ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΝΘΡΩΠΟΛΟΓΙΑ

ΚΑΙ

ΜΕΤΑΜΟΣΧΕΥΣΕΙΣ ΖΩΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ

 

Δαμασκηνού Μοναχού Αγιορείτου

 

 

Παράρτημα Β’

 

Η τελεσίδικη απάντησις στο θέμα των μεταμοσχεύσεων ζωτικών οργάνων

 

Ο π. Κων/νος Στρατηγόπουλος, σε κατηχητική ομιλία του, την 28η/2/2002, αναφέρθηκε έμμεσα στο βιβλίο του π. Νικολάου Χατζηνικολάου με τίτλο «Ελεύθεροι από το γονιδίωμα». Σε αυτήν, είπε τα εξής σχετικά (1):

 

«... Διά τούτό με ο πατήρ αγα­πά ότι εγώ τίθημι την ψυχήν μου, ίνα πάλιν λάβω αυτήν» (2). «Γι αυ­τό μ’ αγαπάει ο Πατέρας, λέει, για­τί εγώ βάζω την ζωή μου, την ψυ­χή μου, για να την πάρω πάλι πί­σω». Κοιτάξτε αυτό που λέει εδώ. Είναι εκείνο που έλεγε την προη­γούμενη φορά με το «την ψυχήν μου τίθημι» (3), αλλά διευρυμένο. Προσέξτε αυτό το «διευρυμένο». Δεν λέει (τώρα) μόνο «τίθημι την ψυχήν μου», αλλά προσθέτει «ίνα λάβω αυτήν». Εδώ, σημαίνει κά­τι τρομερά εξουσιαστικό. Κανείς δεν μπορεί να πη την φράση ολοκληρωμένη «εγώ, θα βάλω την ψυ­χή μου εδώ, δηλ. θα θυσιασθώ γι αυτό», χωρίς να έχη και το δεύτε­ρο στοιχείο. Έβαλες την ψυχή σου. Μετά, τί γίνεται;

Ο Χριστός, όμως, είναι κυρίαρ­χος, και λέει «ίνα λάβω αυτήν». Την βάζω και την παίρνω. Που την βάζει την ψυχή του; Πρέπει να θεολογήσωμε εδώ. «Τίθημι», λέει. Πού; Για ποιούς; Για τον λαό. Πού; Εδώ, είναι καθαρή η θεολο­γία περί Αναστάσεως και η περί καθόδου στον Άδη θεολογία της Ορθοδοξίας μας.

Το λέει και το τροπάριο: «Εν τάφω σωματικώς, εν Άδου δε με­τά ψυχής, ως Θεός..., πάντα πληρών ο απερίγραπτος».Υπάρχει, εδώ, μία θεολογία. Είναι η κάθοδος στον Άδη, που κατεβαίνει ο Χριστός, με την ψυχή Του, γιατί το σώμα Του είναι στον τάφο. Και κατεβαίνει ως νικητής, και είναι κυρίαρχος του Άδη, και αίρει τις ψυχές επάνω.

Ο κάθε νεκρός, όμως, δεν μπο­ρεί να κυριαρχήση στα πράγμα­τα. Αλλά, ο Χριστός κυριαρχεί στα πράγματα. Είναι η ιδιαιτερό­τητα αυτού του νεκρού. Μέχρι τότε, όλοι οι δίκαιοι πήγαιναν στον Άδη, και δεν μπορούσαν να έχουν μία άρση της ψυχής τους από μέ­σα. Και έρχεται ο Χριστός και κά­νει αυτήν την κίνηση, που κατεβαί­νει και (τραβώντας) μπορεί να ανεβή και να πάρη όλες τις ψυχές μα­ζί Του.

Γι' αυτό, λέει, «αίρω αυτήν». «Δεν είναι απλώς, ότι μπορούν να με σκοτώσουν (λέει). Φυσικά, και μπορεί να με σκοτώσουν, ανά πάσα στιγμή. Αλλά, εγώ, κυριαρχώ στα πράγματα. Και αν ακόμη με σκοτώ­σουν, κατά την κοινή λογική η ψυ­χή μου θα πάη στον Άδη». Με την θεία, όμως, λογική, θα τους πάρη όλους από τον Άδη και θα τον αδειάση τον Άδη. Και, εδώ, έχει τα ουσιαστικά στοιχεία της θεο­λογίας της καθόδου στον Άδη. Και, δευτερευόντως, ως ήθος, δηλώνει και κάτι πολύ ουσιαστι­κό. Όταν ένας Χριστιανός μπαίνη σε έναν δύσκολο χώρο, αν έχη κουράγιο και είναι άνθρωπος πνευματικός, τον καθαρίζει τον χώρο. Περνάει μαρτυρικά, αλλά τον καθα­ρίζει.

Αλλά, το χωρίο, εδώ, είναι συγ­κεκριμένο. Το χωρίο αυτό, αφορά τον Χριστό, και μόνο Αυτόν... Λέ­ει ακριβώς ο άγιος Ιωάννης ο Χρυ­σόστομος, ότι αυτό το χωρίο αναφέ­ρεται μόνο στο πρόσωπο του Χρί­στου· και κανείς δεν μπορεί να κά­νη χρήση του χωρίου αυτού για τον εαυτό του. Γιατί κανείς δεν μπορεί μόνος του «να άρη την ψυχήν αυτού». Γιατί κανείς δεν μπο­ρεί να σώση κάποιον. Μόνον ο Χριστός σώζει, μ' αυτήν την νίκη του επάνω στον θάνατο. Κι εμείς ακολουθούμε πια τον Χριστό, ενω­νόμαστε μαζί Του, και έχοντας αυ­τήν την ένωση μαζί Του, ξεπερνού­με τον θάνατο. Αλλά, εν Χριστώ.

Πρωτογενώς, Εκείνος το έκα­νε. Εμείς, απλώς μετέχομε στην ζωή Του. Χριστοποιούμεθα. Και, επειδή Εκείνος είναι ο νικητής του Άδη, εμείς, έχοντας ζωή μέ­σα στην ζωή του νικητή του Άδη, νικούμε τον Άδη. Αλλά, όχι πρωτογενώς. Εδώ, το λέει Εκείνος. Λέει «αίρω αυτήν, ίνα πάλιν λά­βω αυτήν». Μιλάει προσωπικά. Εμείς, (όμως) μετέχομε στον Χρι­στό. Εκείνος, μιλάει προσωπικά. Αφορά μόνο τον Χριστό αυτό το κομμάτι. Και το τονίζω, γιατί αυτό το χωρίο είναι καίριο.

Και είναι μια πιο προωθημένη απάντηση, αυτό ειδικά το δεύτερο μέρος, στην θεολογία περί μεταμο­σχεύσεων, που προσπαθούν να θε­μελιώσουν, μέσα από αυτό το χω­ρίο. Είναι αιρετική η χρήσις του χωρίου αυτού για τις μεταμοσχεύ­σεις. Γιατί, δεν μπορείς να πης, ό­τι δίνεις τα όργανά σου και «θέτεις την ψυχήν σου». Μπορείς να την λαβής; Και τι είναι αυτό που λένε οι Πατέρες, ότι μόνο τον Χριστό αφορά αυτό το κομμάτι;

Τουλάχιστον, γιατί χρησιμοποι­ούν αυτό το χωρίο οι διαστρέφοντες την θεολογία των μεταμοσχεύ­σεων; Για να δείξουν ψευτο-αγαπητική διάθεση; Είναι δύο πράγμα­τα, που τρέχουν γύρω από αυτήν την ιστορία... Πρέπει να ξεκαθαρίσωμε τα πράγματα. Ο λαός πρέ­πει να ξέρη. Και μπορεί να ξέρη μόνο μέσα από την θεολογία του, και τίποτε άλλο. Και αυτά είναι κείμενα θεολογικά.

Και από τους άλλους, δεν ζητώ τίποτε. Ας κάνουν επιστήμη. Αυτός είναι ο ρόλος τους. Μακάρι να θεο­λογούσαν, κι όλας. Αλλά, από μας ζητώ θεολογία. Και τα κείμενα αυτά είναι αναλλοίωτα. Ούτε τον Ιωάννη (τον Ευαγγελιστή) αλλά­ζεις, ούτε τον Χρυσόστομο αλλάζεις. Σου αρέσει, δεν σου αρέσει. Θέλεις δεν θέλεις. Δεν γίνεται αλ­λιώς. Δεν είναι δική σου επιθυμία πως θα τον χρησιμοποίησης.

Πρέπει να έχωμε, λοιπόν, δύο πράγματα στον νου μας. Δυο βασικώτατα στοιχεία. Για να έχετε ξεκαθαρισμένο νου. Με ενδιαφέρει οι Χριστιανοί να έχουν με απλότητα ξεκαθαρισμένο νου. Να ξέρουν ένα-δυό πράγματα, ώστε να είναι ξεκαθαρισμένος ο νους τους.

Προσέξτε: Αφετηριακά, κανείς δεν μπορεί να αρνηθή τις μεταμο­σχεύσεις. Αν έχω πραγματικά πε­θάνει και μου πάρουν το δάκτυ­λό μου, δεν με νοιάζει. Αν είναι κάποιος εν ζωή και θέλη να δώση στο παιδί του, που είναι άρρω­στο, το νεφρό του, εγώ δεν έχω αντίρρηση. Αφετηριακά, δεν έχομε αντίσταση, αντίδραση. Αρκεί, εκείνος από τον οποίο παίρνομε τα όργανά του να είναι νεκρός.

Η αντίδρασις αρχίζει από ε­κείνο το σημείο ακριβώς. Ότι, ε­μείς πιστεύομε, ότι δεν είναι νε­κρός. Εκεί αρχίζει το καίριο ση­μείο. Γι' αυτό ακριβώς άλλαξαν τον όρο. Έκαναν τον θάνατο «εγκε­φαλικό». Και υπάρχει και ο κλι­νικός θάνατος. Δύο, δηλ. «θάνα­τοι», υπάρχουν γι' αυτούς! Γιατί; Για να πάρουν στο (υποτιθέμενο) ενδιάμεσο, τα όργανα (δηλ., για να κάνουν χρήση του τεχνητού κατασκευάσματος του εγκεφαλι­κού θανάτου και να πάρουν κά­ποιου τα όργανα).

Λοιπόν, δεν αρνούμεθα αυτές καθ' εαυτές τις μεταμοσχεύσεις. Και οι άγιοι Ανάργυροι έκαναν μεταμόσχευση. Πήραν το πόδι ενός μαύρου, μετά 4 ημέρες από τον θά­νατο του, και το έβαλαν σε έναν ασθενή. Έτσι... Ας μη φοβόμαστε, μήπως στον Παράδεισο θα είμαστε χωρίς μέλη (εάν μας τα πά­ρουν εδώ). Δεν είναι αυτή η θεο­λογία.

Άρα, βλέπετε, το πρώτο (επιχείρημά μας εναντίον των κατηγό­ρων μας) είναι, ότι δεν αρνούμεθα. Αλλά, δεν θέλομε να σκοτώ­νουν ανθρώπους για να παίρνουν τα όργανα. Αυτό, είναι το πρώτο βασικό που πρέπει να έχετε στον νου σας. Αυτό, είναι το πρώτο ου­σιαστικό και βασικό.

Προκειμένου, όμως, να πείσουν τους Χριστιανούς για να δίνουν τα όργανά τους, δεν μπορούν να χρησιμοποιούν αυτό το χωρίο. Και, όμως, το χρησιμοποιούν. Αυτό είναι το λάθος. Δεν μπορούν, όμως, οι θεολόγοι, να πλανούν τους πι­στούς. Δεν είπα «η Εκκλησία». Η Εκκλησία δεν έχει πάρει ακό­μη επίσημη απόφαση, παρ' όλο που οι εισηγήσεις, που γίνονται από τους θεολόγους, αυτό το χω­ρίο χρησιμοποιούν. Αιρετικώτατα. Σκανδαλωδώς αιρετικώτατα. Αν δεν ξέρουν τι λένε οι Πατέ­ρες, να σωπάσουν. Ας μιλήσουν για ουράνια πράγματα, περί αγγέ­λων, αρχαγγέλων, Σεραφείμ, κ.λπ., και να σταματήσουν την άκαιρη ανθρωπολογία τους. Δεν μπορεί κανείς να παίζη με αυτά τα πράγμα­τα και με την ζωή του λαού.

Έτσι, λοιπόν, εδώ, είναι συγκε­κριμένο το πράγμα. Είναι μόνο για τον Χριστό αυτό το κομμάτι. Δεν μπορούν να λένε και αυτοί: «Την ψυχήν μου τίθημι υπέρ των προβάτων», και να εννοούν, ότι και αυτοί μπορούν να κάνουν το ίδιο. Εσύ, που το λες αυτό, τί είσαι; Σωτήρ, είσαι;

Να βρεθή τρόπος να πάρουν τα όργανά μου μετά τον θάνατο μου, καμμία αντίρρηση. Αλλά, δεν γίνεται (αυτό) σήμερα. Πρέπει το όργανο να είναι ζωντανό. Αν έχης πεθάνει, δεν μπορεί να στο πάρη. Άρα, πρέπει να σε σκοτώση για να σου το πάρη.

Η ιστορία είναι "μόλις τρία δευ­τερόλεπτα ακόμα και θα πεθάνη' (λένε). Για μένα, όμως, τρία δευτερόλεπτα είναι αιώνας. Για το μά­τι του Χριστού είναι αιώνας. Δεν μπορεί ο λαός να πλανάται με ψευτοθεολογίες.

Τί είναι, όμως, αυτό το φαινόμε­νο; Εγώ, αυτό το λέω «μία κακοδο­ξία του ψευτοαγαπισμού». Έτσι το λέω. Είναι κακοδοξία του ψευτοαγαπισμού. Υπήρχαν και παληά, και στον αιώνα μας, στον χώρο ει­δικά της Ρωμαιοκαθολικής «Εκ­κλησίας», τέτοιες κακοδοξίες ψευ­τοαγαπισμού, σε άλλα όμως μεγέ­θη... Επανέρχεται, όμως, αυτή η ορολογία κάτω από νέο πρίσμα. Είναι η κακοδοξία του ψευτοαγα­πισμού.

Έτσι, πείθεται ο λαός, συγκι­νείται, και λέει: «Να, κοίταξε, το έκανε και ο Χριστός». Τί έκανε ο Χριστός; (Ο Χριστός) κατέβηκε ως νικητής στον Άδη και έσωσε εμάς. Και, δεν σημαίνει το «τίθημι την ψυχή μου», του Χριστού, δεν ερμηνεύεται, σήμερα, με το: «Πάρε­τε τα όργανά μου για να σωθήτε»!

Μακάρι να βρη η επιστήμη τρό­πο και να τα παίρνη μετά τον θά­νατο μου. Εγώ, προσωπικά, δεν έχω αντίρρηση. Αλλά, όχι έτσι. Όχι πλανώντας τον κόσμο και μπαίνοντας σε μία διεργασία πρα­γματικού θανάτου για τον άλλον, ενώ ζη ακόμη. Εμείς δεν μπορούμε να μη θεολογήσωμε.

Το Κράτος να πάρη τις ευθύ­νες του. Αλλά, εμείς δεν μπορούμε να γίνωμε αγκωνάρι στο κράτος για να πετύχη τα επιδιωκώμενα. Και το Κράτος καίγεται. Και έχει τρομερά την ανάγκη της Εκκλησί­ας γι' αυτό το θέμα. Η Ελλάδα είναι η τελευταία χώρα σε δότες στην Ευρώπη. Και, αν η Εκκλησία πη λόγο (υπέρ του εγκεφαλικού θανάτου) θα ανοίξουν οι κρου­νοί... Η Εκκλησία, όμως, δεν πρέπει να πη λόγο. Και, δεν πρέπει να παίξη το παιχνίδι τους, για λόγους θεολογικούς. Γιατί, εμείς οι Ορθόδοξοι, έχομε (γνήσια) θεολο­γία. Δεν έχομε άκαιρη ανθρωπολο­γία.

Και, κάτι ουσιαστικό και τελι­κό: Αυτό το κομμάτι του Ευαγγε­λίου που αρχίζει με την φράση «αίρω την ψυχή μου ...» κ.λπ. έχει μία μοναδικότητα μέσα της. Μία μοναδικότητα και ένα κάλλος, που κανείς δεν μπορεί να υποκαταστήση αυτό το κάλλος, και να παίζη με αυτά τα πράγματα.

Και να «αποκτήσωμε», λοιπόν, αγάπη, και να λέμε: «Ξέρεις, μα και οι μάρτυρες έδιναν το αίμα τους...». Μα, τί; Είναι το ίδιο πρά­γμα; Το άκουγα προχθές, που το έλεγε ένας καθηγητής της Θεολογι­κής Σχολής... Είναι το ίδιο πράγμα;

Και, το τελευταίο επιχείρημα, είναι, ότι ο Χριστός θέλει και κά­νει αυτό που κάνει. Ένας, ο οποίος είναι, κατ' αυτούς, νεκρός, θέλει να κάνη αυτό πού εκείνοι θέλουν; Είπε «εγώ θέλω»; Όχι. Δεν είπε το «θέλω» του. Δεν είπε: «Ναι, σκοτώστε με και πάρτε τα όργανά μου».

Το θέμα είναι ανοικτό; Όχι. Το θέμα είναι κλειστό. Το θέμα, πιστεύω, πως, από εδώ και μετά, δεν σηκώνει κουβέντα. Και, δεν σηκώνει κουβέντα, πιστεύω, για έναν λόγο. Δεν χρειάζεται πια να γίνεται διαμάχη στο διπλό επίπε­δο, τι λέει η επιστήμη, τι λέει η θε­ολογία. Η μεν επιστήμη πήρε τον δρόμο της. Η επιστήμη τόσο γνωρί­ζει. Ξέρει που πεθαίνει το σώμα. Μπορεί να δη τι ώρα φεύγει η ψυ­χή; Απλώς, διαπιστώνει πως ο άν­θρωπος είναι ζωντανός ακόμα, και ότι θα πεθάνη σύντομα. Και (εφ' όσον θα πεθάνη σύντομα), του παίρνουν τα όργανα. Η θεολο­γία ξέρει πότε φεύγει η ψυχή από το σώμα; Όχι. Ούτε αυτή το ξέ­ρει. Αφού μιλούν τα τροπάρια πε­ρί «του μυστηρίου του θανάτου»;

Ε, λοιπόν, πρόκειται περί μυ­στηρίου. Αυτή είναι η ιστορία. Η ώρα που χωρίζεται το σώμα από την ψυχή είναι μυστήριο. Ποιος μπορεί να μπη στο μυστήριο; Η επιστήμη; Αδύνατον. Η θεολο­γία; Αδύνατον. Άρα, η θεολογία είναι περιφεριακή (και όλα αυτά που σας λέω), για να αποτραπή το έγκλημα, και η επιστήμη είναι ανύπαρκτη (ανίκανη), ώστε να μπορή να έχη λόγο για την ώρα του χωρισμού της ψυχής από το σώμα.

Εφ' όσον, λοιπόν, πρόκειται περί μυστηρίου, οποιοσδήποτε λό­γος είναι περιττός, περί (εγκεφαλι­κού) θανάτου. Οποιοιδήποτε άλλοι μιλούν, (τί κάνουν); Πάνε να ερευ­νήσουν το μυστήριο. Αλλά, «ου φέρει το μυστήριον έρευναν».

Αυτό πήγε να κάνη ο Βαρλα­άμ, και αντιτάχθηκε ο Παλαμάς. (Ο Βαρλαάμ) πήγε να ερευνήση το μυστήριο της γνώσεως της ου­σίας του Θεού. Είναι δυνατόν να γίνη; Και εκεί χτυπήθηκαν οι δύο πολιτισμοί. Του εγκεφαλισμού, και του μυστηρίου του Θεού, πριν από επτά αιώνες. Εμείς, δεν μπο­ρούμε να επανέλθωμε σε Νεοβαρλααμισμούς... Να ερευνούμε το μυ­στήριο. Ό,τι και να πουν, ό,τι και να βρουν, όπως και αν ορίσουν τον θάνατο, ο θάνατος θα παραμένη μυστήριο. Το τι ώρα φεύγει η ψυχή από το σώμα.

Γι' αυτό, εμείς, πρέπει να περιμένωμε το σώμα πραγματικά να είναι πεθαμένο. Ας το διαπιστώνωμε, όπως το διεπίστωνε η παληά Ιατρι­κή, ο παληός ο γιατρουδάκος, ώστε να είμαστε σίγουροι. Το πότε ακρι­βώς πέθανε ένας άνθρωπος δεν ξέρομε. Γι' αυτό, δεν πρέπει να γίνωνται άκαιρες παρεμβάσεις. «Ου φέρει, λοιπόν, τό μυστήριον έρευ­ναν».

Και, σ' αυτό, ποιός θα έχη (θα μπορή) να απαντήση; Να πη κά­τι; Κανείς. Ποιος θα έχη να πη κά­τι για το μυστήριο; Άρα, τονίζω και φωνάζω, από σήμερα και με­τά, ότι «το θέμα δεν σηκώνει κου­βέντα». Παύσετε να κουβεντιάζε­τε, θεολογικά. Ή, χρησιμοποιώντας την Ιατρική σαν δεκανίκι. Δεν γί­νεται. Πρόκειται περί μυστηρίου. Και, πίσω από εκεί, είναι (κρυμμέ­νο) το μυστήριο της εν Χριστώ σωτηρίας, του ανθρώπου. Βλέπετε, το κείμενο τι επικαιρότητα αποκτά τώρα; Βλέπετε, πως τα λέει ο Χριστός! Με τι προοπτικές τα λέ­ει! Τι έχει στον νου του! Βλέπει το αύριο και το μεθαύριο, Εκείνος.

Έτσι, μετά από αυτά που λέει (στην αρχή), επανέρχεται και λέ­ει: «Ίνα λάβω αυτήν». Και συνεχί­ζει το κείμενο: «Ουδείς αίρει αυτήν απ' εμού, αλλ' εγώ τίθημι αυτήν απ' εμαυτού. Εξουσίαν έχω θείναι αυτήν και εξουσίαν έχω πάλιν λα­βείν αυτήν' ταύτην την εντολήν έλαβον παρά του πατρός μου» (4). «Κανείς δεν μπορεί να πάρη την ψυχή μου, λέει, κι ας με σκοτώσουν. Εγώ, την καταθέτω, και έχω, απ' εμαυτού, εξουσίαν να την θύσω, και πάλιν έχω εξουσίαν ίνα λάβω αυτήν, γιατί έτσι μου είπε ο Πατέρας μου». Βλέπετε την μοναδι­κότητα της εξουσίας; Αυτός μόνο (μπορεί να το κάνη). «Εξουσίαν έχω, λέει, παρά του πατρός μου».

Δεν έχει το κείμενο μοναδικότη­τα; Μπορεί κανείς να το χρησιμο­ποίηση για οποιαδήποτε άλλη πε­ρίπτωση; Μπορεί ένας να πη, ότι «εξουσίαν έχω να πάρω την ψυ­χή μου και να την δώσω»; Έχο­με, εμείς, τέτοια εξουσία; Που ση­μαίνει, (εγώ) σώζω τον άλλον; Σωζόμεθα εν Χριστώ. Και, αγα­πώντας τον άλλον, του ανοίγομε τον δρόμο για τον Χριστό. Όλος ο κόσμος. Αυτό που κάνετε εσείς, και αυτό που κάνω εγώ. Ο καθέ­νας μας, με τον τρόπο του, από τον χώρο και το μετερίζι που βρίσκεται μέσα στην Εκκλησία, γίνεται ένας βοηθός σωτηρίας του άλλου.

Βλέπετε, η Εύα ήταν «βοηθός κατ' αυτόν (τον Αδάμ)». Δηλ., βο­ηθός σωτηρίας του Αδάμ. Αυτό παραμένει το μοναδικό μέγεθος. Και ένας ιερέας, ένας πνευματι­κός, ένας επίσκοπος, τί είναι; Είναι αυτό το μέγεθος που βοηθεί, ανοί­γει δρόμο, αλλά ένας είναι ο σώζων. Ο Χριστός.

Δεν μπορεί κάποιος να πάρη αυτήν την εξουσία και να πη: «Ε­γώ θα σώσω». Αν το πη, θα κρύ­βεται πίσω ένας τρομερός εγωι­σμός... Είμαστε εν δυνάμει συνερ­γοί της σωτηρίας του άλλου. Συνεργοί της σωτηρίας του άλλου... Διακονούμε την σωτηρία των άλ­λων... Αυτό είναι το κύριο, το πρω­τογενές έργο του κάθε ανθρώπου, όπου και αν βρίσκεται.

 

...

 

Ο Χριστός, (όταν γιατρεύη), γιατρεύει και τα δύο. Και την ψυ­χή και το σώμα. Δεν υπάρχει αγά­πη μονομερής, που αντιμετωπίζει τον άνθρωπο μονομερώς (που θέ­λει δηλ. να γιατρέψη μόνο το σώμα, και αδιαφορεί για την ψυχή). Ό­σο βλέπομε την αγάπη μονομερώς, τότε ή θα την κουκουλώνομε με την τραγωδία μας, ή θα κομματια­ζόμαστε. Και ο Χριστός επιτρέπει να κομματιαζώμαστε για να δούμε την αποτυχία μας. Δεν υπάρχει α­γάπη μονομερής.

...Ακόμη και η κουβέντα περί αγάπης είναι δαιμονισμένη, πολ­λές φορές, αν κρύβη την αλήθεια (την περί ζωής αλήθεια). Π.χ. «αγαπηθήτε, αγαπάτε, και μη σας νοιάζη για τα υπόλοιπα». Και, εν ονό­ματι μιας ψευτοαγάπης, διχάζουν τον κόσμο.

 

...

 

Ξέρω, πως είναι μυστήριο ο θάνατος. Και, επειδή θα περάσω από το μυστήριο του θανάτου, προτρέχω (και προσπαθώ να μπω) μέσα στο μυστήριο της παρουσίας του Χριστού, για να ζήσω τον θάνα­το ως μυστήριο χριστοειδές, και όχι ως μυστήριο χαμού. Προσεγ­γίζω το μυστήριο βιωματικά πια.

Και, πραγματικά, εκεί φθάνει όλη αυτή η αναζήτηση, για τον εγκεφαλικό θάνατο, κ.λπ. Δεν μπο­ρούμε πια να πούμε τίποτε. Η επι­στήμη χίλια να πη, δεν μπορεί να εισέλθη (στο μυστήριο). Θα λέη πάντα πως είναι το σώμα. Βλέπει την ψυχή; Έχει όργανα (για να την ανιχνεύση);

...Η ψυχή, κατά τους Πατέρες, διαχέεται σ' όλο το σώμα. Σταμάτησε (έστω) ο εγκέφαλος. Η ψυχή, δεν είναι στα άλλα μέρη του σώμα­τος; Δεν μπορώ να το αγνοήσω αυτό το πράγμα.

Ο άγιος Νικόδημος, λέει, ότι μαζεύεται στα μέσα στοιχεία του σώματος. Συγκεντρώνεται μέσα, ακόμη και αν δεν υπάρχη ψυχή στον εγκέφαλο, και (ο άνθρωπος) δεν κινείται. Πέθανε ο άνθρωπος; Όχι. Να, η δογματική της Εκκλη­σίας: Ότι διαχέεται παντού η ψυ­χή. Σ' όλο το σώμα. Πότε φεύγει οριστικά, τελευταία-τελευταία, δεν ξέρομε. Αλλ' εφ' όσον υπάρ­χη ακόμη (μέσα στο σώμα), δεν μπορούμε να τον αγγίξωμε (τον άνθρωπο).

Άκουσα, προχθές, έναν καθηγη­τή να χρησιμοποιή, ανοήτως, το πείραμα του βατράχου, που κά­νουν όλοι οι πρωτοετείς φοιτητές της Ιατρικής (στο μάθημα της Βιολογίας), (για να δώση λύση στο θέμα του εγκεφαλικού θανάτου). Μα, αυτά, είναι ανόητα πράγματα...
Παίρνουν τον βάτραχο, του κό­βουν το κεφάλι (κατά ακρίβειαν, του νεκρώνουν τον εγκέφαλο με μία βελόνα) και παρατηρούν, ότι ο βάτραχος ακόμη κινείται. Είναι ο μυϊκός τόνος. Και, λένε: «Κοίτα­ξε, δεν έχει εγκέφαλο σε λειτουρ­γία, αλλά κινείται». Είναι ο μυϊ­κός τόνος. Αλλά, ξεχνάνε, ότι ο βάτραχος δεν έχει ψυχή, που έχει εικόνα του Θεού επάνω της. Και, αυτό, το είπε ο καθηγη­τής για να επιβεβαίωση (υποστηρίξη) τις μεταμοσχεύσεις! Και έφε­ρε (ως απόδειξη), σε κληρικούς και θεολόγους, το πείραμα του βα­τράχου! Μα, είναι σοβαρά πράγμα­τα αυτά;

... Συγγνώμη, αλλά ξέρεις πό­τε πεθαίνει ο άνθρωπος; Εσύ, βλέ­πεις τον εγκέφαλο. Λες μόνο, ότι «πέθανε ο εγκέφαλος». Και, μου λες, μόνος σου, ότι «η καρδιά ζει ακόμη», και, γι' αυτό, λες, «μπορώ να την πάρω». Άρα, ζει η καρδιά. Και, εγώ μεν σου μιλάω για το «μυ­στήριο του θανάτου», και ότι η ψυχή παραμένει ακόμη στο σώμα, και εσύ μου λες για το «μυστήριο του βατράχου»! Ε, δεν μπορεί να γίνη διάλογος έτσι. Μιλάμε για ανόμοια πράγματα.

 

...

 

Αν μετά από ένα τροχαίο δυστύχημα, ένας καταλήξη εγκεφαλικά νεκρός, και δηλωθή ως εγκεφαλι­κά νεκρός, αλλά όχι κλινικά νε­κρός, εγώ δεν μπορώ να πάρω τα όργανά του. Με την προοπτική ό­τι θα πεθάνη μετά από πέντε δευτε­ρόλεπτα, εγώ όργανα δεν μπορώ να πάρω. Αδυνατώ.

Μας έλεγε, προχθές, ο π. Κων/νος, από το Ασκληπιείο (Βούλας), ένα πολύ ωραίο παράδειγμα. Και, μας τόνισε την προσωπική του ευ­θύνη πάνω σ' αυτό το γεγονός...

Παληά, πριν αρχίση όλη αυτή η διαμάχη (για τις μεταμοσχεύσεις), όταν ήταν εφημέριος του Νοσο­κομείου, ο παππούλης, έρχεται έ­νας πατέρας και λέει στον π. Κων/νο: «Το παιδί μου είναι εγκεφα­λικά νεκρό, και μου ζητούν οι για­τροί να υπογράψω για να πάρουν τα όργανά του. Παππούλη, τι να κάνω;» Του λέει εκείνος: «Δώστα». Δεν ήξερε, τότε, ο παππούλης.
Ο πατέρας, πηγαίνοντας να υπογράψη, πέρασε από το εκκλησά­κι του νοσοκομείου, τον άγιο Παντελεήμονα. Του λέει: «Άγιε Παντε­λεήμονα, πες μου τί να κάνω; Είμαι σε προβληματισμό». Και λέει, με­τά: «Ας το αφήσω, μέχρι αύριο το πρωΐ, και μετά υπογράφω». Το άλλο πρωΐ, το παιδί του γίνεται καλά! Και, μας ρωτάει ο π. Κων/νος: «Εγώ, τί ευθύνη θα είχα μετά;» (5). Αλλά, και πόσοι γονείς υπέγραψαν, χωρίς να ξέρουν οι άνθρωποι...

Δεν ζητούμε ευθύνες, δεν κάνομε δικαστήριο. Κάνομε θεολογία. Πε­ρί θανάτου θεολογία, για να μη λειτουργήση ένα άνομο σύστημα αγρίας εκμεταλλεύσεως του άλλου... Ούτε εγείρεται θέμα σωτηρίας για εκείνον που έδωσε τα όργανά του. Αυτά, είναι ανόητα πράγματα...

...Ηθελημένα μιλάνε για διπλό θάνατο... Ιατρικά, (το θέμα του χωρισμού της ψυχής) ποτέ δεν θα το λύσουν. (Επιφανειακά), αυτοί, το έλυσαν. Έβαλαν τον όρο "εγκε­φαλικός θάνατος", και το έλυσαν. Αλλά, στην πράξη, κατά αλήθειαν, δεν το έλυσαν. Απόδειξις, ότι δεκάδες επιστήμονες, παγκοσμίως, διαμαρτύρονται. Αυτό, δεν λέει κάτι;

Όταν δε είπαμε (σ' αυτούς), ότι δεκάδες επιστήμονες διαμαρτύ­ρονται, ξέρετε τι απάντηση πήρα­με; «Όσοι διαμαρτύρονται, διαμαρ­τύρονται όχι ιατρικά, αλλά φιλοσο­φικά. Είναι φιλόσοφοι, αγνοήστε τους»! Μα, αυτά, είναι σοφίσματα. Δεν μπορούμε, δια σοφισμάτων, (να βρούμε άκρη, και) να αναιρούμε όλους τους γιατρούς που δεν συμ­φωνούν μαζί μας και να λέμε, ότι είναι φιλόσοφοι, επειδή δεν συμφω­νούν (μαζί μας). Λένε, ότι οι Πατέ­ρες της Εκκλησίας δεν έχουν επαρ­κείς αποδείξεις. Αν ζούσαν σήμε­ρα, λένε, άλλα πράγματα θα έλε­γαν. Έτσι, πετάμε και τους Πατέ­ρες, και μένει η δική μας γνώμη μόνο! Ακρότατα Βατικάνειο (πνεύμα). Όμως, σ' αυτόν τον τόπο, δεν μπορεί να λειτουργήση Βατικάνειο (πνεύμα). Υπάρχει (εδώ, Ορθόδοξη) θεολογία. Και τίποτε άλλο να μην υπάρχη, υπάρχει το μυστήριο του θανάτου, που θα τους κυνηγά­ει μέχρι τον θάνατο...».

 

 

  1. Απόσπασμα από μαγνητοφωνημένη ομιλία. (Διάρκεια: 36’, Μέγεθος Αρχείου: 9,92 ΜΒ)
  2. Ιωάν. 10, 17.
  3. Ιωάν. 10, 15.
  4. Ιωάν. 10, 18.
  5. Στο εκκλησιαστικό έντυπο ΕΠΑΓΓΕΛΙΑ, της Ι. Μ. Γουμενίσσης, και στο φύλλο αρ. 96 του Μαΐου 2001, αναφέρεται η περίπτωσις ενός νέου, ο οποίος επέζησε θαυματουργικά, ενώ ευρίσκετο σε κατάσταση εγκεφαλικού θανάτου.