ ἀπόσταση ποὺ ἄρχισε νὰ καλλιεργεῖται ἀπὸ τοὺς Νεοέλληνες πρὸς τὸ ἐκκλησιαστικὸ γεγονός, μπορεῖ νὰ μὴν σήμαινε τὸν «ἀφορισμὸ» τοῦ Θεοῦ, τὴν ὀλίσθηση σὲ κάποιας μορφῆς ἀθεΐα, κατέδειξε μως μ σαφήνεια, τν προθυμία τν πολλν ν γκαταλείψουν πίσω τους τ «βαρίδια το παρελθόντος», σα δηλαδ θ μποροσαν ν σταθον ς μπόδια στν πιδίωξή τους «ν πιάσουν τν καλή». Φανέρωσε πὼς πλέον ἀνεμπόδιστα θὰ μποροῦσαν ν οκοδομήσουν τν τομική τους «ετυχία», χωρς ν πάρχει Θες ν τος κρίνει, κα δελφς ν τος θυμίζει τ ρια πο θέτει κοιν βιωτή.

κατάφαση στν τρόπο τς εκολίας κα πώθηση το τρόπου το σταυρο ποτελον τς μτρες κενες πο γέννησαν στ πατρίδα μας τν κρίση, εναι κενες πο μαρτυρον ποιοί εναι κενοι πο κρύβονται πίσω π ατ τν θλιότητα: εμαστε μες ο διοι· ἐμεῖς ποὺ ἐγκαταλείψαμε τοὺς ἰδιαίτερούς μας τόπους· ἐμεῖς ποὺ κάναμε τὴν γῆ μας χέρσα καὶ ἄκαρπη· ἐμεῖς ποὺ ἀπαξιώσαμε τὸν κάματο τῆς μέρας· ἐμεῖς ποὺ καταστείλαμε κάθε δύναμη δημιουργίας· ἐμεῖς ποὺ παραδοθήκαμε στὴν εὐμάρεια· ἐμεῖς ποὺ λατρεύσαμε τὰ περὶ τῆς οὐσίας· ἐμεῖς ποὺ «παρὰ-μορφώσαμε» τὰ ὄνειρα τῶν παιδιῶν μας· ἐμεῖς ποὺ ποθήσαμε τὴν γυαλιστερὴ κενότητα τοῦ life style· ἐμεῖς ποὺ ταυτίσαμε τὴν ἀγαθότητα μὲ τὴν μωρία· ἐμεῖς ποὺ ἀρνηθήκαμε νὰ δοῦμε στὰ πρόσωπα τῶν γύρω μας τὸν ἀδελφό· ἐμεῖς ποὺ ἐκτοπίσαμε τὸν Θεὸ μόνο στὰ μέρη ἐκεῖνα τοῦ βίου στὰ ὁποῖα θὰ μποροῦσε νὰ μᾶς φανεῖ χρήσιμος, καλύπτοντας τὶς προσωπικές μας ἀνασφάλειες· ἐμεῖς ποὺ ἀρνηθήκαμε νὰ ψιθυρίσουμε προσευχητικὰ τὴ λειτουργικὴ προτροπή: «κα πσαν τν ζων μν, Χριστ τ Θε παραθώμεθα».

Ἡ διέξοδος ἀπὸ κάθε κρίση, ἔχει τὶς ἀπαρχές της στὴ μετάνοια, στὴν μεταβολ το νοός, στὴν λλαγ το τρόπου πο κανες πολιτεύεται. Τῆς μετανοίας ὅμως πάντα προηγεῖται ατοέλεγχος κα ατομεμψία, ταπείνωση κα συντριβή. σο ρνούμαστε ν ναμετρηθομε μ τ κατ δικά μας σφάλματα, τόσο θ βυθιζόμαστε στ πύθμενο ρεβος τν καταστροφικν μας πιλογν.

(Πηγή: «Πειραϊκή Εκκλησία» Ιούλ. – Αύγ. 2010)