ΑΠΟΣΤΟΛΗ: ΚΑΤΑΣΤΡΕΨΤΕ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

 

Δημ. Νατσιός, Δάσκαλος-Κιλκίς

 

 

«Ο πρόγονοί μας φύτευαν λιές, ν κα ξεραν τι δν θ τς δον ν καρπίζουν» (Κορνήλιος Καστοριάδης)

 

Κάποτε πλησίασε τν τροπαιοχο νομπελίστα μας ποιητ Γιργο Σεφέρη, νας ξένος διαπρεπς συνομιλητής, «πειράζων ατν κα λέγων»: «Μ πιστεύετε σοβαρ τι εστε πραγματικ πόγονοι το Λεωνίδα κα το Θεμιστοκλ;». παντ Σεφέρης: «χι, εμαστε πόγονοι μονάχα τς μάνας μας, πο μς μίλησε λληνικά, πο προσευχήθηκε λληνικά, πο μς νανούρισε μ παραμύθια γι τν δυσσέα, τν ρακλ, τν Λεωνίδα κα τν Παπαφλέσσα, κα νιωσε τν ψυχή της ν βουρκώνει τν Μεγάλη Παρασκευή, μπροστ στ ξόδι το νεκρο Θεανθρώπου». (Τ πόσπασμα περιέχεται στ βιβλίο τς Μερόπης Σπυροπούλου, «Οκογένεια ρα μηδέν», κδ. «ρχονταρίκι», σελ. 131). Δν ξέρουμε ν κατάλαβε … «πειραστς» ξένος τν πάντηση το ποιητ, ποος ξυμνε τν μάνα τ Ρωμη κα τν οκογένεια, πρν ατ νοίξει τ πορτοπαράθυρά της κα εσβάλουν στ ελογημένο καταφύγιο το Γένους, μαγαρισμένος γέρας το δθεν ξευρωπαϊσμο μας. Κα κρίση «τηγανίζει» κα ταλανίζει κυρίως τν οκογένεια.

 

Δν σκοπεύω ν γράψω γι τν σπουδαιότητα κα ερότητα το οκογενειακο θεσμο. Ατ κόμα κα ο νίατα προοδευτικο τ κατανοον. Τ βλέπω στ σχολεο. Γι τ δικά τους βλαστάρια γίνονται κέρβεροι. παιτον κα πειθαρχία κα καλ παιδεία, πιλέγουν τ καλύτερα κα κριβότερα κολέγια. Τς προοδευτικς σαχλαμάρες κα ψευτοδημοκρατικότητες τς φήνουν γι τ παιδιά το, δηκτικς λεγομένου, κοσμάκη. Κα ο φελες ζητωκραυγαστές τους πιστεύουν κα τος ψηφίζουν.

 

Στ βιβλίο «οκογένεια σ κρίση» (συλλογικς τόμος) διαβάζω σ’ να κείμενο τς Ντίνας Πετροπούλου. «π τν δεκαετία το 1970, τ διαζύγιο εναι να κοινωνικ φαινόμενο μ αξητικ τάση σ λο τν δυτικ κόσμο. Στς ΗΠΑ γι τν τριετία 1977-79 νας στος δύο γάμους κατέληγε σ διαζύγιο, ποσοστ πο νακοινώθηκε κα στ χώρα μας 30 χρόνια μετά». («ν θέλεις ν δες τν λλάδα το μέλλοντος πισκέψου τν σημεριν μερική», λέει να πιτυχημένο ρητό). Στ διο κείμενο περιέχεται κα τ νειρο νς πεντάχρονου παιδιο. Τ ρώτησαν τί θ γίνει, ταν μεγαλώσει. πάντηση: «Ξέρεις γ ταν μεγαλώσω θ γίνω πιστήμονας… μεγάλος πιστήμονας… κα θ φτιάξω μία κόλλα, τν πι δυνατ κόλλα το κόσμου… γι ν κολλήσω τν μαμ κα τν μπαμπά». Τ μικρ παιδ ψάχνει τν «κόλλα». Σ τοτο τν τόπο ξέρουμε, ξεραν ο παλιότεροι – ατ λέγεται Παράδοση – πς μόνη «κόλλα», τσάλινη κα συμπαγής, πο νωνε δι βίου τ ζευγάρι εναι Χριστός. «νθα νρ κα γυν κα παιδία κα τος τς ρετς συνδεδεμένοι δεσμος, κε μέσος Χριστός», γράφει γιος Χρυσόστομος. («Ες Γεν.», λόγος Ζ´, 5, ΕΠΕ 8,140).

 

ταν φεύγει Χριστός, π τ «μέσον» κα στν θέση του μπαίνει καριέρα, καλοπέραση, δονοθηρία κα διαφορία, τότε μορφος κα «χρηστς ζυγς» το γάμου καταλήγει σ διαζύγιο…

 

Κι ν σήμερα «μς στν ρημι το κόσμου» χουμε περισσότερο νάγκη τν οκογένεια, ρχονται τ τρισάθλια κουρελουργήματα «περιοδικ ποικίλης λης» -βιβλία γλώσσας- κα ετελίζουν πλήρως τν ερ θεσμό. Τν ποχ το κρατου τομισμο καί… κανιβαλισμο τ «Νέο Σχολεο» τους πιδιώκει ν προσβάλει κα ν μειώσει τν σημασία πο εχε -κα χει κόμα- ς κοινωνικ ξία κα πρότυπο στν πατρίδα μας οκογένεια (μ τος δύο γονες ν ζον μαζ κα ν φροντίζουν τ παιδιά τους). Πουθεν στ βιβλία ατ δν θ βρες ατ τ ξαιρετικ πο γράφει στ βιβλίο το «χάνω τ παιδί μου», ειθαλς δάσκαλός μας Κωνσταντνος Γανωτής, τι « οκογένεια εναι μία γκαλι προσώπων πο γαπιονται κα γαπιονται γι’ατ πο εναι κα εναι εκόνες Θεο, γεννημένοι γι τν αώνια ζω στν βασιλεία το Θεο». (σελ. 76). Σ’ λο τ Δημοτικ λάχιστες ναφορς γίνονται στν οκογένεια κα στν νθρωποποι ρόλο της. Στν ϛ’ τάξη, (γλώσσα, β´ τεχος) πάρχει νότητα μ τίτλο «συγγενικς σχέσεις». Στ κείμενο «ρες μ τν μητέρα μου», διαβάζουμε: μαμά μου… μ τν μπαμπά μου παντρεύτηκαν π ρωτα στ ψε-σβσε κα ο εχς πο τος δωσε παπάς, ταν τος πάντρεψε, πραγματοποιήθηκαν. πόκτησαν καρπν κοιλίας, δηλαδ μένα κα τν δελφό μου». Ρηχ ερωνεία, παράδεκτη γι σχολικ βιβλίο (σελ. 84). Στ κείμενο «πρέπει ν φαν γενναος», τ μοναχοπαίδι μις οκογενείας, καλεται ν πιδείξει τν ξς γενναιότητα: ν πάει διακοπς μόνο του, γι ν περάσουν ο γονες του, προφανς, καλύτερες διακοπές, χωρς τς δεσμεύσεις π τν παρουσία το μικρο τους παιδιο (σελ. 89). Στ πόμενο κείμενο μ τίτλο «μία οκογένεια νάμεσα στς λλες», φο περιγράφει να παιδί, τρίτης δημοτικο, τ «εδη» τν οκογενειν (πυρηνική, μονογονεϊκή, «ξαναπαντρεμένων») στ τέλος τ παιδ ποφαίνεται: «ταν μεγαλώσω κα κάνω δική μου οκογένεια, δν ξέρω κόμα πς θ μοιάζει…». (Τ κείμενο εναι π τ περιοδικ «ρευνητές», τς φ. «Καθημερινή»). λόκληρη νότητα, χωρς να κείμενο προβολς μις φυσιολογικς οκογένειας. Πλήρης καταρράκωση το θεσμο κα σαφς «δίδαγμα» στ παιδιά: δν πάρχει οκογένεια, «ν εσαι αυτός σου», μν λπίζεις σ παρωχημένα πράγματα.

 

Στ Γυμνάσιο τ πράγματα εναι πολ χειρότερα. (ξαιρετικ κριτικ πο κάνει συνάδελφος φιλόλογος-θεολόγος Εδοξία Αγουστίνου). δ κυριαρχον κείμενα καταθλιπτικά, κατάλληλα γι παιδιά, διασύρονται ο γονες, παξιώνεται πλήρως παραδοσιακή, «μαλ» οκογένεια. Στ «κείμενα νεοελληνικς λογοτεχνίας», Α´ γυμνασίου, στ διήγημα το Λ. Τολστόι, μ τίτλο « παππος κα τ γγονάκι», γις κα νύφη φέρονται βάναυσα κα πάνθρωπα στν νήμπορο γέρο-πατέρα, ως του μαθαίνουν π τν μικρ γγον ν το φέρονται σωστά. Στν σελ. 45 στ κείμενο «Νιντ» τς Ζρζ Σαρ περιγράφεται, κατ τν εσηγητικ σημείωση τς συγγραφικς μάδας, « δυναμία παφς τν γονιν μ τ παιδιά τους κα μ τς νοχς πο συχν ασθάνονται ατοί», πως κα « κρίση ταυτότητας, τν γωνία, δηλαδή, το παιδιο γι τν καταγωγή του, τος γονες, τς ρίζες του». Στν σελ. 49, στ πόσπασμα μ τν τίτλο «Τ πράγματα στρώνουν περισσότερο», π τ μυθιστόρημα « ποχ το ακίνθου», τς Τούλας Τρίγκα, ρωίδα, να νεαρ κορίτσι, καταγράφει τς μπειρίες της π τ διαζύγιο τν γονέων κα τ δεύτερο γάμο τς μητέρας της, βλέπει θετικ τ γεγονς ατό, κφράζει μάλιστα τς θετικς ντυπώσεις της κα στν (φυσικ) πατέρα της (τηλεφωνικς).

 

Στ «Κείμενα» τς Β´ γυμνασίου, στ κείμενο «π τ μερολόγιο τς ννας Φρνκ» (σελ. 48), μαθητς θ διαβάσει: «περισσότερο π’ τος λλους, μητέρα, μ τ χαρακτήρα της κα τ λαττώματά της, μο πλακώνει τν καρδιά. Δν ξέρω πι τί στάση ν κρατήσω· δν θέλω ν τς π βάναυσα πς εναι παράλογη, σαρκαστικ κα σκληρή». Κείμενα παισιόδοξα, παιδαγωγικ ναυάγια, πο λάχιστα συνάδουν μ τν δροσιά, κα τν χαρ πο πρέπει ν προσφέρουμε στν «νοιξη» τς ζως, στν νιότη το γυμνασίου. Στν σελ. 52 «φιλοξενεται» κείμενο μ τίτλο «Ο Κυριακς στν θάλασσα», πρωταγωνιστον τρία κορίτσια, πο ο γονες τους εναι διαζευγμένοι. να π τ κορίτσια κθέτει τς ατίες το διαζυγίου. Μιλ γι τν πατέρα της: «Φαίνεται τι στ παλιό μας σπίτι τν καιρ πο ζούσανε μ τν μητέρα ο δουλειές του τ διο τν πασχολούσανε. ταν σως κύρια ατία πο χωρίσανε. Ατό, κα τ τι μποροσα ν καταλάβω πς νας νθρωπος κάνει πιστίες. Τώρα τ κατάλαβα». Μάλιστα. Κα μες καταλαβαίνουμε γιατί πιλέγονται τέτοια κείμενα γι 13χρονα κα 14χρονα παιδιά. Στ σελ. 42 λλο παισιόδοξο κείμενο μ τίτλο « μάνα», ντελς κατάλληλο γι παιδιά, στ ποο πατέρας θύμωνε κα ξυλοφόρτωνε γρια τ παιδιά, ταν τν ξυπνοσαν πρν π τν ρα του» κα σύζυγος-μητέρα, πο κανε τ πάντα, νεχόταν τν συμπεριφορ το ντρα της κα «ταν κανοποιημένη γιατί τς φτανε ν γνωρίζει συχν λο τν πόθο το ντρα, ν πιάνει παιδ μ’ ατόν, ν γεννάει…».

 

Θ μποροσα ν συνεχίσω, πως γι παράδειγμα μ κενο τ «ξαιρετικό», πο περιέχεται στν «Νεοελληνικ Γλώσσα», τς γ´ γυμνασίου, που δύσμοιρος φιλόλογος καλεται ν διδάξει τ γνωστ τραγούδι τν Κατσιμιχαίων «Don’t worry be happy», τ ποο εναι κατάλληλο γι ονόφλυγες, μεταμεσονύκτιους θαμνες διασκεδαστηρίου κα χι γι τάξη σχολικο διδακτηρίου. Παραθέτω τν πρώτη στροφή:

 

«μα ξυπνήσεις κα χεις βγάλει ορά,

ν κοιταχτες κα χεις βγάλει βυζι

don’t worry be happy.

μα κόρη σου σ λέει μπαμπ ν γιός σου

σ φωνάζει μαμ

don’t worry be happy…».

 

Ατ τ «ραα» βγαίνουν σήμερα π τ σχολεα. Πνίγονται, σφυκτιον τ παιδι π τς ναθυμιάσεις. ντ γι τ «μάννα» τς ξαίσιας παράδοσής μας, τ ποτίζουμε χολή, τ τρέφουμε μ καθαρσίες. Μία Πνευματικ Γενοκτονία, τν ποία πιτρέπουμε, γιατί π θνος μ θος θυσιαστικ κα ντιστασιακό, καταντήσαμε, ξιολύπητο, δειλ σκορποχώρι. σχάτη ρα στι, ν βρομε τν αυτό μας, ν καθαρίσουμε τν λλάδα π τς νθρωποκάμπιες πο τν μαραζώνουν. Κάποτε, χι πολ παλιά, λλις μεγάλωναν τ παιδιά τους. δο να παράδειγμα: «…νας εσεβς γέροντας τν γδόντα χρόνων μο διηγετο: ταν ταν μικρ παιδ ρρώστησε βαριά. ταν τοιμοθάνατος. Ο γονες το φέραν τ γιατρ στ χωριό. γιατρς ξέτασε τν ρρωστο, δωσε τ συνταγή. Κα ταν Μ. Τεσσαρακοστή. οκογένεια πάμφτωχη. ναγκάζονται κα σφάζουν να κατσικάκι, γι τ ρρωστο παιδί. Πέρασαν μερικς μέρες κα τ ρρωστο παιδ γινε καλά. Περίσσεψε μως πολ κρέας. πειδ ταν Μ. Τεσσαρακοστή, τ πέταξαν στ ποτάμι! Ποιοί; Ατο πο δν εχαν τί ν φνε: Πο τργαν κρέας Χριστούγεννα κα Πάσχα! καναν δν καναν θυσία;». (ρχιμ. Β. Μπακογιάννη, «Τουρκοκρατία»).

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

(Απόσπασμα άρθρου από το ιστολόγιο http://christianvivliografia.wordpress.com/)