- Η ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ - https://alopsis.gr -

Χριστούγεννα με Χριστό ή χωρίς Χριστό; (π. Ηλίας Γ. Διακουμάκος, Πρεσβύτερος)

[1]

Χριστούγεννα χωρίς τον Χριστό

Πρόλογος

Η εορτή των Χριστουγέννων αποτελεί ένα από τα πιο φωτεινά και ταυτόχρονα πιο παρεξηγημένα γεγονότα της χριστιανικής ζωής. Είναι φωτεινή, γιατί αναγγέλλει την είσοδο του Θεού στην ανθρώπινη ιστορία· και παρεξηγημένη, γιατί συχνά περιορίζεται σε εξωτερικές εκδηλώσεις, αποκομμένες από το βαθύτερο νόημά της. Ανάμεσα στο μυστήριο της ενανθρώπησης και στη σύγχρονη εμπειρία της γιορτής, ανοίγεται ένα χάσμα που ζητά ερμηνεία και θεραπεία.

Ο άνθρωπος της εποχής μας εξακολουθεί να γιορτάζει τα Χριστούγεννα, ακόμη και όταν έχει απομακρυνθεί από τον Χριστό. Διατηρεί τα σύμβολα, τα έθιμα και τη συναισθηματική φόρτιση, αλλά συχνά αγνοεί ή παραμερίζει το Πρόσωπο που δίνει ζωή σε όλα αυτά. Έτσι, η γιορτή κινδυνεύει να μετατραπεί σε πολιτισμικό γεγονός, σε κοινωνική συνήθεια ή σε προσωπική ανάγκη φυγής από την καθημερινότητα.

Ο παρών λόγος δεν επιχειρεί να ηθικολογήσει ούτε να επιβάλει συμπεράσματα. Σκοπός του είναι να σταθεί με ειλικρίνεια απέναντι στην ανθρώπινη εμπειρία και να αναδείξει τη διαφορά ανάμεσα στα Χριστούγεννα χωρίς Χριστό και στα Χριστούγεννα με Χριστό. Να φωτίσει την απουσία, όχι για να την καταδικάσει, αλλά για να φανερώσει τη βαθύτερη επιθυμία που κρύβεται μέσα της.

Η ενανθρώπηση του Λόγου δεν είναι ένα γεγονός του παρελθόντος, αλλά μια διαρκής πρόσκληση. Ο Θεός δεν γεννήθηκε απλώς τότε· γεννιέται όπου υπάρχει καρδιά έτοιμη να Τον δεχθεί. Και αυτή η πρόσκληση παραμένει ζωντανή, ακόμη και μέσα σε μια εποχή θορύβου, ταχύτητας και αποσπασματικότητας.

Ο λόγος αυτός καλεί τον αναγνώστη να διαβάσει όσα ακολουθούν όχι ως θεωρητικό κείμενο, αλλά ως καθρέφτη προσωπικής εμπειρίας. Να αναγνωρίσει στιγμές απουσίας, κόπωσης και μοναξιάς, αλλά και να διακρίνει πίσω από αυτές τη δυνατότητα της συνάντησης. Γιατί τα Χριστούγεννα δεν είναι απλώς μια γιορτή που περνά, αλλά ένα μυστήριο που ζητά να βιωθεί.

Μέσα από τη διάκριση ανάμεσα στην απουσία και την παρουσία, στην επιφάνεια και το βάθος, στο σχήμα και το μυστήριο, ανοίγεται ο δρόμος προς τη χαρά που δεν εξαντλείται. Τη χαρά της συνάντησης με τον Θεό που γίνεται άνθρωπος, για να μπορέσει ο άνθρωπος να βρει το αληθινό νόημα της ζωής του.

Αυτό το κείμενο δεν φιλοδοξεί να κλείσει απαντήσεις, αλλά να ανοίξει καρδιές. Να οδηγήσει από τη διαπίστωση στην προσδοκία και από την προσδοκία στη συνάντηση. Εκεί όπου τα Χριστούγεννα παύουν να είναι απλώς ημερομηνία και γίνονται τρόπος ζωής.

 

  1. Η γιορτή χωρίς το Πρόσωπο

 

Όταν τα Χριστούγεννα αποσπώνται από το Πρόσωπο του Χριστού, μετατρέπονται σε μια γιορτή κενού περιεχομένου. Παραμένουν τα φώτα, τα έθιμα και οι ευχές, αλλά απουσιάζει το νόημα που τα συγκρατεί και τα ζωοποιεί. Η εορτή συνεχίζει να υπάρχει εξωτερικά, όμως εσωτερικά έχει απογυμνωθεί από την αλήθειά της.

Ο Χριστός δεν είναι απλώς το ιστορικό αίτιο της γιορτής, αλλά το ζωντανό της κέντρο. Είναι Εκείνος που προσδίδει ενότητα, σκοπό και προσανατολισμό σε κάθε εορταστική έκφραση. Όταν Εκείνος λείπει, η γιορτή παύει να είναι συνάντηση και γίνεται συνήθεια. Δεν καλεί πλέον τον άνθρωπο σε σχέση, αλλά τον αφήνει να καταναλώνει στιγμές χωρίς διάρκεια και συγκινήσεις χωρίς μεταμόρφωση.

Η απουσία του Προσώπου μεταβάλλει σταδιακά τον χαρακτήρα των Χριστουγέννων. Από μυστήριο σωτηρίας, η γιορτή γίνεται κοινωνικό γεγονός και πολιτισμική συνήθεια. Ο άνθρωπος συμμετέχει εξωτερικά, χωρίς να καλείται σε εσωτερική αλλαγή. Η εορτή δεν του ζητά να στραφεί προς τον Θεό, αλλά να στραφεί προς τον εαυτό του.

Έτσι, τα Χριστούγεννα χωρίς Χριστό περιορίζονται σε μια ανθρώπινη κατασκευή. Γίνονται ένα διάλειμμα από την καθημερινότητα, όχι όμως άνοιγμα προς το αιώνιο. Ο χρόνος της γιορτής περνά, αλλά δεν μεταμορφώνει. Ο άνθρωπος επιστρέφει στην καθημερινότητά του χωρίς να έχει αγγιχθεί στο βάθος της ύπαρξής του.

Στην προσπάθειά του να καλύψει αυτό το κενό, ο άνθρωπος καταφεύγει στην υπερβολή. Πληθώρα εικόνων, ήχων και δραστηριοτήτων επιχειρούν να υποκαταστήσουν την απουσία του νοήματος. Όμως όσο περισσότερο αυξάνεται ο εξωτερικός θόρυβος, τόσο πιο έντονη γίνεται η εσωτερική σιωπή.

Η απουσία του Χριστού δεν γίνεται πάντα αισθητή άμεσα. Συχνά καλύπτεται από έντονη δραστηριότητα και εξωτερική ευθυμία. Όταν όμως η γιορτή τελειώσει και τα φώτα σβήσουν, αποκαλύπτεται η αλήθεια: χωρίς τον Χριστό, τα Χριστούγεννα δεν μπορούν να δώσουν απάντηση στο βαθύτερο αίτημα της καρδιάς, που είναι η σωτηρία, η ελπίδα και η υπέρβαση της μοναξιάς.

Χωρίς το Πρόσωπο του Χριστού, η γιορτή παραμένει ακίνητη στην επιφάνεια της ζωής. Με Εκείνον απόντα, τα Χριστούγεννα παύουν να είναι αποκάλυψη και γίνονται απλώς ανάμνηση μιας γιορτής που κάποτε είχε νόημα.

 

  1. Το φως χωρίς πηγή

 

Ένα από τα πιο έντονα χαρακτηριστικά των Χριστουγέννων είναι το φως. Οι πόλεις φωτίζονται, τα σπίτια στολίζονται, οι δρόμοι λάμπουν. Όμως, όταν ο Χριστός απουσιάζει, το φως αυτό χάνει την πηγή του. Παραμένει εντυπωσιακό, αλλά γίνεται επιφανειακό· φωτίζει τον χώρο, όχι όμως την καρδιά του ανθρώπου.

Το φως των Χριστουγέννων δεν είναι απλώς αισθητικό στοιχείο, αλλά θεολογικό σύμβολο. Είναι το φως που «εν σκοτία φαίνει», το φως της ενανθρώπησης, που έρχεται να διαλύσει το σκοτάδι της αμαρτίας και του θανάτου. Όταν αυτό το φως αποκοπεί από τον Χριστό, μετατρέπεται σε ψευδαίσθηση. Λάμπει για λίγο, αλλά δεν θερμαίνει. Φωτίζει εξωτερικά, αλλά δεν οδηγεί.

Ο άνθρωπος, αναζητώντας το φως χωρίς την πηγή του, προσπαθεί να δημιουργήσει μόνος του νοήματα και ελπίδες. Επενδύει σε εικόνες, σε στολισμούς, σε στιγμιαίες χαρές. Όμως όσο περισσότερο πληθαίνουν τα φώτα, τόσο αποκαλύπτεται η εσωτερική σκοτεινιά. Το τεχνητό φως δεν μπορεί να υποκαταστήσει το άκτιστο φως του Θεού.

Το φως χωρίς πηγή κουράζει τον άνθρωπο. Αντί να τον αναπαύει, τον διασκορπίζει. Δημιουργεί μια αίσθηση συνεχούς εγρήγορσης, χωρίς όμως κατεύθυνση. Ο άνθρωπος παραμένει ξάγρυπνος πνευματικά, αλλά όχι φωτισμένος. Βλέπει πολλά, αλλά δεν διακρίνει το ουσιώδες.

Έτσι, τα Χριστούγεννα χωρίς Χριστό μοιάζουν με νύχτα υπερβολικά φωτισμένη, αλλά χωρίς αυγή. Το φως δεν οδηγεί σε συνάντηση, ούτε σε μεταμόρφωση. Ο άνθρωπος μένει θεατής ενός λαμπερού σκηνικού, χωρίς να γίνεται κοινωνός της αλήθειας που αυτό υποτίθεται ότι συμβολίζει.

Στην απουσία του αληθινού φωτός, ο άνθρωπος συνηθίζει στο ημίφως. Μαθαίνει να ζει με υποκατάστατα, να συμβιβάζεται με τη σκιά αντί για το φως. Η καρδιά του δεν σκοτίζεται απότομα, αλλά σταδιακά, μέσα από τη συνήθεια ενός φωτισμού που δεν αποκαλύπτει, αλλά αποκρύπτει.

Το αληθινό φως των Χριστουγέννων δεν είναι κάτι που ανάβει ο άνθρωπος, αλλά κάτι που δέχεται. Είναι Πρόσωπο και όχι αντικείμενο. Είναι ο Χριστός, το Φως το αληθινό, που φωτίζει κάθε άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο. Όταν αυτό το Πρόσωπο απουσιάζει, το φως χάνει τον προσανατολισμό του και ο άνθρωπος μένει να περιπλανιέται ανάμεσα σε λάμψεις που δεν οδηγούν στη ζωή.

Χωρίς την πηγή του φωτός, τα Χριστούγεννα παύουν να είναι αποκάλυψη και μετατρέπονται σε σκηνικό. Και ο άνθρωπος, αντί να βαδίζει προς το φως, μαθαίνει απλώς να κινείται μέσα σε αυτό, χωρίς να φτάνει ποτέ στην αλήθεια του.

 

  1. Η χαρά χωρίς βάθος

 

Η χαρά αποτελεί βασικό στοιχείο των Χριστουγέννων. Ευχές, χαμόγελα, συγκεντρώσεις και εορταστική διάθεση δημιουργούν την εικόνα μιας περιόδου χαρούμενης και φωτεινής. Όμως, όταν ο Χριστός απουσιάζει, η χαρά αυτή χάνει το βάθος της. Παραμένει επιφανειακή, πρόσκαιρη και εύθραυστη, εξαρτημένη από τις συνθήκες και όχι από την εσωτερική κατάσταση του ανθρώπου.

Η χαρά των Χριστουγέννων δεν είναι απλώς ψυχολογική ευφορία. Είναι καρπός της σωτηρίας, αποτέλεσμα της συνάντησης του ανθρώπου με τον Θεό που γίνεται άνθρωπος. Όταν αυτή η συνάντηση λείπει, η χαρά αποσυνδέεται από την αιτία της και μετατρέπεται σε συναίσθημα στιγμής. Αναδύεται εύκολα, αλλά εξαντλείται γρήγορα, αφήνοντας πίσω της ένα αίσθημα κενού.

Ο άνθρωπος τότε προσπαθεί να διατηρήσει τη χαρά με εξωτερικά μέσα. Αναζητά ερεθίσματα, δραστηριότητες και συγκινήσεις για να αποφύγει τη σιωπή και την εσωτερική του γύμνια. Όμως η χαρά που στηρίζεται μόνο σε εξωτερικούς παράγοντες δεν αντέχει στον χρόνο ούτε στις δυσκολίες της ζωής. Μόλις εμφανιστεί ο πόνος, η απώλεια ή η απογοήτευση, καταρρέει.

Η χαρά χωρίς Χριστό δεν μπορεί να συνυπάρξει με τον πόνο. Δεν τον μεταμορφώνει, αλλά τον αποφεύγει. Γι᾽ αυτό και συχνά συνυπάρχει με μια κρυφή μελαγχολία. Ο άνθρωπος γελά, αλλά δεν αναπαύεται. Συμμετέχει στη γιορτή, αλλά δεν παρηγορείται. Η καρδιά του παραμένει ανικανοποίητη, γιατί διαισθάνεται ότι η χαρά που βιώνει δεν είναι ολοκληρωμένη.

Πρόκειται για χαρά χωρίς ελπίδα. Δεν ανοίγεται προς το μέλλον ούτε υπερβαίνει τον φόβο του θανάτου. Είναι χαρά περιορισμένη στο παρόν, δεμένη με τις περιστάσεις και ευάλωτη στις αλλαγές. Δεν έχει τη δύναμη να στηρίξει τον άνθρωπο στις δύσκολες στιγμές ούτε να του δώσει νόημα πέρα από το τώρα.

Τα Χριστούγεννα χωρίς Χριστό προσφέρουν μια χαρά που δεν θεραπεύει. Δεν αγγίζει το τραύμα της ανθρώπινης ύπαρξης, αλλά το καλύπτει προσωρινά. Όταν περάσουν οι ημέρες της γιορτής, ο άνθρωπος επιστρέφει στην καθημερινότητά του κουρασμένος, με την αίσθηση ότι κάτι σημαντικό χάθηκε ή δεν βρέθηκε ποτέ.

Η αληθινή χαρά των Χριστουγέννων γεννιέται από τη βεβαιότητα ότι ο Θεός είναι μαζί μας. Είναι χαρά που συνυπάρχει με τον πόνο και τον μεταμορφώνει, που δεν καταργεί τις δυσκολίες αλλά τις φωτίζει με ελπίδα. Χωρίς αυτήν τη βεβαιότητα, η χαρά παραμένει σκιά της ίδιας της χαράς και ο άνθρωπος ζει με υποκατάστατα, χωρίς να γεύεται την πληρότητα που προσφέρει η παρουσία του Χριστού.

 

  1. Η παράδοση χωρίς μυστήριο

 

Η παράδοση αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο των Χριστουγέννων. Έθιμα, συνήθειες, τραγούδια και τελετουργίες επαναλαμβάνονται κάθε χρόνο, δημιουργώντας μια αίσθηση συνέχειας και οικειότητας. Όμως, όταν ο Χριστός απουσιάζει, η παράδοση χάνει τον μυσταγωγικό της χαρακτήρα και μετατρέπεται σε απλή επανάληψη μορφών χωρίς περιεχόμενο.

Η παράδοση της Εκκλησίας δεν είναι απλώς διατήρηση του παρελθόντος, αλλά ζωντανή μετάδοση ζωής. Δεν υπάρχει για να αναπαράγει συναισθήματα νοσταλγίας, αλλά για να εισάγει τον άνθρωπο στο μυστήριο της σωτηρίας. Όταν όμως αποκοπεί από τον Χριστό, παύει να μυεί και περιορίζεται στο να διακοσμεί την καθημερινότητα.

Έτσι, τα χριστουγεννιάτικα έθιμα βιώνονται εξωτερικά, χωρίς εσωτερική συμμετοχή. Ο άνθρωπος ακολουθεί την παράδοση, αλλά δεν την κατανοεί. Τηρεί συνήθειες, αλλά δεν εισέρχεται στο νόημά τους. Η παράδοση γίνεται πολιτισμικό στοιχείο και όχι εκκλησιαστική εμπειρία.

Η απουσία του μυστηρίου οδηγεί σε σταδιακή φθορά της παράδοσης. Ό,τι δεν βιώνεται, τελικά εγκαταλείπεται ή αλλοιώνεται. Η παράδοση χωρίς Χριστό είτε εκκοσμικεύεται είτε εμπορευματοποιείται, χάνοντας τη δύναμή της να μεταμορφώνει τον άνθρωπο. Παραμένει ως σχήμα, αλλά όχι ως ζωή.

Και όμως, η παράδοση των Χριστουγέννων είναι κατ᾽ εξοχήν μυστηριακή. Καλεί τον άνθρωπο να σταθεί με σιωπή μπροστά στη φάτνη, να προσκυνήσει το άπειρο που χωρά στο ελάχιστο, να αποδεχθεί ότι η σωτηρία δεν εξηγείται, αλλά βιώνεται. Όταν αυτό το κάλεσμα αγνοείται, η παράδοση γίνεται κενό κέλυφος.

Τα Χριστούγεννα χωρίς Χριστό διατηρούν την παράδοση, αλλά χάνουν το μυστήριο. Και χωρίς μυστήριο, ο άνθρωπος δεν ανυψώνεται· απλώς επαναλαμβάνει. Δεν μεταμορφώνεται· απλώς συνηθίζει. Έτσι, η παράδοση παύει να είναι δρόμος προς τον Θεό και γίνεται μια ακόμα ανθρώπινη συνήθεια, ανίκανη να απαντήσει στο βάθος της καρδιάς.

Η συνήθεια, όταν αποσπαστεί από το μυστήριο, γίνεται βάρος. Ο άνθρωπος συνεχίζει να πράττει ό,τι έμαθε, αλλά χωρίς εσωτερική προσδοκία. Οι πράξεις χάνουν τη ζωντάνια τους και η καρδιά παύει να προσμένει.

Τότε, η φάτνη παύει να είναι τόπος προσκύνησης και γίνεται διακοσμητικό αντικείμενο. Οι ύμνοι ακούγονται, αλλά δεν αγγίζουν. Οι τελετές τελούνται, αλλά δεν μεταμορφώνουν.

Η παράδοση χωρίς Χριστό παύει να δείχνει τον δρόμο προς τη σωτηρία. Μόνον όταν επανενωθεί με το μυστήριο και τεθεί ο Χριστός στο κέντρο της, γίνεται και πάλι ζωντανή και σωστική.

 

  1. Ο άνθρωπος μόνος μέσα στη γιορτή

 

Παρά την εξωτερική λάμψη και την κοινωνική κινητικότητα των Χριστουγέννων, ο άνθρωπος συχνά βιώνει μια βαθιά εσωτερική μοναξιά. Όταν ο Χριστός απουσιάζει από τη γιορτή, η παρουσία των πολλών δεν αρκεί για να γεμίσει το κενό της καρδιάς. Ο άνθρωπος μπορεί να περιβάλλεται από κόσμο και θόρυβο, αλλά να παραμένει μόνος στο βάθος της ύπαρξής του.

Η μοναξιά αυτή δεν είναι απλώς κοινωνική· είναι υπαρξιακή. Γεννιέται από την απουσία νοήματος και σχέσης. Τα Χριστούγεννα χωρίς Χριστό δεν προσφέρουν αληθινή συνάντηση, αλλά διαδοχή επαφών που δεν αγγίζουν.

Μέσα στη γιορτή, η μοναξιά γίνεται πιο έντονη. Η σύγκριση με τη γενικευμένη χαρά κάνει την προσωπική έλλειψη πιο επώδυνη. Η γιορτή αντί να παρηγορεί, απομονώνει.

Χωρίς τον Χριστό, η γιορτή δεν αγκαλιάζει τον άνθρωπο στην αδυναμία του. Προσφέρει εικόνες ευτυχίας, αλλά όχι παρουσία.

Η μοναξιά αποκαλύπτει την αλήθεια της γιορτής χωρίς Χριστό. Η γιορτή τελειώνει και η καρδιά μένει άδεια.

Τα Χριστούγεννα γεννήθηκαν για να μη μένει ο άνθρωπος μόνος. Ο Θεός γίνεται άνθρωπος για να συναντήσει τον άνθρωπο.

Χωρίς τον Χριστό, ο άνθρωπος μένει μόνος μέσα στη γιορτή. Με τον Χριστό, η καρδιά βρίσκει ανάπαυση.

 

Από την απουσία στην αναζήτηση του Προσώπου

 

Επίλογος

 

Η πορεία μέσα στην ενότητα «Χριστούγεννα χωρίς Χριστό» δεν έχει σκοπό την καταγγελία, αλλά την αφύπνιση. Δεν στοχεύει να κατηγορήσει τον άνθρωπο, αλλά να φωτίσει την εμπειρία του. Όσα περιγράφηκαν δεν αποτελούν θεωρητικά σχήματα, αλλά πραγματικό βίωμα της σύγχρονης ύπαρξης, που συχνά γιορτάζει χωρίς να συναντά.

Τα Χριστούγεννα χωρίς Χριστό αποκαλύπτουν το κενό που δημιουργείται όταν το γεγονός αποσπάται από το Πρόσωπο. Η γιορτή χάνει το νόημά της, το φως την πηγή του, η χαρά το βάθος της, η παράδοση το μυστήριό της και ο άνθρωπος τη σχέση που τον συγκροτεί. Όλα παραμένουν στη θέση τους εξωτερικά, αλλά εσωτερικά αποσυντίθενται.

Και όμως, αυτή η απουσία δεν είναι αδιέξοδο. Είναι κραυγή. Είναι η σιωπηλή ομολογία ότι ο άνθρωπος δεν αρκείται στα υποκατάστατα. Ότι η καρδιά του δεν ησυχάζει με σχήματα, εικόνες και στιγμιαίες συγκινήσεις. Ότι βαθιά μέσα του αναζητά Πρόσωπο, παρουσία και νόημα.

Η μοναξιά μέσα στη γιορτή, η κόπωση της χαράς, η φθορά της παράδοσης και το τεχνητό φως δεν είναι αποτυχία· είναι μαρτυρία. Μαρτυρία ότι ο άνθρωπος πλάστηκε για σχέση με τον Θεό. Και όταν αυτή η σχέση απουσιάζει, τίποτε δεν μπορεί να την αντικαταστήσει.

Γι᾽ αυτό και τα Χριστούγεννα παραμένουν πάντοτε επίκαιρα. Όχι ως έθιμο, αλλά ως πρόσκληση. Πρόσκληση επιστροφής στο Πρόσωπο του Χριστού, που δεν γεννήθηκε για να στολίσει τη ζωή, αλλά για να τη σώσει. Δεν ήρθε για να προσθέσει μια γιορτή στο ημερολόγιο, αλλά για να γίνει ο άξονας της ύπαρξης.

Ο επίλογος αυτός δεν κλείνει, αλλά ανοίγει. Δεν σφραγίζει τη σκέψη, αλλά την οδηγεί στο επόμενο βήμα. Από τα Χριστούγεννα χωρίς Χριστό, στα Χριστούγεννα με Χριστό. Από την απουσία, στη συνάντηση. Από τη μοναξιά, στην κοινωνία. Από τη σκιά, στο φως το αληθινό.

Και εκεί, μόνον εκεί, η γιορτή παύει να είναι ανάμνηση και γίνεται ζωή.

 

 

* * *

 

 

Χριστούγεννα με τον Χριστό

 

Πρόλογος

 

Τα Χριστούγεννα δεν είναι απλώς μια γιορτή του χρόνου· είναι μια συνάντηση της αιωνιότητας με την ανθρώπινη καρδιά. Είναι η στιγμή όπου ο Θεός κατεβαίνει στο επίπεδο της ανθρώπινης αδυναμίας και ο άνθρωπος καλείται να υψωθεί προς το μυστήριο της θείας αγάπης. Μέσα στη σιωπή της νύχτας, εκεί όπου ο κόσμος κουράζεται από τα πολλά και ξεχνά τα ουσιώδη, γεννιέται ξανά το νόημα και το Φως. Όχι σε παλάτια, αλλά σε φάτνη. Όχι με θόρυβο, αλλά με ταπεινότητα. Όχι για να εντυπωσιάσει, αλλά για να σώσει.

Η Γέννηση του Χριστού δεν έρχεται να προσθέσει μια ακόμη εορτή στο ημερολόγιο της ζωής μας· έρχεται να ανατρέψει τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον Θεό, τον εαυτό μας και τον κόσμο. Ο Παντοδύναμος γίνεται Βρέφος· ο Άναρχος εισέρχεται στον χρόνο· ο Αόρατος γίνεται ορατός. Και με αυτή τη σιωπηλή αλλά συγκλονιστική πράξη, ο Θεός φανερώνει ότι η δύναμή Του δεν βρίσκεται στην επιβολή, αλλά στην αγάπη, και η δόξα Του στην ταπείνωση.

Τα κείμενα που ακολουθούν δεν επιχειρούν να περιγράψουν απλώς το γεγονός της Γέννησης, αλλά να οδηγήσουν τον αναγνώστη σε μια προσωπική πορεία προς το Θείο Βρέφος. Δεν φιλοδοξούν να διδάξουν, αλλά να αφυπνίσουν· όχι να εξηγήσουν το μυστήριο, αλλά να καλλιεργήσουν τη δίψα για συνάντηση. Να θυμίσουν πως τα αληθινά Χριστούγεννα δεν βρίσκονται στα στολισμένα τραπέζια, αλλά στις καρδιές που χωρούν την αγάπη· όχι στα φώτα των δρόμων, αλλά στο φως της συγχώρησης· όχι στα δώρα που κρατάμε, αλλά στο Δώρο που μας προσφέρεται.

Γιατί όσο κι αν αλλάζουν οι εποχές, όσο κι αν ο κόσμος προχωρά, η ανθρώπινη καρδιά παραμένει η ίδια: διψασμένη για νόημα, για ελπίδα, για σωτηρία. Και μέσα σε αυτή τη δίψα, ο Χριστός έρχεται όχι ως ιδέα ή ηθικό πρότυπο, αλλά ως ζωντανή παρουσία. Έρχεται για να κατοικήσει μέσα στην καθημερινότητά μας, στις πληγές μας, στις αγωνίες και στις σιωπές μας.

Ο Χριστός γεννιέται κάθε φορά που η ελπίδα νικά τον φόβο, που η πίστη αντιστέκεται στην απόγνωση, που η αγάπη επιλέγει τη θυσία αντί της αυτάρκειας. Γεννιέται κάθε φορά που ο άνθρωπος τολμά να συγχωρήσει, να ταπεινωθεί, να αγαπήσει χωρίς όρους. Και αυτή η Γέννηση δεν ανήκει στο παρελθόν· δεν περιορίζεται στη Βηθλεέμ ούτε φυλακίζεται στη μνήμη. Συμβαίνει τώρα, εδώ, μέσα στον καθένα μας, κάθε φορά που ανοίγουμε χώρο στην καρδιά μας για τον Θεό.

Η φάτνη γίνεται, έτσι, σύμβολο της ψυχής: φτωχή, συχνά σκοτεινή, αλλά ικανή να δεχθεί το άκτιστο Φως. Δεν απαιτείται τελειότητα για να γεννηθεί ο Χριστός μέσα μας· απαιτείται μόνο διάθεση υποδοχής. Ο Θεός δεν ζητά παλάτια· ζητά καρδιές. Δεν ζητά εντυπωσιακές πράξεις· ζητά ειλικρινή μετάνοια και απλή αγάπη.

Ας γίνουν, λοιπόν, αυτές οι σελίδες ένα ταπεινό μονοπάτι προς τη φάτνη. Όχι ένα μονοπάτι γνώσης, αλλά σχέσης. Όχι ένα κείμενο για ανάγνωση μόνον, αλλά για εσωτερικό διάλογο και προσευχή. Ένα κάλεσμα να σταθούμε όπως οι ποιμένες: απλοί, άγρυπνοι, έτοιμοι να ακούσουμε το μήνυμα του ουρανού. Και να γιορτάσουμε Χριστούγεννα όχι απλώς για τον Χριστό, ως μια θρησκευτική ανάμνηση, αλλά με τον Χριστό, ως τρόπο ζωής.

Γιατί τότε μόνον τα Χριστούγεννα παύουν να είναι μια όμορφη συνήθεια και γίνονται αρχή μεταμόρφωσης. Γίνονται πορεία από το σκοτάδι στο φως, από την απομόνωση στη σχέση, από τον φόβο στην ελπίδα. Και τότε η Γέννηση του Χριστού δεν φωτίζει απλώς μια νύχτα του χρόνου, αλλά ολόκληρη την ύπαρξή μας.

 

  1. Η γιορτή ως συνάντηση

 

Όταν ο Χριστός βρίσκεται στο κέντρο των Χριστουγέννων, η γιορτή παύει να είναι απλώς ένα γεγονός και γίνεται συνάντηση. Δεν περιορίζεται σε ημερομηνίες, έθιμα ή συναισθηματικές εξάρσεις, αλλά μετατρέπεται σε προσωπικό βίωμα. Ο άνθρωπος δεν στέκεται πλέον απέναντι στη γιορτή ως θεατής, αλλά εισέρχεται σ᾽ αυτήν ως πρόσωπο που συναντά Πρόσωπο.

Η ενανθρώπηση του Χριστού δεν είναι αφηρημένη ιδέα, αλλά συγκεκριμένη πράξη αγάπης. Ο Θεός κατέρχεται για να συναντήσει τον άνθρωπο εκεί όπου βρίσκεται, με την αδυναμία, τον φόβο και την προσδοκία του. Όταν αυτή η συνάντηση γίνει αποδεκτή, τα Χριστούγεννα αποκτούν βάθος και αλήθεια. Δεν είναι πια κάτι που συμβαίνει έξω από τον άνθρωπο, αλλά μέσα του.

Η γιορτή με Χριστό γίνεται χώρος διαλόγου. Ο άνθρωπος δεν αρκείται να θυμάται ότι «κάποτε γεννήθηκε ο Χριστός», αλλά βιώνει ότι ο Χριστός γεννιέται και σήμερα μέσα στην καρδιά που Τον υποδέχεται. Η φάτνη παύει να είναι σύμβολο και γίνεται πρόσκληση: να αδειάσει ο άνθρωπος από τον εγωισμό του, για να χωρέσει ο Θεός.

Σ᾽ αυτήν τη συνάντηση, ο άνθρωπος παύει να είναι μόνος. Η παρουσία του Χριστού φωτίζει τη μοναξιά, αγκαλιάζει τον πόνο και μεταμορφώνει την αδυναμία σε ελπίδα. Η γιορτή δεν αγνοεί τα τραύματα της ζωής, αλλά τα φέρνει μπροστά στο Φως, για να θεραπευθούν.

Τα Χριστούγεννα με Χριστό δεν υπόσχονται μια ζωή χωρίς δυσκολίες, αλλά μια ζωή με νόημα. Η συνάντηση με τον Θεό που γίνεται άνθρωπος δίνει στον άνθρωπο τη βεβαιότητα ότι δεν πορεύεται μόνος. Και αυτή η βεβαιότητα γίνεται η βαθύτερη χαρά της γιορτής.

Έτσι, η γιορτή παύει να είναι στιγμιαία και γίνεται διαρκής. Δεν εξαντλείται σε λίγες ημέρες, αλλά συνεχίζεται ως τρόπος ζωής. Όπου υπάρχει συνάντηση με τον Χριστό, εκεί τα Χριστούγεννα παραμένουν ζωντανά.

Η συνάντηση αυτή δεν είναι αποτέλεσμα ανθρώπινης προσπάθειας, αλλά δώρο. Ο άνθρωπος δεν ανεβαίνει για να βρει τον Θεό, αλλά ο Θεός κατεβαίνει για να συναντήσει τον άνθρωπο.

Όταν τα Χριστούγεννα βιώνονται ως συνάντηση, αλλάζει ο τρόπος με τον οποίο ο άνθρωπος βλέπει τον εαυτό του και τον κόσμο. Η ζωή φωτίζεται από την παρουσία του Χριστού.

Τότε, ακόμη και τα πιο απλά γίνονται ιερά. Η γιορτή απλώνεται σε όλη την ύπαρξη.

Έτσι, τα Χριστούγεννα με Χριστό γίνονται συνεχής εμπειρία συνάντησης και ζωής.

 

  1. Το φως που έχει πηγή

 

Στα Χριστούγεννα με Χριστό, το φως παύει να είναι απλώς διακόσμηση και γίνεται αποκάλυψη. Δεν πρόκειται για ένα φως που εντυπωσιάζει τα μάτια, αλλά για φως που φωτίζει την ύπαρξη. Η πηγή του δεν βρίσκεται σε ανθρώπινες κατασκευές, αλλά στο ίδιο το Πρόσωπο του Χριστού, ο οποίος έρχεται ως Φως αληθινό για να φωτίσει κάθε άνθρωπο.

Το φως αυτό δεν καταργεί το σκοτάδι με βία, αλλά το διαπερνά με παρουσία. Δεν εκδιώκει τον πόνο, αλλά τον μεταμορφώνει. Όπου γεννιέται ο Χριστός, το σκοτάδι δεν εξαφανίζεται μαγικά, αλλά χάνει την εξουσία του. Ο άνθρωπος μπορεί ακόμη να συναντά δυσκολίες και αβεβαιότητες, όμως δεν χάνεται μέσα σ᾽ αυτές, γιατί το φως του Χριστού τού δείχνει τον δρόμο.

Σε αντίθεση με το τεχνητό φως που κουράζει και αποπροσανατολίζει, το φως του Χριστού αναπαύει. Δεν διασκορπίζει τον άνθρωπο σε πολλαπλές κατευθύνσεις, αλλά τον συγκεντρώνει. Ο άνθρωπος αρχίζει να βλέπει καθαρά τον εαυτό του, τον άλλον και τον κόσμο, όχι μέσα από τον φόβο ή την ιδιοτέλεια, αλλά μέσα από την αλήθεια της αγάπης.

Το φως αυτό έχει κατεύθυνση. Δεν λάμπει άσκοπα, αλλά οδηγεί στη φάτνη, δηλαδή στην ταπείνωση. Εκεί όπου ο Θεός αποκαλύπτεται όχι με ισχύ, αλλά με αγάπη. Εκεί ο άνθρωπος μαθαίνει ότι το φως δεν συνδέεται με την υπεροχή, αλλά με την προσφορά και τη θυσία.

Αυτό το φως αγγίζει τις πληγές και τις θεραπεύει. Δεν εκθέτει τον άνθρωπο για να τον καταδικάσει, αλλά φωτίζει για να τον σώσει. Όταν ο άνθρωπος τολμά να σταθεί με ειλικρίνεια μπροστά στο φως του Χριστού, ακόμη και οι πιο σκοτεινές πλευρές της ζωής του μετατρέπονται σε τόπο συνάντησης και ελπίδας.

Το φως που έχει πηγή δεν σβήνει με το τέλος των εορτών. Δεν εξαρτάται από εποχές, συναισθήματα ή εξωτερικές συνθήκες. Παραμένει ως εσωτερικός προσανατολισμός, ως σταθερό σημείο αναφοράς μέσα στον χρόνο. Ο άνθρωπος που το δέχεται μαθαίνει να βαδίζει ακόμη και μέσα στην αβεβαιότητα, γιατί γνωρίζει ότι δεν πορεύεται στο σκοτάδι.

Το αληθινό φως δεν είναι κάτι που ανάβουμε, αλλά κάτι που δεχόμαστε. Δεν είναι αποτέλεσμα ανθρώπινης προσπάθειας, αλλά δώρο θείας παρουσίας. Και όταν αυτό το φως κατοικήσει μέσα στον άνθρωπο, τότε και ο ίδιος καλείται να γίνει φως για τους άλλους, όχι με λόγια, αλλά με τη ζωή του.

Έτσι, τα Χριστούγεννα με Χριστό αποκαλύπτουν ότι το φως δεν είναι στιγμιαία λάμψη, αλλά μόνιμη παρουσία. Όπου υπάρχει ο Χριστός, εκεί το φως έχει διάρκεια, αλήθεια και ελπίδα. Και μέσα σε αυτό το φως, ο άνθρωπος βρίσκει προσανατολισμό, ειρήνη και τη βεβαιότητα ότι η ζωή του έχει νόημα.

 

  1. Η χαρά που θεραπεύει

 

Τα Χριστούγεννα με Χριστό φανερώνουν μια χαρά διαφορετική από κάθε άλλη. Δεν είναι απλώς συναίσθημα ευχάριστο ούτε πρόσκαιρη ευφορία, αλλά χαρά που γεννιέται από τη βεβαιότητα της παρουσίας του Θεού. Είναι χαρά που δεν εξαρτάται από τις εξωτερικές συνθήκες της ζωής, αλλά ριζώνει βαθιά στην καρδιά του ανθρώπου και παραμένει ακόμη και μέσα στις δυσκολίες.

Η χαρά αυτή δεν αρνείται τον πόνο, ούτε προσποιείται ότι η ζωή είναι χωρίς τραύματα. Αντίθετα, τον αγκαλιάζει και τον μεταμορφώνει. Εκεί όπου ο άνθρωπος συναντά τον Χριστό, ο πόνος δεν εξαφανίζεται, αλλά παύει να είναι αδιέξοδο.

Η χαρά που θεραπεύει δεν είναι θόρυβος, αλλά ειρήνη. Δεν εκδηλώνεται πάντα με εξωτερικές εκρήξεις, αλλά συχνά με εσωτερική γαλήνη. Ο άνθρωπος αναπαύεται, γιατί γνωρίζει ότι δεν είναι μόνος.

Η χαρά αυτή ανοίγεται προς τον άλλον και γίνεται αγάπη. Η καρδιά που θεραπεύεται μαθαίνει να προσφέρει.

Η χαρά θεραπεύει και τη μνήμη, φωτίζοντας πληγές και μετατρέποντάς τες σε ελπίδα.

Δεν είναι φυγή από την πραγματικότητα, αλλά συμφιλίωση με αυτήν.

Η χαρά αυτή έχει εκκλησιαστικό χαρακτήρα και γεννιέται μέσα στη σχέση.

Δεν αποφεύγει τη θυσία, αλλά περνά μέσα από αυτήν.

Έτσι, η χαρά γίνεται τρόπος ζωής και οδηγεί στη ζωή.

 

  1. Η παράδοση ως μυσταγωγία

 

Στα Χριστούγεννα με Χριστό, η παράδοση παύει να είναι απλή επανάληψη εθίμων και γίνεται μυσταγωγία. Δεν λειτουργεί ως ανάμνηση ενός παρελθόντος που πέρασε, αλλά ως ζωντανός δρόμος εισόδου στο μυστήριο της σωτηρίας. Ο άνθρωπος δεν ακολουθεί απλώς ό,τι παρέλαβε, αλλά εισέρχεται ενεργά σε αυτό που η Εκκλησία ζει και μεταδίδει.

Η παράδοση, όταν φωτίζεται από την παρουσία του Χριστού, αποκτά βάθος και ζωή. Οι ύμνοι, οι τελετές, οι συμβολικές πράξεις και η λειτουργική πράξη δεν υπάρχουν για να συγκινήσουν αισθητικά, αλλά για να οδηγήσουν τον άνθρωπο στη συνάντηση με τον Θεό. Μέσα από αυτά, ο πιστός μυείται σταδιακά στο μυστήριο της ενανθρώπησης και μαθαίνει να το βιώνει, όχι απλώς να το γνωρίζει.

Η μυσταγωγία προϋποθέτει συμμετοχή. Ο άνθρωπος καλείται να περάσει από τη θέαση στη βίωση, από την ακρόαση στη σχέση. Όταν τα Χριστούγεννα βιώνονται με Χριστό, η παράδοση δεν κουράζει ούτε βαραίνει· αντίθετα, ανανεώνει και ζωοποιεί. Γίνεται γλώσσα με την οποία ο Θεός συνομιλεί με τον άνθρωπο μέσα στον χρόνο.

Μέσα στη μυσταγωγική παράδοση, ακόμη και το απλό αποκτά ιερό χαρακτήρα. Η φάτνη, το κερί, ο ύμνος, η σιωπή και η προσευχή δεν είναι διακοσμητικά στοιχεία, αλλά σημεία παρουσίας. Ο άνθρωπος μαθαίνει να διαβάζει τον κόσμο με άλλα μάτια και να αναγνωρίζει το ιερό μέσα στην καθημερινότητα.

Η μετάνοια, η εξομολόγηση, η θεία Ευχαριστία και η Λειτουργία αποτελούν τρόπους και μέσα άμεσης συνάντησης και ουσιαστικής επικοινωνίας με τον Ίδιο τον Χριστό.

Η παράδοση ως μυσταγωγία θεραπεύει και τη διάσπαση της σύγχρονης ζωής. Σε έναν κόσμο αποσπασματικό και βιαστικό, προσφέρει ρυθμό, σταθερότητα και βάθος. Δεν φυλακίζει τον άνθρωπο στο παρελθόν, αλλά τον ριζώνει σε μια ζωντανή συνέχεια, όπου το χθες, το σήμερα και το αύριο συναντώνται στο πρόσωπο του Χριστού.

Έτσι, τα Χριστούγεννα με Χριστό αποκαλύπτουν ότι η παράδοση δεν είναι βάρος, αλλά δώρο. Δεν είναι περιορισμός, αλλά οδός ελευθερίας. Και όταν βιώνεται μυσταγωγικά, γίνεται τρόπος ζωής που οδηγεί τον άνθρωπο από την επιφάνεια στο βάθος και από το σύμβολο στην αλήθεια.

 

  1. Η κοινότητα της αγάπης

 

Τα Χριστούγεννα με Χριστό δεν ολοκληρώνονται στην ατομική εμπειρία, αλλά ανοίγονται στη ζωή της εκκλησιαστικής κοινότητας. Η ενανθρώπηση του Θεού δεν αφορά μόνον τη σωτηρία του καθενός ξεχωριστά, αλλά τη συγκρότηση ενός νέου τρόπου ύπαρξης, όπου ο άνθρωπος μαθαίνει να ζει σε σχέση, σε κοινωνία και σε αγάπη. Εκεί όπου γεννιέται ο Χριστός, γεννιέται και η Εκκλησία ως σώμα ζωντανό.

Η κοινότητα της αγάπης δεν είναι απλό ανθρώπινο σχήμα, αλλά καρπός της παρουσίας του Χριστού. Ο άνθρωπος παύει να βλέπει τον άλλον ως απειλή ή ως μέσο και αρχίζει να τον αναγνωρίζει ως αδελφό. Η αγάπη δεν επιβάλλεται ως εντολή, αλλά αναβλύζει φυσικά από την εμπειρία της θείας αγάπης που προηγήθηκε.

Στα Χριστούγεννα με Χριστό, η εκκλησιαστική κοινότητα δεν θεμελιώνεται στην ομοιομορφία, αλλά στην ενότητα μέσα στη διαφορετικότητα. Ο καθένας προσέρχεται με τα χαρίσματα, τις αδυναμίες και την ιστορία του, και όλοι μαζί συγκροτούν ένα σώμα, όπου κανείς δεν περισσεύει και κανείς δεν είναι ασήμαντος.

Η κοινότητα της αγάπης εκφράζεται έμπρακτα. Στη φροντίδα για τον αδύναμο, στη στήριξη του πονεμένου, στη συγχώρεση και στη διακονία. Τα Χριστούγεννα με Χριστό δεν μένουν σε λόγια, αλλά μεταφράζονται σε στάση ζωής.

Μέσα σ᾽ αυτήν την κοινότητα, η μοναξιά θεραπεύεται και η απομόνωση υποχωρεί. Ο άνθρωπος δεν πορεύεται πια μόνος, αλλά μαζί.

Έτσι, τα Χριστούγεννα με Χριστό κορυφώνονται στην κοινότητα της αγάπης.

Η κοινότητα αυτή είναι χώρος χάριτος, υπομονής και ελπίδας.

Μέσα σ᾽ αυτήν την εκκλησιαστική κοινότητα, ο κόσμος φωτίζεται από την αγάπη που γεννήθηκε στη φάτνη.

 

 

Η ενανθρώπηση ως τρόπος ζωής και μαρτυρία στον κόσμο

 

Επίλογος

 

Η ενανθρώπηση του Χριστού δεν αποτελεί απλώς το κεντρικό γεγονός των Χριστουγέννων, αλλά τον θεμέλιο λίθο ολόκληρης της χριστιανικής ζωής. Ο Θεός δεν γίνεται άνθρωπος μόνο για να επισκεφθεί την ιστορία, αλλά για να την μεταμορφώσει από μέσα. Με την ενανθρώπηση, ο ουρανός δεν πλησιάζει απλώς τη γη, αλλά κατοικεί μέσα της, ανοίγοντας στον άνθρωπο τον δρόμο της κοινωνίας με τον Θεό.

Όταν η ενανθρώπηση βιώνεται αληθινά, παύει να είναι μόνον αντικείμενο πίστης και γίνεται τρόπος ζωής, Ο άνθρωπος καλείται να ζήσει ενανθρωπημένα, δηλαδή με ταπείνωση, αγάπη, προσφορά και αλήθεια. Να μάθει να κατεβαίνει προς τον άλλον, όπως ο Θεός κατέβηκε προς τον άνθρωπο.

Η ενανθρώπηση φανερώνει ότι ο Θεός δεν σώζει τον άνθρωπο από μακριά, αλλά από κοντά. Μπαίνει στον πόνο, στην αδυναμία και στην καθημερινότητα. Γι᾽ αυτό και ο χριστιανός δεν καλείται να διαφύγει από τον κόσμο, αλλά να τον φωτίσει.

Η ζωή που πηγάζει από την ενανθρώπηση είναι ζωή ευθύνης, Η πίστη μεταφράζεται σε πράξη, η λατρεία σε διακονία και η προσευχή σε αγάπη.

Έτσι, η ενανθρώπηση γίνεται μαρτυρία στον κόσμο. Ο χριστιανός καλείται να γίνει φάτνη μέσα στον κόσμο, τόπος ταπείνωσης και φιλοξενίας της χάριτος.

Η ενανθρώπηση δεν τελειώνει στη Βηθλεέμ. Συνεχίζεται σε κάθε καρδιά που ανοίγεται και σε κάθε ζωή που μεταμορφώνεται.

 

 

Κοινοποίηση:
[2] [3]