τό συναξάριο το

γίου ερομάρτυρος θανασίου το Λιθουανο

 

ορτάζει τήν 5 Σεπτεμβρίου.

 

γιος θανάσιος γεννήθηκε στν Βίλνα (σημεριν πρωτεύουσα τς Λιθουανίας) τς Μικρορωσίας τ 1596, τν διο χρόνο πο γινε στ Μπρστ - Λιτβσκ ψευδοένωσις μεταξ τς Ρώμης κα ρισμένων Ρώσων πισκόπων. Υἱὸς εγενος στν καταγωγ Λιθουανο, ρκετ πτωχο παρ τατα, λαβε ερεα κα σπάνια μόρφωσι γι τν ποχή του. ταν κάτοχος πολλν ξένων κα ρχαίων γλωσσν κα βαθς γνώστης τόσο τν Πατέρων τς κκλησίας, σο κα τν φιλοσόφων κα θεολόγων τς Δύσεως.

 

Γι λίγα χρόνια γιος ργαζόταν ς οκοδιδάσκαλος, σπου τ 1627 κάρη μοναχς στν μον το Χουτίν, κοντ στν ρσα τς Μικρορωσίας (σημερ. Λευκορωσία). Τ προπύργιο ατ τς ρθοδοξίας, πο μεινε πείρακτο π τς πολωνικς δυνάμεις κατοχς, διεδραμάτισε σπουδαο ρόλο στ ν ντισταθ ρθόδοξος λας κατ τς ρωμαιοκαθολικς προπαγάνδας. ν συνεχεί θανάσιος συμπλήρωσε τν μοναχική του κατάρτισι κα σ λλα νομαστ μοναστήρια. ταν χειροτονήθηκε ερεύς, μητροπολίτης Κιέβου Πέτρος Μογίλας (1596-1647) το νέθεσε τν νακαίνισι τς μονς το Κουπυάτιτσκ. Μετ π θεία ποκάλυψι, κανε να πικίνδυνο ταξίδι στν Μόσχα, διασχίζοντας δάφη κατεχόμενα π Πολωνούς, μ σκοπ ν κθέσ στν τσάρο τν κακ στάσι τν τοπικν ρχν ναντι τν ρθοδόξων στς βορειοδυτικς περιοχς τς Ρωσίας κα ν ζητήσ συνδρομ γι τν νακαίνησι τς μονς του. Μ τν βοήθεια τς Παναγίας πέτυχε στν ποστολή του κα ρχισε τς ργασίες. Δύο χρόνια μως ργότερα ναγκάσθηκε ν τς γκαταλείψ, διότι ξελέγη γούμενος τς μονς το σίου Συμεν το Στυλίτου στ Μπρστ-Λιτόβσκ.

 

π τότε ποδύθηκε σ νέο κα καταπόνητο γνα ναντίον τς Ονίας, το προσηλυτιστικο ατο τρόπου τν Λατίνων πο εναι συγκεκαλυμμένος μ ρθόδοξα λειτουργικ τυπικ κα συνήθειες. π κτ χρόνια γιος μ τν προσευχή, τ κήρυγμα κα τ συγγράμματά του στηλίτευε κα πέρριπτε τν ψευδοένωσι τς Μπρέστ, πανέφερε δ τος πλανηθέντας στν ποίμνη το Χριστο.

 

Ο Πολωνο στρατιτες κα ποικοι βασάνιζαν τος ρθοδόξους πληθυσμος τν κατεχομένων περιοχν μ βαρβαρικ μότητα, λλ κα ο ησουτες εραπόστολοι δν δίσταζαν ν χρησιμοποιήσουν τς πι πάνθρωπες μεθόδους, προκειμένου ν στερεώσουν τν δική τους πίστι στν Μικρορωσία. γιος ποφάσισε ν μεταβ στν βασιλέα τς Πολωνίας Βλαδίσλαο Δ΄(1632-1648), γι ν μεσολαβήσ, στε ο ρθόδοξοι ν χουν πι νθρώπινη μεταχείρισι. βασιλες κάμφθηκε π τν παράκλησί του κα μ διάταγμα θετε τέρμα σ ατς τς καταχρήσεις τς ξουσίας, λλ ο δημόσιοι λειτουργοί του δν τ φήρμοσαν. Στν Βαρσοβία κατάστασις τν ρθοδόξων ταν κόμα χειρότερη. Σ ορτάσιμες μέρες ο Πολωνο κα ο οντες βαζαν φωτι σ ρθόδοξες κκλησίες γεμτες πιστούς, πως κα λλοτε κατ τν ποχ τν μεγάλων διωγμν.

 

Μόνος στν γνα, μ μόνη παρηγορι τν Παναγία, θανάσιος συνέχισε τς  προσπάθειές του. Τ 1643, στερα π μία νέα θεία ποκάλυψι, κατέφυγε γι δεύτερη φορ στ Συμβούλιο πικρατείας τς Πολωνίας. ν κέρδισε τν προστασία το κράτους πρ το ρθοδόξου ποιμνίου του, ρισμένοι ρθόδοξοι γαιοκτήμονες, φοβούμενοι μήπως ζημιωθον τ συμφέροντά τους, διέδωσαν τι ταν τρελλς κα κατόρθωσαν ν το φαιρεθ τ ξίωμα, ν καθαιρεθ π τν ερωσύνη κα ν σταλ στ Κίεβο γι ξέτασι.

 

Παρ τς κακόβουλες προσπάθειές τους γιος δικαιώθηκε κα πέστρεψε ς γούμενος στ μοναστήρι του, λλ δν μεινε συχος γι πολύ· σύντομα ξανάρχισαν ο διωγμο κατ τν ρθοδόξων. ν τοίμαζε μία ναφορ πρς τν βασιλέα τς Πολωνίας, συνελήφθη κα φυλακίσθηκε προτο τν λοκλήρωση. φέθηκε λεύθερος στερα π τρία χρόνια, λλ τ 1648 διωγμς συνεχίσθηκε σφοδρότερος. ταν τόσο αματηρός, στε λας τς Μικρορωσίας ξεγέρθηκε κα παίτησε τν ποχώρησι τν πολωνολιθουανικν δυνάμεων κα τν πόδοσι τν ρωσικν δαφν στν τσάρο. Ο πολωνικς ρχς συνέλαβαν μέσως τος ρχηγος το κινήματος κα τος πιφανεστέρους κκλησιαστικος γέτες. θανάσιος φυλακίσθηκε καί, παρ τς παντς εδους σωματικς κα θικς κακώσεις πο πέστη, τόσο κ μέρους τν δεσμοφυλάκων, σο κα τν καθολικν κκλησιαστικν ρχν, συνέχισε ν λέγχ τος νωτικος κα ν ναθεματίζ τν νωσι. Τν βασάνισαν βάζοντας στ σμα του ναμμένα κάρβουνα, τν γδαραν κα τν καψαν ζωντανό. πειδ κόμη νέπνεε, τν τουφέκισαν, νεκρ τν ποκεφάλισαν κα ρριξαν τ σμα του σ να λάκκο. Τ τίμιο λείψανό του βρέθηκε ργότερα φθαρτο, εωδιάζον κα μέχρι σήμερα πιτελε θαύματα.

 

Τας τν σν ἁγίων πρεσβείαις, Χριστ Θεός, λέησον μς. μήν.

 

(«Νέος Συναξαριστὴς τς ρθοδόξου κκλησίας» το ερομ. Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, τόμ. Α΄ Σεπτέμβριος, κδ. νδικτος 2001, σσ. 62-64)