Τώρα που φαίνεται να κόπασε ο εμφυλιακός σαματάς —ένας σαματάς που, εν πολλοίς, μπορεί να ιδωθεί και ως μια λανθάνουσα απόδραση από την άχρωμη, άοσμη, άγευστη και εκκωφαντικά βουβή νεοελληνική καθημερινότητα— επιτρέψτε μου την παράθεση κάποιων σκέψεων:
Ο Διονύσης Σαββόπουλος έφτασε στο απόγειο της επαναστατικότητάς του προς τη δύση του επίγειου βίου του. Και τούτο —ταπεινά φρονώ— μας το αποκαλύπτει εναργώς στον επικήδειό του ο Αλκίνοος Ιωαννίδης:
«Ακριβέ μου δάσκαλε, τον τελευταίο καιρό έγινες τρυφερός. Ζήτησες τις συγγνώμες σου, είπες τα σ’ αγαπώ σου.»
Ακριβώς αυτή είναι η ουσιαστικότερη επαναστατική πράξη που μπορεί να επιτύχει, και οφείλει να επιδιώκει, ο άνθρωπος: η ελεύθερη κίνηση της καρδιάς προς τη συγχώρηση και την αγάπη. Μια επανάσταση όχι θορυβώδης, αλλά ήρεμη, βαθιά και ιαματική· μια επανάσταση που ξεκινά από το κρύφιο ταμείο της ψυχής και εκβάλλει σε αληθινή ειρήνη. Αυτής της ποιότητας την επανάσταση έχει ανάγκη ο άνθρωπος και ο κόσμος, νυν και αεί.
Διότι αν κάτι μας διαφοροποιεί από τον άγιο, είναι το γεγονός ότι εκείνος βιώνει τον «τελευταίο του καιρό» ως καθημερινότητα. Η τρυφερότητα, η συγγνώμη, η αγάπη δεν είναι για τον άγιο έκτακτες εξάρσεις, αλλά ο φυσικός αέρας της ζωής του, η αναπνοή της καρδιάς του που συναντά τον Χριστό.
Αν όμως κάτι μας εξομοιώνει με τον άγιο, είναι ότι η προσπάθεια μίμησης του τρόπου Του —του τρόπου του Χριστού, δηλαδή— δεν εξαιρεί ακόμη και τον τελευταίο μας καιρό, ή, βιβλικότερα, την ενδεκάτη ώρα. Και στα μάτια του Κυρίου, ο εργάτης της ενδέκατης ώρας δεν υστερεί σε τίποτα από τον εργάτη της πρώτης, γιατί ο Χριστός δεν μετρά με χρονόμετρα, αλλά με το μέτρο της καρδιάς που επιστρέφει.
Και ίσως εκεί, στο ύστατο «συγγνώμη» και στο ταπεινό «σ’ αγαπώ», να αποκαλύπτεται ο άνθρωπος όπως τον οραματίστηκε ο Θεός: συμφιλιωμένος, ειρηνικός, δοτικός. Είναι το άνοιγμα της καρδιάς που κάνει χώρο στη Χάρη.
Αυτά από μένα. Τα υπόλοιπα τα αφήνω στον Θεό — και Εκείνος ξέρει πάντοτε τι να κάνει με τις τελευταίες μας ώρες.
(ΙΒ΄ Κοινωνική Επιστολή)
____________
Ο Γεώργιος Κ. Τασούδης είναι συγγραφέας και αρθρογράφος. Γεννήθηκε στην πόλη της Δράμας. Κατάγεται από τις περιοχές της Ανατολικής Θράκης (Κεσσάνη) και του Πόντου (Κοτύωρα). Ζει στο Θούριο Ορεστιάδας. Δεν γνωρίζει το πότε και πού θα πεθάνει, όμως, ελπίζει κι εύχεται ο θάνατος να τον βρει εν μετανοία Χριστού. Πιστεύει ακράδαντα στη μετά θάνατον ζωή.
(Πηγή: antifono.gr [1])