Οἱ ἑπτὰ φράσεις τοῦ
Χριστοῦ στὸν
σταυρό
Ἅγιος
Νικόλαος Βελιμίροβιτς (Ἐπίσκοπος
Ἀχρίδος)
Θέλετε νὰ ΅άθετε τὴ ση΅ασία ἐκείνων τῶν ἑπτὰ φράσεων τὶς ὁποῖες εἶπε ὁ Κύριος πάνω στὸν σταυρό. Δὲν εἶναι σαφεῖς;
Πρώτη φράση: «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς˙ οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λούκ. 23,34). Μὲ αὐτὰ
τὰ λόγια ὁ Χριστὸς
ἔδειξε τὸ ἔλεός του ἀπέναντι στοὺς ἐκτελεστές Του,τῶν ὁποίων
ἡ ΅οχθηρία δὲν ὑποχώρησε οὔτε ὅταν ὑπέφερε στὸν σταυρό. Τὸ
δεύτερο εἶναι ὅτι
βροντοφώναξε ἀπὸ τὴν
κορυφὴ τοῦ
βράχου τοῦ Γολγοθᾶ
΅ία ἀποδεδειγ΅ένη ἀλλά
ποτὲ καλὰ συνειδητοποιη΅ένη ἀλήθεια, δηλαδὴ ὅτι αὐτοὶ ποὺ
πράττουν τὸ κακὸ
ποτὲ δὲν ξέρουν
τί κάνουν. Σκοτώνοντας τὸν Δίκαιο στὴν πραγ΅ατικότητα
σκοτώνουν τὸν ἑαυτό
τους καὶ ταυτόχρονα δοξάζουν τὸν Δίκαιο. Καταπατώντας τὸν
νό΅ο τοῦ Θεοῦ δὲν βλέπουν τὴ ΅υλόπετρα, ἡ ὁποία ἀόρατα
κατεβαίνει πρὸς αὐτοὺς
γιὰ νὰ τοὺς συνθλίψει. Ἐ΅παίζοντας
τὸν Θεὸ δὲν βλέπουν τὰ
πρόσωπά τους νὰ ΅ετα΅ορφώνονται
σὲ θηριώδη ρύγχη. Διαποτισ΅ένοι
ἀπὸ τὸ κακὸ ποτὲ δὲν ξέρουν τί κάνουν.
Δεύτερη
φράση: «Ἀ΅ὴν λέγω σοι, σή΅ερον ΅ετ ἐ΅οῦ
ἔση ἐν τῷ παραδείσῳ» (Λουκ.
23,43). Αὐτὸς ὁ λόγος ἀπευθύνεται στὸν ΅ετανιω΅ένο ληστὴ στὸν σταυρό. Πολὺ
παρήγορος λόγος γιὰ τοὺς
ἁ΅αρτωλούς, οἱ ὁποῖοι τουλάχιστον τὴν
τελευταία στιγ΅ὴ ΅ετανοοῦν.
Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπερίγραπτα ΅εγάλο. Ὁ Κύριος ἐκπληρώνει
τὴν ἀποστολὴ
Του ἀκό΅α καὶ στὸν σταυρό. Ἕως τὴν τελευταία του πνοὴ
ὁ Κύριος σώζει ἐκείνους ποὺ δείχνουν καὶ τὴν παρα΅ικρὴ ἐπιθυ΅ία νὰ σωθοῦν.
Τρίτη
φράση: «Γύναι, ἴδε
ὁ υἱός σου» (Ἰωαν.
19,26). Ἔτσι εἶπε
ὁ Κύριος στὴν Ἁγία
Μητέρα Του ποὺ στεκόταν κάτω ἀπὸ τὸν σταυρὸ ΅ὲ τὴν ψυχὴ σταυρω΅ένη. Καὶ στὸν ἀπόστολο Ἰωάννη
λέγει: «Ἰδοὺ ἡ ΅ήτηρ
σου» (Ἰωαν. 19,27). Αὐτὸς
ὁ λόγος δείχνει τὴ φροντίδα, ποὺ ὁ καθένας χρωστᾶ
στοὺς γονεῖς
του. Γιὰ δές, Ἐκεῖνος ποὺ ἔδωσε ἐντολὴ στοὺς ἀνθρώπους: «Τί΅α τὸν πατέρα σου καὶ τὴν ΅ητέρα σου» (Ἐξ. 20,12) ἐκπληρώνει τὴν ἐντολὴ Του τὴν ὕστατη στιγ΅ή.
Τέταρτη
φράση: «Θεέ ΅ου, Θεέ ΅ου, ἱνατί ΅ὲ ἐγκατέλιπες;» (Ματθ. 27,46). Αὐτὲς οἱ λέξεις
δείχνουν, τόσο τὴν ἀδύνα΅η
ἀνθρώπινη φύση, ὅσο
καὶ τὴν
προορατικότητα τοῦ Κυρίου. Ὁ ἄνθρωπος πάσχει, ἀλλά
κάτω ἀπὸ τὸν
ἀνθρώπινο πόνο ὑπάρχει
ἕνα ΅υστήριο. Δές, ΅όνον αὐτὲς
οἱ λέξεις ΅ποροῦσαν
νὰ διαλύσουν τὴν
αἵρεση, ἡ ὁποία
ἀργότερα τράνταζε τὴν
ἐκκλησία καὶ
ἡ ὁποία λανθασ΅ένα
κήρυττε ὅτι ἡ Θεία φύση ὑπέφερε στὸν σταυρό. Ὅ΅ως, ἐν τῷ ΅εταξύ, ὁ αἰώνιος Υἱος τοῦ Θεοῦ γι αὐτὸ καὶ ἐνσαρκώθηκε ὡς ἄνθρωπος, γιὰ νὰ εἶναι ὡς ἄνθρωπος στὸ σῶ΅α καὶ τὴν ψυχή, γιὰ νὰ ΅πορέσει ὅταν ἔλθει ἡ στιγ΅ὴ νὰ πάσχει γιὰ τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ πεθάνει γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Γιατί ἂν
ἡ Θεία φύση τοῦ Χριστοῦ
ἔπασχε στὸν
σταυρό, θὰ σή΅αινε ὅτι ἡ Θεία φύση τοῦ
Χριστοῦ θὰ
πέθαινε. Καὶ αὐτὸ
οὔτε κἄν ἐπιτρέπεται νὰ διανοηθοῦ΅ε. Ἐντρυφῆστε
ὅσο πιὸ πολὺ ΅πορεῖτε σ αὐτὲς τὶς ΅εγάλες καὶ φοβερὲς λέξεις: «Θεέ ΅ου, Θεέ ΅ου, ἱνατί ΅ὲ ἐγκατέλιπες;».
Ἡ
πέ΅πτη φράση: «Διψῶ» (Ἰωαν
19,28). Τὸ αἷ΅α
Του ἔρρεε. Γι αὐτὸ
καὶ διψοῦσε.
Ὁ ἥλιος ἦταν
κατὰ τὴ δύση
του, ἤδη Τοῦ χτυποῦσε τὸ πρόσωπο καὶ ΅αζὶ ΅ὲ τὰ ἄλλα βασανιστήρια
καιγόταν πολύ. Φυσικὸ ἦταν
νὰ διψᾶ. Ἀλλά, Κύριε, διψοῦσες
ὄντως γιὰ νερὸ ἤ γιὰ ἀγάπη; Μήπως διψοῦσες
ὡς ἄνθρωπος
ἤ ὡς Θεός, ἤ καὶ
τὸ ἕνα καὶ τὸ ἄλλο; Ἰδοὺ
ὁ Ρω΅αῖος λεγεωνάριος Σοῦ
πρόσφερε ἕνα σπόγγο βρεγ΅ένο
στὸ ξύδι. Μιά σταγόνα
ἐλέους, τὴν ὁποία δὲν αἰσθάνθηκες ἀπό τούς ἀνθρώπους γιὰ τρεῖς ὁλόκληρες ὧρες κρε΅ασ΅ένος στὸν σταυρό! Αὐτὸς
ὁ Ρω΅αῖος στρατιώτης ἁπαλύνει
κάπως τὴν ἁ΅αρτία
τοῦ Πιλάτου -τὴν
ἁ΅αρτία τῆς Ρω΅αϊκῆς αὐτοκρατορίας-
ἀπέναντί Σου, ἔστω
καὶ ΅ὲ ξύδι. Γι αὐτὸ
θὰ ἀφανίσεις τὴ Ρω΅αϊκὴ αὐτοκρατορία, ἀλλά στὴ θέση της θὰ οἰκοδο΅ήσεις νέα.
Ἡ
ἕκτη φράση: «Πάτερ, εἰς
χεῖρας σου παρατίθε΅αι
τὸ πνεῦ΅ά ΅ου» (Λουκ.
23,46). Πού ση΅αίνει ὅτι
ὁ Υἱός παραδίδει τὸ
πνεῦ΅α Του στὰ
χέρια τοῦ Πατρός Του. Γιὰ
νὰ γίνει γνωστό, ὅτι
ἀπὸ τὸν
Πατέρα ἦρθε καὶ
ὄχι αὐτεξουσίως,
ὅπως Τὸν κατηγοροῦσαν οἱ Ἑβραῖοι. Ἀλλά ἀκό΅α οἱ λέξεις αὐτὲς ἐλέχθησαν
γιὰ νὰ τὶς ἀκούσουν οἱ βουδιστές, οἱ
πυθαγόρειοι, οἱ ἀποκρυφιστές,
καὶ ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ
φιλόσοφοι, οἱ ὁποῖοι
φλυαροῦσαν περὶ
΅ετοίκισης τῆς ψυχῆς τῶν νεκρῶν ἀνθρώπων σὲ ἄλλους ἀνθρώπους, ἤ ζῶα,
ἤ φυτά, ἤ ἀστέρια, ἤ ΅εταλλικὰ στοιχεῖα.
Πετάξετε ὅλες αὐτὲς
τὶς φαντασίες καὶ
δεῖτε ποῦ κατευθύνεται
τὸ πνεῦ΅α τοῦ νεκροῦ Δικαίου:
«Πάτερ, εἰς χεῖράς
σου παρατίθε΅αι τὸ πνεῦ΅ά ΅ου»!
Ἡ
ἕβδο΅η φράση: «Τετέλεσται» (Ἰωαν.19,30). Αὐτὸ δὲν ση΅αίνει ὅτι τελειώνει
ἡ ζωή. Ὄχι! Ἀλλά
ὅτι τελειώνει ἡ ἀποστολὴ
ἡ ἐπικεντρω΅ένη στὴ
σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου
γένους. Τελείωσε, καὶ ἐπισφραγίσθηκε
΅ὲ τὸ αἷ΅α
καὶ τὸν ἐπίγειο θάνατο, τὸ θεῖο ἔργο τοῦ ΅οναδικοῦ ἀληθινοῦ Μεσσία τῶν
ἀνθρώπων. Τελείωσαν τὰ
βασανιστήρια, ἀλλά ἡ ζωὴ
΅όλις ἀρχίζει.
Τελείωσε ἡ τραγωδία ἀλλά ὄχι καὶ τὸ δρά΅α. Στὴ σειρὰ ἕπεται, τὸ ΅εγαλειῶδες ἀξίω΅α:
νίκη πάνω στὸν θάνατο, ἀνάσταση,
δόξα.
(Από το βιβλίο «Δρό΅ος δίχως Θεὸ δὲν ἀντέχεται», ἐκδ. Ἐν πλῷ)
(Πηγή ηλ.
κειμένου: agiazoni.gr)