Διάλογος για το θέμα του «Εγκεφαλικού θανάτου»
Του Κωνσταντίνου Γ. Καρακατσάνη, Αναπλ. Καθηγητού, Δ/ντου Εργαστ. Πυρηνικής Ιατρικής, Ιατρικού Τμήματος ΑΠΘ
Στο τεύχος 31 του περιοδικού «ΤΟΛΜΗ» (Ιούνιος
2003) δημοσιεύθηκε άρθρο του κ. Σεραφείμ Νανά (ΣΝ) με
τίτλο «Επιστημονική θεώρηση του εγκεφαλικού θανάτου». Στο άρθρο αυτό, εκτός από
τη γενική θεώρηση του θέματος, γίνεται εκτεταμένη κριτική ημετέρων δημοσιευμάτων
επί του ιδίου θέματος.
Ο σκοπός των σχολίων που ακολουθούν επί του άρθρου
του κ. ΣΝ δεν είναι η συστηματική θεώρηση του θέματος του εγκεφαλικού θανάτου
(«ε.θ.»). Οι επιθυμούντες να πληροφορηθούν την ημέτερη κριτική θεώρηση επί
του θέματος αυτού, δύνανται
να την ανεύρουν στα σχετικά δημοσιεύματα (Καρακατσάνης & Μπαλαμούτσος 1999, Καρακατσάνης
2001. Καρακατσάνης 2002, Karakatsanis & Tsanakas 2002).
Όσον αφορά στο άρθρο του κ. Σ Ν.
επισημαίνονται τ' ακόλουθα:
Σχετικά με τον ορισμό
του θανάτου του ανθρώπου
Ο ορισμός του θανάτου του ανθρώπου υπήρξε πάντοτε θέμα ευρύτερα φιλοσοφικό. Η ανεύρεση των κριτηρίων με βάση τα όποια είναι δυνατόν να χαρακτηρισθεί ο άνθρωπος ως νεκρός, αποτελεί θέμα τόσο της Φιλοσοφίας όσο και της
Ιατρικής. Η επιλογή όμως των κατάλληλων
δοκιμασιών με τις όποιες ελέγχεται
εάν πληρούνται τα κριτήρια του
θανάτου, είναι θέμα μόνον ιατρικό.
Επομένως αστοχούν
βαρέως όσοι επιχειρούν να πραγματευθούν τις έννοιες του «ε.θ.»
και του θανάτου του ανθρώπου
εξετάζοντες μόνον εάν είναι επαρκείς οι
σχετικές ιατρικές δοκιμασίες, χωρίς
να εξετάζουν τον καίριας σημασίας ορισμό
του θανάτου (που είναι θέμα φιλοσοφικό).
Πολύ περισσότερο αστοχούν οι ιατροί οι οποίοι ομολογούν δημόσια ότι είναι
Ορθόδοξοι Χριστιανοί, αλλά δεν λαμβάνουν υπ' όψη τους, όταν προβαίνουν στη
διάγνωση του «ε.θ.», πως ορίζεται ο θάνατος από την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Η πρώτη περιγραφή της
κλινικής εικόνας του «ε.θ.».
Οι Γάλλοι συγγραφείς Goulon και Mollaret, οι οποίοι πρώτοι περιέγραψαν την εικόνα του «coma depasse» (κατάσταση πέραν
του κώματος) δεν ταύτιζαν την οντότητα αυτή με το θάνατο του ανθρώπου και δεν
σταματούσαν τη μηχανική υποστήριξη της αναπνοής στους ασθενείς αυτούς (Pallis 1990).
Αιτιολογία της
επινόησης του «ε.θ.».
Είναι εξαιρετικά
μεγάλης σπουδαιότητας να γίνουν ευρέως γνωστοί οι λόγοι τους οποίους επικαλείται η ad hoc επιτροπή του Harvard για την καθιέρωση του νέου κριτηρίου θανάτου. Οι λόγοι αυτοί ήταν η ελάττωση
του φορτίου των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) από τους «εγκεφαλικώς νεκρούς» («ε.ν.») ασθενείς,
και η μη ύπαρξη διαφωνιών για λήψη ζωτικών οργάνων, από τους ασθενείς
αυτούς, για μεταμοσχεύσεις (Ad hoc επιτροπή Harvard 1968). Το ότι η προαναφερθείσα Επιτροπή ενδιαφερόταν για το
«μάταιο της προσπάθειας» και για την εξεύρεση τρόπων να βοηθηθούν οι γιατροί για
την απόσυρση της υποστήριξης
από τους «ε.ν.» ασθενείς, ομολογείται από τον Καθηγητή Ε. Wijdichs στο πρόσφατο βιβλίο
του (Diringer & Wijdicks 2001).
Οι «ε.ν.» ασθενείς είναι ακέφαλα όντα με
μηχανική υποστήριξη της αναπνοής
και της κυκλοφορίας;
Ο κ. ΣΝ υποστηρίζει ότι οι «ε.ν.» είναι ακέφαλα όντα των οποίων η αναπνοή και η κυκλοφορία υποστηρίζονται μηχανικά.
Κατά τη διάρκεια των
35 ετών αφ' ότου καθιερώθηκε η έννοια του «ε.θ.», έχουν δημοσιευθεί
πολλές εργασίες από τις όποιες καταδεικνύεται ότι παρατηρείται σε σημαντικά
ποσοστά (22-100%) ύπαρξη ολοκληρωμένων νευρο-ορμονικών λειτουργιών σε
«ε.ν.» ασθενείς (Truog 1997), ύπαρξη πραγματικού ηλεκτρο-εγκεφαλογραφήματος -σε ποσοστό 20%, το οποίο μάλιστα
επέμενε για αρκετές ημέρες μετά τη διάγνωση του «ε.θ.» (Grigg et al 1987, Plum 1999), εγκεφαλικής αιματικής ροής σε ποσοστό 20% - σε μικρότερα ή
μεγαλύτερα τμήματα του εγκεφάλου με ενεργό πρόσληψη λιπόφιλων ραδιοφαρμάκων
από ζώντα κύτταρα του εγκεφάλου (Plum 1999, Kurtec 2000), ορισμένων αντανακλαστικών του εγκεφαλικού στελέχους, όπως το στοματικό και
το αντανακλαστικό του μασητήρος (Allen et al 1980), δακρύρροιας (Fitzgerald 1995), επαναλαμβανόμενης
προσπάθειας διάνοιξης των οφθαλμών μετά από έντονα επώδυνα ερεθίσματα (Wijdicks 2001α), τρομωδών κινήσεων του
προσώπου (Saposnik et al 2000) και προκλητών δυναμικών ακουστικών και σωματο-αισθητικών
-δια του
εγκεφαλικού στελέχους (Anzisca & Cracco 1980, Barelli et al
1990, Kohrman & Spivac 1990).
Στους «ε.ν.» ασθενείς η καρδία πάλλει αυτομάτως, η ανταλλαγή των
αναπνευστικών αερίων δια της τριχοειροκυψελιδικής μεμβράνης των
πνευμόνων επιτελείται
ικανοποιητικά, τα κύτταρα αφομοιώνουν τις θρεπτικές ουσίες για παραγωγή ενέργειας,
το αίμα κυκλοφορεί και απομακρύνει τα μεταβολικά προϊόντα, οι νεφροί συχνά διατηρούν το ισοζύγιο των υγρών και
των ηλεκτρολυτών, και το
ανοσοποιητικό σύστημα αναγνωρίζει τα ξένα
σώματα και καταπολεμεί τις
λοιμώξεις (Shewmon 1997).
Περαιτέρω, δεν είναι
ένα μόνο περιστατικό «ε.ν.» εγκύου που κυοφόρησε,
αλλά αναφέρονται δέκα τρία τέτοια περιστατικά «ε.ν.»
ασθενών στη διεθνή βιβλιογραφία, που συνέχισαν την κυοφορία
και γέννησαν με καισαρική τομή, σε μία
μάλιστα περίπτωση η «ε.ν.» έγκυος παρέμεινε 107 ημέρες στη ΜΕΘ
και γέννησε φυσιολογικό νεογνό (Dillon et al 1982, Field et al
1988, Nuutinen et al 1989, Bernstein et al
1989, Netina et al 1993, Lewis & Vidovic 1997, Shewmon 1997).
Όλα τα προαναφερθέντα
ευρήματα αποδεικνύουν ότι οι «ε.ν.» ασθενείς δεν είναι «ακέφαλα
όντα».
Η έκβαση της νόσου
δεν θεμελιώνει τη διάγνωση του «ε.θ.»
Πολλοί
συγγραφείς υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει κανένα περιστατικό στη διεθνή βιβλιογραφία με
διάγνωση εγκεφαλικού θανάτου (σύμφωνα με τις διεθνώς παραδεκτές οδηγίες) που να επανήλθε, έστω σε «φυτική» κατάσταση. Σχολιάζεται εν προκειμένω (Shewmon 1989, Wikler 1995) ότι
στη διατύπωση αυτή εμπεριέχεται, εκτός των άλλων, λογικό σφάλμα. Το αιτούμενο
στην περίπτωση αυτή δεν είναι, εάν επανήλθαν ασθενείς οι όποιοι είχαν θετικές
τις δοκιμασίες για τη διάγνωση του «ε.θ.», αλλά εάν
οι ασθενείς αυτοί είναι ή όχι νεκροί. Γίνεται, δηλαδή, σύγχυση μεταξύ της
διάγνωσης και της έκβασης της νόσου. Στη διεθνή βιβλιογραφία αναφέρεται ότι
παιδιατρικοί «ε.ν.» ασθενείς ανέλαβαν μέρος των
λειτουργιών του κεντρικού νευρικού
συστήματός τους, ενώ μάλιστα σε ορισμένους εξ αυτών η δοκιμασία της άπνοιας
ήταν επανειλημμένως θετική (Ashwal & Schneider 1989, Kohrman & Spivack 1990, Okamoto & Sugimoto 1995).
Σχετικά με τα νωτιαία αντανακλαστικά στους «ε.ν.»
ασθενείς
Τα αποκαλούμενα νωτιαία αντανακλαστικά δεν είναι δυνατόν να ταυτοποιηθούν
ως ανεγνωρισμένα αντανακλαστικά (Allen et al 1980), αλλά είναι «σύνθετες νωτιαίες
αποκρίσεις», οι οποίες πρόσφατα χαρακτηρίσθηκαν από τον Αμερικανό Καθηγητή της
Νευρολογίας Fred Plum ως ημικατευθυνόμενες, ημισκόπιμες και ημισυντονισμένες (Plum 1999). Οι «σύνθετες αυτές νωτιαίες αποκρίσεις» δεν είναι σπάνιες, όπως γράφει ο κ. ΣΝ, αλλά παρατηρούνται
σε υψηλά ποσοστά, έως 75% (Plum 1999).
Δεν προβληματίζει τους «ειδικούς» το γεγονός ότι στα αρχικά κριτήρια της Επιτροπής
του Harvard απαιτείτο για τη
διάγνωση του «ε. θ.», εκτός των άλλων, και η απουσία οποιασδήποτε κίνησης, αντανακλαστικής ή
μη; (Ad hoc Committee of Harvard 1968).
Σχετικά με τον Καθηγητή
R. Truog
Ο Καθηγητής Robert Truog δεν προβάλλεται από εμάς ως εκφραστής της Ορθόδοξης Ποιμαντικής και Θεολογίας ούτε ενδιαφερόμαστε
για τις γενικότερες φιλοσοφικές του τοποθετήσεις. Προβάλλεται ως απολύτως
ειδικός εγνωσμένου κύρους, ο οποίος βάσει αντικειμενικών ευρημάτων αμφισβητεί αυτή την έννοια του «ε.θ.» και υπογραμμίζει τις ενδογενείς ανεπάρκειες των σχετικών
ιατρικών δοκιμασιών με τις οποίες αυτός διαγιγνώσκεται.
Φρονούμε ότι ο κ. ΣΝ, δεν ερμηνεύει ορθώς τις θέσεις του καθηγητού Truog, όταν γράφει ότι ο Truog είναι οπαδός της ευθανασίας. Ο Truog εισηγείται την αποδέσμευση του θέματος
του ορισμού του θανάτου από τις μεταμοσχεύσεις των οργάνων. Ο προαναφερθείς Καθηγητής γράφει (σε ελεύθερη
απόδοση των γραφομένων του) ότι είναι
προτιμότερο να εγκαταλειφθεί η έννοια του «ε.θ.», για τους προαναφερθέντες
λόγους, και να αναζητηθούν άλλοι τρόποι εξεύρεσης μοσχευμάτων (Truog 1997), τους οποίους εμείς, ως Ορθόδοξοι
Χριστιανοί, φυσικά δεν αποδεχόμαστε.
Η ταύτιση του
«εγκεφαλικού θανάτου» με το θάνατο από Ορθοδόξους
Χριστιανούς ιατρούς
Ο κ. ΣΝ προβαίνει σε δημόσια ομολογία ότι είναι
Ορθόδοξος Χριστιανός, ότι «λειτουργεί ως εντολοδόχος Εκείνου», ότι θεωρεί τον ασθενή ως
εικόνα Θεού, και κατ' επέκταση, ότι αποδέχεται τα δόγματα της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας.
Σύμφωνα, λοιπόν, με
την Ορθόδοξη Εκκλησία, η λογική και νοερά ψυχή του ανθρώπου είναι η ζωοποιούσα ολόκληρο
το ανθρώπινο σώμα, «διήκει δι' όλου του σώματος», ενώ ως θάνατος ορίζεται η λύση της συμφυΐας ψυχής-σώματος, η οποία -ούσα μυστήριο- επιτελείται με ακατάληπτο τρόπο.
Αποδεχόμενοι τα προαναφερθέντα, ερωτώνται οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί Ιατροί, οι οποίοι αποδέχονται, διαγιγνώσκουν και
ταυτίζουν τον «ε.θ.» με τον θάνατο του ανθρώπου:
α) είναι δυνατόν να
διατηρούνται όλες σχεδόν οι λειτουργίες των οργάνων και οργανικών συστημάτων του ανθρωπίνου σώματος χωρίς την
ύπαρξη της ζωοποιούσης το σώμα λογικής και
νοεράς ψυχής;
β) είναι δυνατόν με
επιστημονικές μεθόδους να γνωματεύσουν ότι δεν ενοικεί στο ανθρώπινο σώμα η ψυχή -ότι, δηλαδή, έχει γίνει η
λύση της συμφυΐας- επειδή ορισμένες ενέργειες της ψυχής δεν έχουν τη δυνατότητα να
εκδηλωθούν, λόγω του γεγονότος ότι το όργανο εκφράσεώς τους -ο εγκέφαλος-
πάσχει από βαρύτατη βλάβη, όπως συμβαίνει στους «ε.ν.»
ασθενείς;
γ) Εάν δεν είναι
βέβαιοι για τη λύση της συμφυΐας ψυχής-σώματος, πώς συναινούν με άμεσο ή
έμμεσο τρόπο στο βίαιο
τερματισμό της ζωής των ασθενών αυτών; Είναι
δυνατόν να καταργούμε μία βασική εντολή Εκείνου (το να μη αφαιρούμε τη ζωή) με την αιτιολογία ότι θα «σωθεί» κάποιος άλλος; Ο εντολοδόχος τηρεί όλες τις εντολές με απόλυτη υπακοή, δεν έχει την ευχέρεια της τήρησης ορισμένων εξ αυτών κατά το δοκούν.
Περί της σχέσης «ε.θ.» και «ευθανασίας»
Θα πρέπει να επιστηθεί
η προσοχή στο γεγονός ότι η για διάφορους λόγους πίεση των κοινωνιών, ανά το
κόσμο, για νομιμοποίηση της «ευθανασίας» είναι πολύ ευκολότερο να αρχίσει να
γίνεται αποδεκτή μέσω του «ε.θ.». Διότι με τον «ε.θ.» προωθείται σιωπηρώς και ασφαλώς η «ευθανασία», υπό τη
σκιά του λογικοφανούς επιχειρήματος της διάσωσης
ανθρώπων με τη μεταμόσχευση ζωτικών οργάνων από «ε.ν.»
ασθενείς.
Συμπερασματικώς, φαίνεται ότι είναι
παρακινδυνευμένο να υποστηρίζουν οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί απόψεις όπως εκείνες
των υποστηρικτών του «ε.θ.», επειδή το θέμα του
θανάτου αποτελεί μυστήριο για την Ορθόδοξη Θεολογία, και η αποδοχή (υπό των
Χριστιανών ιατρών) των σχετικών απόψεων επιστημόνων, οι οποίοι δεν αποδέχονται
την ύπαρξη ψυχής στον άνθρωπο, είναι δυνατόν να εμπλέξει την Εκκλησία σε
αδιέξοδα.