ξήγηση τς Ζ΄δς το Κανόνος το καθίστου μνου

 

νδρέα Θεοδώρου

 

 

«Οκ λάτρευσαν τ κτίσει ο θεόφρονες παρ τν Κτίσαντα· λλ πυρς πειλν νδρείως πατήσαντες, χαίροντες ψαλλον· περύμνητε, τν Πατέρων Κύριος κα Θεός, ελογητς ε».

 

Ο θεόφρονες (Τρες Παδες) δν θέλησαν ν λατρεύσουν τ κτίσματα ντ το Κτίσαντος· λλ ψηφίσαντες μ νδρεία τν πειλ το τυράννου, μ χαρ ψαλλαν· περύμνητε Πατέρα, Κύριε κα Θεέ, εσαι ελογημένος.

 

ποιητς νατρέχει στν Π. Διαθήκη γι ν συναντήσει κε τούς γίους Τρες Παδες κα ν δείξει τ δύναμη τς πίστεως στν ληθιν Θεό, πο κατακόβει κα συντρίβει τν εδωλικ μανία κείνων πο εδωλοποιον τν αυτό τους, καταφρονώντας κα βρίζοντας τν γιο Θεό. Ο τρες κενοι σραηλίτες νέοι, Σεδράχ, Μισχ κα βδεναγώ (νανίας, Μισαλ κα ζαρίας), σαν ο μόνοι πο δν γονάτισαν σ μία δεδομένη στιγμ ν προσκυνήσουν τν εκόνα τ χρυσή το Ναβουχοδονόσορα. Εχαν παραβε τ πρόσταγμα το τυράννου, πιστεύοντας κα λατρεύοντας τν μόνον ληθιν Θε τν Πατέρων τους. περφίαλος βασιλις γέμισε π θυμ γι τν αθάδεια τν Νέων. Κα θέλησε ν φαρμόσει τ νόμο πο διος φτιαξε, σύμφωνα μ τν ποον κάθε νας πο θ παρέβαινε τν προσταγή του ν τν λατρεύσει ς Θεό, ρνούμενος ν προσκυνήσει τν εκόνα του, ν ρίχνεται σ πυρωμένο καμίνι ζωντανός. Ο Παδες ρίχτηκαν «στν κάμινο το πυρς τν καιομένη». νόητος βασιλις εχε τ δύναμη ν τ κάνει. κενο μως πο δν μποροσε ν πετύχει ταν ν βλάψει τ ζω τν εσεβν Νέων. φωτι ναβε, νέβαινε πέρα π τ στόμιο τς καμίνου· τ παιδι μως μέσα δν κατακαίονταν. φωτι δν τ βλαπτε. γγελος Κυρίου κατέβηκε στ καμίνι κα μετέτρεπε τ φλόγα του σ πνεμα δροσις, σ δροσερ αρα, ποία δρόσιζε τος γενναίους θλητές, πο πλημμυρισμένοι π χαρ ψαλλαν κα δοξολογοσαν τν περύμνητο κα ελογημένο Θε τν Πατέρων τους. Τ θαμα ταν συντριπτικ γι τν νόητο γεμόνα, ποος τελικ ναγνώρισε τν νωτερότητα το ληθινο Θεο το σραήλ.

 

Τ γεγονς φυσικ δν ταν σχετο μ τ θεομητορικ θαμα τς Παρθένου. πως εδαμε κα στν καιόμενη λλ μ κατακαιόμενη βάτο, που τ γεγονς προτύπωνε τν φθορο Τόκο τς Παρθένου, τσι κι’ δ φωτι πο ζωνε τος Τρες Παδες χωρς ν τος κατακαίει, προτύπωνε τν φθορη γέννηση το Χριστο, ποία δν κατέστρεφε τν παρθενία τς περαγίας Μητέρας του, δηλώνοντας παράλληλα τ συντριπτικ δύναμη το ληθινο Θεο πέναντι στς εδωλικς δυνάμεις τν νθρώπων τς πλάνης κα τς νομίας.

 

*

 

«νυμνομεν σε, βοντες· Χαρε χημα, λίου το νοητο· μπελος ληθινή, τν βότρυν τν πέπειρον, γεωργήσασα, ονον στάζοντα, τν τς ψυχάς εφραίνοντα, τν πιστς σ δοξαζόντων».

 

Σ νυμνομε κα σο φωνάζουμε δυνατά. Χαρε χημα λίου το νοητο· ληθιν μπελος, ποία καρποφόρησε τ ριμο σταφύλι πο ποστάζει ζω κα γλυκαίνει τς ψυχς κείνων πο μ πίστη σ δοξάζουν.

 

Κα νύμνηση συνεχίζεται. Παναγία χαιρετίζεται ς «χημα λίου το νοητο»· χημα πο χρησιμοποίησε «π πτερύγων νέμων φερόμενος», γι ν κατέβει στ γ κα ν συναντήσει τν ταλαιπωρημένο νθρωπο· χημα θεο κα στραφτερ πο καθοδηγοσε τ γιο Πνεμα το Θεο.

 

Στ συνέχεια χρησιμοποιεται π τν ποιητ μία λλη ναλογία πολ κφραστική του θείου μυστηρίου. Παναγία παρομοιάζεται μ μπελο ληθινή, π τν ποία βλάστησε τ σταφύλι τ ριμο, τ τσαμπί, πο καλλιέργησε διος Θες στν γρ τς χάριτος τς περευλογημένης. Τ σταφύλι π τ ποο βγαίνει τ κρασί, τ ποο γλυκαίνει ατν πο τ πίνει, εφραίνει τν ψυχή του κα τν δηγε σ θείους κα ρρητους κστασιασμούς, στ μέθη το πνεύματος πο ρπάζει τ νο στν ρρητη χαρά, στ συνεπαρμ τν μυστηρίων τς θείας βασιλείας. Κα τ σταφύλι ατ πο φύτρωσε στ μυστικ μπελο τς Παρθένου εναι Χριστός, Θεάνθρωπος Κύριος της δόξας, πού πρε τ γν αματα τς Παρθένου γι ν στήσει τ δική του νθρώπινη σκηνή, τ δικό του μπέλι κα ν μαζέψει σ’ ατν τ λογικ κλήματα, τος πιστούς, ν τ περιποιηθε κα ν τ συνάψει στ μυστικ σμα τς κκλησίας του. Ν τος δώσει ν πιον τ αμα, τ ποτ τς θανασίας κα τς αώνιας ζως, πο μεθάει τν νθρωπο στν παράδοξη κείνη κστατικ νηφαλιότητα, στν ποία νθρωπος γλυκαίνεται, βγαίνοντας ξω π τς ασθήσεις του, συγκινεται κα χάνεται στν πειρία το Θεο, γίνεται κι’ ατς Θεός, πετυχαίνοντας τ θεοδύναμο στόχο τς πάρξεώς του. Τ κρασ το Χριστο εναι τ θεμέλιο, ζω κα χαρ το σύμπαντος, γιατί σ’ ατ συμπυκνώνεται λόκληρη λυτρωτικ οκονομία το τριαδικο Θεο.

 

*

 

"ατήρα, τν πάντων κυήσασα, χαρε θεόνυμφε· ράβδος μυστική, νθος τ μάραντον, ξανθήσασα· χαρε Δέσποινα, δι’ ς χαρς πληρούμεθα, κα ζων κληρονομομεν".

 

Χαρε, Θεόνυμφε, σ πο γέννησες τν ατρ τν νθρώπων· σ πο εσαι μυστικ ράβδος, π τν ποία βλάστησε τ μάραντο νθος· χαρε, Δέσποινα, δι τς ποίας γεμίζουμε π χαρ κα κληρονομομε τν αώνια ζωή.

 

φωτεινς χρος τς περαγίας εναι τ παγκόσμιο ατρεο, στ ποιον σθενήσασα πρς θάνατο φύση τν νθρώπων βρίσκει τν αση κα τ θεραπεία της. Νόσος εναι μαρτία, ποία προκαλε κακοπάθεια κα θάνατο. Τ δηλητήριο τς παρακος εναι δραστικότατο κα σ περίπτωση πο δν φαιρεθε, θ δηγήσει τν παρξη στν καταστροφ κα τ θάνατο. Εναι φθορ πο σιγ-σιγ κατατρώγει τ φύση κα τν δηγε σ ποδιοργάνωση κα ξόντωση. Τ ζήτημα εναι φοβερ κα τεράστιο. μαρτία εναι ατ πο χαλάει ,τι πλασε Θεός, ατ πο ναντιώνεται στν πειρόσοφή του νέργεια κα φανίζει τ δημιουργία. Κα πως, γι ν ζήσει σωματικς ργανισμς πρέπει ν’ φαιρεθε π’ ατν ρρώστια πο τν ταλαιπωρε κα τν βασανίζει, τσι γι ν ζήσει κα ψυχ πρέπει παραιτήτως ν παλλαγε π τ ξένο κα φθοροποι σμα τς μαρτίας, πο κόλλησε στν πλάση π τότε πο γινε ποστασία π τν Θεό. ατρς δ τς φύσεως εναι Χριστός, πού, γι ν γιατρέψει τ πλάσμα του π τ νόσο τς μαρτίας, φησε τν οραν κα στησε τ ατρεο του στ γ στ φωτειν διαμερίσματα τς Παρθένου. κε μάζεψε τν νθρωπο πο ταν πληγωμένος κα τοιμοθάνατος, καθάρισε τς πληγές του μ τ δραστικ δύναμη τς χάριτός του κα νεφύσησε στ σχεδν νεκρωμένο σμα του κα πάλι ζωή, πολ νώτερη κα μορφότερη π τν πρώτη πο εχε στν πίγειο Παράδεισο κα χασε στ συνέχεια μ τν τραγικ περιπέτεια τς ποστασίας του. ατρός, ατρεο κα φάρμακα συνιστον τ σώτερο βάθος το θεομητορικο θαύματος.

 

Στ συνέχεια Παρθένος παρομοιάζεται μ «ράβδον μυστικήν, ξανθήσασαν ρόδον τ μάραντον». παρομοίωση εναι παρμένη π τν Π. Διαθήκη κα ναφέρεται στ ράβδο το αρών, τν ποίαν κατ’ ντολ το Θεο θεσαν μαζ μ νδεκα λλες στ Σκην το Μαρτυρίου, κα ποία ν κα ξηρή, βγαλε νθος, σημεο τι π τν οκο Λευ θελε Θες ν λαμβάνεται τ ερατεο το σραήλ. Κα Παρθένος Μαρία χρημάτισε ράβδος νοητή, ποία, ν κα κατέργαστη π νθρώπινη δύναμη, βγαλε τν νθ τς ζως, τ λουλούδι τ μάραντο, το ποίου χάρη κα μορφι νέδειξε τν Μέγαν ρχιερέα τς φύσεως, τν ρχηγ τς πίστεως ησο, τν διφυ Υἱὸ τς Παρθένου κα το Θεο, ποος γεμίζει τ ζωή μας π χαρ κα μς κάνει κληρονόμους τς αώνιας ζως.

 

*

 

"Ρητορεύουσα, ο σθένει γλώσσα, Δέσποινα, μνολογσαί σε· πρ γρ τ Σεραφείμ, ψώθης κυήσασα, τν Βασιλέα Χριστόν· ν κέτευε, πάσης νν βλάβης ρύσασθαι, τος πιστς σ προσκυνοντας".

 

Γλώσσα νθρώπινη, Δέσποινα, κα στ πι μεγάλο ρητορικό της φτερούγισμα δν μπορε πάξια ν σ μνολογήσει· διότι, μ τ ν γεννήσεις τν Βασιλέα Χριστόν, ψώθηκες πι πάνω π τ Σεραφείμ. Ατν κέτευε ν σώσει τώρα π κάθε βλάβη ατος πο μ πίστη σ προσκυνον.

 

Τ μυστήριο τς Παρθένου εναι μέγα κα ψηλό. περβαίνει κάθε κτιστ δυνατότητα, γιατί εναι μυστήριο το Θεο. πως δ οσία το Θεο εναι πειρη, περίληπτη κα περινόητη, τσι κα τ μυστήριό του εναι σ σο μέτρο κατάληπτο κα κατανόητο. ποιητς τ μολογε περίφραστα. Καμι γλώσσα νθρώπινη, καμι λέξη κα κανένα ρητορικ σχμα, δν μπορον ν σ μνολογήσουν πάξια. Δέσποινα, νακράζει, διότι, μ τ ν γεννήσεις τν Χριστόν, ψώθηκες πι πάνω κα π τ Σεραφείμ, τ ποα ποτελον τν ϋλο θρόνο του στν ορανό. Κα τ μν Σεραφεμ φέρουν στ φτερ τους τν ϋλη δόξα το Θεο, νυμνώντας τ μεγαλεο του κα θαυμάζοντας τ μεγαλοπρέπειά του. Παρθένος μως δν φέρει πλά μέσα της τ θεία νέργεια, λλ τν διο τν Θεό, τν πειρη οσία κα πόστασή του κα τ πλήρωμα τς θείας του νέργειας, σωματικς, δηλαδ νωμένες διάστατα κα διάσπαστα στ μήτρα της μ τν νθρωπο, πο τς χάρισε τ πειρο Πνεμα το Θεο. διαφορ εναι πραγματικ μεγάλη, γι’ ατ κα Παναγία τιμται πρ τ Χερουβμ κα τ Σεραφείμ, ς βασίλισσα τν γγέλων.

 

ποιητς καταθέτει ταπειν τ πλα. Δηλώνει τι, χι μονάχα ατός, λλ’ οτε κα καμι λλη νθρώπινη γλώσσα, κα πλέον προικισμένη μ δύναμη ρητορική, δν μπορε ν τς προσφέρει μνο ντάξιο το μεγαλείου της. Ατ πο μπορε ν τς προσφέρει εναι λίγα λόγια ταπειν κα φτωχικά, τ ποα κφράζει γλώσσα π μία καρδι φλεγόμενη π γάπη γι τν γν Θεομήτορα. Κα τ ποα μ τ σειρ τους στρέφονται σ προσευχ πρς τν Παναγία ν κετεύσει τν Υό της ν σώζει π κάθε βλάβη, σωματικ κα ψυχική, λα τ παιδιά της πο τς πονέμουν τιμητικ προσκύνηση κα τν μνολογον π τ βάθος τς καρδίας τους.

 

*

 

"κετεύομεν, ο δολοι σου κα κλίνομεν, γόνυ καρδίας μν· κλνον τ ος σου, γνή, κα σσον τος θλίψεσι, βυθίζομενονς μς· κα συντήρησον, πάσης χθρν λώσεως, τν σν Πόλιν, Θεοτόκε".

 

Σ κετεύουμε ο δολοι σου κα κλίνομε μπροστά σου τ γόνυ τς καρδις μας. νοιξε τ ος σου, γνή, κα σσε λους μς πο βυθιζόμαστε στς θλίψεις. Κα προφύλαξε π κάθε λωση χθρική, τ δική σου πόλη, Θεοτόκε.

 

Κα στ τροπάριο ατ παναλαμβάνεται δια κεσία πρς τ Θεοτόκο, ν σώζει τ παιδιά της π τς θλίψεις τς ζως, στς ποες καθημεριν βυθίζονται. πίσης γίνεται δέηση ν σώζει Παναγία τν Πόλη της, δηλαδ τν Κωνσταντινούπολη, π κάθε χθρικ λωση. Βυζαντινς λληνισμς εχε ζήσει πολ ντονα τν κίνδυνο ποικίλων χθρικν πιθέσεων κατ τς Πρωτεύουσας το Κράτους, τν ποίαν περικύκλωναν γι ν τν κυριεύσουν. Σ’ να τόσο μεγάλο κίνδυνο βυζαντιν ψυχ στρεφόταν πάντοτε μ ελάβεια πρς τν πέρμαχο Στρατηγ κα τς ζητοσε βοήθεια στς κρίσιμες θνικς ρες του. Σ μία τέτοια κρίσιμη ρα πο Πόλη διαφυλάχτηκε π τν πιβουλ τν βάρων κα Περσν, ο λληνες τς Πόλεως πέδωσαν τ σωτηρία της κα ψαλλαν τ νικητήρια στν πέρμαχο Στρατηγό, τ Μητέρα το Θεο.

 

(Ἀπό τό βιβλίο:  «Χαρε Νύμφη, νύμφευτε», κδ. ποστ. Διακονίας)

 

 

 

 

 

 

(Πηγή ηλ. κειμένου: imaik.gr)