ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Β. ΑΒΡΑΜΙΔΗ

ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΟΥ- ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΠΑΘΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

 

Η … Ομοιοπαθητική

   Υπό το πρίσμα της Ιατρικής Επιστήμης

 

 

 

Ιδρυτής της Ομοιοπαθητικής θεωρείται ο Γερμανός ιατρός Samuel Hahnemann (1755 – 1843), από το Μέϊσεν της Σαξονίας, αν και, πολύ πριν από αυτόν, ο Stahl ήταν εκείνος ο οποίος υποστήριξε την πεποίθησή του, ότι: «η αρρώστια γιατρεύεται και εξαφανίζεται με φάρμακα, τα οποία μπορούν να προκαλέσουν μια παρόμοια διαταραχή, (Similia Simibiliis Curentur) και όχι με τα αντίθετα (Contraria Contrariis Curentur), που χρησιμοποιεί η κλασική ιατρική». Όχι δε μόνον, διότι: κατά τους μελετητές της Ομοιοπαθητικής, κάτι ανάλογο εμπεριείχετο στην τέχνη της μαγείας, με τον αρχαίο ινδό θεραπευτή να βασίζεται στην «ομοιοπαθητική μαγεία»˙ είναι επίσης διατυπωμένο από τον Ιπποκράτη στο «Περί τόπων των κατ’ άνθρωπον», από τον Κέλσιο, τον Πλίκο, τον Παράκελσο, τους αλχημιστές με την «Αρχή των Υπογραφών» και άλλους. Καθιερώθηκε όμως να θεωρείται ο Hahnemann ως ο ιδρυτής της, κυρίως ύστερα από το βιβλίο του «Organon der Rationallen Helkunde», το 1810 [1,3]. Στο βιβλίο του όμως «Όργανον της Θεραπευτικής Τέχνης», με τους 291 «αφορισμούς», (αφ.) ή «δόγματα» ή «κανόνες» ή «αρχές» ή «κώδικες», γίνεται αναφορά σε θεραπευτική μέθοδο απλώς, και όχι σε κάποιο διαφορετικό είδος ή ειδικότητα ιατρικής, πράγμα το οποίο δεν συνέχισαν οι μεταγενέστεροι.

 

 

1. Περί τίνος πρόκειται, λοιπόν, στην Ομοιοπαθητική;

 

Ο Hahnemann ενόμιζε, ότι «ανεκάλυψε» κάτι το πολύ σπουδαίο, πίνοντας αφέψημα (δηλαδή το προϊόν του βρασμού) των φλοιών του φυτού, από το οποίο παράγεται το κινίνο, φάρμακο για την ελονοσία. «Πειραματιζόμενος» λοιπόν στον εαυτό του, παρετήρησε, όπως ισχυρίσθηκε, όλα τα συμπτώματα της ελονοσίας, πίνοντας το αφέψημα αυτό. Αυτή ήταν η «μεγάλη του ανακάλυψη»˙ και υπέδειξε: να μελετά κανείς τις ενέργειες των διαφόρων φαρμακευτικών ουσιών σε υγιείς ανθρώπους και, αν συμβεί ένας άρρωστος να παρουσιάζει τα ίδια με κάποιαν απ’ αυτές φαινόμενα, να χρησιμοποιεί αυτή την ουσία ως φάρμακο, αυτή που προκαλεί «το όμοιον πάθος», για να θεραπευθεί από την αρρώστια του. Είναι ο «πρώτος νόμος» του Hahnemann και, από αυτόν, η τέτοια θεραπευτική τακτική ονομάσθηκε «Ομοιοπαθητική». Τον νόμο αυτόν ο Hahnemann τον θεώρησε ως τον «αιώνιο, φυσικό νόμο θεραπείας», τον οποίο όμως… όπως ο ίδιος έγραψε, «κανείς άλλος πριν από αυτόν δεν πρόσεξε». «Όταν όμως ήρθε η ώρα, Εκείνος (ο Δημιουργός δηλαδή) επέτρεψε να εφευρεθεί η ομοιοπαθητική, ως η μόνη σωστή θεραπευτική (όπως γράφει στους «αφορισμούς» 17 και 62 του βιβλίου του) και έτσι, όπως συμπληρώνει, «μπόρεσε ο Θεός να παρουσιάσει την σοφία του, ύστερα από αιώνες»… αποκαλύπτοντας την προσωπικώς σ’ αυτόν, αποκλειστικώς(!)

 

Επρόκειτο όμως περί «αυταπάτης», του Hahnemann, όπως διαβεβαίωνε και ο καθηγητής της Πειραματικής Φαρμακολογίας Γ. Ιωακείμογλου, παγκοσμίως γνωστός για το ερευνητικό του έργο, γράφοντας και ότι: «εκατομμύρια ανθρώπων λαμβάνουν είτε το αφέψημα των φλοιών της κινίνης είτε και κινίνην, χωρίς να προσβάλλονται από τα συμπτώματα της ελονοσίας». [2]

 

Οι ομοιοπαθητικοί χρησιμοποιούν το φάρμακο Chamomillia (δηλαδή το γνωστό μας χαμομήλι) για να θεραπεύουν τον «διαλείποντα πυρετό», και μάλιστα, όπως λένε, μέσα σε λίγες ώρες. Ο διαλείπων πυρετός όμως είναι σύμπτωμα πολλών ασθενειών, αρκετές από τις οποίες είναι δυσκολοθεράπευτες ή και ανίατες με τα υπάρχοντα θεραπευτικά μέσα. Συνιστούν δε το χαμομήλι για τον διαλείποντα πυρετό, διότι δήθεν… «προκαλεί το όμοιον πάθος», δηλαδή τα συμπτώματα του διαλείποντος πυρετού. Όμως κανένας άλλος από όσους το χρησιμοποιούν (εκτός από τους ομοιοπαθητικούς), δεν παραπονέθηκε ποτέ, ότι το χαμομήλι του προκαλεί διαλείποντα πυρετό. Και πρόκειται για εκατομμύρια, πολλά εκατομμύρια ανθρώπων.

 

Ο Kent, ο μεγαλύτερος θεωρητικός της ομοιοπαθητικής μετά τον Hahnemann (τόσο που γίνεται λόγος και για «Κεντική Ομοιοπαθητική»), ισχυρίσθηκε, ότι θεραπεύει με την ομοιοπαθητική όλες τις οξείες ασθένειες, όσο κακοήθεις ή επίπονες κι αν είναι, … ακόμη και σηπτικούς πυρετούς, μέσα σε λίγες ώρες. [1,3]

Στα βιβλία τους οι πλέον ονομαστοί ομοιοπαθητικοί, αφήνοντας έκπληκτους τους αναγνώστες, αναφέρουν ένα ευρύτατο φάσμα ασθενειών που θεραπεύουν, από όλες τις ειδικότητες, εκτός της χειρουργικής, αν και κάποιοι προφανώς ευφάνταστοι και εκεί τολμούν. Λένε λοιπόν, ότι θεραπεύουν: 1) λοιμώδη νοσήματα, 2) απόστημα πνεύμονος και πλευρίτιδες, 3) χολοκυστίτιδες και χολολιθίαση, 4) σπειραματονεφρίτιδα, νεφρωσικό σύνδρομο και νεφρολιθίαση, 5) σακχαρώδη διαβήτη, βρογχοκήλη απλή ή τοξική και σύνδρομο Cushing, 6) αρθρίτιδες, ακόμη και εκφυλιστικές με υποστροφή των οστεοφύτων, 7) ερυθηματώδη λύκο και οζώδη περιαρτηρίτιδα, 8) ινομυώματα και κύστεις ωοθήκης, 9) σχιζοφρένεια απλή ή παρανοϊκή, μελαγχολική ή μανιοκαταθλιπτική ψύχωση και… σεξουαλικές παρεκτροπές, 10) διάφορες μορφές καρδιακής ανεπαρκείας και την αρτηριοσκλήρωση, 11) οξεία και χρόνια λευχαιμία, 12) αφροδίσια νοσήματα, τον έρπητα των γεννητικών οργάνων, αναφέροντας, ειδικώς, και το AIDS, 13) διάφορες μορφές καρκίνου (o Kent όμως «δίσταζε στη δημοσίευση της θεραπείας επιληψίας, σχιζοφρένειας, καρκίνου κ.λπ., γιατί φοβόταν μήπως του πουν, ότι διαστρέφει την αλήθεια»), 14) διαταραχές μνήμης, αθηροσκλήρωση αγγείων του εγκεφάλου,… 15) σκλήρυνση κατά πλάκας…, 16) το σύνδρομο Down (μογγολοειδής ιδιωτία) [1,3,4,33] κ.α.

 

Από αυτά, απορεί κανείς, τι να πρωτοθαυμάσει: Να μιλήσει για αφέλεια; Να μιλήσει για πλάνη; Ή για αυταπάτη της εμπειρικότητας;

 

Οι αναλυτές τέτοιων περιπτώσεων, όταν δίδονται στοιχεία, διαπιστώνουν ότι αναφέρονται σε μεμονωμένα προσωπικά περιστατικά, όπου οι ομοιοπαθητικοί με «πολύ ενθουσιασμό» διαπιστώνουν «επιθυμητά αποτελέσματα», τόσο και έτσι, που να δίνουν την εντύπωση, ότι πρόκειται για «λήψη του ζητουμένου»!

 

Πρόσφατα, πάντως, υπήρξε και καταδικαστική απόφαση του Πρωτοβάθμιου και του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών και του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου, εις βάρος καθηγητού της ομοιοπαθητικής, για τον ισχυρισμό του να θεραπεύει ομοιοπαθητικώς το AIDS˙ είναι μάλιστα εκείνος, που υπέδειξε και τον κώδικα δεοντολογίας της ομοιοπαθητικής.[4] Έπεται όμως και συνέχεια αφ’ ότου έχει εκσπάσει και πόλεμος μεταξύ τους. Γίνονται δε αλληλοκατηγορίες και υπάρχει σωρεία καταγγελιών, για τις οποίες επελήφθη η Δικαιοσύνη, έγιναν συλλήψεις και προσαγωγή σε ανάκριση για …. «πολλά»!

 

 

2. Τι είναι το ομοιοπαθητικό φάρμακο

 

Τα ομοιοπαθητικά φάρμακα περιέχονται στην φαρμακολογία του Materia Medica και προέρχονται από το ορυκτό, το φυτικό και το ζωικό βασίλειο. Κατά τον Hahnemann, μέσα στην ουσία τους υπάρχει «εσωτερική δύναμη, ένα νέο είδος ενέργειας κρυμμένης, η οποία απελευθερώνεται με την αραίωση, ανατρέποντας τους νόμους της φύσεως». Απλές πράγματι ουσίες, οι οποίες όμως, κατά τον Kent[1], είναι… «προικισμένες»(!) με… διαπλαστική νοημοσύνη, η οποία με ευφυΐα (αν είναι ποτέ αυτό δυνατόν;) χειρίζεται και διαμορφώνει την οικονομία του ζωικού, φυτικού και ορυκτού κόσμου.[1] (Τι ανεδαφικοί, αλήθεια, βερμπαλισμοί!).

 

Η αραίωση, η οποία επαναλαμβάνεται απεριόριστα, γίνεται, των μεν διαλυτών ουσιών μέσα σε απεσταγμένο νερό ή οινόπνευμα με μια αναλογία 1 προς 100, των δε μη διαλυτών με ανάμειξη σε γαλακτοσάκχαρο ή άμυλο και κονιοποίηση, σε αναλογία 1 προς 100 (αφ. 270), με κάθε επόμενη αραίωση.

 

Η προοδευτική αραίωση της ουσίας φθάνει μέχρι του σημείου ώστε, ύστερα από κάποιο βαθμό, να μην υπάρχει ούτε ίχνος της ουσίας πλέον, ούτε μόριο καν από αυτήν, στο αραίωμα [1,3,4]. Υπάρχει όμως μέσα σ’ αυτό, όπως πιστεύουν, μια «νέα μορφή ενέργειας», η οποία μάλιστα αντίθετα προς όλους τους γνωστούς νόμους της φύσεως και της φυσικής περί ύλης, μάζης και ενεργείας, επαυξάνεται όλο και περισσότερο κατά τις συνεχείς περαιτέρω αραιώσεις, με την «δυναμοποίηση». (Δηλαδή, όσο αραιότερη η ουσία στο διάλυμα – πράγμα παράδοξο, βεβαίως – τόσο και μεγαλύτερη γίνεται η θεραπευτική της δύναμη). Αυτός είναι ο «δεύτερος νόμος» της ομοιοπαθητικής. Με την «δυναμοποίηση», … «εκπνευματίζεται η ύλη, [όπως υποστηρίζει ο Hahnemann] αποκτώντας μια πνευματοειδή φαρμακευτική δύναμη, η οποία θεραπεύει ακόμη και με την όσφρηση»[1]. Και, …. «όσο μεγαλύτερη η αραίωση της ουσίας, τόσο πιο ελεύθερη και πιο άυλη και αιθέρια γίνεται, με όλο και μεγαλύτερη την μαγική ιαματική της δύναμη» (αφ. 269) – πράγμα, βεβαίως, άκρως παράδοξο και παράλογο. Με τους νόμους των «ομοίων» και της «δυναμοποίησης», «ανέτρεψαν, κατά τα λεγόμενά τους, τις καθιερωμένες ιατρικές αντιλήψεις» [Α].

Αλλά ανατρέπουν και τους νόμους της φαρμακολογίας, κατά την οποία, για κάθε φαρμακευτική ουσία υπάρχει μια ελάχιστη ποσότητα, κάτω από την οποία δεν ασκείται καμία φαρμακολογική ενέργεια. Είναι ο νόμος του Avogadro. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος για τον οποίο τα ομοιοπαθητικά φάρμακα δεν έχουν παρενέργειες. Είναι «αθώα» λένε. Θα ήταν όμως πολύ παράδοξο, το σκέτο νεράκι ή η ζάχαρη από γάλα ή το άμυλο, να μην ήσαν «αθώα»! Εκτός αν είναι κάποιος… αλλεργικός σ’ αυτά. Όλα τα πραγματικά φάρμακα έχουν παρενέργειες και, για τη φαρμακολογία της κλασικής ιατρικής, «φάρμακο χωρίς παρενέργειες, δεν είναι φάρμακο»! Είναι αδρανής ουσία. Τέτοια είναι και τα ομοιοπαθητικά!... Όμως όχι μόνον[Β].

 

Είναι δε πολύ επικίνδυνο να θεραπεύεις πραγματικούς αρρώστους με τέτοιες φαρμακοδυναμικώς αδρανείς ουσίες, δήθεν «φυσικές και αθώες». Ευτυχώς δε που δεν περιέχουν τίποτε από ουσία, διότι με τη λογική των «ομοίων» θα έπρεπε για την υπέρταση, να έπαιρνε ο άρρωστος ουσία που προκαλεί υπέρταση, για τη διάρροια, φάρμακο που φέρνει διάρροια, για την ταχυκαρδία, φάρμακο που προκαλεί ταχυκαρδία, κ.ο.κ.!

 

 

3. Πώς γίνεται η δυναμοποίηση

 

Αυτό που ονομάζουν «δυναμοποίηση» γίνεται με «ισχυρότατες δονήσεις», δηλαδή με ταρακουνήματα της διαλελυμένης σε νερό ή οινόπνευμα και σταδιακώς αραιουμένης ουσίας, για τις διαλυτές. Ενώ για τις μη διαλυτές, με την τριβή  (λειοτρίβηση, τρίψιμο, κοπάνισμα) της κονιοποιημένης ομοιοπαθητικής ουσίας, στο γουδί του φαρμακοτρίφτη.

 

Ο Hahnemann, την πραγματοποιούσε κρατώντας το σωληνάριο με το διάλυμα στο δεξί του χέρι και κτυπώντας το ρυθμικά δυνατά στην παλάμη του αριστερού χεριού, 100 φορές. Ή σ’ ένα βιβλίο με δερμάτινο δέσιμο (σε σκληρό ελαστικό σώμα (αφ. 270). Αυτό το επαναλάμβανε με κάθε αραίωση, μέχρι τη «δύναμη» που ήθελε. Έτσι προέκυψε το «δυναμοποιημένο φάρμακο». Αυτή υπήρξε «η μεγάλη ανακάλυψη της διορατικότητας του προικισμένου αυτού ερευνητού», όπως λένε οι οπαδοί του [3], επιτυγχάνοντας να ενεργοποιήσει σε απίστευτο βαθμό τις «κρυμμένες - όπως έλεγε και ο ίδιος – και αποκοιμισμένες δυνάμεις στα ακατέργαστα φάρμακα» (αφ. 118, 128). Μόνος αυτός και οι όμοιοί του, και κανένας άλλος.

Ο τρόπος παρασκευής του ομοιοπαθητικού φαρμάκου είναι πολύπλοκος και χρονοβόρος. Πρέπει να γίνεται, κατά τον Hahnemann, με το χέρι και το γουδί, όπως δε τον περιγράφει (αφ. 270), με μια ολόκληρη… «ιεροτελεστία» και, μάλιστα, από τον ίδιο τον ομοιοπαθητικό, για κάθε μια περίπτωση. Ένα τρόπο με τον οποίο θα… «εκπνευματίζεται» η ύλη! …. Τα σφαιρίδια, (που 100 από αυτά ζυγίζουν 1 κόκκο, δηλαδή όλα μαζί 0,6 γραμμάρια, ή 6 εκατοστά του γραμμαρίου), «αφήνονται στον ζαχαροπλάστη να τα παρασκευάσει, από αμυλάλευρο και ζάχαρη από ζαχαροκάλαμο, κάτω από τη δική μας [όπως γράφει ο ίδιος] παρακολούθηση». Μ’ αυτόν τον τρόπο, όπως λέει ο Hahnemann, η ύλη διαλύεται ολοσχερώς στη δική της ατομική «πνευματοειδή» φύση, …. «για να επιδράσει στην αυτενεργό ζωτική δύναμη (ζωική αρχή), την πανταχού παρούσα στον οργανισμό, ώστε να επανακτήσει ο άνθρωπος την υγεία του».

 

Ευνόητο είναι από αυτά ότι, με μια βερμπαλιστική τακτική, αποφεύγουν να χρησιμοποιήσουν τους αρμόζοντες επιστημονικούς όρους, τους οποίους εδώ και πολλούς αιώνες χρησιμοποιεί η κλασική ιατρική για τη δράση και τις ενέργειες των φαρμακευτικών ουσιών στον ανθρώπινο οργανισμό, με τη φαρμακοχημεία και την βιοχημεία. Το ίδιο συμβαίνει, π.χ. και με την «βιοενέργεια» των φαρμάκων τους, η οποία είναι… «πνευματοειδής» κατ’ αυτούς, χωρίς όμως να έχει μια οποιαδήποτε σχέση με την ενέργεια η οποία παράγεται στον οργανισμό από τις καύσεις λιπών ή υδατανθράκων, για τις διάφορες βιολογικές λειτουργίες του, τις λειτουργίες της ζωής. Μπερδεύουν όμως έτσι τους ανθρώπους νομίζοντας ότι λένε κάτι το οποίο οι «αντιπαθητικοί ή ετεροπαθητικοί» (και κατά Hahnemann), δεν έχουν καν αντιληφθεί. Εκτός και θέλουν να κάνουν…. «πνεύμα», και να δημιουργήσουν… «σκοπούμενες» εντυπώσεις. Πιθανόν όμως να πρόκειται και για κάτι…. «άλλο». Λίγη υπομονή λοιπόν, και βλέπουμε!

 

 

4.Το είδος της «δυνάμεως»

 

Οι ομοιοπαθητικοί  την χαρακτηρίζουν ως «φυσική». Δεν είναι όμως σε θέση να προσδιορίσουν τη φύση της. Ούτε καν να την ανιχνεύσουν. Πολύ περισσότερο να την μετρήσουν με τις γνωστές, για τις φυσικές δυνάμεις και μορφές ενέργειας, μεθόδους μετρήσεως. Επιχειρηματολογούν, όμως, αν και με αρκετή αφέλεια, για πολλά. Όπως: α)  με  τα  σωματίδια  Brawn,  που  όμως  αυτά  έχουν μια  παθητική τρομώδη κίνηση

αιωρούμενων μορίων με αυξημένη κινητικότητα και μόνον, χωρίς καμιά ενεργειακή δυνατότητα, β) με τα ένζυμα και τις βιταμίνες, για να τονίσουν την αποτελεσματικότητα των μικρών ποσοτήτων, γ) τις αλλεργικές εκδηλώσεις, ως αντίδραση σε απειροελάχιστες ποσότητες ύλης, (ύλης πάντως και μάλιστα βλαπτικής), δ) τα εμβόλια, λανθασμένως όμως και αυτά, όταν μ’ αυτά προπαρασκευάζεται ο οργανισμός για αμυντικές αντιδράσεις σε περίπτωση εισβολής παθογόνων μικροβίων ή ιών, ε) επικαλούνται ακόμη και τη διάσπαση του ατόμου για να πουν ότι και στην περίπτωση αυτή, όπως και στην ομοιοπαθητική, όσο περισσότερο κατατέμνεται η ύλη τόσο περισσότερη ενέργεια απελευθερώνεται˙ ξεχνώντας προφανώς ότι η απελευθερουμένη ενέργεια γίνεται με διάσπαση του ατόμου, όχι δε με τεμαχισμό, και ότι είναι πάντοτε ανάλογη και όχι αντιστρόφως ανάλογη της μάζας που διασπάται.

 

Από τα τέτοιας φύσεως επιχειρήματα όμως, αποδεικνύονται ως ελάχιστα γνωρίζοντες ή μη…. σεβόμενοι την πραγματικότητα αυτών που επικαλούνται, ούτε, επίσης, και τα θερμοδυναμικά αξιώματα, το αξίωμα ύλης και ενέργειας, εκείνο περί αμετατροπίας της ενέργειας κ.α. όπως π.χ. εκείνο της εντροπίας, συγχέοντάς το και με τον «εκφυλισμό».[8]

 

Τελευταίως, θεωρούν ότι ελύθη το βασανιστικό πρόβλημά τους από της ιδρύσεως της Ομοιοπαθητικής, εκείνο της «δυναμοποιήσεως». Αυτό, δε, δια των ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων με τα πειράματα του καθηγητού του Πολυτεχνείου Περικλή Μπούρκα και των συνεργατών του. [5]

 

Από τα Γυμνασιακά χρόνια, μας είναι γνωστό ότι στα διαλύματα χημικών ενώσεων γίνεται κάποιος ελάχιστος ιοντισμός, που είναι ευχερέστερος σε κάπως μεγαλύτερα αραιώματα (ενώ δεν γίνεται κάτι τέτοιο σε αναμείξεις με άλλες ουσίες, π.χ. με γαλακτοσάκχαρο, το οποίο χρησιμοποιείται στα μη διαλυτά ομοιοπαθητικά φάρμακα). Όσο όμως οι αραιώσεις γίνονται μεγαλύτερες και λιγοστεύουν τα μόρια στην κάθε επόμενη αραίωση, τόσο και ο ιοντισμός λιγοστεύει και οι αντιστάσεις μεγαλώνουν. Αυτό παρετήρησε και ο καθηγητής Μπούρκας στις πολύ μεγάλες αραιώσεις, χωρίς όμως να υπάρχει τίποτε το «παράδοξο» σ’ αυτό.

 

Το παράδοξο βρίσκεται στη «διαπίστωση» (;) ότι, στις αραιώσεις όπου δεν υπάρχει ούτε μόριο ουσίας εκτός από νερό, βρήκε ηλεκτρομαγνητικά κύματα της ουσίας, συνεχώς αυξανόμενης εντάσεως στις ακόμη μεγαλύτερες αραιώσεις. Και από εδώ αρχίζει, πράγματι, το παράδοξο και… περίεργο!

 

Το περίεργο λοιπόν είναι ότι, ενώ ο καθηγητής Μπούρκας παραδέχθηκε στο …. Συνέδριο της Διεθνούς Ακαδημίας Κλασικής Ομοιοπαθητικής [5] και είπε ότι: «μετά την 11η δύναμη δεν υπάρχει πλέον ιοντισμός», προσέθεσε ότι: «παρά ταύτα, παραμένει η ενεργειακή κατάσταση της προηγούμενης δυναμοποιήσεως», … και ότι «το διάλυμα έχει την πληροφορία από τις προηγούμενες αραιώσεις και σε όλες τις μετέπειτα δυναμοποιήσεις». Ρωτήθηκε όμως κατά το Συνέδριο αυτό ο καθηγητής Μπούρκας, να επαναλάβει τα πειράματά του μπροστά στους «Δασκάλους» της ομοιοπαθητικής (για τους οποίους έγινε το Συνέδριο), για να δουν και αυτοί το αποτέλεσμα των παρατηρήσεών του με το χαμομήλι (Chamomillia), και να βεβαιωθούν ότι το αποτέλεσμα είναι διαφορετικό από εκείνο με το νερό ή το «εικονικό» φάρμακο. Και δεν το έπραξε! Και όταν του είπαν το επιχείρημα, ότι… «συχνά συμβαίνει να μη μπορεί κανένας άλλος να αναπαράγει τα ίδια αποτελέσματα», απήντησε: … «βρισκόμαστε μόλις στην αρχή των πειραμάτων μας και μη με ρωτάτε για όλες τις απαντήσεις τώρα, από ένα και μόνο πείραμα». Επανέλαβε δε κάτι που και άλλοτε είχε πει, ότι δηλαδή,… «μπορεί ούτε τα δισέγγονά μου να μη μπορέσουν να ολοκληρώσουν τα πειράματα τα οποία τώρα έχουμε αρχίσει».

 

Συνεπώς, δεν είναι αντικειμενικοί, τουλάχιστον, οι ομοιοπαθητικοί, όταν ισχυρίζονται ότι ελύθη το, από της ιδρύσεως της ομοιοπαθητικής, πρόβλημα της φύσεως της δυνάμεως του… δυναμοποιουμένου φαρμάκου. Ενός φαρμάκου το οποίο, «τόσο ισχυρότερο γίνεται – όπως διαλαλούν – όσο μεγαλύτερες είναι οι αραιώσεις του», αντίθετα μάλιστα και προς τον νόμο του Αϊνστάιν «περί μάζης και ενεργείας», που έχει την εξίσωση E = m c2 . Κατ’ αυτήν, η ενέργεια είναι ανάλογη της μάζας (και όχι αντιστρόφως ανάλογη, όπως επιμένουν οι ομοιοπαθητικοί για τα φάρμακά τους), επί το τετράγωνον της ταχύτητας του φωτός. Πρέπει δε να υπάρχει και μάζα, για να εκλυθεί ενέργεια. Όταν όμως στα μεγάλα αραιώματα των φαρμάκων τους δεν υπάρχει ούτε μόριο πλέον από την ουσία τους, όπως και οι ίδιοι παραδέχονται [1,3,4], τότε το γινόμενο m c2 θα είναι… «μηδέν», δηλαδή ενέργεια Ε=0 (μηδέν). Στα ομοιοπαθητικά φάρμακα δεν μένει πλέον ίχνος ουσίας μετά την 10η δυναμοποίηση, στην οποία η ποσότητα της ουσίας υπολογίζεται σε 10CH, (ο αριθμός Avogadro)[Γ]. Αυτή η ποσότητα είναι το 1/100 του γραμμαρίου εις την 10η δύναμη: 1/100.00.00.00.00.00.00.00.00.00, με 20 μηδενικά δηλαδή! στην 30η δύναμη, με 60 μηδενικά!  Και στην 200η (υπάρχουν και τέτοια) με 400 μηδενικά! Προσπαθήστε, παρακαλώ, να διαβάσετε έναν τέτοιο αριθμό.

 

 Παρά ταύτα, εξακολουθούν να πιστεύουν – περίεργη πράγματι πίστη κι αυτή – ότι κάποια ηλεκτρομαγνητικά κύματα βγαίνουν από την τριβή της ουσίας του φαρμάκου τους με το νερό, ή στο γουδί, (μιας ανύπαρκτης βεβαίως ύλης στις αραιώσεις τους), και από αυτήν εκλύεται «βιοενέργεια», η οποία θεραπεύει. «Μυστήριο» και αυτό, όπως και τόσα άλλα. Τι μένει όμως από αυτά τα κύματα στο φάρμακό τους, αν βεβαίως υπήρξαν και ποτέ, όταν ακόμη και αυτός που τα «μέτρησε», ο καθηγητής Μπούρκας, απαντώντας στις ερωτήσεις των Συνέδρων είπε ότι αδειάζει το φάρμακο όπως μια μπαταρία … και μάλιστα δεν μένει τίποτε όταν αφήνεται στον ήλιο! Και για όσα μένουν στα ράφια των φαρμακείων, τι γίνεται; Δεν «κατακάθεται» ό,τι δημιουργήθηκε με το ταρακούνημα της δυναμοποίησης, αυτή η «μυστηριώδης», και για τους ίδιους, και μέγα «επιστημονικό παράδοξο», δύναμη του «τίποτε» της ουσίας;… «Η μαγική αυτή ιαματική δύναμη», όπως γράφει (αφ. 269) και ο Hahnemannn;

 

Μια τέτοια δύναμη, βεβαίως, αποκλείεται να είναι φυσική. Είναι: η αφύσικη, η εξω-φυσική, η υπερ-φυσική! Υπάρχει κάτι άλλο; … Μάλλον, ναι!

 

 

5. Η φύση της αρρώστιας και το φάρμακο

 

Οι αιτίες των ασθενειών, έλεγε ο Hahnemann, «δεν είναι υλικές, αλλά ενεργειακές – δυναμικές». Είναι, κατ’ αυτόν, «διαταραχές της πνευματοειδούς δυνάμεως, που ζωογονεί το σώμα του ανθρώπου… που όμως δεν είναι δυνατόν να εξηγηθεί», αποδεικνύοντας έτσι και την ανεδαφική αντίληψή του για την παθογένεια των ασθενειών. Ο δε Kent[1], επεξηγώντας έλεγε: «δεν είναι δηλαδή τα βακτηρίδια αυτά καθ’ εαυτά, τα μικρόβια ή οι ιοί υπεύθυνοι για τις ασθένειες, αλλά αυτό που φέρουν εν δυνάμει στο εσωτερικό τους˙ η ψυχή τους θα λέγαμε που, καθώς είναι σε δυναμική κατάσταση, μπορεί να επιφέρει δυναμικές – ενεργειακές αλλαγές στον οργανισμό του υγιούς, που έχει προδιάθεση να προσβληθεί από αυτούς τους νοσογόνους παράγοντες»[1,3].  Και ο Kent, ο πιο φημισμένος διάδοχος του και σπουδαιότερος θεωρητικός της ομοιοπαθητικής, συμπλήρωσε: «Ο βάκιλλος δεν είναι η αιτία της φυματιώσεως – όπως θα σας πουν – διότι δεν έρχεται παρά μόνο μετά την αρρώστια. Ενώ οι αλλοπαθητικοί – συνεχίζει – παίρνουν λανθασμένα το αποτέλεσμα σαν την αιτία»[1,4]. Αυτά τα παράδοξα, είναι θέσφατα για τους ομοιοπαθητικούς. «Η καταπολέμηση του βακίλου της φυματιώσεως με τα αντιφυματικά φάρμακα», τα οποία χρησιμοποιεί η Ορθόδοξη ιατρική, «δεν αποτελεί, για τους ομοιοπαθητικούς, αιτιολογική θεραπεία». Αιτιολογική θεραπεία γι’ αυτούς είναι «η αποκατάσταση της κράσεως η οποία έχει διαταραχθεί». Λένε λοιπόν  ότι «η ομοιοπαθητική διεγείρει και ενδυναμώνει τις ενεργειακές δυνάμεις του οργανισμού, δραστηριοποιώντας την εσωτερική ζωτική δύναμη, την οποία απελευθερώνει ο οργανισμός για να εξουδετερώσει την επίδραση των νοσογόνων παραγόντων ˙ …. είναι “η βιοενέργεια”, και είναι άυλη». Το ομοιοπαθητικό φάρμακο λοιπόν έρχεται να επαναφέρει (άλλος βερμπαλισμός, αυτός) την τάξη και να αποκαταστήσει την υγεία με μια «άυλη» δύναμη… «μυστηριώδη». Ποια όμως είναι αυτή; Και από πού… «εκπορεύεται» η «πνευματοειδής» αυτή «μαγική, ιαματική δύναμη»; Αυτό ας το δούμε λίγο αργότερα.

 

Κάθε φάρμακο για να δράσει, χρειάζεται μια κάποια ποσότητα, κάτω από την οποία δεν προκαλεί κανένα φαρμακευτικό αποτέλεσμα[2]. Το πόση ποσότητα περιέχεται σε κάθε δόση του ομοιοπαθητικού φαρμάκου, το αντιλαμβάνεται κανείς αν πληροφορηθεί, ότι από ένα χάπι της γνωστής σε όλους μας ασπιρίνης, με τις συνεχείς αναμείξεις και κονιοποιήσεις με γαλακτοσάκχαρο, μέχρι την 30ή δύναμη αραιώσεως, θα προκύψει μια ποσότητα ομοιοπαθητικού φαρμάκου… τριών τόνων.[4] Με τέτοιες αραιώσεις, όμως, ούτε μόριο ουσίας Ασπιρίνης έχει μείνει και το δήθεν φάρμακο είναι σκέτη ζάχαρη ή σκέτο νεράκι, αλλού δε οινόπνευμα μόνον, αναλόγως με τον διαλύτη που χρησιμοποιείται. Βάλετε τώρα μπροστά σας ένα χάπι Ασπιρίνης, και δίπλα… τρεις τόνους γαλακτοζάχαρης, που περιέχουν ένα άλλο τέτοιο χάπι σκορπισμένο σε σκόνη, ομοιόμορφα όμως, στον τεράστιο αυτό όγκο ζάχαρης, που σε εμπορική συσκευασία θα γέμιζε μια ευρύχωρη αίθουσα…. κινηματογράφου, τι θα πάρετε εσείς για τον κεφαλόπονό σας, αν η Ασπιρίνη ήταν (για τους ομοιοπαθητικούς) το κατάλληλο φάρμακο; Ασπιρίνη ή ζάχαρη;

 

Το δύσκολο όμως είναι, η πάθηση ή η νόσος ή η ασθένεια, που βρίσκεται πίσω από μια ομάδα συμπτωμάτων «ομοίων». Ποια θα διαγνώσει ο ομοιοπαθητικός (όντας ακόμη και μη γιατρός[Δ]) πίσω από μια ζάλη με ίλιγγο, ναυτία ή και εμέτους, με ή χωρίς κεφαλόπονο; Διότι, μπορεί να πρόκειται μεν για μια απλή ημικρανία αλλεργική ή αγγειοκινητική, αλλά και για έναν όγκο του εγκεφάλου, ή κάτι άλλο από πλήθος νοσήματα, μεταξύ των οποίων και εκείνα τα οποία χρειάζονται χειρουργική αντιμετώπιση. Μήπως θα κατασιγάσει απλώς τα συμπτώματα (αν το πετύχει και αυτό) με κάποιο ομοιοπαθητικό φάρμακο, από εκείνα τα οποία επηρεάζουν νευροφυτικές αγγειοκινητικές διαταραχές, και μόνον; Και ο άρρωστος που έχει το «άλλο» νόσημα, αυτός τότε τι γίνεται; Αν, π.χ., τα συμπτώματα ήσαν από ένα καρκίνο του εγκεφάλου! Στην περίπτωση αυτή ο άρρωστος θα εφησυχάζει με το ότι «όλα θα πάνε καλά», ενώ η αρρώστια θα προχωρεί και θα χάνεται πολύτιμος χρόνος, που όμως θα ήταν σωτήριος, αν υπήρχε η χρονική δυνατότητα, που όμως χάθηκε, για μια θεραπευτική επέμβαση. Οπότε γίνεται πλέον και επικίνδυνη η ομοιοπαθητική, δημιουργώντας πλείστα όσα δράματα. Έχουν δε ανακοινωθεί πολλά τέτοια[6,22]. Αναφέρονται μάλιστα και «δικαστικές μάχες», για διακοπή θεραπείας εκ μέρους γονέων, που  προτίμησαν μια «εναλλακτική θεραπεία», αντί της κλασικής με ινσουλίνη ενός σακχαρώδους διαβήτου, ή της χημειοθεραπείας για λευχαιμία σε παιδιά[33] (κάτι ανάλογο δηλαδή με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, που αρνούνται μετάγγιση αίματος σε παιδί τους, ενώ την έχει ανάγκη). Υπάρχουν δε και καταδικαστικές αποφάσεις[26].

 

 

6. Μπροστά στον άρρωστο

 

Ο Ομοιοπαθητικός, ο οποίος δεν είναι πάντοτε ή υποχρεωτικά και γιατρός, πρέπει κάθε φορά να υπολογίσει σ’ έναν άρρωστο, επακριβώς το είδος και τη διαταραχή της «εσωτερικής ζωτικής δυνάμεως», για να μπορέσει να επιλέξει το πλέον κατάλληλο φάρμακο της ομοιοπαθητικής φαρμακολογίας (Materia Medica) για την περίπτωση, ανάμεσα σε πολλά με τα όμοια συμπτώματα.

 

Είναι δε αυτό που θα φέρει την ίαση «ένα» και μόνον, (ποτέ δύο, συγχρόνως – αφορισμός 273) με την αρμόζουσα και αυτό δυναμοποίηση, ανάλογα με το είδος, την ποικιλία και την ένταση των συμπτωμάτων. Διαφορετικά δεν θα προκύψει το επιδιωκόμενο θεραπευτικό αποτέλεσμα. Η ομοιοπαθητική είναι «μονοθεραπευτική», χρησιμοποιεί δηλαδή ένα μόνο φάρμακο κάθε φορά, ανάλογα με την ομάδα των συμπτωμάτων του αρρώστου, που μπορεί να είναι και διαφορετικό ακόμη και στην ίδια αρρώστια, αν εμφανίζεται με διαφορετική ομάδα συμπτωμάτων. Είναι επομένως θεραπεία καθοδηγούμενη (αφ. 235) από την τέτοια ή τη διαφορετική ομάδα συμπτωμάτων, και όχι από μια διάγνωση της αρρώστιας, όπως την γνωρίζουμε, η οποία προκύπτει από την παθοφυσιολογία και την παθολογοανατομική, στην Επιστημονική Ιατρική. Δηλαδή, σαφώς «συμπτωματική»! Και σ’ αυτήν ο Hahnemann έχει αφιερώσει πολύ μεγάλο αριθμό από τους «αφορισμούς του».[1]

 

Η μελέτη των συμπτωμάτων και η λήψη του ιστορικού, αποτελεί για τους ομοιοπαθητικούς, την εξέταση του αρρώστου. Ουδείς λόγος γίνεται περί της σωματικής εξετάσεως του αρρώστου, τόσο από τον Hahnemman όσο και από τον Kent. Οι μεταγενέστεροι μόνον κάνουν λόγο για κάποιες εργαστηριακές εξετάσεις, αλλά και πάλι η διάγνωση συνάγεται από τις «αποχρώσεις» των συμπτωμάτων, έχοντας ως οδηγό την «φαρμακευτική ασθένεια». Οι πιο σύγχρονοι ομοιοπαθητικοί, δίνουν κάποια σημασία και στη σωματική εξέταση του αρρώστου. «Τόσο όμως η εργαστηριακή μελέτη, όσο και η σωματική εξέταση του αρρώστου, δεν μπορούν να καθοδηγήσουν τον ομοιοπαθητικό γιατρό στο φάρμακο, το οποίο θα χορηγήσει, αφού τίποτε από αυτά δεν καταγράφει τις παραμέτρους της παθήσεως για την επιλογή του ομοιοπαθητικού φαρμάκου»[33]. Επόμενο είναι, συνεπώς, ακόμη και ένας καλά εκπαιδευμένος ως κλινικός γιατρός, με τον καιρό, να καθίσταται όλο και περισσότερο ανεπαρκής για κλινική άσκηση της ιατρικής.

 

Τα πράγματα γίνονται δυσκολότερα για την επιλογή του κατάλληλου φαρμάκου, όταν πρόκειται για περισσότερες αρρώστιες, οι οποίες όμως αρχίζουν με τα ίδια ή πολύ παρόμοια συμπτώματα. Όπως π.χ. οι διάφορες ιώσεις. Όλες τους αρχίζουν με τα ίδια πρώτα συμπτώματα, περίπου. Άλλωστε, τα συμπτώματα είναι πιθανότητες, που μπορεί να υπάρχουν με μεγαλύτερη ή μικρότερη συχνότητα ή και ένταση, χωρίς να συνιστά η ποικιλία αυτή διαφορετική νόσο. Όμως ο ομοιοπαθητικός οφείλει να βγάλει διαφορετική κάθε φορά διάγνωση, για την κάθε τέτοια ή τέτοια ομάδα, και να επιλέξει διαφορετικό φάρμακο. Η ομοιοπαθητική, δηλαδή, η οποία ισχυρίζεται ότι βλέπει τον άνθρωπο «ολιστικά», τάχα, ως ένα σύνολο «σώματος, νου και ψυχής»[Ε], παρασύρεται από τις ιδιοτροπίες των συμπτωμάτων για να θέσει εξ υπαρχής μια νέα και διαφορετική διάγνωση, χρησιμοποιώντας διαφορετικό φάρμακο κάθε φορά, ενώ στην πορεία της αρρώστιας  μπορεί να τροποποιούνται πολλά από τα συμπτώματα. Κάτι το οποίο συμβαίνει συχνά και πολλές φορές ταχύτατα. Άρα, οφείλει να αλλάζει κάθε φορά το φάρμακο, που πάντοτε είναι «το ένα και το μοναδικό». Και πρέπει να συνταιριάζει την ποικιλία των μεταβαλλόμενων αυτών συμπτωμάτων, με εκείνα του φαρμάκου με το «όμοιον πάθος», ή που προκαλεί την όμοια «φαρμακευτική ασθένεια». Διαφορετικά δεν θα προκύψει αποτέλεσμα, και με την κατάλληλη, διαφορετική δε κάθε φορά, «δυναμοποίηση». Ούτε ένα βαθμό περισσότερο ή λιγότερο. Διαφορετικά, και πάλι δεν θα υπάρξει «συνήχηση», και δεν θα προκύψει θεραπευτικό αποτέλεσμα.

 

Πώς όμως να συνταιριάσει κανείς τα συμπτώματα ενός αρρώστου με τα π.χ. 294 του έχοντος το «όμοιον πάθος» Arsenicum Album, τα οποία μέτρησε ο Hahnemann το 1818, τα έφθασε στα 431 το 1824 και, αργότερα, άλλοι στα ……1231 συμπτώματα; Όταν μάλιστα στα «provings», κατά τον Γ. Βυθούλκα, «η περιγραφή κάθε συμπτώματος πρέπει να περιλαμβάνει με παραστατική και ποιητική λεπτομέρεια»…. και εντρυφήσεις αυτόχρημα μυθιστορηματικές; Τα ξεμπλέκουν άραγε; Σ’ αυτή την επίπονη διαδικασία πάντως δαπανάται, ίσως και ασκόπως, για ασήμαντες λεπτομέρειες και με άκρα σχολαστικότητα (αφ. 89, 90 κ.α.), σημαντικές όμως κατ’ αυτούς, (αλλά και «για να νοιώθει ο άρρωστος ότι ο γιατρός ενδιαφέρεται πραγματικά γι’ αυτόν»[33]), το μέγιστο του χρόνου της συνεργασίας για τη λήψη του ιστορικού του αρρώστου, δείχνοντας, κατά τον Kent (παράγραφος 26), και την ανάλογη θλίψη, με εκείνη του αρρώστου. Διότι τότε ο άρρωστος θα σκεφθεί: … «ο γιατρός αυτός μπορεί να με καταλάβει». Προσθέτει  ο Kent και ότι: ο Hahnemann, χρησιμοποίησε αυτόν τον τρόπο για τη θεραπεία της ψυχοπάθειας. Διότι δημιουργείται  ένας «δεσμός συμπαθείας»… όχι, βεβαίως, από συμπάθεια προς τον άρρωστο, αλλά ως μέθοδος «τεχνικής». Όμως αυτό είναι που εντυπωσιάζει και ζυγίζει, στην εκτίμησή του απέναντι στον ομοιοπαθητικό θεραπευτική: η προσοχή με την οποία τον ακούει. Και προσκολλάται με «θρησκευτική ευλάβεια» σ’ αυτόν˙ ζηλευτή! Και ό,τι πει ο θεραπευτής του είναι «θέσφατο», είναι «νόμος», και τηρείται χωρίς παρέκκλιση. Το ζει κανείς, ιδίως αν συμβεί ένας τέτοιος άρρωστος να καλέσει ένα γιατρό της «ορθόδοξης» ή «αλλοπαθητικής» (και «αντι-παθητικής», αφού χρησιμοποιεί τα «αντίθετα») ιατρικής. Δύσκολη η «απεμπλοκή» από μια τέτοια περίπτωση. Ακόμη και αν τα πράγματα πιέζουν και ένα πρόκειται για κάτι επείγον, που δεν επιδέχεται καθυστερήσεις ή, απειλεί και τη ζωή του αρρώστου. Να με συγχωρείτε που θα το πω, αλλά για τέτοιες περιπτώσεις, καλά είναι  να έχει ο «αντιπαθητικός» γιατρός και μια δήλωση του ν.105 υπογεγραμμένη από τον άρρωστο για την άρνησή του να δεχθεί τις υπηρεσίες του, ώστε να μην του ζητούν ύστερα και ευθύνες «για μη παροχή οφειλομένης βοήθειας». (Άρθρο 441 του Π.Κ.).

 

Ας επανέλθουμε όμως και πάλι στις ιώσεις; Ίωση είναι το «κοινό κρυολόγημα», ίωση και η λοιμώδης μονοπυρήνωση, η γρίππη, πολλές από τις ηπατίτιδες, η Β, η C και πολλές άλλες, επικίνδυνες οι περισσότερες. Ίωση και η αιτία για το σύνδρομο της επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας, το AIDS δηλαδή. Αρχίζουν όλες τους ως οξέα νοσήματα, με τα αυτά γενικώς βασικά συμπτώματα. Οι ομοιοπαθητικοί ισχυρίζονται ότι τα οξέα νοσήματα τα θεραπεύουν μέσα σε λίγες ώρες και, τόσο πιο γρήγορα, αποτελεσματικά και οριστικά, όσο πιο νωρίς αρχίζουν τη θεραπεία. Ποιο λοιπόν θα είναι το «ένα και το μοναδικό φάρμακο» που θα τα θεραπεύει όλα αυτά; Όποιος ισχυρισθεί κάτι τέτοιο, ασφαλώς δεν είναι δυνατόν να λέει την αλήθεια.

 

Ας πούμε όμως ότι άργησε κάπως η έναρξη της θεραπείας και ότι η ίωση πήρε τη διαδρομή μιας γρίππης. Η γρίππη εκδηλώνεται με μια ποικιλία συμπτωμάτων σε αριθμό, ένταση αλλά και ποιότητα. Ο της κλασικής ή ορθόδοξης επιστημονικής ιατρικής θεράπων ιατρός το πιθανότερο, θα εφαρμόσει συμπτωματική αγωγή, αναλόγως των ενδείξεων, ή και τίποτε, εκτός από λίγο αντιπυρετικό. Ο ομοιοπαθητικός όμως θα ενεργήσει πολύ διαφορετικά. Θα ενδιατρίψει στις λεπτομέρειες των συμπτωμάτων και θα τα κατατάξει σε μια από τις έξι ομάδες των συμπτωμάτων της γρίπης. Αυτό δε διότι η ομοιοπαθητική έχει έξι διαγνώσεις γρίπης. Για την κάθε μια, υπάρχει και ειδικό φάρμακο ως το κατάλληλο γι’ αυτήν την ομάδα συμπτωμάτων. Για να καλυφθούν δε όλες οι διαγνώσεις, θα «πρέπει ο ομοιοπαθητικός να γνωρίζει καλά πενήντα περιγραφές αυτού του είδους», όπως γράφει στο βιβλίο του ο ιδρυτής της ομοιοπαθητικής στην Ελλάδα Γ. Βυθούλκας[3], ο οποίος μάλιστα δεν είναι καν γιατρός. Αυτά τα… ολίγα, για τα απλούστερα από τα οξέα νοσήματα, όπως είναι σχεδόν κατά κανόνα οι ιώσεις.

 

 

7. Τι γίνεται όμως με τα χρόνια νοσήματα;

 

Γι’ αυτά, οι ομοιοπαθητικοί  δέχονται τη θεωρία του Hahnemann περί «μιασμάτων»[1,3,4], τα οποία είναι τα εξής τρία:

 

1) το «ψωριασικό» που είναι και το πιο παλαιό, το οποίο αναπτύχθηκε από γενεά σε γενεά (αφ. 81) κληρονομικώς, εξαιτίας της «απαράδεκτης» κατ’ αυτούς θεραπευτικής της κλασικής ιατρικής, θεραπεύοντας «λανθασμένα», όπως ισχυρίζονται, το εξάνθημα της ψώρας. Κατά τον Kent, μάλιστα [1,3,4] ο καθένας μας είναι «ψωριασικός»… και ένα καινούριο μόλυσμα έρχεται με κάθε παιδί που γεννιέται. Η «ψώρα» καταστρέφει τα πάντα. Είναι η αιτία κάθε λοιμώδους ασθένειας και τα 7 / 8 των χρονίων παθήσεων, κατά τον ομοιοπαθητικό Winer, προέρχονται από αυτήν [33], (επιληψία, φρενοβλάβεια, κακοήθεις νόσοι, όγκοι, φυματίωση, έλκη, εξανθήματα, οργανικά νοσήματα της καρδιάς κ.α.). Αν δεν είχε την ψώρα ο άνθρωπος, δεν θα είχε ούτε τα άλλα δύο χρόνια μιάσματα, το συφιλιδικό και το συκωτικό[33].    

 

2) Το «συφιλιδικό» μίασμα, ως νεότερο, που όμως και αυτό δημιουργήθηκε – όπως λένε – από την «αλλοπαθητική» καταπίεση του συφιλιδικού έλκους στο δέρμα, τα γεννητικά όργανα και το στόμα, σπρώχνοντας στην προσβολή βαθύτερων και ευγενέστερων εσωτερικών οργάνων, ώστε να δημιουργηθούν τα χρόνια νοσήματα της ομάδας αυτού του μιάσματος.

 

3) Τo «γονορροϊκό» ή «συκωτικό» μίασμα, και αυτό από την επιζήμια θεραπευτική της κλασικής ιατρικής, η οποία – όπως ισχυρίζονται – ευθύνεται για τις βαθύτερες διαταραχές της ιδιοσυγκρασίας, για την «προδιάθεση» με την «διαταραχή της εσωτερικής ζωτικής δυνάμεως» και την δημιουργία των χρονίων νοσημάτων των βαθύτερων και ευγενών οργάνων. Αυτό δε, από την ετεροπαθητική ή αντιπαθητική ή αλλοπαθητική αντιμετώπιση των κονδυλωμάτων. Μεταξύ αυτών η «αλλοπαθητική ευθύνεται» - γράφουν[8] – και για το AIDS, θεραπεύοντας με αντιβιοτικά τις δερματικές εκδηλώσεις της γονόρροιας και της σύφιλης. Αυτό η ετεροπαθητική θεραπευτική είναι εκείνη που το προκαλεί και όχι ο ιός όπως, ακόμη και ένα μικρό παιδί πλέον, γνωρίζει.

 

Κατά τους ομοιοπαθητικούς, λοιπόν, η επιστημονική ή κλασική ή ορθόδοξη επιστημονική ιατρική ευθύνεται για την δημιουργία των μιασμάτων και των χρονίων νοσημάτων. Προκειμένου λοιπόν να τα θεραπεύσει όλα αυτά ο ομοιοπαθητικός, θα «πρέπει να ακολουθήσει την αντίθετη της δημιουργίας τους διαδρομή». Δηλαδή: να θεραπεύσει πρώτα, με τα ομοιοπαθητικά φάρμακα, τις χρόνιες αρρώστιες των εσωτερικών οργάνων, στο συκώτι, την καρδιά, τον εγκέφαλο, τα νεφρά κλπ. Όταν το πετύχει, … τότε θα ξαναφανεί π.χ. το αρθριτικό σύνδρομο, το οποίο προηγήθηκε αυτών. Τρανή απόδειξη αυτού, όπως λένε, είναι ότι «όλα πάνε καλά». Τότε, θα ασχοληθεί με την θεραπεία του αρθριτικού συνδρόμου, μετά την επιτυχή αντιμετώπιση του οποίου … θα ξαναφανεί – όπως λένε – το πρωταρχικό δερματικό νόσημα ή εξάνθημα, (το φλυκταινώδες εξάνθημα της ψώρας με τις κνησμώδεις φυσαλίδες, το συφιλιδικό έλκος, ή τα κονδυλώματα) ώστε να ασχοληθεί πλέον και με αυτών τη θεραπεία. Σύμφωνα και με τον «νόμο του Hering (1800 – 1880), κατά τον οποίο, τα συμπτώματα εξαφανίζονται: α) από μέσα προς τα έξω, β) από πάνω προς τα κάτω και, γ) από τα πιο σημαντικά στα ολιγότερο σημαντικά, και με αντίστροφη σειρά από εκείνη που εμφανίσθηκαν.  

 

Υπάρχει δε και «κάποιο στοιχείο ηθικής, κατά τον Winer[33], στον τρόπο με τον οποίο έβλεπαν την ψώρα ο Hahnemann και οι διάδοχοί του, υπονοώντας ότι είναι μια συμβολική εκδήλωση του Προπατορικού Αμαρτήματος»[4,33]. Και μια εύλογη απορία εξ αυτού: Εφ’ όσον η ομοιοπαθητική θεραπευτική είναι «ολιστική» και θεραπεύει σε τρία επίπεδα, «σώματος, νου και ψυχής», τι κάνει για τη θεραπεία και του «Προπατορικού Αμαρτήματος», ώστε αυτή να είναι «οριστική και πλήρης», για να μην ξαναεμφανισθεί η… ψώρα;

 

Όλη αυτή η διαδικασία είναι μακρά, χρονοβόρος και δαπανηρή. Είναι δε και επικίνδυνη, όταν σταματά κανείς την επιστημονική θεραπευτική αγωγή για κάποιο χρόνιο νόσημα εσωτερικού οργάνου, για να παραδοθεί στην ομοιοπαθητική [6,22,26].

 

Η όλη θεωρία τους, των μιασμάτων, είναι άκρως αντιεπιστημονική όταν τόσο παράλογα περιφρονεί την από αιώνων θεμελιωμένη, επιστημονικώς τεκμηριωμένη, αλλά και αποδεικνυόμενη, παθογένεια των νόσων, ιδίως μάλιστα των λοιμωδών. Ο Kent, θεωρούσε την μελέτη της αιτιολογίας των νόσων από την «Ορθόδοξη Ιατρική» ως «θαυμάσια φάρσα»[1]. Αλλά και ο Αμβρόσιος Bierce, στις αρχές του αιώνα μας χαρακτήρισε την ομοιοπαθητική ως τον «χιουμορίστα» του ιατρικού επαγγέλματος! (DENTAL FORUM / 23-1966). Απορεί δε κανείς για την τέτοια εμμονή των νεωτέρων εκ των ομοιοπαθητικών στη «θεωρία» του Hahnemann. Δεν μελετούν (διερωτάται κανείς) τα της εξελίξεως των επιστημών; Ή τους έγινε «έμμονη ιδέα» (idée fixe);

 

Γι’ αυτό, προφανώς, και  αρνούνται, ακόμη και να ακούσουν, για τις προόδους π.χ. της μοριακής βιολογίας, τη δράση των αντιβιοτικών με τις κυτταροκίνες (ειδικές πρωτεΐνες), οι οποίες παρεμβαίνουν, η μια μετά την άλλη και μάλιστα μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, διεγείροντας ένα κύκλο αντιδράσεων για την καταπολέμηση των μικροβίων, έννοιες και γνώσεις αδιανόητηες την εποχή του Hahnemann. Είναι όμως και… ακατανόητο το να μη θέλουν να εκσυγχρονιστούν σε γνώση περί τα τοιαύτα, όπως και για την αντικειμενική και μετρούμενη επενέργεια πλήθους από νεο-ανακαλυπτόμενες ουσίες. Και εμμένουν στην κυριολεκτικώς «αιθεροβάμονα» αντίληψή τους, περί «πνευματιστικής» επενέργειας των φαρμάκων τους, κατά τρόπο επιστημονικώς απαράδεκτο. Προτείνοντας ένα….. «Νέο Θεραπευτικό Μοντέλο»[8], ωσάν να πρόκειται …. για… «σχεδιαστές…. μόδας»!

 

Τα «περίεργα και τα παράδοξά τους», όμως, δεν περιορίζονται μόνον σ’ αυτά. Όταν π.χ. ανατρέπουν την λογική του αιτίου και του αποτελέσματος και στη θέση του παθογόνου αιτίου βάζουν την προδιάθεση ή την ευπάθεια ως το δημιουργό αίτιο π.χ. της φυματιώσεως!

 

Ή, μήπως δεν είναι παράλογη η αντίθεσή τους στους προληπτικούς εμβολιασμούς; Όταν, όπως υποστηρίζουν[8], με τους εμβολιασμούς παρεμποδίζεται η ανοσοποιητική λειτουργία του οργανισμού ή, όταν αποδίδουν χρόνιες παθήσεις σε εμβόλια που έγιναν σε μακρότατο παρελθόν[33];

 

 

8. Η δράση του ομοιοπαθητικού φαρμάκου

 

Αυτή εκδηλώνεται όταν, όπως λένε, επιτυγχάνεται η «συνήχηση» του δυναμοποιημένου φαρμάκου, με την συχνότητα της διαταραχής της εσωτερικής ζωτικής δυνάμεως του οργανισμού. Γι’ αυτό, καταβάλλεται μεγίστη επιμέλεια, ώστε να εκτιμηθούν επακριβώς τα μήκη των κυμάτων των εσωτερικών διαταραχών, και να βρεθεί η κατάλληλη εκείνη «δύναμη» του ομοιοπαθητικού φαρμάκου, για να προκύψει «συνήχηση». Και το φάρμακο είναι πάντοτε «ένα». Αν δεν πετύχει π.χ. ο βαθμός αραιώσεως του φαρμάκου, θα πρέπει να αναζητηθεί άλλη αραίωση με την πιο ταιριαστή δυναμοποίηση. Και μάλιστα εκείνη η αραίωση, η οποία θα προκαλεί την «όμοια φαρμακευτική ασθένεια, σε ελαφρώς μόνον μεγαλύτερο βαθμό, από την βαρύτητα της αρρώστιας, την οποία καλείται να θεραπεύσει, τόσο ώστε μόλις να την υπερκαλύπτει», για να την εξουδετερώσει[1]. Διαφορετικά δεν θα επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα. Όμως, και η διαταραχή της ζωτικής δυνάμεως μεταβάλλεται συχνά και ταχύτατα. Η εργασία αυτή επομένως απαιτεί ικανότητες όχι τις «τυχούσες». Και είναι να απορεί κανείς αν μπορεί πράγματι να τις διαθέτει ένας άνθρωπος θεραπευτής που ενδέχεται να μην είναι καν γιατρός! Εκτός και αν, σήμερα, περιμένει από ένα ηλεκτρονικό υπολογιστή, να του δώσει το… «σκονάκι»!

 

Να όμως που μπορεί να γίνει – όπως υποστηρίζουν – αυτή η «συνήχηση» των δύο ζωτικών δυνάμεων, εκείνης της διαταραγμένης ιδιοσυγκρασίας του οργανισμού με την άλλη, του δυναμοποιημένου ομοιοπαθητικού φαρμάκου. Και τότε, εμφανίζεται «έξαρση» των συμπτωμάτων, η οποία αποτελεί κατ’ αυτούς το «αλάνθαστο κριτήριο, ότι σύντομα θα ακολουθήσει η απαλλαγή από την αρρώστια, και θα επέλθει η πλήρης και οριστική ίαση»[ΣΤ]. Η «έξαρση» όμως αυτή, ή η «θεραπευτική κρίση», μπορεί, κατά τους ίδιους, να είναι πολύ έντονη, να προκαλέσει «μέχρι και έμφραγμα» ή άλλως πως «να απειλήσει τη ζωή του ανθρώπου μέχρι και να αποβεί μοιραία»[33]. …..Ωστόσο, συμπληρώνει ο Winer στο βιβλίο του, …. «ο Βυθούλκας παρατηρεί ότι έχει δει πάνω από τριάντα χιλιάδες περιπτώσεις (έτσι, ολογράφως, για να «ζηλεύουν» όσοι έχουν και πτυχία ιατρικής), και ανάμεσά τους δεν υπάρχει ούτε μία στην οποία να απέβη μοιραία η κίνηση των συμπτωμάτων από την νοητική σφαίρα στη σωματική».[33]

 

 

9. Παρασπονδίες και αταξίες με το φάρμακο

 

Ο Hahnemann μιλούσε, από τότε, για «κυρίους της νέας αίρεσης, “μιγάδες” που κομπάζουν και εκμεταλλεύονται την ομοιοπαθητική, οι οποίοι δίνουν ακόμη και εικονικό φάρμακο (αφ.278)…. δεν κάνουν οι ίδιοι τις δοκιμασίες, αλλά τις αναθέτουν σε ασήμαντα άτομα που πληρώθηκαν και έτσι αποτυγχάνουν στα αποτελέσματα (αφ. 148)….  όταν μάλιστα δεν παρασκευάζουν το φάρμακο με τα ίδια τους τα χέρια, αλλά με μηχανικά μέσα, και τα χρησιμοποιούν σε μεγάλες δόσεις (δηλαδή υψηλές αραιώσεις), επειδή βιάζονται να έχουν ένα γρήγορο αποτέλεσμα». «Τότε, προκαλούν συχνά και κατά κανόνα μεγάλη συμφορά, θέτοντας σε κίνδυνο και τη ζωή του αρρώστου (αφ.276)»

 

Όταν δε αυτοί αποτυγχάνουν… «παρηγορούνται εύκολα για την μη ωφελιμότητα των ομοιοπαθητικών φαρμάκων, με την εφαρμογή αλλοπαθητικών θεραπευτικών μέσων» (αφ. 148). Αυτά τα έγραφε στο κλασικό του βιβλίο[1]. Έκτοτε, δε, αποτελούν καθημερινή πείρα όλων μας, όταν συμβαίνει να βλέπουμε τους τέτοιους αρρώστους[Ζ].  Και είναι επόμενο αυτό, επειδή οι ομοιοπαθητικοί  δεν είναι κατάλληλοι να εφαρμόσουν την κλασική ιατρική, την οποία και δεν κατέχουν, διότι «η ομοιοπαθητική είναι ενιαία χωρίς να διαθέτει ειδικότητες» π.χ. δεν υπάρχει ομοιοπαθητική παιδιατρική, ή ομοιοπαθητική καρδιολογία[4]. Το τεράστιο γνωσιολογικό αντικείμενο της κάθε μιας ειδικότητας της επιστημονικής ιατρικής, το αγνοούν σχεδόν όλοι οι ομοιοπαθητικοί. Αδυνατούν, επομένως να αντιμετωπίσουν τα χρόνια οργανικά νοσήματα, εφ’ όσον ούτε να τα προσπελάσουν δεν είναι σε θέση.

 

Για όλες τις αποτυχίες τους, όμως, υπάρχει η διαφυγή, και… «φταίει ο άρρωστος που δεν συνεργάσθηκε σωστά ή παρέβη τις οδηγίες» (αφορ. 253,255). Φταίνε όμως και «οι κακοί ομοιοπαθητικοί θεραπευτές» όταν, όπως γράφει και ο Kent στον πρόλογο του βιβλίου του[1], «σχεδόν όλα τα δόγματά της έχουν διαστρεβλωθεί από αρκετούς οπαδούς της και αφοσιωμένους λάτρεις της»[1]. Και όχι μόνον[33]. Ο Hahnemann το είχε πει από την αρχή: «η πείρα θα σας φέρει σε επαφή με μια μερίδα κακών ομοιοθεραπευτών. Και…. όποτε σημειώνεται αποτυχία, αυτή οφείλεται στο γιατρό, και όχι στο νόμο». Αναφερόμενος δε ο Kent στον αφορισμό 20 του Hahnemann, τονίζει: «Η ομοιοπαθητική πρέπει να ντρέπεται που τα ομοιοπαθητικά φαρμακεία συνιστούν τόσα φάρμακα για τη μια ή την άλλη ασθένεια χωρίς να έχουν ερευνηθεί οι ιδιότητές τους».

 

Όμως και ο ίδιος ο Hahnemann, δεν ήταν «άμοιρος αταξιών». Διέπραξε, μάλιστα, κατά το Winer, «το σοβαρό επιστημονικό σφάλμα να ανακοινώσει την ανακάλυψη μιας νέας χημικής ένωσης, η οποία όταν αναλύθηκε διαπιστώθηκε ότι, ήταν απλός βόρακας»…Σε άλλη δε περίπτωση, ότι «δημοσίευσε ανόητα ένα “μυστικό φάρμακο”, που μπορούσε να το αγοράσει κανείς έναντι μιας ορισμένης τιμής. Τελικά το μυστικό αποδείχθηκε ότι ήταν η χρήση της Bryonia για την οστρακιά… Ο τρόπος που το διαφήμισε δημιούργησε προβλήματα για την ευυποληψία της ομοιοπαθητικής», καταλήγει ο Winer[33].

 

 

10. Όσο για τα αποτελέσματά τους;

 

Πρόκειται για προσωπικές εμπειρίες, υποκειμενικές εντυπώσεις των ιδίων, ή και υποβολής των αρρώστων τους. Διότι:

 

1. Πολλά νοσήματα ή νοσηρές καταστάσεις από εκείνες στις οποίες έχουν «καλά αποτελέσματα» οι ομοιοπαθητικοί, είναι από εκείνες ή εκείνα τα οποία «αυτοϊώνται», θεραπεύονται δηλαδή από μόνα τους.

 

2. Στα λεγόμενα «ψυχοσωματικά ή νευρωσικά νοσήματα», τα ενοχλήματα εγκαταλείπουν τον άρρωστο σε ποσοστό μέχρι και 75%, με τον καιρό.[9] Σε τέτοια νοσήματα, η ομοιοπαθητική είναι ιδιαιτέρως επιτυχής δια της αυθυποβολής και μόνον, χάρη και στην προσοχή με την οποία ακούουν τον άρρωστο τους και την εμπιστοσύνη του που κερδίζουν. Τους αξίζει έπαινος. Τόσο περισσότερο δε όσο εμείς -οι της κλασικής ιατρικής- απομακρυνόμαστε από την «συνεργασία μιας εμπιστοσύνης  με μια συνείδηση», του αρρώστου με τον γιατρό. Αφήνοντας, έτσι….ευρύ πεδίο δράσεως στην ομοιοπαθητική. Η ευθύνη μας είναι μεγάλη!

 

3. Το «εικονικό» φάρμακο, το Placebo ή ψεύτικο, σε μεγάλη ποικιλία ασθενειών και διαφόρων παθολογικών καταστάσεων λειτουργικής φύσεως, φέρνει το επιθυμητό αποτέλεσμα σε ποσοστό μέχρι και το 40%, και μάλιστα, συχνά πολύ γρηγορότερα από ό,τι το κανονικό φάρμακο. Ενεργεί δια της αυθυποβολής, και τέτοια θεωρεί η κλασική ιατρική τη δράση του ομοιοπαθητικού φαρμάκου.[9] Δεν χρειάζεται όμως να κουρασθεί κανείς πάνω σ’ αυτό, όταν ακόμη και ο ομοιοπαθητικός Winer [33] γράφει στο βιβλίο του: «ο ασθενής μπορεί να ωφεληθεί από την ομοιοπαθητική μέθοδο μέσα από το φαινόμενο του πλασίμπο (placebo)».

 

Ο Kent[1] (παράγραφος 16) «για να αποφύγει ένα παρόμοιο φάρμακο έδωσε στον άρρωστο του Placebo, και στο τέλος της εβδομάδας αισθανόταν καλύτερα». Για άλλο δε άρρωστό του λέει, «τελικά τον καθησύχασα και του έδωσα Placebo, τον βεβαίωσα ότι θα αισθανόταν καλύτερα. Για 6 – 7 εβδομάδες έπαιρνε Placebo και η κατάστασή του είχε βελτιωθεί πολύ». Και στην παράγραφο 150 γράφει: θα συναντήσετε ασθενείς που θα σας επισκέπτονται για κάθε φύσημα ανέμου…. μπορείτε από καιρού εις καιρόν… να τους δίνετε Placebo, μερικά σκονάκια ζάχαρη…. και θα εκπλαγείτε να τους ακούσετε να λένε: Γιατρέ, η ενόχληση μου πέρασε μια χαρά. «Οι ομοιοπαθητικοί, κατά τον Winer, χρησιμοποιούν συνειδητά το φαινόμενο του πλασίμπο στην αγωγή των ασθενών τους και…. αναγνωρίζουν, ότι μπορεί να υπάρχει ένα σαφές φαινόμενο πλασίμπο στην ίδια τη θεραπευτική κατάσταση». Και (συνεχίζει ο Winer, σελ. 158 – 161), «θα μπορούσαμε να πούμε, ότι το πλασίμπο είναι το σπουδαιότερο φάρμακο που έχει ανακαλυφθεί ποτέ στην ιατρική. Το πλασίμπο [προσθέτει], επηρεάζει απ’ ευθείας τον αυτοθεραπευτικό, εσωτερικό ρυθμιστικό μηχανισμό του ανθρώπινου οργανισμού και προκαλεί μια αποκατάσταση της ισορροπίας. Η πληροφορία που μεταφέρεται (προσθέτει) από το πλασίμπο είναι: «θεράπευσε τον εαυτό σου», και κατά εκπληκτικό τρόπο ο ασθενής ανταποκρίνεται και κάνει αυτό ακριβώς»[33]. Έτσι, προφανώς, θεραπεύουν και με το ομοιοπαθητικό φάρμακο.

 

Άλλωστε, πολλοί φροντίζουν να πείσουν τους αρρώστους τους, ότι, για να γίνει κανείς καλά…. «πρέπει να πιστέψει βαθιά μέσα του, ότι μπορεί να θεραπευθεί, ώστε να κινητοποιηθούν, έτσι, πέρα από τους νοητικούς και οι ψυχικοί (δηλαδή οι συναισθηματικοί[8]) μηχανισμοί». Κατά τον  Hahnemann μάλιστα, …. «πουθενά αλλού δεν εμφανίζεται η υπεροχή της ομοιοπαθητικής τεχνικής με ένα τόσο θριαμβευτικό φως, όσο στις παλιές ψυχικές (δηλ. συναισθηματικές) και διανοητικές ασθένειες», (αφορισμός 230). Αυτά θυμίζουν και τους Νεο-Εποχίτες, οι οποίοι υποστηρίζουν, ότι με τη «θετική σκέψη» μπορείς να σταματήσεις ακόμη και ένα τραίνο που τρέχει κατ’ επάνω σου, αρκεί να το…. πιστέψεις βαθειά μέσα σου. 

 

 4. Οι ομοιοπαθητικοί, για να αντικρούσουν την άποψη αυτή του εικονικού φαρμάκου (Placebo), αναφέρονται (τελευταίως μάλιστα περισσότερο έντονα), στα διπλά τυφλά πειράματα θεραπείας του οξέος διαρροϊκού συνδρόμου σε παιδιά και βρέφη, που έγιναν στην Νικαράγουα, τον Ιούλιο του 1991[10]. Το επιχείρημα όμως είναι ανεπαρκές, διότι ένα διαρροϊκό σύνδρομο, εποχιακό και οξύ, σε βρέφη και παιδιά, είναι μια αυτοπεριοριζόμενη διαταραχή, ίσως και με κάποια δίαιτα, και μάλιστα σε βραχύ χρονικό διάστημα, πριν ίσως προλάβει να δράσει το οποιοδήποτε φάρμακο. Τα ανάλογα θα ελέγοντο και για το άλλο επιχείρημα του βρογχικού άσθματος[11], το οποίο παύει και αυτό να ενοχλεί όταν απομακρύνεται κανείς από τον αλλεργιογόνο παράγοντα, συνήθως και χωρίς καμία θεραπευτική αγωγή. Στο συμπέρασμα λοιπόν μιας τέτοιας μελέτης, με την οποία οι ομοιοπαθητικοί προσπαθούν να αποσείσουν το επιχείρημα του ομοιοπαθητικού φαρμάκου ως εικονικού (Placebo), αναφέρεται ότι: «Δεν προέκυψε ένδειξη στηρίξεως της ιδέας ότι η δράση του εικονικού εξηγεί πλήρως τις κλινικές ανταποκρίσεις στο ομοιοπαθητικό φάρμακο»[12]. Δέχονται δηλαδή ότι «τις εξηγεί αλλά…. όχι πλήρως», κάτι που δεν είναι υπέρ αυτών, ως επιχείρημα.

5. Η κλασική ιατρική θεωρεί απαράδεκτη τη θεωρία των «μιασμάτων» και αρνείται στην ομοιοπαθητική δυνατότητες θεραπείας αυτών των καταστάσεων, τις οποίες, τελείως αντιεπιστημονικώς, θεωρούν ως αποτέλεσμα καταπιέσεως εξανθημάτων ή δερματικών νοσημάτων. Μου θυμίζει και την «οργονομία» του Βίλχελμ Ράιχ[23]. Τα συμπεράσματα, πάντως, της Ομοιοπαθητικής, απέχουν από του να είναι αξιόπιστα[13].

 

 

11. Είναι επιστήμη η ομοιοπαθητική;

 

Μία θεωρία αποδεικνύεται και γίνεται επιστημονική γνώση, ή παραμένει αναπόδεικτη θεωρία προς απόδειξη. Άλλοτε δε…. απορρίπτεται ως μη αποδεικνυόμενη. Αυτό φαίνεται να συμβαίνει με την ομοιοπαθητική. Ο Hahnemann δημιούργησε την θεωρία του βασιζόμενος στην «αυταπάτη του περί των ομοίων» και στην «δυναμοποίηση» η οποία, και για τους ίδιους ακόμη, παραμένει «μυστηριώδης» και «μεγάλο επιστημονικό παράδοξο», οπωσδήποτε δε, αναπόδεικτο.

 

Επιστήμη είναι η γνώση του επιστητού, δηλαδή εκείνου που μπορεί να γίνει γνωστό με την παρατήρηση και το πείραμα. Η Ιατρική, δε, ως θετική επιστήμη, πρέπει να υπακούει σε ορισμένες παραδοχές, όπως είναι οι εξής:

 

α) η πραγματική ύπαρξη των δεδομένων, β) οι φυσικές αισθήσεις, οι οποίες δίνουν μια αξιόπιστη αντίληψη του υπαρκτού φυσικού κόσμου, γ) το ότι τα παρατηρούμενα αποτελέσματα των φυσικών γεγονότων έχουν αιτίες, δ) το ότι ισχύουν οι κανόνες της λογικής και του ορθού λόγου.

 

Όταν απουσιάζει έστω και μία από αυτές τις αρχές, δεν μπορεί μια επιστήμη να θεωρηθεί ως θετική. Για τις θετικές επιστήμες υπάρχουν και κάποιοι περιορισμοί. Βασικός δε είναι ο περιορισμός στα μετρήσιμα γεγονότα. Ένας άλλος, βασικός επίσης, είναι ο περιορισμός στην έρευνα του τρόπου και όχι του σκοπού των φυσικών φαινομένων[14]. Διαφορετικά πρόκειται για σόφισμα, με λήψη του ζητουμένου ως αποδεδειγμένης αλήθειας.

 

Η Ομοιοπαθητική λοιπόν δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις αυτές των θετικών επιστημών και, επομένως, δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ούτε ως θετική επιστήμη ούτε ως ιατρική επιστήμη. Ίσως, μόνον ως φιλοσοφική θεωρία, η οποία και είναι απαλλαγμένη από τις απαιτήσεις, τους περιορισμούς και τις προϋποθέσεις των θετικών επιστημών. Έχει δε πολύ διαφορετική αντίληψη περί της υγείας και της αρρώστιας από την κλασική επιστημονική ιατρική και δίνει διαφορετικούς ορισμούς από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, «ανατρέποντας τα καθιερωμένα»[1,3,4].

 

Απόδειξη για την απουσία της οποιασδήποτε επιστημονικότητας στην Ομοιοπαθητική, προσφέρεται από τους ίδιους, και μάλιστα με φαρδειά – πλατειά την υπογραφή τους και κατά τον πλέον επίσημο τρόπο:

 

Κατά τον «εμφύλιο πόλεμο» λοιπόν μεταξύ τους, όταν ξέσπασαν τα εις βάρος του Σπύρου Διαμαντίδη «σκάνδαλα», προέβησαν σε μια εξόχως αποκαλυπτική δήλωση, η οποία δημοσιεύθηκε στο περιοδικό τους «Ομοιοπαθητική Ιατρική» (τεύχος 12, Μαρτίου – Ιουνίου 1995) ως «άρθρο της Συντάξεως», με τον τίτλο: «ας πούμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους». Η παράγραφος 3 σ’ αυτό, διαλαμβάνει επί λέξει τα εξής:

 

«3. Από ορισμένα μέσα μαζικής ενημέρωσης ο ιατρός Σπ. Διαμαντίδης χαρακτηριζόταν σαν καθηγητής της Ομοιοπαθητικής Ιατρικής. Οφείλουμε να ενημερώσουμε το κοινό, ότι τέτοιος επίσημος τίτλος δεν υπάρχει, αφού σε καμιά χώρα, τουλάχιστον του ανεπτυγμένου κόσμου, δεν υφίσταται η Ομοιοπαθητική σαν επίσημη κρατική πανεπιστημιακή ιατρική ειδικότητα. Επομένως κάθε περαιτέρω αναφορά σε τέτοιους ψευδεπίγραφους τίτλους, απ’ όποιον και αν γίνεται, είναι εκ του πονηρού…»

 

Πρόκειται για μια ομολογία (!) η οποία διαψεύδει και τα όσα ισχυρίζονται περί δήθεν παγκόσμιας αποδοχής της ομοιοπαθητικής και κακώς, στο όνομα της τέτοιας «αποδοχής», ζητούν την αναγνώρισή της και από το Ελληνικό Κράτος.

 

Ενδιαφέρον είναι επίσης το ότι η πραγματικότητα διαψεύδει και πολλά άλλα των ομοιοπαθητικών, π.χ. για Σχολές και Πανεπιστήμια και Κολλέγια και Νοσοκομεία ομοιοπαθητικής, ανά τον κόσμο. Παράδειγμα, τα των Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής. Ο Winer[33], στο βιβλίο του (σ. 309) γράφει επί λέξει: «Δεν υπάρχει πια καμμία ομοιοπαθητική ιατρική σχολή στις Η.Π.Α.. Και από τους 15.000 ομοιοπαθητικούς γιατρούς το 1900, το Εθνικό Κέντρο Ομοιοπαθητικής, ο μοναδικός κλάδος που απέμεινε στις Η.Π.Α., το 1976 είχε μόνον 225 μέλη γιατρούς». Η μελέτη του θέματος είναι αποκαλυπτική.

 

Στην Βρετανία υπάρχουν 230 ομοιοπαθητικοί που είναι γιατροί, αλλά πολύ περισσότεροι, «αρκετές εκατοντάδες πρακτικοί», κατά την Μπέθ Μάκιον που ανήκει στους δεύτερους (ΝΕΑ της 11.6.1996). Συγκριτικώς, στην Ελλάδα με τους 200 (!) περίπου γιατρούς ομοιοπαθητικούς, δεν είναι γνωστό και πόσοι άλλοι, εκτός από τον «Δάσκαλο… της Ομοιοπαθητικής Ιατρικής» Γ. Βυθούλκα, δεν είναι γιατροί.

 

Και κάτι ακόμη: Στο Πανεπιστήμιο Αθηνών υπάρχει έδρα Φαρμακολογίας. Η Φαρμακογνωσία είναι κλάδος της φαρμακευτικής επιστήμης, που μελετά τα κάθε είδους ακατέργαστα και επεξεργασμένα φάρμακα, μεταξύ των οποίων περιγράφονται και τα της ομοιοπαθητικής, εφ’ όσον υπάρχουν και αυτά. Η καθηγήτρια Αικ. Χαρβάλα στο βιβλίο της «Ομοιοθεραπευτική – Φυτοθεραπευτική» (1992), επικρίνει την ονομασία «αλλοπαθητική», που έδωσε ο Hahnemann στην Κλασική Επιστημονική Ιατρική, ως αυθαίρετη. Κάθε άλλο δε παρά «διδάσκεται» στο Πανεπιστήμιο η ομοιοπαθητική, όπως διατείνονται οι της ομοιοπαθητικής. Η Χαρβάλα ομιλεί περί αυτής λέγοντας: «οι ομοιοπαθητικοί ισχυρίζονται, …. πιστεύουν, … ο Hahnemann υποστήριξε,…. συνεπέρανε, … έκανε τις εξής δύο παρατηρήσεις, … έχοντας την πεποίθηση, … θεώρησε, …βάσισε,… δικαιολογούσε» κ.ο.κ., εκφράσεις δηλαδή που σημαίνουν κάτι διαφορετικό από αυτά που διατείνονται οι ομοιοπαθητικοί.

 

Η κλασική, επιστημονική, (ορθόδοξη και για τους ίδιους) ιατρική, απαξιεί να ασχοληθεί με την «ομοιοπαθητική», ως ανάξια λόγου. Μάλλον όμως θα έπρεπε να ασχοληθούν κάποιοι άλλοι… αυτεπαγγέλτως, όταν, εκ της εφαρμοζομένης θεραπευτικής, ανακύπτουν και προφανείς κίνδυνοι [6,22,26].

 

 

12. Μεταφυσικές προεκτάσεις και στηρίγματα

 

Η ομοιοπαθητική, από τότε που πρωτοεμφανίστηκε, διακατέχεται από το σύμπλεγμα της μη αποδείξεως της «δυναμοποίησης» του ομοιοπαθητικού φαρμάκου. Εμμένει όμως και μάλιστα με φανατισμό στις φτωχές και αναπόδεικτες θεωρίες της. Τόσο μάλιστα που, συνεχίζοντας την εχθρική στάση του Hahnemann, που τόσα έγραψε στους «Αφορισμούς» του εναντίον της κλασικής επιστημονικής ιατρικής, αλλά και του Kent[1], οι νεότεροι ομοιοπαθητικοί, εναρμονιζόμενοι προς τις αντιλήψεις της «νέας άποψης περί του φυσικού σύμπαντος» και τις «ολιστικές αντιλήψεις των νέο-εποχιτών»[7β,8,21-25], θεωρούν και ότι:…. «η δυτική, δηλαδή η κλασική, ιατρική… έχει φθάσει πλέον στα όριά της και οι συνέπειές της λαμβάνουν επικίνδυνες διαστάσεις»[15], προβλέποντας και μια «πλανητική καταστροφή». [8,Η] Αυτό βεβαίως είναι από τα πολύ επικίνδυνα για τη ζωή των ανθρώπων[6, 22], εκ μέρους των ομοιοπαθητικών ή της «εναλλακτικής» ιατρικής, όπως χαρακτηρίζουν και την ομοιοπαθητική τους[Θ].

 

Αναμασούν την γνωστή καραμέλα του «Καρτεσιανισμού»[3,7β,8,15] με το cogito, ergo sum (αναπνέω, άρα υπάρχω), και τον κατηγορούν, μαζί με την Νευτώνια Φυσική (με την οποία προσδιορίσθηκε η κίνηση των ουρανίων σωμάτων), ότι εξέθρεψαν δήθεν τον δυϊσμό, κάνοντας διαχωρισμό ανάμεσα στα πνευματικά (res cogitans) και τα υλικά (res extensa) πράγματα[24]˙ που οδήγησε – όπως κατηγορούν – στον εκκλησιαστικό παρωπιδισμό και στην αντιπαλότητα μεταξύ Θρησκείας, που δέχεται Θεό Κυβερνήτη, και της Επιστήμης ως υλιστικής. Πλάθοντας και ένα βιο-ιατρικό μοντέλο για την Δυτική Ιατρική[8], προφανώς για να υπάρχει και ένας λογικοφανής στόχος για την πολεμική εναντίον της, «για τα τόσα δεινά τα οποία, όπως την κατηγορούν, επεσώρευσε στην ανθρωπότητα».

 

Η ομοιοπαθητική τους, λοιπόν, αποτελεί κατ’ αυτούς την μεγάλη πρόοδο προς τελειοποίηση της ανθρωπότητας διότι…. «βοηθά, όπως διαλαλούν, στην καταστροφή του κακού με τη δημιουργία μιας αρμονίας στα όργανα του σώματος, δημιουργώντας έτσι ένα αγνό και καθαρό φορέα, μέσα στον οποίο μπορεί να λειτουργήσει η διάνοια και το πνεύμα»[4]. Υποστηρίζουν δε ότι, με τους «πνευματικά μυημένους θεράποντές της, φέρνει τον σωματικό και πνευματικό εξαγνισμό, για να ανεβάσει τα άτομα… στην Κλίμακα του Θεού» όπως γράφει ο Schmidt [31], ο οποίος είχε στενούς δεσμούς με τον Ινδουισμό. Οπότε, και το ερώτημα: Έχει, άραγε, και «μεσσιανικές αξιώσεις»;

 

 

13. «Μεσσιανικές»… αξιώσεις;

 

Ο Hahnemann, αναθρεμμένος από γονείς Διαμαρτυρόμενους με τον Προτεσταντισμό, ασχολήθηκε με τον Κομφουκιανισμό, θεωρώντας τον Κομφούκιο «ανώτερο και από αυτόν τον Χριστό» [!] τον οποίο έβλεπε ως ένα απλώς «ένθερμο συναισθηματία»[32]. Όμως, με την πάροδο του χρόνου «πείσθηκε ότι ο ζων και αγαθός Θεός τον επέλεξε ως εργαλείο του ώστε, μετά από αιώνες λαθεμένης τακτικής θεραπείας των ασθενειών, να καταδείξει την Αλήθεια (με το άλφα κεφαλαίο) μέσω μιας νέας θεραπευτικής μεθόδου… που θα έσωζε την ανθρωπότητα»[32], επομένως ως ένα είδος «σωτήρος εξ αποκαλύψεως». Οπότε, άρχισε πλέον να βλέπει την οποιαδήποτε δραστηριότητά του ως καθήκον απέναντι στο…. «Υπέρτατο Όν»[32]. Όσον αφορά τώρα το «ποιο ήταν αυτό το Υπέρτατο Όν», βρίσκουμε σε κείμενα ομοιοπαθητικών και το εξής: «Είναι σαφές ότι η είσοδος του στην τεκτονική στοά σε νεαρότατη ακόμη ηλικία, επηρέασε σημαντικά τις φιλοσοφικές και θρησκευτικές του αντιλήψεις»[32]. Κατά τον Γ. Βυθούλκα μάλιστα, «είχε και μεγάλη επίγνωση της αλχημείας»! (Αλχημιστικό, άλλωστε είναι και το παρασκεύασμά του Causticum). Προχώρησε όμως και σε κόσμους αποκρυφιστικούς[31].

 

Μελετώντας κανείς τα γραπτά των κλασικών ομοιοπαθητικών, διαπιστώνει, ότι οι θεωρίες τους έχουν μεταφυσικές προεκτάσεις.

 

 

14. Τι είναι όμως η μεταφυσική;

 

Η έννοια του «μεταφυσικού», μπήκε στη φιλοσοφία από τον Αριστοτέλη, ο οποίος ασχολήθηκε και με ό,τι είναι «Μετά τα Φυσικά», δηλαδή εκείνα που βρίσκονται στα «επέκεινα», πέρα από τα φυσικά και τα όρια της εμπειρικής αναζητήσεως, αναζητώντας και ο ίδιος τις «πρώτες αρχές και τα αίτια» της δομής του σύμπαντος, πλάθοντας και τις φιλοσοφικές του θεωρίες για τον κόσμο και τη ζωή. Η ορθή χρήση της λογικής, όμως, είναι ουσιαστική προϋπόθεση για κάθε θεωρητική διερεύνηση, κατά τους φιλοσόφους. Η αιτιότητα, η αποφυγή της αντίφασης, η ταυτότητα, η τελικότητα, αποτελούν λογικές ερμηνευτικές αρχές, στη μεταφυσική[16]. Επομένως, η Ομοιοπαθητική, ούτε τα απαραίτητα αυτά και υποχρεωτικά για μια φιλοσοφική θεωρία ικανοποιεί. Και τότε,… «πιάνεται» από όπου νομίζει ότι βρίσκει «στήριγμα».

 

 

15. Τα «Μετά τα Φυσικά» της ομοιοπαθητικής

 

1. Ο Hahnemann, «βαθύτατα θρησκευτικός και μελετητής της Παλαιάς Διαθήκης» κατά τον Βυθούλκα,… «δεν παραδεχόταν μεταφυσικές έννοιες επειδή, όπως έλεγε, αυτές δεν μπορούν να αποδειχθούν ή να εξηγηθούν με την παρατήρηση»[3]. Μυήθηκε όμως στον μυστικισμό από τον Emmanuel Swedenborg, φιλόσοφο και μύστη της εποχής του. Ενώ στο βιβλίο του, «Όργανον της Θεραπευτικής Τέχνης» με τους 291 κανόνες ή αφορισμούς της ομοιοπαθητικής, έγραφε: … «Έργο της ζωής μου έθεσα να ανακαλύψω τα αίτια των χρονίων ασθενειών, ώσπου ο Μεγαλοδύναμος Θεός μου επέτρεψε, σ’ αυτό το χρονικό διάστημα (από 1816 – 1827), να λύσω προοδευτικά αυτό το σπουδαιότατο πρόβλημα». Και επειδή πειραματιζόμενος είδε, κατά τον Βυθούλκα, το «θαύμα», θα πρέπει πλέον οι οπαδοί του…. «να βγουν και να κηρύξουν το Ευαγγέλιο της Ομοιοπαθητικής».

 

Ο Διαμαντίδης, τον αναφέρει, και αυτός, ως «βαθειά θρησκευόμενο και μεγάλο γνώστη των χριστιανικών γραφών»[4]. Για τους παράγοντες όμως της Εκκλησίας υπήρξε Μασόνος και τα βιβλία του για την ομοιοπαθητική τα εισήγαγε στην Ελλάδα το βιβλιοπωλείο «Πύρινος Κόσμος»[17]. Είναι η πηγή των βιβλίων της ομοιοπαθητικής.

 

2. Ο W.H. Schwartz, ιατρός αυτός, σε Παγκόσμιο Συνέδριο Ομοιοπαθητικής στις Η.Π.Α., εδήλωσε ότι: «Η Ομοιοπαθητική δεν επιδρά μόνο στη φυσική, αλλά και στην πνευματική ανάπτυξη του ανθρώπου. Βοηθά και στο να εξαλειφθεί το κακό από τον άνθρωπο, δημιουργώντας αρμονικές συνθήκες στον οργανισμό…. αλλά και τον κόσμο ολόκληρο, για την πνευματική του τελείωση»[3]. Για «τελειοποίηση της ανθρωπότητας με την ομοιοπαθητική» μιλά και ο Winer,… με την οποία θα «εισρεύσει η πνευματική και ουράνια ενέργεια» στον κόσμο[33].

 

3. Ο Kent έλεγε ότι: «ο άνθρωπος, με το να σκέπτεται και να δεχθεί το κακό, προετοιμάζει το σώμα του στο να δεχθεί την ασθένεια»[1]. Χρησιμοποιούν δε οι ομοιοπαθητικοί στα βιβλία τους [4] και το αγιογραφικό: «Τα οψώνια της αμαρτίας, θάνατος» (Ρωμ.6, σ.23).

 

4. Ο «Καθηγητής της Ομοιοπαθητικής» σε πολλά πανεπιστήμια του κόσμου Σπ. Διαμαντίδης, γράφει στο βιβλίο του: Ο όρος μεταφυσικό, για τα διάφορα φαινόμενα, ευδοκίμησε στα σκοτεινά χρόνια του μεσαίωνα, ενώ η σημερινή επιστήμη έριξε φως στα μεταφυσικά φαινόμενα και, πολύ συχνά, τα κατέγραψε και τα μέτρησε[4]. Μετά από αυτά όμως, είναι αξιοσημείωτο το γεγονός, ότι αυτός ο ίδιος (πολυσυζητημένος μάλιστα τελευταίως για πολλά, τα οποία είδαν το φως της δημοσιότητας από τον Μάιο του 1995 και εξής), διαθέτει κεφάλαιο ολόκληρο στο βιβλίο του «Ομοιοπαθητική Ιατρική» με τίτλο: «Αναφορές στην Ορθόδοξη Χριστιανική Θρησκεία»[4]. Αναφέρεται σε Αγίους της Εκκλησίας, στον Απόστολο Παύλο, ακόμη και στον Ιησού Χριστό! Είναι, όπως γράφει, «γνωστός και ο ομοιοπαθητικός τρόπος αντιμετώπισης των ανθρώπων από τον Απόστολο Παύλο»! Αναφέρει δε το: .. «εγενόμην τοις Ιουδαίοις Ιουδαίος… τοις ασθενέσιν ως ασθενής, ίνα τους ασθενείς κερδήσω ۠ τοις πάσι γέγονα τα πάντα, ίνα πάντως τινάς σώσω» (Α’ Κορ. 9, 20-23). Αντιγράφοντας και τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, θεωρεί…. τον Ιησού Χριστό ως ομοιοπαθητικώς ενεργούντα [!], όταν: «…δια της πτωχείας του Θείου Λόγου ιατρεύθη η ιδική μας πτωχεία, δια του πάθους αυτού ιατρεύθησαν τα πάθη ημών, δια του θανάτου ο ιδικός μας θάνατος και δια της αυτού φθοράς, η ιδική μας εθεραπεύθη φθορά». Ομοιοπαθητικό δηλαδή και το «…θανάτω θάνατον πατήσας»! Και το «ώσπερ πελεκάν, τετρωμένος την πλευράν σου, Λόγε, σους θανόντας παίδας εζώωσας, επιστάξας ζωτικούς αυτοίς κρουνούς», των εγκωμίων της Μεγάλης Παρασκευής,…. χρησιμοποιώντας τα, όπως νομίζουν ότι τους «εξυπηρετούν»! Είναι δε αξιοσημείωτο το γεγονός ότι, όπως αναφέρει ο Διαμαντίδης στην «Εισαγωγή» του βιβλίου του[4], «τα ομοιοπαθητικά μονοπάτια της Ορθόδοξης Χριστιανικής Παράδοσης, του τα υπέδειξε ο κληρικός Ε.Κ.» (γράφει ολόκληρο το όνομά του), τον οποίο και θερμώς ευχαριστεί!

 

Πώς, αλήθεια, ο ομοιοπαθητικός αυτός συγγραφέας, ύστερα από τα «μεταφυσικά του μεσαίωνα», βρέθηκε να ανακαλύπτει… προδρόμους της Ομοιοπαθητικής μεταξύ των Αγίων της Ορθοδόξου Εκκλησίας αλλά και στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού και στη θυσία Του επί του Σταυρού! Πρόκειται για μεταστροφή πεποιθήσεων ή για «χρησιμοποίηση» της πίστεως προς άλλες επιδιώξεις;

 

5. Ο ομοιοπαθητικός γιατρός Παναγιώτης – Σωκράτης Λουμάκης[18], εξ αφορμής άρθρου μου στο περιοδικό «Πειραϊκή Εκκλησία»[19], έγραψε σ’ αυτό τα εξής: «Υπάρχει αξιοσημείωτη ομοιότητα ανάμεσα στη θεραπευτική αρχή της Ομοιοπαθητικής και στον τρόπο, στη μέθοδο που ο Θεός επέλεξε για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους, να νικήσει δηλαδή τον θάνατο με τον θάνατο, να διαλύσει την φθορά με τη φθορά κ.λ.π. και - όπως συνεχίζει η επιστολή - … ο Θεός θέσπισε τον ομοιοπαθητικό νόμο ως συμβολισμό και απεικόνιση της βαθύτερης πνευματικής πραγματικότητας την οποία εγκαινίασε με τον Θάνατο και την Ανάστασή Του, με σκοπό τη σωτηρία μας»!

 

Δικαιούται, ύστερα από αυτά, να σκεφθεί κανείς: να θέλει άραγε τον Θεό και ως … ιδρυτή και θεμελιωτή της Ομοιοπαθητικής;

Μελετώντας κανείς τα μεταφυσικά των ομοιοπαθητικών, ανακαλύπτει και άλλα ενδιαφέροντα, πολλά δε και περίεργα:

 

α) «Η ψυχή – λένε – είναι μια φυσική οντότητα, η οποία ερευνάται από την επιστήμη, και καθημερινά προστίθενται καινούρια στοιχεία στη γνώση γύρω από αυτήν». Θεωρούν την ψυχή ως μια «ενεργειακή οντότητα… ένα είδος ενέργειας, από την οποία προέρχεται ο νους και το σώμα, με τη μεγαλύτερη στον νου και τη μεγίστη στο σώμα συμπύκνωση της ενέργειας». Και θα «πρέπει – λένε – να κινητοποιηθεί η ψυχική λογική για να κινητοποιήσει το… ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού»[4]. Προφανώς, πρόκειται για ιδιόμορφη αντίληψη περί ψυχής, δικής τους… εμπνεύσεως!

 

β) Πολλά τα «Μετά τα Φυσικά» παράδοξα της Ομοιοπαθητικής, στα οποία θα πρέπει να προστεθεί και η αντίληψή τους περί της «εξωτερικής εκείνης ζωτικής δύναμης», ή της «αδιευκρινίστου φύσεως, υπεύθυνης όμως, δύναμης» η οποία ρυθμίζει και την κίνηση των ουρανίων σωμάτων, τους γαλαξίες, το σύμπαν γενικά. Δεν υπάρχει κύτταρο (γράφει ο Kent[1]) στον ανθρώπινο οργανισμό που να μην  έχει την βούληση του, την νόησή του, την ψυχική ουσία του και την υλική ουσία του από την «απλή ουσία». Ο οποίος, ερμηνεύοντας την 9η παράγραφο του Hahnemann και αναλύοντας αυτή την «απλή ουσία», εξηγεί περί αυτής ότι, πρόκειται για «δυναμική ουσία που είναι προικισμένη με νοημοσύνη και κρατά σε τάξη τα πάντα, με συνεχή «εισροή» της από το πρώτο έως το τελευταίο πράγμα, και μέσα στον άνθρωπο, ως μια άυλη ζωτική αρχή ή απλή ενέργεια, που όμως δεν είναι ενέργεια, (σ.σ. τότε, τι είναι;), δίνοντας και νόηση και πνεύμα στα υλικά πράγματα, αφού μπαίνει παντού, και στα φάρμακά τους που τα ζωογονεί και σε κάθε υλικό σώμα[1]. Με την «απλή ουσία» όλα βρίσκονται σε αρμονία˙ και συνεχίζει: από αυτήν πηγάζει και ο συντονισμός «ώστε όλα να βρίσκονται σε τάξη μέσα στο σύμπαν, με την επενέργεια της «συμπαντικής» αυτής ουσίας, που τίποτε δεν μπορεί να την αλλάξει. «Αυτό το χάρισμα το έχει η Υπέρτατη Δύναμη, από την οποία ρέει συνεχώς ενέργεια από την πρωταρχική ουσία ως τα έσχατα, ώστε να τελειοποιούνται» (κατ’ ακριβή αντιγραφή από την σ. 63) [1], όμως «χωρίς καμμία σχέση με τον Θεό, με το Πνεύμα ή με τη Θεολογία», όπως αυτά τα γνωρίζουμε.

 

Τότε, όμως, με τι έχει σχέση αυτή η ζωτική δύναμη ενός υπερβατικού κόσμου[17],  «η προερχόμενη από κάποιο ενεργειακό πεδίο με ευρύτερη ενεργειακή δύναμη, η οποία διαπερνά και τα κύτταρα όλου του ανθρώπου»;[1,3,7β,8] Όλων αυτών, αξίζει μια στοιχειώδης, έστω, διερεύνηση.

 

 

16. Έχει σχέση με Ανατολικές Θρησκείες;

 

Υπάρχει, γράφει ο Γ. Βυθούλκας,[8] μια διαρκής ροή ενεργείας ανάμεσα στον άνθρωπο και στο «κοσμικό» ή «συμπαντικό» περιβάλλον, διαμέσου της ικανότητάς του να ανταλάσσει ενέργεια μ’ αυτό. Ο καθένας μας, κατ’ αυτόν, αποτελεί μια συσκευή που δέχεται και αποκρυπτογραφεί κοσμικά ενεργειακά κύματα, από τα οποία εξαρτάται η ύπαρξή μας και μάλιστα από την ικανότητά μας να ανταλλάσσουμε ελεύθερα ενέργεια με το περιβάλλον. Σ’ αυτή τη διαδικασία, παρεμβαίνει ο ομοιοπαθητικός θεραπευτής, ο οποίος πρέπει να είναι πολύ καλά καταρτισμένος, ώστε να βοηθήσει τον θεραπευόμενο να αποκτήσει αυτογνωσία και να εξαρθεί σε «απελευθέρωση» από τον εαυτό του. Για ν’ ανοίξει μ’ αυτόν τον τρόπο την ύπαρξή του στην επίδραση του «κοσμικού» (ή συμπαντικού) πεδίου και στην αποτελεσματική θεραπευτική αγωγή. Διότι τότε είναι που συντονίζονται οι συχνότητες, επιτυγχάνεται η συνήχηση και η καλύτερη δυνατή ποιότητα των δονήσεων[8]. Για την όλη αυτή διεργασία, ο ομοιοπαθητικός γιατρός συμπαρίσταται ως ένας «πνευματικώς μυημένος» συντονιστής. Όλα αυτά, όμως, δεν σας θυμίζουν και ρόλο «ιερέως» (κάποιου είδους ιερατείου) ως ενδιάμεσου ή ενός «μέντιουμ», για τη μεταβίβαση (όχι «Θείας Χάριτος» βεβαίως, αλλά) της «κοσμικής» ενέργειας του σύμπαντος («συμπαντικής»), αλλά και «παγκόσμιας συνείδησης»;

 

Όλη αυτή η διεργασία – λένε – (για να επανέλθουμε στο θέμα), «προϋποθέτει τη βίωση του θεραπευτή μέσα από διάφορες τεχνικές, παραδοσιακές και νέες, τις οποίες ο δυτικός θεραπευτής φαίνεται να αγνοεί». «Οι ενεργειακές δε τεχνικές, όπως η Ομοιοπαθητική, ο Βελονισμός, τα μασάζ, η Οστεοπαθητική, η κινησιολογία, οι Ραϊχικές τεχνικές, οι αναπνοές, το Τάι – chi, ο διαλογισμός, η Yoga, η Gestalt, νέες ψυχοθεραπευτικές τεχνικές του Maslow, του Groff, η Βιοενεργειακή, κ.α. (κατά τους ομοιοπαθητικούς, που δίνουν τη βεβαίωση, πως τα φαινόμενα όπως ο μαγνητισμός, η ακτινοβολία, η διαίσθηση του θεραπευτή, είναι γεγονότα αντικειμενικά) [7β] είναι οι χαρακτηριζόμενες και ως «νεο-εποχίτικες» θεραπευτικές, περί των οποίων στο επόμενο κεφάλαιο υπάρχει σχετικός σχολιασμός.

 

«Ο θεραπευτής θα πρέπει να κατανοήσει, ότι αποτελεί απλά έναν αγωγό, που μέσα από τη σύνδεσή του με τον άρρωστο, κινητοποιεί την θεραπευτική δύναμη της ζωής. Αυτό δε διότι, κατά την Κινεζική σκέψη του Τάο…. αν δεν συμπεριφερθούν κατά τον (απόλυτα σε κάθε περίπτωση) συγκεκριμένο τρόπο, θα διαταράξουν τις σχέσεις.  Και γι’ αυτό απαιτείται ως προϋπόθεση να έχει ασκηθεί ο ομοιοπαθητικός θεραπευτής στην εσωτερική ακρόαση (Γ. Βυθούλκας), για να μπορεί να βλέπει τον άρρωστο…. σαν ον που έχει ατομική και παγκόσμια συνείδηση…. «ώστε μέσα από την άσκηση να μπορεί να βιώνει όλο εκείνο το φάσμα των συναισθημάτων, που κλιμακώνεται από τη γαλήνη μέχρι την έκσταση»[7β].

 

Ο Γ. Βυθούλκας, στη Νέα Διάσταση της Ιατρικής[8], θέτει το ερώτημα: Είναι η ομοιοπαθητική ένα τελεολογικό σύστημα για την εξιλέωση του ατόμου από το Προπατορικό Αμάρτημα;

 

Και απαντά ο ίδιος ως εξής: «Προφανώς η ομοιοπαθητική δεν είναι για όλους σ’ αυτό το σύγχρονο κόσμο,…. αλλά για εκείνους που αισθάνονται μια βαθιά και επιτακτική ανάγκη να γνωρίσουν τον εαυτό τους, να αντιμετωπίσουν τις αδυναμίες τους και να τις ξεπεράσουν…. Αλλού δε προσθέτει: «Όταν ο ασθενής μάθει ότι οι διαταραχές της υγείας του αντικατοπτρίζονται και στη συνειδητότητά του, μπορεί καθώς προχωρεί η αγωγή του να συνεχίσει να παρακολουθεί την εσωτερική του κατάσταση και να μάθει μ’ αυτό τον τρόπο να έρχεται σε επαφή με την θεραπευτική ενέργεια της ζωτικής δύναμης, όπως ακριβώς οι γιόγκι μαθαίνουν να ελέγχουν τις “ακούσιες” διαδικασίες στο σώμα τους…. Με τον διαλογισμό και την αυτοσυγκέντρωση, [συνεχίζει],  μπορεί και μάλιστα σχετικά αιφνίδια, να εισέλθει σε μια νέα κατάσταση συνείδησης ή ακόμη και υπερσυνείδησης»[8]. Οπότε και η καλή συμπαντική ενέργεια ρέει ανεμπόδιστα για την…. «Τελείωσή» του, που είναι μια διαδικασία, μέσα από την οποία εξελίσσεται ολοένα και περισσότερο στο πνευματικό και το ψυχικό επίπεδο, πλησιάζοντας συνεχώς ολοκληρωμένα πρότυπα, όπως τα Θεία πρότυπα [8].

 

 

17. Επιστρατεύουν και τα….. όνειρα;

 

Τα όνειρα, κατά τον Γ. Βυθούλκα, είναι είτε συμβολικά είτε προφητικά… και λειτουργούν, ώστε να καθαίρουν τη «συσκευή» για να μπορεί η «συμπαντική» ενέργεια, σε μια διαρκή ροή, να την διαπεράσει χωρίς να συναντήσει τα εμπόδια, που έχουν δημιουργηθεί κατά την περίοδο της εγρήγορσης[8]. Αυτό, δε, γίνεται επειδή στον ύπνο «κολυμπάμε σε μια διαχεόμενη θάλασσα λεπτής ενέργειας». «Και θα πρέπει να μπορούμε με την αυτοΰπνωση να βγούμε από τον εαυτό μας, σε κατάσταση μάλιστα εκστασιασμού, ώστε να ερχόμαστε σε επικοινωνία άμεση με την συμπαντική αυτή ενέργεια, η οποία ελευθερώνει, λυτρώνει, αποκαλύπτοντας την Αλήθεια» (με το άλφα και πάλι κεφαλαίο). Και συνεχίζει: «Σε τέτοιες καταστάσεις, ανοίγει η ύπαρξη στην επίδραση του κοσμικού ή συμπαντικού πεδίου για αποτελεσματικότερη θεραπευτική αγωγή. Εδώ, επομένως, γίνεται συνδυασμός του διαλογισμού (γιόγκα) με την Ταοϊκή φιλοσοφία, για αρμονική συνεργασία, και την εμφάνιση, με τον συγκερασμό Ομοιοπαθητικής και Ταοϊσμού, ενός νέου τύπου ανθρώπου[8,24].

 

Ύστερα από αυτά, εντυπωσιάζει η αναφορά και μάλιστα από τον Γ. Βυθούλκα[8], προς τον οποίο παραλληλίζεται και ο Winer[33], στην ποικιλία των ονομάτων, υπό τα οποία φέρεται η «κοσμική» ή «συμπαντική» αυτή ενέργεια, κατά συνέπεια δε, και οι σχέσεις τους με την Ομοιοπαθητική:

Πράνα, από τους Ινδουιστές,

Θεραπευτική Δύναμη, από τον Ιπποκράτη,

Magnale, (Ειδαίον), από τον Παράκελσο,

Alcahest, από τον Βαν Χέλμοτ,

Αστρικό Φως, από τους Καββαλιστές,

Azorth, από τους Αλχημιστές,

Spiritus, από τον Fludd,

Οσμική Δύναμη, από τον Ράϊχενμπαχ,

Ζωικός Μαγνητισμός, από τον Μέσμερ,

Αιθερική Ενέργεια ή Βιοενέργεια, από τους μυστικιστές,

Ζωτική ενέργεια ή Ζωική Δύναμη, από τους Βιταλιστές (σ.σ. και Ομοιοπαθητικούς),

Οργόνη, από τον Ράϊχ,….. και άλλα, και άλλα.

 

Όλα αυτά ενεργούν με την «κοσμική» ή «συμπαντική» (δύο έννοιες ταυτόσημες) ενεργειακή δύναμη, η οποία μπαίνει με διαρκή ροή παντού, είναι πανταχού παρούσα ως η «άπειρη σοφία της Φύσης», αλλά δεν είναι ο προσωπικός Θεός. Αναγνωρίζεται επομένως ως θεότητα η Φύση,  με μια «πανθεϊστική» αντίληψη, η οποία «σκέπτεται», διαθέτει «σοφία» -και μάλιστα «άπειρη»- και είναι, μαζί με τόσα άλλα, και η «ενεργειακή θεραπευτική δύναμη». Έχουν άδικο λοιπόν όσοι αναγνωρίζουν στην Ομοιοπαθητική τα χαρακτηριστικά μιας ειδωλολατρίας της Φύσεως και ενός Παγανισμού, ή Ειδωλολατρικού Πανθεϊσμού;

 

 

18. Από μια Εκκλησιαστική Ημερίδα.

 

Σε πρόσφατη Θεολογική και Ιατρική Ημερίδα, με θέμα: «Η παραϊατρική δράση της Νέας Εποχής υπό το φως της Ορθοδοξίας και της Ιατρικής», από την Ιερά Μητρόπολη Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου, την 31 Μαρτίου 1996 [20], έγιναν ενδιαφέρουσες τοποθετήσεις σχετικά με τις «ολιστικές θεραπευτικές μεθόδους,  μεταξύ των οποίων και η Ομοιοπαθητική[21,22,23]. Από τα πρακτικά της Ημερίδας, αντιγράφονται μερικά αποσπάσματα, από δύο εισηγήσεις:

 

1. Του ιερομόναχου Αρτεμίου Γρηγοριάτη (και «αριστούχου» Χημικού Πανεπιστημίου Αθηνών), με θέμα: «Ολιστική Ιατρική»[21], (υπό τις ευλογίες του Ηγουμένου της Μονής Γρηγορίου του Αγίου Όρους, Αρχιμανδρίτου π. Γεωργίου Καψάνη). Είπε μεταξύ άλλων: …. «Στο ολιστικό μοντέλο φαίνονται όλα γλαφυρά και όμορφα…. …..Πρόκειται για ένα παγανιστικό κίνημα…. Στους “νέο-εποχίτες”, όπως και για τους ανατολικούς λαούς, ο Θεός ταυτίζεται με τον κόσμο…Θεός είναι η “συμπαντική συνείδηση”[25]…. Ο Θεός δεν είναι ο δημιουργός, αλλά ο νους του σύμπαντος…. Συνιστούν το βιοενεργειακό μασάζ, τη χειροπρακτική, τη βοτανοθεραπεία….τη ρεφλεξολογία, την ομοιοπαθητική, τη γιόγκα, τον υπνωτισμό, τον βελονισμό, την ιριδολογία,… την χρωματοθεραπεία, την μακροβιοτική,…» και άλλα! «Όλες αυτές οι «εναλλακτικές μέθοδοι» στηρίζονται στη βασική ιδέα ότι κάθε άνθρωπος είναι φορέας της «συμπαντικής ενέργειας»[25], δηλαδή της θεότητας, σύμφωνα με τους μυστικιστές. Αυτή την ενέργεια ονόμασαν «βιοενέργεια» οι οπαδοί της «Οργονομίας»[23] του Βίλχελμ Ράϊχ και «ζωτική δύναμη» οι ομοιοπαθητικοί. Κατά συνέπεια, «ο θεραπευτής ελευθερώνει» αυτή την βιοενέργεια και ο άνθρωπος αισθάνεται… υγιής. Συγχρόνως, μιλούν για «κραδασμούς, συντονισμούς, ροή ενέργειας» κ.λπ.

 

Και διερωτάται κάποια στιγμή ο Μοναχός Αρτέμιος Γρηγοριάτης: «Το πρόβλημα εδώ ξεκινά από το πώς ο θεραπευτής ελευθερώνει τη βιοενέργεια. Διότι, πέρα από τον φυσικό τρόπο για την παρασκευή βοτάνων, χαπιών ή για την δακτυλοσυμπίεση ή βελονισμό ή γενικώς για κάθε θεραπεία εναλλακτική, χρησιμοποιούνται συνήθως και κάποιες φράσεις, επωδές, επικλήσεις και προσευχές. Και ασφαλώς δεν απευθύνονται στον Χριστό, ή στην Αγία Τριάδα, αλλά στην “συμπαντική ενέργεια”». Προσθέτει και το ερώτημα: «Τι άλλο μπορεί να χαρακτηρισθεί αυτό, παρά εισαγωγή στον μυστικισμό και στην πολυθεΐα;» Για να καταλήξει: «Κόσμος χωρίς τον Λόγο Χριστό, είναι τεμαχισμένος, διότι τίποτε άλλο δεν συνδέει τα όντα σε μια καθολική και έλλογη ενότητα, σε μια “ολιστική ” ενότητα!... Οι άγιοι πατέρες με κέντρο τον Χριστό ήσαν ολιστικοί, ήσαν πανεπιστήμονες…. Στην Ορθοδοξία, δεν υπάρχει καμιά συμπαντική ενέργεια μέσα στη φύση, καμμιά παγκόσμια συνείδηση, καμμιά “βιοενέργεια”, όπως αυτή των νεο-εποχιτών. Υπάρχουν οι άκτιστες ενέργειες του Θεού».

 

2. Ο παιδοψυχίατρος Αρχιμανδρίτης π. Αντώνιος Στυλιανάκης [22], στην εισήγησή του με θέμα: «Ψυχολογική θεώρηση των εναλλακτικών θεραπειών», απήντησε στα εξής τρία ερωτήματα: «α) τι είναι αυτό που κάνει σήμερα τους ανθρώπους να απευθύνονται ολοένα και περισότερο στην εναλλακτική θεραπευτική, β) αν είναι δυνατόν να εξηγηθούν, ψυχολογικά, θεραπείες στο χώρο αυτό και, γ) αν ένας χριστιανός μπορεί να δοκιμάζει χωρίς κίνδυνο τις θεραπείες αυτές. Συνοψίζοντας τις απαντήσεις, προκύπτουν τα εξής από την εισήγησή του:

 

α) Μια κατηγορία ανθρώπων που απευθύνονται στους εναλλακτικούς, είναι απογοητευμένοι από την κατάσταση της ασθένειας και πιστεύουν ότι τα περιθώρια βοήθειας στην ιατρική είναι πολύ στενά. Μελετώντας κανείς τις θεωρίες και τις επαγγελίες των θεραπειών αυτών διαπιστώνει ότι : 1ον) απευθύνονται, όπως λένε, σε ολόκληρο τον άνθρωπο (ολιστική θεώρηση) σαν σώμα, νου και ψυχή. Τι αντίκτυπο όμως μπορεί να έχει [ερωτά], στο ευρύ κοινό η ιδέα ότι μπορεί μια κάψουλα να θεραπεύσει και την ψυχή, αφού η θεραπεία είναι ολιστική; Μιλάμε δηλαδή – αποφαίνεται – για μια δαιμονική, εφεύρεση πρώτης γραμμής!

 

Προσθέτει δε: μιλάνε για δυνάμεις, που ουσιαστικά κάνουν θαύματα, είτε αυτές προέρχονται από το σύμπαν (Κοσμική δύναμη) είτε από τον άνθρωπο (ζωτική δύναμη). Και γιατί να μην είναι δυναμοποιημένο και το νερό που πέφτει φυσικά από τους καταρράκτες…;  Παρακάμπτοντας δε όπως είπε, «τον αποκρυφισμό, που φαίνεται απροκάλυπτα σε πολλές περιπτώσεις», επικεντρώθηκε στην ομοιοπαθητική περισσότερο, «επειδή φαίνεται η πιο αθώα και έχει ευρεία διάδοση, ασκείται από γιατρούς και δεν έχει ανάγκη από άλλα πιστοποιητικά για να δράσει ανενόχλητα». Επιγραμματικά αποφάνθηκε: «Η ομοιοπαθητική είναι κομπογιαννιτισμός με λίγα στοιχεία ιατρικής ή ψυχιατρικής ή υποβολής». Αρκεί πάντως, προσέθεσε, να σκεφθούμε ότι ο κ. Γ. Βυθούλκας, θεμελιωτής της ομοιοπαθητικής στην Ελλάδα, δεν γνώριζε καθόλου ιατρική αφού υπήρξε πολιτικός υπομηχανικός. Ανέφερε παραδείγματα της συμπεριφοράς αρρώστων, που ζητούν στο φάρμακο την «μαγική» λύση και υπενθύμισε το «ιαματικό νερό του Καματερού», που θεράπευε ακόμη και καρκίνους, για να πει ότι «με παρόμοιο τρόπο δρα συνήθως και το ομοιοπαθητικό φάρμακο». Και επεσήμανε: «κατά βάθος μερικοί το ξέρουν, θέλουν όμως να πιστεύουν στη θεραπεία με το “μαγικό” φάρμακο, απωθώντας τα άλλα προβλήματα, και τα ψυχολογικά, που έχουν». Διότι «πιο εύκολο είναι να καταπιείς μια κάψουλα, παρά να μιλήσεις για τραυματικές εμπειρίες πρόσφατες ή και παιδικές. Το πρώτο θα σε κάνει έναν ικανοποιητικό πελάτη της εναλλακτικής θεραπευτικής». «Έτσι  [προσέθεσε] ο ομοιοπαθητικός γίνεται άθελά του και ψυχίατρος και υποτίθεται, ότι θεραπεύει «πάσαν νόσον», φοβίες, κατάθλιψη, νευρώσεις, κ.λπ. έστω και αν δεν ειδικεύθηκε σε καμμία ειδικότητα της ιατρικής! Αυτό είναι αρκετά παράδοξο  [συνόψισε ] αν το καλοσκεφτεί κανείς!»

 

Επανερχόμενος στην δήθεν «ολιστική» αντιμετώπιση του ανθρώπου, έθεσε το εξής ερώτημα: «Πέστε μου τώρα εσείς αν, και άθελά του ακόμη, ο άνθρωπος δεν μπαίνει σιγά-σιγά σε ένα αποκρυφιστικό κανάλι, έστω και αν ο γιατρός του είναι Χριστιανός Ορθόδοξος». Και, αφού ανέφερε συγκεκριμένες περιπτώσεις κατέληξε: «Να και γιατί η εξάσκηση της νέας ιατρικής (αντι-ιατρικής θα την έλεγα) δεν είναι ακίνδυνη, όπως χαίρονται να διαδίδουν,….και δεν αρκεί να λες ότι βλέπεις συνολικά τον άνθρωπο πρέπει να ξέρεις κιόλας να το κάνεις, και η εναλλακτική θεραπευτική δεν μπορεί να το κάνει, απλά διότι δεν ξέρει!.... Αν διαβάσει κανείς τα ομοιοπαθητικά κείμενα, θα βρει περισσότερη θεωρία και δόγματα, παρά επιστήμη».

 

«Το φαινόμενο της ομοιοπαθητικής – συνέχισε ο πατήρ Αντώνιος Στυλιανάκης – έχει και πνευματικές επιπτώσεις από τη στιγμή που ο χριστιανός γνωρίζει ή απλά υποψιάζεται ότι παίρνει νεράκι δυναμοποιημένο – ταρακουνημένο, αντί για φάρμακο, και περιμένει από κάποια μυστηριώδη “δυναμοποίηση” να του δώσει τη θεραπεία. Ξέρω, είπε, ότι στο σημείο αυτό ίσως αγανακτήσουν μερικοί, λέγοντας ότι εμείς πήγαμε στην ομοιοπαθητική αλλά δεν σκεφθήκαμε έτσι…. οπότε, όπως τόνισε, εδώ είναι η μεγάλη παγίδα, που νομίζω δεν την είδαν και αρκετοί πνευματικοί, που ενθαρρύνουν τα τέκνα τους προς την ομοιοπαθητική, παρασυρόμενοι από το ανθρωπιστικό της προσωπείο». Επειδή δε αναφέρονται και «επώνυμοι» γέροντες, ως υπέρ της Ομοιοπαθητικής, ο πατήρ Αντώνιος παρέθεσε στην εισήγησή του τα εξής:

 

«Πριν λίγους μήνες ήμουν στο Άγιον Όρος και με ικανοποίηση έμαθα από αξιόπιστο μοναχό, επιστήμονα, ότι και ο γέρων Παΐσιος χαρακτήριζε τα ομοιοπαθητικά φάρμακα σαν δαιμονικό υποκατάστατο του αγιασμού και δεν δέχονταν αυτού του είδους θεραπείες.»

 

Επίσης, ανέφερε,  «είναι χαρακτηριστικό, ότι και ο άγιος γέρων Πορφύριος, δεχόταν μόνο την κλασική ιατρική και όχι τις λεγόμενες εναλλακτικές θεραπείες». Προσέθεσε δε : «τα λέω αυτά επειδή συχνά χρησιμοποιείται το επιχείρημα ότι και το Άγιον Όρος δέχεται την ομοιοπαθητική».

 

Ο πατήρ Αρτέμιος Γρηγοριάτης, στη δευτερολογία του, είπε και τα εξής: κάποιο πνευματικοπαίδι του, συμβουλεύθηκε τον γέροντα Πορφύριο, για το αν θα έπρεπε να ακολουθήσει η γυναίκα του την μέθοδο της ομοιοπαθητικής και η απάντησή του ήταν: «Όχι. Να μην πάτε σ’ αυτούς. Διότι θα της δώσουν κάποια ύποπτα χάπια. Τα μεν μικρά χάπια, είναι ακίνδυνα. Όμως το μεγάλο χάπι, που θα της δώσουν, είναι παραγγελία από εργοστάσιο της Ολλανδίας και έχει διαβαστεί από μάγους.

 

 

19. Επίλογος

 

Για την ιατρική, αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα του κάθε ανθρώπου, λόγω του αυτεξουσίου και του δικαιώματος της αυτοδιαθέσεως, να ακολουθεί τη θεραπευτική μέθοδο της επιλογής του. Ουδείς ψόγος. Όμως:

 

1. Η Ομοιοπαθητική δεν ικανοποιεί τους όρους και τις προϋποθέσεις για να μπορεί να χαρακτηρισθεί ως Θετική Επιστήμη, όπως είναι η Ιατρική. Κάνει, επομένως, εκμετάλλευση της ιατρικής ιδιότητας, αλλά και αντιποίηση, όταν εφαρμόζεται, όπως και γίνεται, από ανθρώπους που δεν εσπούδασαν, δεν είναι, και «δεν χρειάζεται» όπως γράφουν, να είναι γιατροί[1,3,4,8]. Προσελκύει όμως μεταξύ των ευπίστων, που και εύκολα αυθυποβάλλονται ή εκείνων οι οποίοι φοβούνται τα φάρμακα ή έχουν παράπονα από την κλασική ιατρική, και πείθονται από τις άνετα προσφερόμενες υποσχέσεις, με το «χαμόγελο» της αυτοπεποιθήσεως, όπως κάποιοι τους περιγράφουν.

 

2. Παραμένει βεβαίως η ομοιοπαθητική μια αναπόδεικτη θεωρία, βασισμένη στην αυταπάτη του Hahnemann περί των «ομοίων», και στη «δυναμοποίηση» - φάντασμα του «μηδενός» της ομοιοπαθητικής ουσίας που, μετά τις τόσες αραιώσεις, δεν έχει μείνει ούτε μόριο από αυτήν στο μείγμα ή στο διάλυμα – μια δεύτερη αυταπάτη, αυτό. Με την «μυστηριώδη» όμως αυτή δυναμοποίηση, απελευθερώνεται, τάχα, η «εξωτερική ενεργειακή δύναμη», για να επιδράσει ως «μαγική ιαματική ενέργεια», (όπως ο ίδιος ο Hahnemann την χαρακτηρίζει) στην «εσωτερική ενεργειακή ζωτική δύναμη», που είναι η «βιοενέργεια», δηλαδή, μέρος της «Συμπαντικής Ενέργειας», κατά τους «Νέο-Εποχίτες», (χωρίς δε ουδεμία σχέση με τη σημασία που η επιστήμη της Βιολογίας, δίνει στον όρο αυτόν). Έχει όμως σχέση με τα «γιν» και τα «γιανγκ» του «Ταοϊσμού», στην προσπάθεια για την επίτευξη μιας «δυναμικής εξισορρόπησης» μεταξύ των δύο αυτών «δυναμικών»[25].

 

3. Η Ομοιοπαθητική όμως, δεν ευσταθεί ούτε και ως Φιλοσοφία, επειδή της λείπει «η ορθή χρήση της λογικής», μαζί με τα τόσα άλλα.

 

4. Η Ομοιοπαθητική, με τις περίεργες «ολιστικές» της θεωρίες, έχει προχωρήσει ακόμη περισσότερο και, εκ των πραγμάτων, έχει μεταφυσικές προεκτάσεις, έστω και αν οι ασχολούμενοι με αυτήν τις αρνούνται ή οι προσφεύγοντες στην ομοιοπαθητική δεν τις γνωρίζουν ή δεν τις αντιλαμβάνονται. Διότι θεμελιώνεται στη λειτουργία μιας Παγκόσμιας Υπερβατικής Ενεργειακής Δυνάμεως, η οποία, σύμφωνα με τις «ολιστικές» αντιλήψεις: α) κινεί το Σύμπαν και «διαπερνά τα κύτταρα όλου του οργανισμού του ανθρώπου», β) μπαίνει και μένει «κρυμμένη» και αποκοιμισμένη» (η ενεργειακή αυτή «ζωτική δύναμη»), σε ουσίες από τις οποίες, γ) «απελευθερώνεται με την ενεργοποίηση» οπότε, δ) συντελείται το θεραπευτικό «θαύμα» με την «μυστηριώδη» και για τους ίδιους, και «μαγική» κατά τον Hahnemann, αυτή «δύναμη», που εξακολουθεί να αποτελεί και γι’ αυτούς το «μεγάλο επιστημονικό παράδοξο», ε) ενεργεί ως δύναμη του «καλού» η «εξωτερική αυτή ζωτική δύναμη», αποκαθιστώντας την διαταραγμένη «εσωτερική ζωική δύναμη», που είναι το «μίασμα», το «κακό», η αρρώστια, και στ) «βοηθά στο να εξαλειφθεί το κακό από τον άνθρωπο και στην πνευματική τελείωση του κόσμου»…

 

Ένας γιατρός, επομένως, δικαιούται, αλλά και υποχρεούται, να διερωτηθεί: Τι, τέλος πάντων, είναι η «ομοιπαθητική;»[19,26]. Να προχωρήσει δε, ως ένας σκεπτόμενος άνθρωπος, ακόμη περισσότερο και να θέλει να βρει απάντηση επί των εξής:

 

1. Τα της ομοιοπαθητικής, θυμίζουν κάπως θρησκείες των δυνάμεων του «Καλού» και του «Κακού», του «Φωτός» ή του «Ηλίου» από το ένα μέρος, και του «Σκότους» από το άλλο, ανταγωνιζόμενες μεταξύ τους, ώστε να την χαρακτηρίζουν κάποιοι ως «Μανιχαϊσμό». Άλλοι την βλέπουν ως «Παγανισμό» (ειδωλολατρία), ενώ άλλοι ως «Αποκρυφισμό», επειδή και στα λεξικά ακόμη, η έννοιά της αναφέρεται ως: η ασχολία περί τας αποκρύφους δυνάμεις και της φύσεως και του πνεύματος, «απόκρυφος» δε ο από των άλλων κεκρυμμένος, ο τηρούμενος μυστικός, ώστε με τα τόσα «μυστικά» και «μυστηριώδη»  και «αποκεκρυμμένα» της «ενεργειακής δυνάμεως» στα ομοιοπαθητικά φάρμακα, θα έπρεπε να χαρακτηρισθεί η ομοιοπαθητική και «Αποκρυφισμός» και «Μυστικισμός». Μάλιστα δε Ανατολικός Μυστικισμός, πανθεϊστικών αντιλήψεων, ο οποίος εισάγεται από τους «Νεο-Εποχίτες» στην Επιστήμη[21,23,25,27], συνάμα προσφέροντας και το ανάλογο φιλοσοφικό πλαίσιο από τον Βουδισμό, τον Ινδουισμό και τον Ταοϊσμό. [21,24,25] Και  το ερώτημα: Τι είναι η Ομοιοπαθητική, από όλα αυτά;

 

2. Γιατί, όμως, και οι τόσες αναφορές σε Αγίους[4] και Πατέρες της Ορθοδόξου Εκκλησίας; Πρόκειται για παρερμηνείες απλώς ή παρανοήσεις των κειμένων, ή μήπως υποκρύπτουν και κάποιες…. «σκοπιμότητες»;

 

3. Είναι μεν παιδαριώδης η διατύπωση, ότι «ο Θεός θέσπισε τον ομοιοπαθητικό νόμο». Μήπως όμως μετεξελίσσεται η ομοιοπαθητική και σε….Θρησκεία; Ιδρυτής της τότε θα ετίθετο ο Χριστός και πρωταπόστολος ο…. Hahnemann. «Βλάσφημο» θα πει κανείς ۠ και πολύ δικαιολογημένα. Ίσως όμως και…. «θράσος» τους. Μήπως ο Χάμπαρτ (L. Ron Hubbard), την Σαηεντολογία του (Scientology – Επιστημονισμός) δεν την ανήγαγε σε «Εφηρμοσμένη Θρησκευτική Φιλοσοφία»; Με Ναούς και Εκκλησίες και θρησκευτική Ιεραρχία;

 

4. Είναι ευρέως διαδεδομένο, πιθανόν και σκοπίμως, ότι… «το Άγιον Όρος είναι υπέρ της Ομοιοπαθητικής». Σε ραδιοφωνικό ρεπορτάζ από τον Ραδιοφωνικό Σταθμό της Εκκλησίας της Ελλάδος, που μεταδόθηκε στην εκπομπή του πατρός Κωνσταντίνου Στρατηγοπούλου στις 27/11/1994, δύο Αγιορείτες Μοναχοί, των οποίων δεν αναφέρθηκε όνομα, είπαν ότι: «Η ομοιοπαθητική ιατρική προσιδιάζει στον Μοναχισμό, διότι προσεγγίζει περισσότερο στην Αγιορείτικη Παράδοση…. και στο Χριστιανικό και Εκκλησιαστικό στοιχείο, περισσότερο από την άλλη ιατρική». (Προς επίρρωση δε, ανέφεραν και την περίπτωση του γέροντα τους, ο οποίος…. έγινε γρήγορα και τελείως καλά με την ομοιοπαθητική). Ατύχως, δεν ακούσθηκαν κατά την ανωτέρω εκπομπή (ενώ είχαν καταγραφεί) οι απόψεις των άλλων μοναχών. Νομίζω όμως ότι, επ’ αυτού, είναι αρκετά τα όσα αναφέρθηκαν στο προηγούμενο κεφάλαιο[21,22], για το Άγιον Όρος, για τον Πατέρα Παΐσιο και για τον Πατέρα Πορφύριο, των οποίων τα ονόματα τόσο πολύ έχουν κακομεταχειρισθεί οι ομοιοπαθητικοί. Ειδικότερα όμως για τον Γέροντα Πορφύριο (τον οποίο είχα και εγώ την ευλογία να γνωρίζω από το 1964, σχετικά με τις θέσεις του για την ομοιοπαθητική, γράφει κάτι περισσότερο ο εκ των θεραπόντων του, επίκουρος καθηγητής καρδιολογίας, Γ. Παπαζάχος[34].

 

Το παρόν πόνημα εγράφη με αίσθημα ευθύνης και επίγνωση του ιατρικού καθήκοντος, για αντικειμενική παράθεση δεδομένων και μαρτυριών. Έγινε και σχολιασμός των όσων στα βιβλία εξεχόντων ομοιοπαθητικών αναγράφονται ως πεποιθήσεις των, μάλιστα δε υπό μορφήν ερωτημάτων τα περισσότερα, όπως και αλλού [19,28-30]. Για τα «επέκεινα» όμως της Επιστήμης, για τα «Μετά τα Φυσικά» της Ομοιοπαθητικής, ο ρόλος ανήκει στην Διοίκηση της Ορθοδόξου Εκκλησίας, αλλά και στην Ορθοδοξία γενικότερα. Και θα πρέπει, εκτός από την Ιατρική, να αναλάβει και η Εκκλησία το μερίδιο της ευθύνης, που της ανήκει, από την πρόκληση που της γίνεται εκ μέρους της Ομοιοπαθητικής. Διότι… «έκαστος εφ’ ω ετάγη»! Είναι για τους Ταγούς της Εκκλησίας και ζήτημα χρέους, να ενημερώσουν, εκείνοι, καταλλήλως τους πιστούς Της!.... για τα «επέκεινα»και τα «Μετά τα Φυσικά» της Ομοιοπαθητικής.

 

Εν τω μεταξύ,… «αλωνίζουν» οι της ομοιοπαθητικής, βρίσκοντας ελεύθερο πεδίο δράσεως και μεταξύ ευπίστων, σε αμειγώς ορθόδοξα  χριστιανικά έντυπα, ώστε να προβάλλουν ανέτως και από εκεί τις θέσεις τους. Μερικοί μάλιστα αναφέρονται σ’ αυτά και ως πιστά τέκνα της Εκκλησίας. Άλλοι αναφέρουν και … «Δεσποτάδες, που πάνε στην Ομοιοπαθητική» ή «πνευματικούς (ελέχθησαν και ονόματα!) που στέλνουν τα πνευματικοπαίδια τους σε γιατρούς της ομοιοπαθητικής», που είναι και «άνθρωποι της Εκκλησίας». Παρουσιάζουν δε και σε επίσημα δημοσιεύματά τους ότι…το Άγιον Όρος, κυριολεκτικώς, κατέχεται από την Ομοιοπαθητική (Βλέπε: Ορθόδοξος Τύπος, 15.3.1996. Η Εκκλησία, βεβαίως, θα κάνει επ’ αυτών ό,τι εκείνη κρίνει σωστό, προς διαφύλαξη και του κύρους της. Είναι δικό της το θέμα.

 

Εις ό,τι όμως αφορά την Επιστήμη της Ιατρικής, ας λεχθεί και τούτο: Όλο και συχνότερα αναφέρονται οι Ομοιοπαθητικοί σε «αλληλοσυμπλήρωση» με την άλλο-παθητική ή ετερο-παθητική ή αντι-παθητική, όπως χαρακτηρίζουν την κλασική επιστημονική ιατρική (Βλέπε και «το θέμα της ημέρας», στο Dental Forum / 21 – 1995). Στο «Νέο Μοντέλο» (…ιατρικής) το οποίο προτείνουν[8], είναι εμφανές ότι ασπάζονται εκθύμως τις φιλοσοφικές αντιλήψεις των «Νεο-Εποχιτών», και συμπλέουν προφανώς με τον Capra[25] στην «αλληλοσυμπλήρωση» (αντί του πολέμου και της αντιπαραθέσεως), μεταξύ των ανατολικών θρησκειών (ιδιαίτερα του Ταοϊσμού), και της δυτικής επιστήμης. Προφανώς, κάτι ανάλογο διανοούνται και για την «αλληλοσυμπλήρωση» ή την «συνύπαρξη», περί της οποίας συχνά ομιλούν. Ποιων, «πραγμάτων» όμως; Διότι: από το ένα μέρος, υπάρχει η επιστημονικώς αστήρικτη και αναπόδεικτη θεωρία της Ομοιοπαθητικής, δομημένη στην αυταπάτη του Hahnemann περί των «ομοίων», μαζί με την (και για τους ίδιους) «μυστηριώδη» (και «μέγα επιστημονικό παράδοξο») και «μαγική ιαματική ενέργεια» του «δυναμοποιημένου» φαρμάκου – φάντασμα, (δεύτερη αυτή αυταπάτη – «νόμος» του Hahnemann). Ενώ, από το άλλο μέρος στέκεται η θεμελιωμένη βήμα προς βήμα και δια των αιώνων, συνεχώς δε ανανεούμενη και αναθεωρουμένη βάσει των ανακαλύψεων και των επιτευγμάτων των συναφών επιστημών, Κλασική Επιστημονική Ιατρική! Είναι ποτέ δυνατόν μια τέτοια «θεραπευτική», του «τίποτε» της ουσίας και του «μηδέν» της ενεργείας-φάντασμα, να έχει μια οποιαδήποτε σχέση με την Ιατρική Επιστήμη;

 

 

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

 

Α) Για όλα αυτά, «πολεμήθηκε» από τους συγχρόνους του ο Hahnemann και, όπως γράφει, «υπέφερε πολλές καταδιώξεις» (αφ.265)[1]. Εξαιτίας αυτών και το άγριο μένος και η πολεμική εναντίον της κλασικής ιατρικής εκ μέρους του, (συνεχίζεται όμως και από τους οπαδούς του), με λοιδωρίες, ειρωνείες και χλεύη, άλλοτε με υπερφίαλη αλλαζονεία, πάθος και μισαλλοδοξία (φθάνοντας μερικοί να γίνονται και…. «βασιλικότεροι του βασιλέως»)!

 

Β) Μελετώντας κανείς τα φάρμακά τους, ιδίως τον τρόπο παρασκευής τους (που κατά τους «κανόνες» του Hahnemann πρέπει να πραγματοποιείται από τον ίδιο τον ομοιοπαθητικό που έχει τον άρρωστο), βρίσκεται συνεχώς προ εκπλήξεων: για την ποιότητα, την καθαρ(ι)ότητα κατά την Παρασκευή, την αλχημικότητα (παράδειγμα το Causticum που «εκτίθεται σε κόκκινη πηγή θερμότητος» όπως το θέλει ο Hahnemann, «χημικός με άριστα προσόντα και μεγάλη επίγνωση της αλχημείας» κατά τον Βυθούλκα˙ του οποίου Causticum, κατά τον Winer, … «η σύνθεση και η ισχύς είναι αβέβαιη»[33]). Εκπλήσσεται όμως κανείς ακόμη περισσότερο όταν μελετά τα «νοσώδη» [33] τα εκ του ζωικού βασιλείου: Το Lachesis, π.χ., από ένα δηλητηριώδες φίδι (το φίδι «συμβολίζει την αρχέγονη ενέργεια της ζωής»), το ανακάλυψε ο μεγάλος ομοιοπαθητικός Hering στην Ολλανδική Γουιάνα όπου ζάλιζε δηλητηριώδη φίδια κτυπώντας τα στο κεφάλι, έβγαζε το δηλητήριό τους πάνω σε λίγη ζάχαρη και ρουφούσε ο ίδιος ένα μέρος του. Έτσι και με το Lachesis. Όταν συνήλθε από την βαρειά δηλητηρίαση που έπαθε, …. «η γυναίκα του, του περιέγραψε όλα τα συμπτώματα που είχε παρουσιάσει». Έτσι έγινε και η «δοκιμή, το «Proving» του νέου φαρμάκου. Στα «νοσώδη» ζωικά συμπεριλαμβάνεται και η Lyssin από το σάλιο λυσσασμένου σκύλου, για τη λύσσα, και πολλές άλλες «νοσηρές ύλες». H Cantharis (κανθαρίδα, ισπανική μύγα) παρασκευάζεται από το χαλκοπράσινο σκαθάρι (αναφερόμενο από παλιά ως αφροδισιακό – από τους ομοιοπαθητικούς για διάφορα άλλα, όπως νεφροπάθειες), στο οποίο έχουν αποδοθεί πολλοί θάνατοι παλαιότερα.[33]

 

Κατά την καθηγήτρια φαρμακογνωσίας Αικ. Χαρβάλη, στα εκ του ζωικού βασιλείου συμπεριλαμβάνονται: α) Ολόκληρα ζώα, συνήθως νωπά, με εξαίρεση κάποιων μεταξύ των οποίων και οι κανθαρίδες που αποξηραίνονται και χρησιμοποιούνται ως σκόνη, β) αδένες και εκκρίσεις τους, γ) τοξίνες μικροβίων, δ) βιολογικά δείγματα από τον ίδιο τον άρρωστο π.χ. πύον, από διάφορα όργανά του. Όλα αυτά, κατ’ απαίτηση του Hahnemann, οφείλει να τα παρασκευάζει ο ομοιοπαθητικός….  μόνος του και, (ας μη το ξεχνούμε) για κάθε άρρωστο …. ξεχωριστά. Η παράβαση του  «κανόνα» θεωρείται «ασέβεια» προς τον … περίπου «θεοποιηθέντα από τους διαδόχους του… Μέγα Hahnemann!!!

 

Γ) Το 1881, ο Ιταλός φυσικός Αμαντέο Αβογκάντρο απέδειξε ότι ένα γραμμομόριο, δηλαδή το μοριακό βάρος οποιασδήποτε ενώσεως ή στοιχείου εκπεφρασμένο σε γραμμάρια, περιέχει 6 Χ 1023 μόρια. Είναι δε επιστημονικώς παραδεκτό ότι, μετά την αραίωση στην 10η δύναμη, δεν περιέχεται πλέον ούτε μόριο της ουσίας, σ’ αυτήν.    

 

Δ) Η Ομοιοπαθητική στην Ελλάδα, κατά τον Πρόεδρο του 4ου Συνεδρίου Ομοιοπαθητικής, γεννήθηκε ουσιαστικά με τη συνάντηση του Γ. Βυθούλκα και της Ειρήνης Μπαχά, στην Ελβετία. Τότε που ο Γ. Βυθούλκας συνόδευε ως προσωπικός γιατρός του (σ.σ. χωρίς ουδέποτε βεβαίως να έχει σπουδάσει ιατρική), τον Ινδό φιλόσοφο Κρισναμούρτι, στις περιοδείες του και στην Ευρώπη. Η Ειρ. Μπαχά, νευρολόγος – ψυχίατρος, ως θαυμάστρια της θεωρίας του Κρισναμούρτι, πήγε στην Ελβετία για να παρακολουθήσει τις διαλέξεις του. Εκεί, κατά τον Πρόεδρο του ανωτέρω Συνεδρίου, έγινε η μοιραία συνάντησή της με τον Γ. Βυθούλκα (σ.σ. μήπως… «γλώσσα λανθάνουσα τ’ αληθή λέγει»;). Μέχρι δε τον θάνατό της ήταν ο αντιπρόσωπος του Krisnamurti Foundation στην Ελλάδα.[7] Πάντως, ο Γ. Βυθούλκας χαρακτηρίσθηκε τότε «γεννημένος για την ομοιοπαθητική», και, κατά το οπισθόφυλλο του ομώνυμου βιβλίου του[3], «είναι κορυφαίος ομοιοπαθητικός, από τους διασημότερους αναμορφωτές της ομοιοπαθητικής κατά τον 20ο αιώνα»…. «οι μελέτες και οι έρευνές του παρουσιάσθηκαν σε διεθνή συνέδρια»… ίδρυσε, (- και τι δεν ίδρυσε (!)… ο πολιτικός αυτός υπομηχανικός, μη γιατρός μεν, αλλά «Βασιλιάς της Ομοιοπαθητικής», κατά το ανωτέρω οπισθόφυλλο. Έγραψε δε και βιβλίο ολόκληρο[8],  «για να καταδείξει (όπως πρώτο-πρώτο το γράφει στον πρόλογό του), ότι η καθιερωμένη ιατρική απέτυχε στην αποστολή της και είναι κατ’ εξοχήν υπεύθυνη για τον εκφυλισμό της υγείας του ανθρώπου». Η Ιατρική, βεβαίως, δεν ασχολείται μαζί του – αν και υπό κάποια ειδική έννοια θα έπρεπε. Στην Ελλάδα όμως «ο καθένας είναι ο,τι δηλώσει» (Τσαρούχης)… Είναι σαφέστατο, πάντως, ότι ασπάζεται και υιοθετεί τις αντιλήψεις των Ανατολικών Φιλοσοφιών, τον Ταοϊσμό, κυρίως, αλλά και τον Ινδουϊσμό, μεταξύ των πρώτων.[8]

 

 

Ε) Σε τρία επίπεδα: α) το σωματικό ή φυσικό, β) το πνευματικό ή νοητικό και γ) το ψυχικό ή συναισθηματικό. Τα τρία αυτά πρέπει να αντιμετωπίζονται, συγχρόνως.

 

ΣΤ) Η Υπουργική απόφαση αρ. Υ6α/7881, (ΦΕΚ 918, 14.12.1994, τεύχος 2), προς εναρμόνιση της Ελληνικής νομοθεσίας με την Κοινοτική οδηγία 92/73 Ε.Ο.Κ του Συμβουλίου, ορίζει ότι: «Το ομοιοπαθητικό παρασκεύασμα πρέπει να περιέχει λιγότερο… από το 1/100 της μικρότερης δόσης που χρησιμοποιείται ενδεχομένως στην αλλοπαθητική….». Αυτή η ποσότητα όμως είναι ανίκανη να προκαλέσει μία οποιαδήποτε φαρμακευτική ενέργεια. Με την δυναμοποίηση δε της ουσίας «μηδέν» στις μεγαλύτερες αραιώσεις, γίνεται ένα «φάντασμα» εξωτερικής ενεργειακής δυνάμεως, από το οποίο προσδοκάται η θεραπεία ανθρώπων που είναι άρρωστοι. Ποιος άραγε είναι ο περισσότερο …..αφελής;

 

Ζ) Πρόσφατο, των ημερών αυτών, γεγονός, ενώ εδίδετο το «τυπωθήτω» του παρόντος, ο πονόλαιμος (μιας παλιάς μου άρρωστης) και ο εν συνεχεία πυρετός μαζί με όλα τα άλλα συμπτώματα, οδήγησαν τον «ομοιοπαθητικό γιατρό» της στο Bryonia. (Ο φαρμακοποιός «βούτηξε κάποια μπαλάκια» σ’ ένα υγρό – άλλοι τα ραντίζουν – και παρέδωσε το «φάρμακο»). Μετά μερικές ημέρες, ο γιατρός «τροποποίησε» τη θεραπεία και, αφού «είδε και απόειδε», ….έγραψε το αντιβιοτικό της «αλλοπαθητικής» AMOXIL, 500mg. ανά 8ωρο, και αντιπυρετικό…. «κατά βούληση» (Paracetamol, 1-2 δισκία κάθε φορά). «Μα αυτό δεν είναι ομοιοπαθητική», διαμαρτυρήθηκα στην άρρωστη όταν, τα μεσάνυχτα της 22.5.1996, … δεν έβρισκε τον ομοιοπαθητικό της και, με το 39Ο, 8…. θυμήθηκε τον παλιό της γιατρό… τον «αλλοπαθητικό»! (Χρόνια γνωστοί. Είχε πολλά «νευροφυτικά». Σχεδόν ποτέ δεν της έδωσα κάποιο ειδικό φάρμακο, εκτός από λίγο INDERAL για φλεβοκομβική ταχυκαρδία. Φοβόταν όμως και τα φάρμακα. Ήθελε τα «αθώα», τα «φυσικά», τα «μη βιομηχανικά»). Συζητήσαμε και, μετά από την εξέταση, αρνητική για αντικειμενικά ευρήματα, διέκοψα «τα πάντα», αφήνοντας να πάρει μόνον δύο χάπια…. «παρασεταμόλ» - PONSTAN για την ακρίβεια, αυτά δηλαδή που της έδωσε ο «ομοιοπαθητικός της». Απεχώρησα «διακριτικά»˙ όμως και με ερωτηματικά για τον «ομοιοπαθητικό». Το πρωί, η άρρωστη ήταν απύρετη, οι εργαστηριακές αρνητικές και, στην απορία της (αφού επί ημέρες, έκτοτε, με τελεία απυρεξία -36ο,4- επέμενε να μάθει)…. «πώς έγινε αυτό;», απάντησα: «Με την επίψαυση», ….εξηγώντας (αφού είχα το τέτοιο θάρρος) ότι και το «χάιδεμα» το χρησιμοποιούν ως «ενεργειακή θεραπευτική δύναμη», οι της ομοιοπαθητικής.

 

Η) Τρομοκρατούν δε τον κόσμο, διαδίδοντας πλείστα όσα αναληθή εις βάρος της κλασικής, ορθόδοξης δε, ακόμη και γι’ αυτούς, επιστημονικής ιατρικής, θεωρώντας την και υπεύθυνη για… καρδιοπάθειες, σακχαρώδη διαβήτη, πνευμονικό εμφύσημα, υπέρταση, αρθρίτιδες, καρκίνο, ψυχικές ασθένειες και πολλά άλλα, διαστρέφοντας ασύστολα την πραγματικότητα.

 

Θ) Ίσως μάλιστα θα έπρεπε κάποιοι να επιληφθούν, αναλαμβάνοντας, όπως οφείλουν, και τις ευθύνες τους, όταν φθάνουν να κατηγορούν «την οργανωμένη ιατρική με την Φαρμακοβιομηχανία και τα Νοσοκομεία, ότι τάχα στραγγαλίζουν την υγεία, και μάλιστα, σε εθνικό επίπεδο»[33].

 

 

 

Βιβλιογραφία

1α. Hahnemann Samuel: Organon der Rationallen Heilkunde. Μετάφραση στην Ελληνική υπό Γ. Παπαφιλίππου: Όργανον της Θεραπευτικής Τέχνης. Αθήνα, 1989. Εκδ. ΠΥΡΙΝΟΣ ΚΟΣΜΟΣ.

β. Kent J.T.: Διαλέξεις πάνω στη Φιλοσοφία της Ομοιοπαθητικής. Εκδ. Ιατρικού Κέντρου Ομοιοπαθητικής Κύπρου. Λευκωσία, 1992.

2. Ιωακείμογλου Γ: Φαρμακολογία και Συνταγολογία. Εκδ. Π.Α. ΔΙΑΛΗΣΜΑ, 1943, Τόμος 1ος, σ. 16.

3. Βυθούλκας Γ: Ομοιοπαθητική. Εκδ. FOTOSET ΕΠΕ, 6η εκδ. 1985. Επανέκδοση, 1992. Εκδ. ΑΔΑΜ.

4. Διαμαντίδης Σπ.: α) Ομοιοπαθητική Ιατρική. Εκτύπωση PARALAX III.

β) Κώδικας Δεοντολογίας και Ηθικής της Ομοιοπαθητικής Ιατρικής. Πρακτικά 4ου Πανελληνίου Συνεδρίου,  βλέπε Νο 7, σ.72-77.

5. Bourkas P.D.: The measurements of the Homoepathic Remedies. The European J. of Classical Homeopathy, Vol. 1, No 3-4, p.34. (From the Teachers’ Meeting at the International Academy of Classical Homoepathy in Alonissos, August, 1995).

6. Τσαντήλας Δ.: Οι κίνδυνοι των εναλλακτικών μεθόδων επί χειρουργικών παθήσεων. Εισήγηση στην «ημερίδα», Νο 20.

7. Πρακτικά 4ου Πανελληνίου Συνεδρίου Ομοιοπαθητικής Ιατρικής. Αθήνα, 29-30 Νοεμβρίου 1986. α) Πρόλογος του Προέδρου, σ.11-12.

β) Καλαϊτζάκη Λόπη: Μια νέα οπτική στην παιδεία του θεραπευτή, σ.58-64.

8. Βυθούλκας Γ.: Η Νέα Διάσταση στην Ιατρική. Εκδ. ΑΔΑΜ, Αθήνα 1994.

9. Πούλος Λοΐζος: Κατά την τρίωρη «Συζήτηση Στρογγυλής Τραπέζης» στον Ραδιοφωνικό Σταθμό της Εκκλησίας της Ελλάδος, 20.10.1991. Συντονιστής: πατήρ Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος.

10. Jacobs J. et al: Treatment of acute childhood diarrhea with homeopathic medicine. A randomized clinical trial in Nicaragua. Dediatrics Vol. 93, No.5, May 1994, p.719.

11. Reilly D. et al: Is evidence for homoepathy reproductible? The Lancet, Vol.344, Dec.10, 1994, p.1601

12. Reilly D. : Is homoepathy a placebo response? Controlled trial of homeopathic potency with pollen in hayfever as model. The Lancet Vol. II, Oct. 1986, p.881.

13. Kleijnen J., Knipschild P. Gerbenter Riet: Clinical trials of homeopathy. B.M.J. Vol. 302, 9 Febr. 1991, p.316.

14. Φράγκος Απ.: Η συνωμοσία της σιωπής, Αθήνα, 1993.

15. Μποτής Σωτ.: Η επιστήμη της Ομοιοπαθητικής Ιατρικής και οι ανάγκες του σύγχρονου ανθρώπου. Περιοδικό «Πειραϊκή Εκκλησία», 1996.

16. Μποζώνης Γ.: Περί τα «Μετά τα Φυσικά» του Αριστοτέλους. Προσωπική επικοινωνία, Μάιος, 1996.

17. Στρατηγόπουλος Κ.: Συντονιστής της Ραδιοφωνικής Εκπομπής του Νο.9.

18. Λουμάκης Παν.-Σωκρ.: επί του άρθρου στο Νο.19. Περιοδικό «Πειραϊκή Εκκλησία», Μάιος 1996.

19. Αβραμίδης Β. Αθ.: Η ομοιοπαθητική είναι «επιστήμη» ή (και) «κάτι άλλο»; Περιοδικό «Πειραϊκή Εκκλησία», Ιαν. 1996.

20. Ιερά Μητρόπολις Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου: Η παραϊατρική δράσις της «Νέας Εποχής», υπό το φως της Ορθοδοξίας και της Ιατρικής. Θεολογική και Ιατρική ημερίδα. Αρναία (Χαλκιδική), 31 Μαρτίου, 1996.

21. Γρηγοριάτης Αρτέμιος, Μοναχός: (της Μονής Γρηγορίου Αγ. Όρους) Το ολιστικό πρότυπο. Εισήγηση στην ανωτέρω «ημερίδα», Νο. 20.

22. Στυλιανάκης π. Αντώνιος, Αρχιμανδρίτης, Παιδοψυχίατρος: Ψυχολογική θεώρηση των εναλλακτικών θεραπειών. Στην ανωτέρω «ημερίδα», Νο. 20.

23. Βλιαγκόφτης Αρσένιος, Μοναχός (Εντεταλμένος της Μητροπόλεως Κασσανδρείας): Η «Οργονομία». Εισήγηση στην ανωτέρω «ημερίδα», Νο.20

24. Κάπρα Φρίτγιοφ (Capra Fritjof): Το Τάο και η Φυσική. Μετάφραση: Μ. Βερέττας. Εκδ. ΩΡΟΡΑ. Αθήνα, 1982.

25. Κάπρα Φρίτγιοφ (Capra Fritjof): Η Κρίσιμη Καμπή. Επιστήμη, Κοινωνία και απαρχή ενός νέου πολιτισμού. Μετάφραση: Μ. Βερέττας. Εκδ. ΩΡΟΡΑ. Αθήνα, 1984.

26. Sneed D. και Sneed S: Κριτική στην ιατρική της Νέας Εποχής. Μετάφραση: Κώστας Ναουμάκης. Εκδ. ΣΤΕΡΕΩΜΑ.

27. Αλεβιζόπουλος Αντ.: Αποκρυφισμός. Γκουρισμός, «Νέα Εποχή». Αθήναι, 1993.

28. Αβραμίδης Β. Αθ.: Τι είναι τέλος πάντων η Ομοιοπαθητική; Επιστήμη ή Αποκρυφισμός; «Ορθόδοξος Τύπος», 15.9.1995. Πρβλ με: «Ορθόδοξος Τύπος», 8 και 15 Μαρτίου 1996, την «απάντηση» της Εταιρείας της Ομοιοπαθητικής. Και τον σχετικό… «επίλογο» στα φύλλα του: 22,29 Μαρτίου και 5,12 Απριλίου 1996.

29. Αβραμίδης Β. Αθ.: Σχολιασμός και απάντηση επί των Νο 15 και 18 της παρούσης βιβλιογραφίας και άλλων επιστολών ομοιοπαθητικών, επί του άρθρου του Νο 19 της παρούσης. Και ερωτήματα: α) ερωτήματα προς την Ομοιοπαθητική β) προς την Διοίκηση της Ελλαδικής Εκκλησίας και της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Περιοδικό «Πειραϊκή Εκκλησία», τεύχος Μαΐου, 1996.

30. Αβραμίδης Β. Αθ.: Ομοιοπαθητική – Βελονισμός. Εισήγηση στην «ημερίδα» η οποία αναφέρεται στο Νο 20 της παρούσης βιβλιογραφίας.

31. Schmidt P.: Το προνόμιο της απελευθέρωσης μέσω της Ομοιοπαθητικής. «Ομοιοπαθητική ιατρική» Τεύχος 2, 1992.

32. Λέφας Μ.: «Η προσωπικότητα και η θεραπευτική στάση του S. Hahnemann. «Ομοιοπαθητική ιατρική», Τεύχος 5, 1993.

33. Winer M.: Το πλήρες βιβλίο της Ομοιοπαθητικής. Εκδ. «Διόπτρα», 1992.

34. Παπαζάχος Γ.: Ο Γέροντας Πορφύριος ως άρρωστος και ως γιατρός. Στο βιβλίο του Κλείτου Ιωαννίδη: Ο Γέρων Πορφύριος. Έκδοση Ιερού Γυναικείου Ησυχαστηρίου «Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος». Αθήνα, 1993. Β΄ έκδοση, σ. 219 – 225.

 

 

 

 

 

 

 

«Η ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ»